9 Σεπτεμβρίου του 2017, στο Τορόντο του Καναδά: Ο σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος ανάμεσα σε δύο κορυφαία ονόματα του Χόλιγουντ και πρωταγωνιστές της νέας του ταινίας, “The Killing of a Sacred Deer”. Θα πρωταγωνιστούσαν ο Colin Farrell και η Nicole Kidman σε Ελληνική ταινία; Ίσως στο μέλλον, χάρη στους δρόμους που ανοίγουν οι “Λάνθιμοι” που ξενιτεύονται. Photo: Stefanie Keenan/Getty Images για την Grey Goose.

«Ρε συ, φοβάμαι ότι θα φύγουν όλοι όσοι έχουν πέντε δράμια μυαλό στο κεφάλι τους και θα ξεμείνουμε μόνο με τους μαλάκες εδώ», μου είχε πει ένας φίλος πριν δυο – τρία χρόνια, όταν η φυγή νέων, ικανών ανθρώπων είχε πάρει μορφή χιονοστιβάδας. «Και πολύ καλά θα κάνουν, μακάρι να ήμασταν εξίσου νέοι, ικανοί, περιζήτητοι για να κάνουμε το ίδιο», είχα απαντήσει τότε, προκαλώντας την έκρηξή του. «Και ποιος θα μείνει να ξαναφτιάξει τον τόπο, αυτό δεν είναι πατριωτισμός είναι λιποψυχία……». Επιμένω όμως ακόμα και τώρα, όντας σίγουρος για την ορθότητα των απόψεών μου: το brain drain που έλαβε χώρα είναι πατριωτική πράξη και αποτελεί τη μαγιά για τη δημιουργία της Ελλάδας 2.0.

Σε χθεσινή συνέντευξή του στη γερμανική Die Welt, o Γιώργος Λάνθιμος, παραδέχθηκε φωναχτά αφού που όλοι συζητάμε μεταξύ μας: ότι για να προοδεύσει ένας νέος άνθρωπος που έχει όρεξη για δουλειά, όραμα, πίστη στις δυνάμεις του και ικανότητες πρέπει να φύγει από την τοξική ελληνική πραγματικότητα. Άλλωστε το γεγονός ότι 139.041 Έλληνες πτυχιούχοι έφυγαν από τη χώρα από το 2010 μέχρι σήμερα, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για υποκειμενικές ερμηνείες.

Υπό προϋποθέσεις, η φυγή των «Λάνθιμων» όχι μόνο δεν ζημιώνει τη χώρα αλλά μπορεί να την ωφελήσει πολλαπλά στο μέλλον.

Ο Λάνθιμος είναι προφανώς ένας από αυτούς. Και η μέχρι τώρα πορεία του τον δικαιώνει αφού υπήρξε υποψήφιος για βραβεία Όσκαρ, Χρυσής Σφαίρας, Χρυσού Φοίνικα και πιθανότατα πολλά ακόμη που δεν γνωρίζω αφού η σχέση μου με την τέχνη είναι επιδερμική.

Το ερώτημα που τίθεται ξανά, ξανά κάθε φορά που πέφτουμε πάνω στους «Λάνθιμους», είναι αν η φυγή τους στο εξωτερικό ζημίωσε την Ελλάδα. Υπό προϋποθέσεις, όχι μόνο δεν τη ζημίωσε αλλά θα την ωφελήσει πολλαπλά στο μέλλον. Και εξηγούμαι.

Μπορεί μετά από 7 χρόνια οικονομικής κρίσης πολλά να έχουν αλλάξει, όμως το soundtrack που μας οδήγησε σε αυτή μόλις τώρα σταματά να παίζει. Και αυτό όχι επειδή το επιλέξαμε εμείς συλλογικά, αλλά επειδή μας επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων. Έτσι, αν οι χιλιάδες «Λάνθιμοι» είχαν παραμείνει στην Ελλάδα όχι μόνο δεν θα είχαν κάνει ρούπι μπροστά, αλλά θα είχαν μολυνθεί από τα παρακμιακά φαινόμενα που επικράτησαν για δεκαετίες. Από τον ακλόνητο κρατισμό και την επιχειρηματικότητα με τα «κονέ», μέχρι τις κομματικές νεολαίες που νέμονται τα Πανεπιστήμια – μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Σε αυτό το περιβάλλον είτε προσαρμόζεσαι – στην καλύτερη των περιπτώσεων – είτε εξαϋλώνεσαι. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν ανθίζεις.

Το πραγματικό διακύβευμα, λοιπόν, δεν ήταν αν θα φύγουν οι ικανότεροι εκπρόσωποι μιας γενιάς Ελλήνων. Αυτό ήταν σχεδόν δεδομένο. Το ζήτημα είναι πλέον η μετατροπή του brain drain σε brain gain με την επιστροφή τους. Η φυγή τους στο εξωτερικό πυροδότησε την πολύτιμη ώσμωση με ιδέες και πρακτικές που ενισχύουν το ταλέντο τους και πιθανότατα το ήθος τους. Ακριβώς όπως στο παρελθόν το μεταναστευτικό συνάλλαγμα ανέστησε σε μεγάλο βαθμό την ελληνική οικονομία, το «πνευματικό συνάλλαγμα» που εκπροσωπούν μπορεί να αναστήσει την ελληνική κοινωνία, μεταλαμπαδεύοντας γνώση και εμπειρίες από άλλες κουλτούρες.

Εκκολάπτεται μια «τάξη» παραγωγικών ανθρώπων που έχουν αποδεχθεί ως φυσιολογικό το γεγονός ότι η πρόοδος έρχεται μέσα από σκληρή δουλειά, τιμιότητα και προσωπική ευθύνη.

Η επιστροφή τους δεν θα συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη. Ούτε θα επιστρέψουν όλοι, όσοι έφυγαν. Καθώς, όμως, το εύκολο χρήμα τελείωσε μια και καλή στην Ελλάδα, το παρασιτικό σύστημα που σιτίστηκε από αυτό και «αποκεφάλιζε» κάθε υγιή ανταγωνιστή θα εκλείψει, επιτρέποντας την επιστροφή μιας κρίσιμης μάζας νέων ανθρώπων, που θα βρουν τον ζωτικό χώρο τον οποίο δικαιούνται. Μια «τάξη» παραγωγικών ανθρώπων που έχουν αποδεχθεί ως φυσιολογικό το γεγονός ότι η πρόοδος έρχεται μέσα από σκληρή δουλειά, τιμιότητα και προσωπική ευθύνη. Αρχές και αξίες που χρειάζεται κάθε πραγματικά προοδευτική και αξιοκρατική κοινωνία.

Οι ταινίες του Λάνθιμου δεν μου αρέσουν.  Το καλλιτεχνικό μου αισθητήριο μού επιτρέπει να επεξεργάζομαι και να απολαμβάνω ταινίες με πολυπλοκότητα έως τον «Πολίτη Κέιν» του Orson Welles και το «Νο Budget Story» του Ρένου Χαραλαμπίδη. Μέχρι εκεί. Δεν συντονίζομαι με υποδόριους συμβολισμούς, δεύτερα νοήματα και αφαιρετικές ερμηνείες. Αλλά αυτό είναι δικό μου ζήτημα. Το ζήτημα του Λάνθιμου είναι να κάνει αυτό που κάνει καλά, για όσους θέλουν το κάτι παραπάνω. Και αυτό δεν θα μπορούσε να το κάνει αν ήταν στην Ελλάδα και περίμενε την επιχορήγηση από το Κέντρο Κινηματογράφου.

 

Διαβάστε ακόμα: Αναξιοκρατία, η διαχρονική μάστιγα της Ελλάδας 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top