Είναι προφανές πως ο Μπάμπης Παπαδημητρίου δεν διαβάζει την Libération (η φωτογραφία από τη σελίδα του στο Facebook).

Αίφνης οι αναγνώστες της Libération άρχισαν να μαθαίνουν πρωτότυπα ελληνικά ονόματα. Αν τους έκατσε κάπως περίεργο το «Koulis», το «Babis» μάλλον θα τους είναι ολότελα βαρύ. Όχι πως αύριο θα τα θυμούνται, έχουν άλλα θέματα πιο σημαντικά να ασχοληθούν στην Εσπερία από τις δικές μας υποθέσεις, διευθύνσεις και ονόματα. Απλώς, έτσι σε δουλειά να βρισκόμαστε.

Ο βουλευτής (πλέον) Μπάμπης Παπαδημητρίου είχε πάντα δουλειά στο πεδίο της κριτικής. Αυτός είναι και ο ρόλος του δημοσιογράφου: να σχολιάζει, να κριτικάρει, να τονίζει τα σφάλματα των εκάστοτε κυβερνώντων, να στέκεται απέναντι σε κάθε εξουσία. Ακόμη κι αν γνωρίζαμε εκ προοιμίου πως πίσω από το κριτικό του πνεύμα υποκρύπτονταν -κάποιες φορές- άλλου είδους στοχεύσεις (προφανώς κομματικές, όπως αποδείχθηκε), άρα έχανε ο λόγος του το στοιχείο της αμεροληψίας, ουδείς είχε το δικαίωμα να του αφαιρέσει το λόγο.

Μόνο που αυτοί που κρίνουν οφείλουν να δέχονται και την κριτική. Καίτοι είναι νωρίς ακόμη, ωστόσο, ο Παπαδημητρίου πρέπει να καταλάβει πως διέβη τον Ρουβίκωνα (όχι την αναρχική οργάνωση) και πλέον είναι μέρος του εξουσιαστικού-κυβερνητικού μηχανισμού. Επομένως, είναι αναγκασμένος από τα πράγματα να δέχεται την κριτική. Βέβαια, η Libération δεν τον ήξερε, δεν ασχολήθηκε μαζί του. Το ρεπορτάζ που έκανε αφορούσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την ανάρρησή του στην εξουσία.

Λειτουργώντας ως βασιλικότερος του βασιλέως, ο Παπαδημητρίου έβαλλε κατά της γαλλικής εφημερίδας λοιδορώντας την λες και επρόκειτο και για τα «Νέα της Γαρδένιας». Δεν είναι, βέβαια, υποχρεωμένος να την διαβάζει, αλλά είναι αναγκασμένος να την δέχεται ως σημαίνον μέλος της ευρωπαϊκής δημοσιογραφικής κουλτούρας.

Λειτουργώντας ως βασιλικότερος του βασιλέως, ο Παπαδημητρίου έβαλλε κατά της γαλλική εφημερίδας λοιδορώντας την λες και επρόκειτο και για τα «Νέα της Γαρδένιας».

Η Libération δεν είναι μια ακόμη εφημερίδα, αλλά ένας εμβληματικός χώρος διακίνησης ειδήσεων και απόψεων της γαλλικής Αριστεράς (κι όχι μόνο). Ιδρύθηκε το 1973 από τον Ζαν Πολ Σαρτρ, έχει δώσει αγώνες στο πεδίο των κοινωνικών διεκδικήσεων και αποτελεί μια ολόκληρη σχολή δημοσιογραφίας. Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι σημαντικά -ως φαίνεται- για τον βουλευτή του κυβερνώντος κόμματος. Σημαντικό είναι να λειτουργήσει ως αυτόκλητος υπερασπιστής του αρχηγού. Λες και του το ζήτησε κανένας.

Υπέρμετρος ενθουσιασμός; Παραμένει ακόμη μεθυσμένος από τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας και τη δική του εκλογή; Θέλησε να το παίξει καλός στο Μαξίμου; Βερμπαλισμός στο μη περαιτέρω; Φαίνεται πως ο Μπάμπης Παπαδημητρίου δεν έχει καταλάβει πως δεν βρίσκεται στο στούντιο του ΣΚΑΪ όπου μπορούσε να εκφωνεί από τηλεοπτικού άμβωνος τους φιλιππικούς του.

Eρώτημα: δεν έχει δικαίωμα ένας έλληνας βουλευτής να μιλήσει κατά ενός Μέσου; Φυσικά και έχει, όμως, οφείλει να προσέχει τι λέει. Για όλα τα πράγματα υπάρχει η αναγκαία σημειολογία. Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου επέλεξε μια οδό που δεν του προσφέρει κανένα παράσημο: μίλησε για τους τραπεζίτες που βρίσκονται πίσω από την Libération, τους ίδιους που έκαναν παιχνίδι κατά της Ελλάδας, για την οικογένεια Ρόθτσιλντ που την ελέγχει (αυτό δεν ισχύει, από το 2014) και για δημοσιογράφους που κάπνιζαν χασίς στην Αθήνα και έγλειφαν τα πόδια των υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν το λες κριτική επιπέδου όλο αυτό. Μάλλον ταιριάζει σε εκείνα που έλεγαν οι λογής «ψεκασμένοι» τα προηγούμενα χρόνια κατά των ξένων κέντρων που επιβουλεύονται την ανεξαρτησία της χώρας μας. Ολους αυτούς ο Μπάμπης Παπαδημητρίου τους είχε στηλιτεύσει (αρκετές φορές ορθώς) για την αμετροέπεια και τον άκρατο λαϊκισμό τους. Προς τι, λοιπόν, να χρησιμοποιήσει τα ίδια όπλα;

Αυτή ήταν η δεύτερη φορά σε λίγες μέρες που πιάστηκε «φάουλ». Κατά την προεκλογική εκστρατεία πήγε να «κάψει» το κόμμα του με την περιβόητη πιστοληπτική γραμμή. Εκ των υστέρων είπε πως ήταν πρωί και του ξέφυγε. Αν είναι έτσι τότε μια συμβουλή αξίζει να λάβει: καλό είναι να κάνει καυτές δηλώσεις από το απόγευμα και μετά. Πιο πριν, μάλλον, του ξεφεύγουν πράγματα που στη συνέχεια μπορεί να μετανιώσει.

Θα πρέπει να καταλάβει, επίσης, πως υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά. Η κυβέρνηση μόλις έκανε το πρώτο της βήμα. Είναι δεδομένο πως τα επόμενα χρόνια θα δεχθεί κριτική εντός και εκτός των τειχών. Κάποιες φορές αυτή η κριτική ενδέχεται να είναι και άδικη. Είναι μέρος του παιχνιδιού. Δεν χρειάζεται ούτε μανία καταδίωξης ούτε να σηκωθεί καμία ρομφαία κατά των «κακών» που επιβουλεύονται τον «σεπτό» πρωθυπουργό.

Σε τελική ανάλυση: δεν υπάρχει πρόβλημα αν δεν του αρέσει να διαβάζει τη Libération. Την επόμενη φορά ας ξεφυλλίσει την Le Monde.

 

Διαβάστε ακόμα: Τσίπρας, πολύ σκληρός για να πεθάνει;

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top