Έτσι όμως είναι το μπάσκετ. Όπως και η ζωή. Άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους ρίχνει στα τάρταρα ‒κύριε Πετροχείλο μου, που έλεγε και η Μίτση Κωνσταντάρα στην ταινία. Credit: FIBA Europe / Castoria / Matthaios

Eχει πλάκα να παρακολουθεί κανείς τα σκαμπανεβάσματα της μετοχής λαϊκής απήχησης και εκτίμησης του Τρινκιέρι. Ούτε η Κλωνατέξ και τα Χαλυβδόφυλλα στις ωραίες εποχές τέτοια μεγαλεία. Τη μια μέρα εθνικός ήρωας, ηγέτης και δάσκαλος, την άλλη εθνικός σταρ, κλικαδόρος και μυρωδιάς. Η αλήθεια είναι βέβαια πως αν, για παράδειγμα, στο ματς κόντρα στους Ισπανούς ένα τρίποντο του ψυχρόαιμου Μπράμου ή η «ορειβατική» βολή του Σπανούλη κατέληγε στο σίδερο αντί για το καλάθι και το ματσάκι τέλειωνε με άλλο σκορ, ο Ιταλός θα είχε μάλλον κατακτήσει τελεσίδικα τον τίτλο του «piu grande pizzadoro del pago del officiale amorata Greca». Έτσι όμως είναι το μπάσκετ. Όπως και η ζωή. Άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους ρίχνει στα τάρταρα ‒κύριε Πετροχείλο μου, που έλεγε και η Μίτση Κωνσταντάρα στην ταινία.

Είναι επίσης αλήθεια ότι η δουλειά του προπονητή είναι από εκείνες που σε καθοριστικό βαθμό κρίνονται από την ικανότητα (ή τη ρέντα) κάποιου άλλου. Τι (άλλο) να κάνει ο κάθε προπονητής όταν, ας πούμε, ο σέντερ φορ του –και κατά τεκμήριο ικανός σκόρερ– χάνει δυο «σίγουρα» γκολ από το μισό μέτρο σε κενή εστία; Ή όταν ο άλλος φεύγει μόνος του σε αιφνιδιασμό και μπουρδουκλώνεται φτάνοντας στο καλάθι; Ίσως μόνο την προσευχή του να πάνε όλα καλά (κι ίσως αυτό να εξηγεί γιατί τόσοι προπονητές είναι επιδεικτικά θρήσκοι…).

Αν είχε στραβώσει ένα καθοριστικό σουτ στο ματς με τους Ισπανούς, ο Ιταλός μάλλον θα είχε κατακτήσει τον τίτλο του «piu grande pizzadoro del pago del officiale amorata Greca»…

Έχω επίσης την άποψη πως αυτό που λέμε «καλός προπονητής» είναι σε γενικές γραμμές μύθος (κι ας μην κολλάμε σε εξαιρέσεις τύπου Μουρίνιο, Λίπι ή Ομπράντοβιτς). Με την έννοια πως δεν υπάρχει (ή τουλάχιστον δεν μου έρχεται στο μυαλό) κανένας προπονητής που να έχει, ή διαχρονικά να είχε, στην επαγγελματική του διαδρομή μόνο επιτυχίες, ανεξαρτήτως ομάδων που κοουτσάριζε, παικτών και συνθηκών. Θυμάμαι, αντίθετα, διάφορους που έκαναν κάποια σούπερ-επιτυχία παρότι όταν ξεκινούσαν κανείς δεν θα ποντάριζε επάνω τους ούτε μασημένη τσίχλα: ο Ντελ Μπόσκε π.χ. που βρέθηκε στον πάγκο της Ρεάλ ως λύση εκ των ενόντων, ο Ρότσα που οδήγησε τον Παναθηναϊκό στους 4 της Ευρώπης, ο Χριστόπουλος που από το πουθενά οδήγησε πέρσι τον ΠΑΣ στην Ευρώπη, ο Μπαρτζώκας και ο Πεδουλάκης, ο Έκτορ Ραούλ Κούπερ που πήγε τη Βαλένθια στον τελικό του Champions League και στη συνέχεια δεν στέριωσε ούτε στον πάγκο της Εθνικής Γεωργίας –ή του Άρη). Και πολλές ακόμη περιπτώσεις όπου η όποια έμπνευση που θα έχει ο άνθρωπος που κάθεται στον πάγκο κρίνεται με εντελώς διαφορετικά μέτρα ανάλογα με το ποιος είναι.

Διερωτώμαι, για παράδειγμα, τι θα γινόταν αν σε ματς που η ομάδα του χρειαζόταν γκολ (όπως στη ρεβάνς με τη Σάλκε στην άδεια Τούμπα) κάποιος προπονητής ονόματι, ας πούμε, Δώνης τολμούσε να αποσύρει Κλάους και Σαλπιγγίδη –αυτό, με άλλα λόγια, που έκανε ο (ακόμη) δοξολογούμενος Στέφενς.

Ο χρόνος, τον οποίον συχνά-πυκνά πολλοί επικαλούνται ως απαραίτητο προαπαιτούμενο για να «φανεί η δουλειά» του προπονητή είναι μεν ένα στοιχείο αλλά κι αυτό σηκώνει κουβέντα. Ο μπασκετικός Παναθηναϊκός περίμενε κάποτε κάπου δύο χρόνια από τον αξέχαστο ΖεΠα (βλίσεβιτς) –πρωταθλητή Ευρώπης, παρακαλώ– να δημιουργήσει στον Τάφο του Ινδού μια δεύτερη Γιουγκοπλάστικα. Μάταια. Αντίθετα, οι τότε διοικούντες τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επέτρεψαν στον Άλεξ Φέργκιουσον να δέχεται για χρόνια μυθικά στραπάτσα με τα γνωστά αποτελέσματα στη συνέχεια (αν και, μεταξύ μας, σπάω το κεφάλι μου να καταλάβω τι σόι τακτική και προπονητική μαγεία εμπεριέχεται σε δύο γκολ που μπαίνουν στις καθυστερήσεις, όπως συνέβη στο ματς-γεννήτορα του μύθου του Σερ, κόντρα στην Μπάγερν).

Ο Βασίλης Παπανικολάου, με τον οποίον κάναμε παλιά μαζί εκπομπή στο ραδιόφωνο, συνήθιζε να λέει πως δεν υπάρχουν καλοί προπονητές, μα κατάλληλοι. Εκείνοι, δηλαδή, που «κουμπώνουν» καλύτερα από άλλους στις ιδιαίτερες συνθήκες μιας εποχής, ενός τόπου και ενός συγκεκριμένου γκρουπ παικτών. Και δοξάζονται. Δεν είναι άδικο, αν αυτό σκέφτεστε. Στο κάτω-κάτω και οι ήρωες τι είναι; Συνηθισμένοι άνθρωποι που τυχαίνει να βρεθούν σε ακραίες καταστάσεις και –καμιά φορά– τα καταφέρνουν.

 

Ο Τάκης Τσιρτσώνης είναι δημοσιογράφος.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top