O Walter Carone φωτογραφίζει τους Jean Cocteau και Joseph Cotten. (Φωτογραφία: Wikipedia)

Όσοι το χάλκεον χέρι
βαρύ της μόδας αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας ας έχωσι,
θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία.

Η Φιλοσοφία της Μόδας

Διαχρονικά στην Ιστορία του Ανθρώπινου Πολιτισμού, τα ανθρωπάκια εμείς, υποφέρουμε από την (συμπλεγματική απέναντι στην άπειρη φύση) αφόρητη ανασφάλεια του πεπερασμένου (θνητότητας). Ο συνεπακόλουθος φόβος απέναντι στο άδηλο μέλλον προκαλεί συντηρητισμό και διαρκή έρευνα για κάποιο ασφαλές απάγκιο, όπου ομοθυμαδόν θα αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες της ζωής. Εδώ, θα έλεγε κανείς, συνενώνονται τα Εγώ χτίζοντας τα Εμείς, σε μια επαλληλία ενοποιητική, που μπερδεύει φιλελεύθερους και σοσιαλιστές.

Αυτονοήτως, κάποια ξεχωριστά ανθρωπάκια ανάμεσά μας παίρνουν πρωτοβουλίες και ως πρωτοπορούντες πιονέροι ανοίγουν μονοπάτια/δρόμους καθοδηγώντας μας ασφαλώς σε τέτοια φυσικά καταφύγια. Σε αντίστοιχες ηθικές/αισθητικές «κρυψώνες» καταφεύγουμε, όταν κουραζόμαστε αναζητώντας και ασφαλείς αλήθειες περί ανάλογα μεταφυσικά/ψυχολογικά ερωτήματα.

Εδώ εντάσσονται και οι αισθητικές ανάγκες γύρω από την εμφάνιση/εικόνα καθενός μας. Και σε αυτό το πεδίο, κάποιοι μοναχικοί ηγέτες/πρωτοπόροι διαμορφώνουν αντίστοιχα πρωτότυπα στυλ (τύπου my way*) που ανοίγουν δρόμους. Και αυτά δημιουργούν «μόδες» (ως οιονεί δολώματα εμπέδωσης ηγετικότητας, εμφανιζόμενα και σε κάθε άλλη δραστηριότητα), πίσω από τις οποίες στοιχίζονται οι υπόλοιποι/ακόλουθοι.

Κάθε είδους μόδα αποτελεί βασικό φρένο στην ελευθερία μιας προσωπικότητας και καθηλώνει την ικανότητά της να επιλέγει το καλύτερο για τη ζωή της (εκφυλίζοντας σταδιακά τα ηθικά/αισθητικά της κριτήρια). Το στυλ είναι προϊόν ελευθερίας, η μόδα υποδούλωσης. Ως βασικό δόγμα λειτουργίας της μόδας ας αντιλαμβανόμαστε το «είναι χάι να είσαι φάσιον βίκτιμ»: τα θύματα της μόδας είναι ευτυχή/ανέμελα και χωρίς σκοτούρες (τις οποίες αφήνουν για τους ψαγμένους/στυλάτους που κατόπιν θα τα καθοδηγήσουν).

Dean Martin και Frank Sinatra στο Λος Άντζελες το 1978. Δύο άνδρες, που καθόρισαν έμμεσα στυλ και μόδα μιας ολόκληρης εποχής. (Φωτογραφία: David Sutton)

Μόδες που μας σέρνουν/προσβάλλουν

Με την ευκαιρία, ας πούμε ότι η Μόδα (mode=τρόπος, άρα θα μπορούσε να μεταφρασθεί και ως «τρόπος-ζωής/life-style») στα ελληνικά αποδίδεται προσφυέστερα, αφότου διατυπώθηκε η έκφραση «αυτό είναι της μόδας» ως «είναι του συρμού». Έτσι αποδίδεται διπλά η «εξάρτηση» της μόδας. Καθ’ όσον ΚΑΙ συρόμαστε μπουλουκηδόν πίσω από τα διατάγματα των γκουρού/μόδιστρων, αλλά ΚΑΙ η μόδα είναι ένα τραίνο (συρμός) που μας σύρει/πάει ολοφεράντζα στις τροχιές της ανοησίας του. Στην μόδα, το κάθε «γιατί;» απαντιέται με ένα ανορθολογικό «διότι έτσι!».

Η προσκόλληση σε μια μόδα μας καθιστά αθύρματα κάποιων συμφερόντων. Στην μόδα της ένδυσης, ας πούμε, κάποιος «σπουδαίος γκουρού», τρώγοντας τυχαία φλασιά, αποφασίζει, μεταξύ-τυρού-και-αχλαδιού (γνωρίζοντας και τι στοκ υφασμάτων ξέμεινε στους προμηθευτές του), τον επόμενο χειμώνα όλες οι κυρίες να φορέσουν ανθρακί χρώματος ρούχα. Διότι έτσι γουστάρουν η εριοβιομηχανία και αυτός… Και μη συνειδητοποιώντας πόσο κάτι τέτοιο τα προσβάλλει, τα απανταχού φάσιον-βίκτιμς υπακούουν/προσκυνούν. Σκεφτείτε και κυρίες, που για χάρη της μόδας φορούν σούπερ-μίνι-φούστα ανερυθρίαστα αποκαλύπτουσες χαλαρούς/παχείς μηρούς, ως-μη-ώφειλαν…

Λύκος/στυλ–πρόβατο/μόδα

Ο γάλλος συγγραφέας André Malraux.

Διαρκώς και σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας επιβεβαιώνεται ένα θεώρημα που θα ονομάσουμε «της αέναης αντίφασης στυλ/λύκος-μόδα/πρόβατο», στο βαθμό που το δημιουργικό στυλ θυμίζει μοναχικό/ελεύθερο λύκο και η υιοθετούμενη μόδα θυμίζει ομοθυμαδόν/δουλικά πρόβατα. Ιδιαίτερα αυτό ισχύει σε πολύ «πλάστικ» μόδες, όταν ο λύκος δεν είναι και πολύ ψαγμένος/στυλάτος (θυμηθείτε το στρατιωτικό αμπέχονο* κάθε Μεταπολιτευτικού Τσε-Γκεβάρα, φερ’ ειπείν)…

Σημειωτέον, όταν στυλάτος λύκος (που πάντα και αυτός έχει κάποιες δουλείες: ουδείς είναι Θεούλης…) «παρασύρει» πρόβατο μοδάτο, τότε δεν προκύπτει τραγωδία. Είναι ευτυχής εξέλιξη για το πρόβατο ότι εδώ ο λύκος τού εμβάλλει το μικρόβιο της ανησυχίας/αμφισβήτησης που θα το οδηγήσει σε δικό του στυλ, θα του προσφέρει την φωτιά της δημιουργικής ελευθερίας ως Προμηθέας.

Επίσης, η προβληματική σχέση εξάρτησης «στυλ/λύκος-μόδα/πρόβατο» ξεπερνιέται υπό προϋποθέσεις τύπου «μόδα λειτουργική (Μίνι-φούστα-της-Mary-Quant, που υπερέβη τον τότε βλαμμένο πουριτανισμό) ή μόδα απορρέουσα από δημιουργούς εξαιρετικού στυλ (τσαπερδόνα-Κοκό-Σανέλ)».

Τότε δημιουργείται πολύτιμη υπεραξία για τους ακολούθους της μόδας, βελτιστοποιούσα και την ποιότητα ζωής. Άλλωστε, όποτε άτομα ακολουθούν συνθετικά κάποιες μόδες, δημιουργώντας δικό τους διαχρονικότερο στυλ, υπερβαίνουν επίσης την ανωτέρω προβληματικότητα.

Μοδάτες κορρεκτίλες «Ιν-και-Άουτ»

Συχνά «τσακωθήκαμε» δημοσίως παλιότερα με τον Άρη Δαβαράκη, που είχε λανσάρει τα περίφημα «Ιν-και-Άουτ» στον «Ταχυδρόμο» (πρώιμα ’80s). Τον «επιπλήτταμε» για όση ανοησία εμφύσησε: πολύς κοσμάκης περίμενε εναγωνίως κάθε βδομάδα να μάθει τι επιτρέπεται/επιβάλλεται να κάνουμε («ΙΝ») και τι όχι («ΑΟΥΤ»), από τις σχετικές (χαζο)λίστες που εκείνος δημοσίευε (για πλάκα, ισχυρίζεται έκτοτε…). Οι αναγνώστες του πάντως συχνά έλεγαν: «δεν το ξανακάνω αυτό εγώ, είπε ο Δαβαράκης ότι είναι ΑΟΥΤ!»…

Υπερτριάντα χρόνια μετά, κρατάει ακόμα η κολόνια/βλαχιά των (υστερικών) έμμεσων ΙΝ-ΚΑΙ-ΑΟΥΤ. Όλοι προσέχουν μην πιαστούν κώτσοι, μην περιπέσουν σε αμαρτία-«ΑΟΥΤ», μην καταφθάσει/επέμβει η αστυνομία-κορρεκτίλα να τους κόψει φέτες τα οπίσθια… Κάθε μόδα (ως άμυνα απέναντι στις αντίπαλες μόδες) στήνει την κορρεκτίλα της, αφού. Και τελικά, παλεύουν μεταξύ τους κορρεκτίλες, ώσπου το χαρτί το παίρνει εκείνος που την έχει πιο μεγάλη/ισχυρή την κορρεκτίλα του…

Κάθε είδους μόδα αποτελεί βασικό φρένο στην ελευθερία μιας προσωπικότητας και καθηλώνει την ικανότητά της να επιλέγει το καλύτερο για τη ζωή της.

Η ημιτελής επανάσταση του Yan Anton

Έκπαλαι ήμουν ανέπαφος/αρνητικός για όλα αυτά που αποκαλούμε «μόδα». Σκίρτησα, όμως, μαθαίνοντας (εκρηκτικό καλοκαίρι 1987, οπότε εκτοξευόταν ο 9,84) πως κάποιοι έξυπνοι επιχειρηματίες ξεκίνησαν να στήνουν υπαίθρια ντεφιλέ μόδας στην διάσημη Avenue Foch. Τότε πέταξα δημοσίως την ιδέα, να γίνει Διεθνής Λεωφόρος της Μόδας η ιστορικότερη (κάτωθεν Ηρωδείου/Παρθενώνα/Θεάτρου-Διονύσου) Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Πήγα και το πρότεινα στον τότε Αντιδήμαρχο Πολιτιστικών Σταύρο Ξαρχάκο. Του άρεσε, το έβαλε μπροστά, αλλά κάποτε κόλλησε στη γραφειοκρατία και ξεχάστηκε. Αλήθεια, λοιπόν, καιρός να την ξαναθυμηθούμε. Νταξ;

Τότε η Μαλβίνα Κάραλη μου γνώρισε τον ανήσυχο σχεδιαστή μόδας Γιάννη Αντωνίου (γνωστότερο ως Yan Anton**, που πουλούσε την πρετ-α-πορτέ παραγωγή του στο ατελιέ/μαγαζί «Masayanto» της οδού Αναγνωστοπούλου). Ενδιαφέρθηκε για τις προαναφερθείσες ρηξικέλευθες ιδέες μου περί φιλοσοφίας της μόδας (απορρέουσες από άλλη ερευνητική μου δουλειά), που προέβαλα σε ραδιοφωνική μας συζήτηση. Σύντομα γίναμε φίλοι, αφιερώνοντας χρόνο στην άγρα κοριτσιών και στην έρευνα για το μέλλον της μόδας (που εκείνος φιλοδοξούσε να επιταχύνει).

Αποδεχόμενος το σκεπτικό μου, τολμηρά το πήγε παραπέρα και ξεκίνησε να λανσάρει δικές του προτάσεις κατά την εξής έννοια. Εισηγούνταν δέσμες ρούχων (κολλάν, τοπάκια, μπλούζες, φούστες, παντελόνια, ποικίλα αξεσσουάρ), που σχεδίαζε/έχτιζε πάνω σε δικές του ψαγμένες επιλογές υφασμάτων. Και ζητούσε από τις πελάτισσές του να τα φορούν με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο/συνδυασμό, έτσι ώστε καθεμιά να μην πάρει το ίδιο μενού με τις άλλες, αλλά να βγάζει α-λα-καρτ διαφορετική όψη. Έτσι, υπερβατικά μεταμόρφωνε το πρετ-α-πορτέ σε προσωπική/customized/πρωτότυπη υψηλή ραπτική.

Ο εκκεντρικός Salvador Dali, οι τρέλες του οποίου έγραψαν την δικιά τους ιστορία στην Βίβλο του στυλ. (Φωτογραφία: Taschen)

Επειδή κανείς δεν είναι τέλειος, του έλειπε η συνέπεια και δεν κατάφερε να καταστήσει πλουτογόνα αυτή την νέα του εποχή, μάλιστα «χώρισε» με την συνεταίρο του και χάθηκε από την πιάτσα της Αναγνωστοπούλου και εν γένει από την Αγορά. Ήδη ψαχνόταν με την ενδυματολογία, όπου δημιουργούσε ενδιαφέροντα πράγματα και εκείνη η περίεργη/ασυνήθιστη σχέση του με την μαζική/εμπορική μόδα σταδιακά χάθηκε επίσης. Τον έχασα κι εγώ.

Ξανασυναντηθήκαμε εντελώς τυχαία με τον Yan Anton και αναθερμάναμε αισθήματα και μνήμες για όσα παλιά νόστιμα είχαμε ζήσει από κοινού. Δεν ξαναρχίσαμε παρέα, γιατί ήταν προσκολλημένος στην κοινή μας φίλη ΜΚ, που τότε μου είχε πλέον καταστεί αποκρουστική με το σκοταδομεταμοντέρνο τηλεοπτικό της κρεσέντο λαϊκισμού. Όλοι θυμούνται την πλανεύτρα Μαλβίνα να παρασύρει το κοινό σε ψεκαζμένες ιδεοληψίες της εποχής (ίσως πρόδρομες των σημερινών αδιεξόδων).

Λίγα χρόνια αργότερα διάβασα τυχαία σε ένα μονοστηλάκι εφημερίδας ότι πέθανε ο Yan Anton και στεναχωρέθηκα πολύ. Ουδέποτε ασχολήθηκα/έμαθα, εάν, πριν ή μετά από αυτόν, κάποιος άλλος επιχείρησε να πραγματοποιήσει εκείνη την επαναστατική «προσωποποιούμενη» μόδα τού οιονεί customized πρετ-α-πορτέ. Ας θεωρήσουμε την προαναφερθείσα εμπειρία του ως προτεινόμενο ισχυρό παράδειγμά προς μίμηση και σήμερα. Νταξ;

Παραπομπές

– Σε άμεσα επόμενο κείμενο θα διαπιστώσουμε ότι η έννοια της Μόδας κάλλιστα ευσταθεί ως βασική και στο Πολιτικό Λεξιλόγιο, υπό την ίδια αναλογία κατά την οποία, μετά το «Στυλ, ή γοητευτική διακριτότητα»*, ακολούθησε το «Πολιτικό στυλ, κίνητρο, όραμα, ηγετικότητα»

– Περί Yan Anton**

 

Διαβάστε ακόμα: «Αυτό Είναι το Νόημα του Στυλ». Γράφει ο Νίκος Πετρόπουλος

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top