1

Η παλιά Αθήνα – Γωνία Πανεπιστημίου και Κοραή.

Οι δεκαετίες του ‘30, στη συνέχεια του ‘50 και του ’60, έχουν καταγραφεί ως δύο σημαντικές περίοδοι της σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής. Τους έλληνες αρχιτέκτονες των περιόδων αυτών, είτε τους επηρεασμένους άμεσα από τις διεθνείς τάσεις του μοντέρνου κινήματος είτε όσους αναζητούσαν την ελληνικότητα στο σχεδιασμό τους, χωρίς όμως να παρεκκλίνουν από τις βασικές αρχές του μοντερνισμού, τους απασχολεί η νεωτερικότητα. Κυρίως στα ύστερα χρόνια του δεύτερου χρονικού διαστήματος, η ώθηση αυτή προς το «Νέο» αφύπνισε παλαιότερους μοντερνιστές ενόσω συμπαρέσυρε τους συντηρητικότερους, με αποτέλεσμα όλοι μαζί να συμβάλουν στη λεγόμενη «αρχιτεκτονική άνοιξη» του 1960. Όλα αυτά, όμως, σε ποιο περιβάλλον;

Αν περάσουμε στο επίπεδο της μεγάλης κλίμακας, θα πρέπει να ειπωθεί ότι η πολεοδομία και η χωροταξία στη χώρα μας αναπτύχθηκαν ως δημόσιες πολιτικές με διαφορά αρκετών δεκαετιών. Η πολεοδομία αναδύεται κατά το 19ο αι. και αποκτά σταδιακά πολλά από τα σημερινά χαρακτηριστικά της κατά το Μεσοπόλεμο και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ενώ η χωροταξία αναδύεται κατά τη δεκαετία του 1960 και συγκροτείται θεσμικά κυρίως μετά το 1974.

2

Μη-πόλη.

Δυστοκίες, αναβολές και καθυστερήσεις, αλλά και αλλεπάλληλες αναθεωρήσεις του θεσμικού πλαισίου, χαρακτηρίζουν διαχρονικά την προσπάθεια χωρικής τακτοποίησης της Ελλάδας σε εθνικό επίπεδο. Η εμπειρία όλων αυτών των ετών δείχνει ότι η εξελικτική πορεία του ελληνικού συστήματος χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού καταγράφεται ως μια συνεχιζόμενη, αλλά ατελής και μετέωρη μεταρρύθμιση. Με τις γνωστές σε όλους μας συνέπειες για το μητροπολιτικό συγκρότημα της Αθήνας και, γενικότερα, για τις πόλεις μας.

Όσο διαρκούσε η «αρχιτεκτονική άνοιξη» του ’60, αλλά και πριν και μετά από αυτή, στη χώρα μας ακολουθούσαμε αντίστροφη πορεία από την επικρατούσα στην υπόλοιπη Ευρώπη τάση, σχετικά με τη διατήρηση ιστορικών κτιρίων και συνόλων. Ατυχώς για τις πόλεις μας, συνολικότερα ατυχώς για την ιστορία μας, δεν μπορέσαμε να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία τους, σε ό,τι αφορά δηλαδή την ανάδειξη της ιδιοπροσωπίας των πόλεων σε ένα όλο και πιο ομογενοποιημένο περιβάλλον, αλλά και στην τόνωση της αίσθησης του ιστορικού βάθους σε σημειολογικό και πραγματολογικό επίπεδο. Έτσι ο αριθμός των παλαιότερων κτιρίων που διασώθηκαν μετά την έκρηξη της ανοικοδόμησης είναι μικρός, γεγονός που τα καθιστά σχεδόν «είδος προς εξαφάνιση».

3

Αντι-Κοπεγχάγη.

Το ακατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, η τεράστια δυστοκία στην αδειοδότηση των διατηρητέων, το υψηλό κόστος ανακαίνισης και μαζί τα δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη, δίνουν το τελικό χτύπημα. Τι τελικά θα απομείνει από την αρχιτεκτονική μας κληρονομιά;

Στην τρέχουσα συγκυρία της χώρας μας –αυτή της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης– τα προβλήματα αυτά πολλαπλασιάζονται. Το ακατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, η τεράστια δυστοκία και χρονική καθυστέρηση στις διαδικασίες αδειοδότησης των διατηρητέων κτιρίων, το υψηλό κόστος ανακαίνισης και μαζί τα δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη, δίνουν το τελικό χτύπημα. Αναρωτιέται κάποιος τι πραγματικά θα απομείνει από την αρχιτεκτονική μας κληρονομιά;

Θέλουμε να λέμε ότι η Αθήνα είναι πόλη ευρωπαϊκή, όμως οι ευρωπαϊκές πόλεις διαμορφώθηκαν εδώ και πάρα πολλά χρόνια με άλλους όρους. Αφενός με βάση τη δυναμική και τη βούληση του δημόσιου και, αφετέρου, την εξωστρέφεια και νεωτερικότητα του ιδιωτικού. Προέκυψε έτσι μια ποικιλία κτιριακών τύπων μοναδική: ολόκληρα σύνολα που αναδεικνύονται κυρίως επειδή ανήκουν σε «θεματικές αστικές ενότητες», οι οποίες με τη σειρά τους οδηγούν σε έναν ποιοτικά ανώτερο τρόπο που γίνεται αντιληπτή η πόλη.

4

Αστικό “κενό”.

Διαβάστε ακόμα: «ReConstruct» Athens – Πώς το κέντρο της πόλης θα ξαναγίνει όμορφο.

Καθώς όλα αυτά συνέβαιναν στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά αστικά κέντρα, η Αθήνα αποψιλωνόταν από τα στοιχεία μνήμης, για να ακολουθήσει στη συνέχεια η περίοδος της επίσημα αναγνωρισμένης «παραβατικότητας» και οι ατέλειωτες νομιμοποιήσεις αυθαίρετων οικισμών. Το ασυγκρότητο αυτό περιβάλλον, με την άναρχη συσσώρευση κατοικιών και τις στοιχειώδεις υποδομές, δεν συνιστά όμως «Πόλη».

Πού βρισκόμαστε πλέον σήμερα; Είναι αλήθεια ότι η αρχιτεκτονική στη χώρα μας έχει πέσει θύμα της πολιτισμικής κρίσης που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας και όχι της οικονομικής ασφυξίας, όπως συνήθως υποστηρίζεται. Παράλληλα, καθώς το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα έχει πλέον ολισθήσει σε αυτό της δεκαετίας του ’60, η ιδέα της λεγόμενης «υψηλής αρχιτεκτονικής» – θα προσέθετα, και εκείνης που καλύπτει καθημερινές ανάγκες – μοιάζει να είναι «εκτός θέματος» πλέον.

ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΥ (EUROKINISSI/ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ)

Sous les pavés le chaos.

Ό,τι ποιοτικό έχει παραχθεί ή παράγεται αρχιτεκτονικά στη χώρα αποτελεί την εξαίρεση, όχι τον κανόνα. Μειοδοτεί απέναντι στον αυξανόμενο εθισμό ενός λαού που δεν προσπαθεί καν να κατανοήσει την πολιτισμική επίφαση στην οποία ζει εδώ και δεκαετίες.

Από την πλασματική ευφορία των τελευταίων δεκαετιών, έμειναν μόνον η ανάμνηση των πολυάριθμων τηλεοπτικών εκπομπών lifestyle και των συζητήσεων στις παρέες «για τον αρχιτέκτονά μου». Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αι., η ελληνική αρχιτεκτονική απειλείται με πλήρη συρρίκνωση του ρόλου της, με εξαίρεση την ικανοποίηση των αισθητικών και λειτουργικών αναγκών των οικονομικά ισχυρών.

Ορισμένοι από την κοινότητα των αρχιτεκτόνων αισιοδοξούν. Ήδη επιχειρούν να «περιγράψουν» τον κόσμο που θα αναδυθεί μετά το τέλος της κρίσης, κάποιοι μάλιστα μιλούν ακόμη και για μια «νέα άνοιξη» που θα ακολουθήσει. Προσωπικά δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος. Ό,τι ποιοτικό έχει παραχθεί αρχιτεκτονικά στη χώρα, ή ακόμη σήμερα παράγεται, αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Καθώς μειοδοτεί απέναντι στον αυξανόμενο εθισμό ενός λαού που δεν προσπαθεί καν να κατανοήσει την αληθινή πραγματικότητα, αυτής της πολιτισμικής επίφασης στην οποία ζει εδώ και πολλές δεκαετίες.

6.edited

Το αποτύπωμα μιας αναρχοειδούς και ελευθεριάζουσας κοινωνίας.

Η φαινομενική ευμάρεια του πρόσφατου παρελθόντος δεν επέτρεπε να αναδειχθούν τα πραγματικά προβλήματα, κρύβοντας την ανυπαρξία συλλογικών αρχών και κανόνων και την απουσία κοινωνικής συνοχής. Ο καταναλωτικός οργασμός μιας κοινωνίας χωρίς παιδεία, της ελληνικής κοινωνίας, που κάποια στιγμή νόμισε ότι αστικοποιήθηκε, συμπορευόταν με τη βαθιά κρίση των θεσμών. Πλέον, ημέρα με την ημέρα η κρίση γίνεται οξύτερη, η αίσθηση του αδιεξόδου μεγεθύνεται, χωρίς να είναι ορατή στο άμεσο μέλλον μια δυνατότητα αναχαίτισης της φρενήρους πορείας μας προς την καταστροφή.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στη συζήτησή μας για την αρχιτεκτονική και την πόλη. Μεσούσης της κρίσης και με μηδενική ορατότητα διεξόδου, τι είναι άραγε αυτό που θα ακολουθήσει; Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; Καθώς κινούμαι στην Αθήνα, θλίβομαι. Παρατηρώ τις σκονισμένες βιτρίνες των άδειων καταστημάτων, το αφημένο στην τύχη του πράσινο των πεζοδρομίων, τον σαθρό ασφαλτοτάπητα των δρόμων που αποσαθρώνεται. Τα γερασμένα κτίσματα, την κόπωση των υλικών παντού. «Τη μελαγχολία όλων των τελειωμένων πραγμάτων», όπως είχε πει ο Νίτσε. Οι «λαμπερές» όψεις των ελάχιστων νέων κτιρίων εξαερώνονται, μοιάζουν ανύπαρκτες. Όπως σχεδόν ανύπαρκτο είναι και το ιστορικό αποτύπωμα στις πόλεις μας.

7.edited

Αβίωτοι δημόσιοι χώροι.

Διαβάστε ακόμα: Η ανάγκη των πόλεων για “απεριόριστα όρια”.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top