Salonica1

Στη Νίκης, όλη η κούραση βγαίνει… (Φωτό: Βίκυ Καρπούζα)

Άνοιξη 2015. Τουλάχιστον έναν Μαραθώνιο ήθελα να τον τρέξω. Ποιον όμως; Ποιους; Σε αντίθεση με το 3Χ3 του 2014, το οποίο καθορίστηκε εγκαίρως από το καλεντάρι -3 Μαραθώνιοι σε 3 Κυριακές- και καθόρισε το θέλω μου καθαρά και χωρίς ουσιαστική αμφιβολία, φέτος τα πράγματα ήταν πιο ασαφή. Γύρω μου και εντός μου.

Στην αρχή σκέφτηκα το 3Χ3 ξανά, μετά ένα 4Χ4, αν έβγαινε, δεν βγήκε όμως. Μετά Μεσσήνη και Θεσσαλονίκη, μια επανάληψη του 2013. Δεν στέριωνε κάτι στο μυαλό μου. Άρχισα να μη νιώθω κίνητρο, το κάτι που με τραβάει. Το τρέξιμο per se δεν μου έλεγε κάτι. Ξεκινούσα για 30άρι, έβγαζα 21 και κάτι και αυτά με το ζόρι. Έφτανα σε ένα σημείο όπου ψυχολογικά κατέρρεα και δεν μπορούσα άλλο. Με τίποτα. Δεν μπορούσα καν να μπω στη διαδικασία αναζήτησης κινήτρου και δεν με ένοιαζε να σταματήσω. Έπρεπε να έχω στόχο, για να κάνω προπονήσεις. Αλλά για να έχω στόχο, πρέπει να κάνω προπονήσεις. Άρχισα να αισθάνομαι σαν τον Yossarian…

Στο 20άρι του ΣΔΥΑ, τα πράγματα χειροτέρεψαν πολύ περίπου στο 15. Δεν περνάω καλά, πώς να το κάνουμε, δεν περνάω καλά, δεν θέλω άλλο έτσι. Δεν μπορώ έτσι, δεν δύναμαι. Ούτε ο τερματισμός δεν με καλύπτει, θέλω να φτάσω Αγ. Κοσμά και να εγκαταλείψω 10 μέτρα πριν, να σκίσω και να πετάξω το bib και να σταματήσω. Δεν βλέπω πώς θα τρέξω Μαραθώνιο την Άνοιξη. Συνεχίζω να τρέχω, βέβαια, και δεν μου περνάει από το μυαλό να τα παρατήσω, αλλά εξακολουθώ να νιώθω ταλαιπωρία, αν και κοιτάζω το garmin και υπολογίζω να μη χάσω τουλάχιστον το 2:15.

Ο Δημήτρης Κ. πάντα δίπλα μου, να με εμψυχώνει με λόγια δικά μου που του έλεγα στον περσινό Μαραθώνιο της Θεσσαλονίκης – τα είχα ξεχάσει, αλλά είχα δίκιο. Μόνο που τώρα δεν βρίσκω κίνητρο. Δεν με ενδιαφέρει να ανοίξω, να περάσω άλλους όπως στην Πάτρα, δεν ΘΕΛΩ. Συγχρόνως, θα ήθελα να θέλω! Φτάνουμε και η αίσθηση αρχίζει να αλλάζει, χαρά για έναν ακόμη τερματισμό, στο τελευταίο χιλιόμετρο ανοίγω, δεν είμαι και δεν αισθάνομαι κουρασμένος, χέρια και τερματισμός με τον Δημήτρη. Αλλά η φλόγα είχε σχεδόν σβήσει και έμεναν μόνο 4 εβδομάδες για την Μπασκετομάνα και τον Μαραθώνιό της.

Τότε ήρθε το email από τον Λουκά. Μου έλεγε να τρέξουμε μαζί το Μαραθώνιο. Χωρίς καθόλου σκέψη, σχεδόν ενστικτωδώς, δέχτηκα με συγκίνηση και κατάλαβα ότι βρήκα το κίνητρο που έψαχνα. Μου πρότεινε να μην τον πάω χύμα, όπως έκανα μέχρι τώρα, αλλά να κάνουμε κάτι άλλο. Δέχτηκα χωρίς αντίρρηση. Πλέον οι προπονήσεις έβγαιναν άνετα. Στο Ναύπλιο, έτρεξα τον Ημιμαραθώνιο και αμέσως το 5άρι, όμορφα μαζί με τον Γιάννη Κ. Η δρομική διάθεση ανέβαινε, η μεγάλη μέρα πλησίαζε. Μια υποψία συναχιού με φόβισε, αλλά αντιμετωπίστηκε.

gs_atgm2015-4473-1190

Πάση δυνάμει (όση έχει απομείνει) λίγα μέτρα πριν από τον τερματισμό. (Φωτό: Γιώργος Σπύρος)

Χαιρετούμε Ιαπωνέζους ντυμένους στα ροζ και συνεχίζουμε. Κάθε ανεφοδιασμός γίνεται στο λεπτό περπατήματος, οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει. Μνήμες και αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας. Τα χιλιόμετρα περνάνε όμορφα.

Απρίλης, για τρίτη συνεχόμενη φορά στη Θεσσαλονίκη. Πάντα με κάτι δρομικά σημαντικό να κάνω. Για πρώτη φορά στη ζωή μου έχω στόχο χρονικό, κάτω από 5 ώρες. Αεροπλάνα, ξενοδοχεία, συντρέχτες, η μίζερη έκθεση. Βραδιάζει. Μακαρονάδες στο ξενοδοχείο με τη γνωστή παρέα, το γνωστό προμαραθώνιο άγχος, οι ετοιμασίες, ο ύπνος που δεν ήταν ιδιαίτερα καλός. 4:50 είχα προγραμματίσει το ξυπνητήρι, όλα μοιάζουν επαναλαμβανόμενα, 4:45 ξυπνάω μόνος μου με την αίσθηση ότι θέλω να κοιμηθώ για ώρες. Κοιμάμαι ώρες, ονειρικές, χτυπάει το ξυπνητήρι. Μια σκέψη πέρασε να μην ξεκινήσω, διαλύθηκε αμέσως. Κρύο ντουζάκι, όλα περίπου κατά τα γνωστά.

Η όμορφη νυχτερινή ερημιά από το Μακεδονία Παλλάς μέχρι το Λευκό Πύργο διακόπτεται από δρομείς. Γαλήνη έξω, ταυτόχρονα ένταση και χαρά, όσο πλησιάζουμε στα πούλμαν που θα μας πάνε στην Πέλλα. Βρισκόμαστε οι γνωστοί και αγαπημένοι. Γέλια και παιδιάστικα αστεία και πειράγματα να σπάσει το άγχος. Ταξιδεύουμε σε ένα παράξενο, μαγικό ταξίδι, ενώ χαράζει. Η Πέλλα, πάλι. Σαν déjà vu. Αλλά δεν είναι, όσες φορές και να τρέξεις τον ίδιο Μαραθώνιο ποτέ δεν θα είναι, πάντα η αίσθηση των πραγμάτων θα διαφέρει.

Διαβάστε ακόμα: LADIES RUN 2015 – Ο ομορφότερος αγώνας της χρονιάς, για τέταρτη φορά στον Αστέρα.

Η απόφαση πάρθηκε επιτόπου από τον Λουκά: Θα τρέχουμε για 5 λεπτά, θα περπατάμε για 1. Με ρυθμούς περίπου 6:30 λεπτά το χιλιόμετρο και 9:30 αντίστοιχα. Θα βγει ξεκούραστα, με διαβεβαιώνει. Τον πιστεύω απόλυτα και περιμένω να το ζήσω. Το «μυστικό» είναι να το ακολουθήσουμε με ακρίβεια και από την αρχή. Εκείνος θα καθοδηγεί.

Χαβαλές με Τάσο που ξεκινάει για τον πρώτο του Μαραθώνιο, με τη Λουκία για το δεύτερό της, με κάποιους Φινλανδούς και με τα εμβατήρια, μη μείνει παραπονεμένο το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όλες οι τεχνικές προετοιμασίες έχουν γίνει, ξεκινάμε.

Πέντε λεπτά τρεξίματος και μετά… «περπάτα» μου λέει ο Λουκάς. Προσπαθώ να κρύψω το ξενέρωμά μου, μα το καταλαβαίνει. «Όλους αυτούς που βλέπεις τώρα γύρω μας θα τους περάσουμε». Τον εμπιστεύομαι, το λεπτό περνάει και ξανά τρέξιμο. Χαιρετούμε Ιαπωνέζους ντυμένους στα ροζ και συνεχίζουμε. Κάθε ανεφοδιασμός γίνεται στο λεπτό περπατήματος, οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει. Για τις ισορροπίες στη ζωή μας. Για τον υπέρτατο βαθμό στον οποίο μπορεί να μας επηρεάσει μια φράση ενός δασκάλου στο δημοτικό σχολείο, πώς μπορεί αυτό να καθορίσει τη ζωή μας όλη. Μνήμες και αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας. Αναφερθήκαμε στον John Steinbeck και τον Μιχάλη Αντώνογλου. Τα χιλιόμετρα περνάνε όμορφα, το πρωτόκολλο τηρείται απαρέγκλιτα. «Αν αργότερα δεν μπορέσω να ξαναξεκινήσω μετά το λεπτό περπατήματος, τι θα κάνουμε;» ρωτώ, αλλά ο Λουκάς χαμογελά. Ξέρει και ξέρω ότι θα τα καταφέρω.

Περνάμε γέφυρες, δρόμους, τρένα και ποτάμια, φτάνουμε στο 30, στις αφίσες των σκυλάδικων, στον αστικό ιστό. Ξεκούραστος όσο ποτέ σε Μαραθώνιο, τώρα καταλαβαίνω πως το ήξερα ότι θα συμβεί. Αρχίζει το τελευταίο 12άρι και η ευτυχία.

Προχωράμε στη γνωστή, πλέον, διαδρομή. Τρίτη φορά την τρέχω, καμία φορά δεν την έχω οδηγήσει. Οι κουβέντες σιγά-σιγά λιγοστεύουν. Τεχνικές οδηγίες για αποτελεσματικότερο τρέξιμο στην ανηφόρα. Δεν χαλάει πουθενά το πρωτόκολλο. Αλλάζω στυλ για πρώτη φορά στη ζωή μου, προφανώς και για πρώτη φορά σε αγώνα. Βγαίνει. Περνάμε γέφυρες, δρόμους, τρένα και ποτάμια, φτάνουμε στο 30, στις αφίσες των σκυλάδικων, στον αστικό ιστό. Ξεκούραστος όσο ποτέ σε Μαραθώνιο, τώρα καταλαβαίνω πως το ήξερα ότι θα συμβεί. Αρχίζει το τελευταίο 12άρι και η ευτυχία.

Φυσικά, η κούραση, σαν την άνοιξη, ολοένα με κυριεύει αν και όχι τόσο έντονα όσο τις άλλες φορές. Τα λόγια, πλέον, ελάχιστα. Η στιγμή πλησιάζει, κάπου στο 34ο χιλιόμετρο περίπου. Αν δεν ήταν ο Λουκάς εκεί, θα περπατούσα. Αλλά δεν είναι απλώς η ηθική υποχρέωση απέναντί του. Ξεπερνά την έννοια και της ηθικής και της υποχρέωσης: Έχει μετασχηματιστεί σε πρωτογενές ΘΕΛΩ. Φτάνω στα όρια της comfort zone μου, ίσως και έξω από αυτήν. Προσπαθώ και μ’ αρέσει. Είμαι απόλυτος καλοπερασάκιας, μα συγχρόνως, αν θέλω κάτι, θα το καταφέρω ο κόσμος να χαλάσει. Αρκεί να βρω κίνητρο να το θέλω.

IMG_0867-(ZF-2958-25520-1-001)-1190

Όταν δεν έχεις συμπληρώσει ούτε 7 χιλιόμετρα, είσαι άνετος! (Φωτό: Νίκος Αλευρομύτης)

Διαβάστε ακόμα: «Όσα μου έμαθαν οι υπερ-μαραθωνοδρόμοι Ινδιάνοι Τarahumara».

Σχεδόν ΟΛΑ είναι θέμα κινήτρου. Θα ανοικοδομηθεί η Σύβαρις και θα πέσει να με πλακώσει! Μα συνεχίζουμε. Μοναστηρίου, Γιαννιτσών, στρίβουμε στο cult στενάκι που λέγεται Δάφνης και κάποιες ηλίθιες που θα τρέξουν στο 5άρι δεν μας βλέπουν, μας κόβουν τον δρόμο, γελάνε, νομίζουν πως οι φωνές των εθελοντών είναι για να μη σκοντάψουν εκείνες στο πεζοδρόμιο. Γελάμε. Ένας οδηγός μπαίνει στον κλειστό δρόμο, τον πιάνει η αστυνομία, τον βρίζουμε γελώντας. Δεν χαλάει πουθενά το πρωτόκολλο.

Πουθενά; Βγαίνουμε στη Δυτική Είσοδο, φαρδύς ο δρόμος μετά το στενάκι, πολλοί εθελοντές τον κρατάνε ανοιχτό για μας. Το ’13 και το ’14 πέρασα από εκεί περπατώντας και σχεδόν με ντροπή απέναντί τους που δεν έτρεχα. Φέτος θα το τρέξω, ό,τι και να λέει το χρονόμετρο. Το λέω στον Λουκά. «Τρέχουμε», μου λέει. Τρέξαμε, ίσως ένα κλικ γρηγορότερα. Ύστερα από λίγο λέω ότι περπατάω τώρα, πάλι ό,τι και να λέει το χρονόμετρο. Κι όμως, μόλις είχε λήξει το πεντάλεπτο, το σώμα είχε κουρδιστεί και άλλαζε ρυθμό μόνο του.

Πλησιάζουμε το 40. Το ’14, ο Γιάννης Κ. προετοιμαζόταν για το Παρίσι. Στο peak της προετοιμασίας, τραυματίστηκε στη μέση του. Ήθελε να έρθει Θεσσαλονίκη να μας εμψυχώσει, μα δεν μπορούσε ούτε αυτό. Μου ζήτησε να του τηλεφωνήσω να τρέξουμε 200 μέτρα μαζί, από το 40.000 έως το 40.200. Δεν τόλμησα να σκεφτώ «Ρε Γιάννη, δεν ζητούσες κάπου πιο νωρίς, θα φτάσω εκεί;» Διότι ήξερα ότι θα φτάσω. Το πλήθος δίπλα μου πυκνώνει, φτάνω στο 40, του τηλεφωνώ: «Δεν τρέχω εγώ τώρα, τρέχεις εσύ».

Βλέπω το Λευκό Πύργο. Πέρυσι ερχόταν αυτός προς τα εμένα, ήμουν σε ένα reality distortion field, είχα καταφέρει κάτι πολύ μεγάλο και δεν με ένοιαζε ο χρόνος. Τώρα εγώ τρέχω προς εκείνον.

Φέτος περνάμε το 40, διηγούμαι την ιστορία στον Λουκά, λίγο πιο κάτω μας περιμένει. Μαζί με τον Νικολή Λ. Στιγμή που καταγράφηκε στην μνήμη μου χωρίς λόγια. Ο Νικολής περιμένει και άλλους, ο Γιάννης τρέχει μαζί μας. Τώρα δεν υπάρχει πρωτόκολλο, μόνο η Νίκης και ο τερματισμός. Τρέχω με συνοδεία, περήφανος, συγκινημένος, αλλά καθόλου χαλαρός. Δεν είναι cruising, δεν είναι παρέλαση, τα έχω κάνει, τα έχω ζήσει, ίσως και να τα έχω χορτάσει. Τώρα θέλω να πετύχω το χρόνο, προσπαθώ και ζορίζομαι. Με τον Γιάννη μετράμε τους Μαραθωνίους και συνειδητοποιώ, με έκπληξη, ότι για πρώτη φορά δεν με νοιάζει ο αριθμός τους. Βλέπω την Κατερίνα Π., έχω δύναμη να τη ρωτήσω πώς τα πήγε, 3:41 και ένα ακόμα personal best. Χαίρομαι και συνεχίζω.

Βλέπω το Λευκό Πύργο. Πέρυσι ερχόταν αυτός προς τα εμένα, ήμουν σε ένα reality distortion field, είχα καταφέρει κάτι πολύ μεγάλο και δεν με ένοιαζε ο χρόνος. Τώρα εγώ τρέχω προς εκείνον, προσπαθώ και καταλαβαίνω ότι δεν έχω πολλή δύναμη ακόμη. Βλέπω τη Μαρία Γκ., ευτυχισμένη, δεν έχω δυνάμεις να τη ρωτήσω. Κοιτάζω το ρολόι μου, θέλω να σιγουρευτώ ότι έχω το sub5, θέλω να κάνω κάτι καλύτερο αν γίνεται. Δεν βλέπω την Άντζυ και τη Βίκυ, με βλέπουν εκείνες όμως και με φωτογραφίζουν. Τρέχω όσο μπορώ πιο γρήγορα, μετά ανακαλύπτω ότι το 42 είναι το πιο γρήγορο χιλιόμετρό μου μετά το 9 στην κατηφόρα πριν από τη Χαλκηδόνα.

Πλησιάζω και τρελαίνομαι, βλέπω το «4» μπροστά στο χρονόμετρο κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή συνειδητοποιώ πόσο πολύ ήθελα να το δω. 4:55 ο τερματισμός μου. Ένας απόλυτα διαφορετικός, ξεχωριστός Μαραθώνιος. Δεν έχω λόγια, μόνο μια αγκαλιά με τον Λουκά. Τα κατάφερα, ο καλύτερός μου χρόνος. Λίγο πιο πίσω, η Λουκία, συμπληρώνει τη χαρά μου με ένα δικό της personal best.

Προσπαθώ να συνέλθω, μετάλλιο, νερά, τηλέφωνα και μηνύματα στους δικούς μου ανθρώπους. Φτάνει ο αδερφός μου, παίρνω τα πράγματα, αράζω στο γκαζόν, σε αλουμινοκουβέρτες μαζί με Λουκία, Κατερίνα Π., Άντζυ και Βίκυ, κουβεντούλες.

Η χαρά μου μεγαλώνει από τις χαρές φίλων για τις προσπάθειες, τους χρόνους, τις εμπειρίες. Όλοι όσοι το θέλουμε, γινόμαστε σοφότεροι.
Επιστροφή στο ξενοδοχείο μαζί με τη Λουκία, περπατώντας αργά στην προκυμαία. Υπάρχουμε, λέμε. Υπάρχουμε και ύστερα, μαζί με το καθιερωμένο burger στο δωμάτιο, χωρίς F1 όπως τα τελευταία δύο χρόνια, τέτοια Κυριακή.

Ονειρική επιστροφή. Μια όμορφη πνευματική ανακατωσούρα με πολλές σκέψεις, συναισθήματα, εμπειρίες ενός αξέχαστου Μαραθωνίου.
Από την Πέλλα στην Θεσσαλονίκη όλα τα χιλιόμετρά μου, όλα τα βήματά μου, το personal best που ΔΕΝ θα κατάφερνα χωρίς αυτόν, και ο 11ος μου Μαραθώνιος, αφιερωμένα στο δρομικό μου σύντροφο, υπέροχο pacer, καταπληκτικό συντρέχτη, τρομερό σχεδιαστή, ενορχηστρωτή και εκτελεστή, ουσιαστικό γνώστη σε βάθος, εξαιρετικό ψυχολόγο, που μου έδωσε μοναδικό support στα πάντα, ακριβώς όπως το ήθελα, ακριβώς όπως το είχα ονειρευτεί. Λουκά Χρήστου: Το ευχαριστώ δεν φτάνει!

SalonicaAfter

Η ανάπαυση των πολεμιστών! (Φωτό: Βίκυ Καρπούζα)

Διαβάστε ακόμα: Μιχάλης Στύλλας – «Όταν τρέξεις λίγα λεπτά, αυτό που σε τραβούσε πίσω, σε τραβάει μπροστά». 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top