«Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ αναπαρήγαγε στην εξουσία όλες τις παθογένειες του παλιού πολιτικού συστήματος».

Ελάχιστες ημέρες μένουν. Στην πραγματικότητα βρισκόμαστε ήδη μπροστά από το παραβάν, αλλά και σε ένα σταυροδρόμι αποφάσεων. Οι επικείμενες εκλογές της 7ης Ιουλίου ορίζουν ένα νέο «τόπο» στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Δεν είναι πολωμένες, τα διλήμματα που τίθενται δεν είναι οριακά, δεν διακυβεύεται η παρουσία της χώρας στην Ευρωζώνη.

Κοινώς: έχουμε περάσει τον σκόπελο και κοιτάζουμε με περισσότερη ψυχραιμία τα δεδομένα που τίθενται μπροστά μας. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν οριακά δεδομένα για την ψήφο, ότι δεν σταθμίζεται το παρελθόν και το παρόν. Οσο για το μέλλον: η Ελλάδα ποτέ δεν το είχε δεδομένο. Ούτε και τώρα το έχει ακόμη.

Ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Παγουλάτος μίλησε στο Andro για τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, τα λάθη που έγιναν, την κρίση, τα δεδομένα της επόμενης ημέρας των εκλογών, αλλά και για το πολιτικό σκηνικό που αυτή τη στιγμή μοιάζει με κινούμενη άμμος.

– Αυτές οι εκλογές μπορούν να σηματοδοτήσουν μια μεταστροφή στη ψυχολογία του κόσμου; Με την έννοια πως δεν υπάρχει μπροστά μας κάποιο φόβητρο (βλ. χρεοκοπία, δανειστές).
Αυτές οι εκλογές είναι οι πρώτες εκλογές «κανονικότητας» από το 2010. Δεν εμφορούνται από φόβο, ούτε τόσο από διάθεση τιμωρίας (αυτή εκτονώθηκε σε μεγάλο βαθμό στις ευρωεκλογές). Ούτε όμως από τις υπερφίαλες προσδοκίες τερματισμού της λιτότητας που εξέτρεφε κυνικά ο συνασπισμός των λαϊκιστών που εξελέγη στην εξουσία τον Ιανουάριο 2015.

»Κάποιοι το χαιρέτησαν τότε ως θρίαμβο της ελπίδας επί του φόβου, όμως ήταν στην πραγματικότητα ο θρίαμβος της απόγνωσης που έψαχνε να κρεμαστεί από το παραμικρό, εν προκειμένω από τις αραιές τρίχες του προγράμματος Θεσσαλονίκης με το οποίο ανήλθε ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Ο Σεπτέμβριος 2015 δεν μετράει γιατί ο λαός ήταν σε κατάσταση απόλυτου σοκ. Συνεπώς έχουμε τις πρώτες «κανονικές», «ψύχραιμες» εθνικές εκλογές στις οποίες ο ψηφοφόρος έχει τη δυνατότητα να συγκρίνει πεπραγμένα και υποσχέσεις και από τις δυο πλευρές. Και οι μετρήσεις δείχνουν μια σαφή, μαζικά πλειοψηφική προτίμηση προς το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

– Γιατί υπήρξε αλλαγή πλεύσης του εκλογικού σώματος;
Τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ για την εξαπάτηση και τους καταστροφικούς χειρισμούς μέχρι τον Ιούλιο 2015. Τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ για τη λιτότητα και υπερφορολόγηση μετά τον Ιούλιο 2015. Αλλά και ομαλή κίνηση του πολιτικού εκκρεμούς. Ποιος σας είπε ότι μια κυβέρνηση που κυβέρνησε 4,5 χρόνια, δυο από τα οποία με ύφεση που η ίδια προκάλεσε, και τα δύο τελευταία με ανάκαμψη πολύ πιο αδύναμη από ό,τι θα δικαιολογούσε η τεράστια προσαρμογή της προηγούμενης περιόδου, θα έπρεπε να έχει ισχυρές πιθανότητες επανεκλογής;

«Η προ-ΣΥΡΙΖΑ εποχή έχει βαριές αμαρτίες. Η πολυετής οικονομική διακυβέρνηση της περιόδου μέχρι το 2009 οδήγησε στο κραχ του 2010».

– Ηταν ο ΣΥΡΙΖΑ η πρώτη κυβέρνηση στη χώρα που άλλα έταξε κι άλλα έκανε; Μήπως την κατακρίνουμε για κάτι που είναι κοινός τόπος στη χώρα μας;
Νομίζω ότι ΣΥΡΙΖΑ (και το κυβερνητικό του αδελφάκι ΑΝΕΛ) δεν κατηγορείται για μια απλή ασυμφωνία προεκλογικών υποσχέσεων και κυβερνητικής πρακτικής, που πράγματι δεν είναι καινοφανής στο πολιτικό μας σύστημα. Το θέμα με το ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι ότι το τερμάτισε. Πολιτεύτηκε σαν ανεύθυνος τυχοδιωκτικός ολετήρας την περίοδο μετά το 2010, τόκισε σε κάθε φόβο, αντίδραση και πελατειακό ριφλέξ της ελληνικής κοινωνίας, λοιδώρησε χωρίς όριο, εξήψε τα πάθη, υποκίνησε προπηλακισμούς, κρέμασε στα μανταλάκια τους πολιτικούς του αντιπάλους.

»Υπονόμευσε κάθε πολιτική σταθερότητα, ματαίωσε μια ταχύτερη έξοδο από τα μνημόνια, χρέωσε την κοινωνία με δυο περιττά χρόνια ύφεσης κι ένα λογαριασμό ζημιών που εκτιμώνται από 85 δις μέχρι πολύ παραπάνω από 100 δις, για να καταλήξει στο τέλος να δεχτεί όλα εκείνα για τα οποία κόντεψε να κάψει τη χώρα. Παράλληλα αναπαρήγαγε στην εξουσία όλες τις παθογένειες του παλιού πολιτικού συστήματος (την χειραγώγηση και φαλκίδευση των θεσμών, τον πελατειασμό και το νεποτισμό, τις συμμαχίες με τους ισχυρούς του χρήματος και των ΜΜΕ, κι ένα σωρό άλλα). Γι’ αυτό και η ψήφος εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ έχει μια θυμική ένταση.

«Ο λαός αγανάκτησε όταν ΠΑΣΟΚ (και στη συνέχεια και ΝΔ) σταμάτησαν να διορίζουν, επιχείρησαν να περιορίσουν τα ελλείμματα, προσπάθησαν να σώσουν το ασφαλιστικό από την πλήρη κατάρρευση, και άρχισαν επιτέλους να μαζεύουν φόρους».

– Mήπως πρέπει να κοιτάξουμε και στην προ ΣΥΡΙΖΑ εποχή; Να μην εξωραΐζουμε καταστάσεις που μέχρι πρότινος καταδικάστηκαν από το εκλογικό σώμα;
Η προ-ΣΥΡΙΖΑ εποχή έχει βαριές αμαρτίες. Η πολυετής οικονομική διακυβέρνηση της περιόδου μέχρι το 2009 οδήγησε στο κραχ του 2010. Για τη διακυβέρνηση αυτή είχαν ακέραιη ευθύνη οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Η ειρωνεία είναι ότι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν τιμωρήθηκαν εκλογικά για τις ευθύνες τους που οδήγησαν στην κρίση, αλλά για την αγωνιώδη προσπάθειά τους μετά το 2010 (και για τη ΝΔ μετά το 2012) να κάνουν αυτό που έπρεπε προκειμένου να αποτρέψουν τη ρευστοποίηση της χώρας.

»Ο λαός δεν αγανάκτησε επειδή οι κυβερνήσεις μέχρι το 2009 διόριζαν τους πελάτες τους στο δημόσιο, χάριζαν συντάξεις μεγαλύτερες από τον τελευταίο μισθό, κι έκαναν τα στραβά μάτια στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Ο λαός αγανάκτησε όταν ΠΑΣΟΚ (και στη συνέχεια και ΝΔ) σταμάτησαν να διορίζουν, επιχείρησαν να περιορίσουν τα ελλείμματα, προσπάθησαν να σώσουν το ασφαλιστικό από την πλήρη κατάρρευση, και άρχισαν επιτέλους να μαζεύουν φόρους. Σε όλη αυτή την περίοδο, ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση μαχόταν ενάντια σε κάθε αναγκαία προσαρμογή, υπέρμαχος των πιο εξωφρενικών κεκτημένων, βαθιά αντιδραστικός και έξαλλα εμπρηστικός.

– Ποια πιστεύετε πως ήταν τα βασικά λάθη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ;

Το πρώτο λάθος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ ήταν το παρελθόν της: η τυχοδιωκτική θητεία στην αντιπολίτευση, η ύβρις των υπερφίαλων υποσχέσεων. Το δεύτερο ήταν η απωθητική -αλλά εν τέλει τόσο αρμονική- κυβερνητική σύζευξη ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με αυτή την απερίγραπτη πινακοθήκη, το πολιτικό freak show των αδιανόητων προσώπων που ανέδειξε. Το τρίτο ήταν βέβαια η «περήφανη διαπραγμάτευση» του πρώτου εξαμήνου 2015 και το δημοψήφισμα: ποτέ στο παρελθόν η άμετρη οίηση και θρασεία άγνοια τόσων λίγων ανθρώπων δεν προκάλεσε τόση μεγάλη ζημιά, σε τόσο σύντομο χρόνο, σε τόσους πολλούς.

»Τέταρτον, οι αραχνιασμένες ιδέες και παρωχημένες πρακτικές με τις οποίες κυβέρνησε: οι παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη και φαλκίδευση των θεσμών, η ανοχή στην ανομία, εν τέλει η εξουθενωτική υπερφορολόγηση των παραγωγικών στρωμάτων με πενιχρά οικονομικά αποτελέσματα. Η τραγική ανικανότητα στο Μάτι ολοκλήρωσε την αλυσίδα καταστροφικών χειρισμών. Θέλετε κι άλλα;

– Ηταν η πληγωμένη μεσαία τάξη που άλλαξε τα εκλογικά δεδομένα ή η συμφωνία των Πρεσπών;
Είναι σαφές ότι η αντίδραση ενός τμήματος της ελληνικής κοινωνίας στην συμφωνία των Πρεσπών επιτάχυνε δραματικά την δημοσκοπική φθορά της κυβέρνησης. Αυτό είναι με μια έννοια λυπηρό, μια τόσο κακή κυβέρνηση να το βρίσκει τελικά από μια κατά βάση θετική συμφωνία. Αλλά για μια παράταξη που πολιτεύτηκε με υπερχειλίζοντα αμοραλισμό, «μάχαιρα έδωσες, μάχαιρα θα λάβεις» — ή όπως θα έλεγε η γιαγιά στο χωριό, karma is a bitch.

– Είναι άλλη η ΝΔ του Μητσοτάκη κι άλλη του Σαμαρά; Θέλω να πω: ο αρχηγός μπορεί να αλλάξει το προφίλ ενός τόσο ιστορικού κόμματος;
Όταν μιλάμε για ένα πολυσυλλεκτικό κόμμα εξουσίας, χωρίς αιχμηρές ιδεολογικές αναφορές, ο αρχηγός μπορεί ως ένα βαθμό να αλλάξει το προφίλ. Η ΝΔ του Σαμαρά ήταν πιο δεξιά (στις επιλογές των προσώπων, στην πολιτική ρητορική, στο ύφος) όπως αντίστοιχα η ΝΔ του Μητσοτάκη είναι πιο κεντρώα, μετριοπαθής και φιλελεύθερη (άλλο αν η συγκυρία των Πρεσπών άλλαξε την ατζέντα). Στις συγκεκριμένες εκλογές, η δυνατότητα του Μητσοτάκη να εκσυγχρονίσει ένα κόμμα με πολλά βαρίδια και βαρονίες και πολλές αμαρτίες (όπως και η δυνατότητά του να κυβερνήσει αποτελεσματικά) εξαρτάται άμεσα από ένα υψηλό ποσοστό που θα του εξασφάλιζε ασφαλή αυτοδυναμία. Δηλαδή μια ισχυρή αυτοδυναμία θα απελευθέρωνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και από πιθανούς κοινοβουλευτικούς εκβιασμούς και από το βαθύ κόμμα της ΝΔ!

«Κανένα κόμμα δεν μπορεί να επικαλεστεί την αθωότητα μιας πολιτικής παρθενίας, αντίθετα από το 2015».

«Η ΝΔ του Σαμαρά ήταν πιο δεξιά (στις επιλογές των προσώπων, στην πολιτική ρητορική, στο ύφος) όπως αντίστοιχα η ΝΔ του Μητσοτάκη είναι πιο κεντρώα, μετριοπαθής και φιλελεύθερη».

– Τι μπορούμε να πούμε για το νέο δικομματισμό που έχει πλέον εδραιωθεί μετά το ξέσπασμα της κρίσης; Εχει ομοιότητες ή διαφορές με το προηγούμενο δίπολο: ΠΑΣΟΚ-Νέα Δημοκρατία;
Είναι καταρχάς ένας μικρότερος δικομματισμός, με την έννοια ότι το άθροισμα των δυο κομμάτων υπολείπεται σημαντικά των ποσοστών της τάξεως του 75% που άθροιζαν ΠΑΣΟΚ-ΝΔ στην περίοδο προ-κρίσης. Έχει όμως μια σημαντική ομοιότητα ο σημερινός με τον παλιό δικομματισμό: ότι και τα δυο κόμματα έχουν δώσει δείγματα κυβερνητικής γραφής. Κανένα δεν μπορεί να επικαλεστεί την αθωότητα μιας πολιτικής παρθενίας, αντίθετα από το 2015 όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακόμα μια άπειρη και κυβερνητικά άφθαρτη πολιτική δύναμη.

»Επίσης λειτουργεί αυτός ο νέος μικρός δικομματισμός σε ένα περιβάλλον όπου οι κυβερνητικοί συνασπισμοί κομμάτων είναι πλέον ο κανόνας. Μετά το 2011 μας τελείωσαν οι μονοκομματικές κυβερνήσεις. Η «εκπαίδευση» στις διακομματικές συνεργασίες δεν είναι πάντα κακό πράγμα, σε σχέση με ένα σύστημα όπου ο νικητής τα έπαιρνε όλα (winner takes all). Όμως η απλή αναλογική, όπως υιοθετήθηκε από την απερχόμενη πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, θα ήταν μια καταστροφική συνθήκη ρευστοποίησης του πολιτικού συστήματος και της κυβερνητικής σταθερότητας -αφήστε που ένας «μεγάλος συνασπισμός» θα καθιστούσε αξιωματική αντιπολίτευση κάποιο ακραίο κόμμα σαν την Χρυσή Αυγή. Ελπίζω μια από τις πρώτες ενέργειες της νέας πλειοψηφίας που θα προκύψει στις 7/7 να είναι η κατάργηση της απλής αναλογικής.

– Θέλω να πάμε στη γνωστή σκανδαλολογία. Πέραν της τάσης των κομμάτων να πετούν λάσπη στον ανεμιστήρα δεν έχει εδραιωθεί η άποψη στον κόσμο ότι κάτι δεν πάει καλά εδώ και χρόνια στο βασίλειο της Δανιμαρκίας;
Το ότι η χυδαία σκανδαλολογία εργαλειοποιήθηκε από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να ρίξει λάσπη στον ανεμιστήρα εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε βαριά κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος, ιδίως στην περίοδο μέχρι το 2009, κατεξοχήν σε τομείς όπως η Υγεία. Είναι δημοκρατική απαίτηση η πραγματική κάθαρση -πέρα από κομματικά παιχνίδια και ρεβανσισμούς.

– Αν και δεν ζούμε σε ιδανική κοινωνία τι θα μπορούσε να οχυρώσει ακόμη περισσότερο τη Δημοκρατία στον τόπο μας;
Με παντελή έλλειψη πρωτοτυπίας θα σας έλεγα η παιδεία. Θα πρότεινα επίσης να διδαχθούμε από τις καλύτερες πρακτικές εκπαίδευσης σε χώρες όπως οι σκανδιναβικές χώρες και η Γερμανία. Η τελευταία έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το πώς, δια της παιδείας, διαμορφώνεις και εμπεδώνεις δημοκρατική συνείδηση σε μια μεταπολεμική κοινωνία με τη χειρότερη δυνατή παράδοση εθνικισμού.

– Ψηφίσουμε τον λιγότερο κακό ή αυτόν που θα μας υποσχεθεί (αβασάνιστα) τα περισσότερα;
Αφού περάσαμε χρόνια εμπιστευόμενοι αυτόν που μας μοίραζε δωρεάν υπερφίαλες υποσχέσεις καταλάβαμε ότι είναι πολύ ασφαλέστερο να προτιμάμε εκείνον που θα κάνει τη λιγότερη ζημιά. Αν πρόκειται να είναι και ωφέλιμος, ακόμα καλύτερα!

«Η χυδαία σκανδαλολογία εργαλειοποιήθηκε από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να ρίξει λάσπη στον ανεμιστήρα εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων» (Nikos Libertas / SOOC).

– Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης: πόσο το φαντασιακό επεμβαίνει στη λογική μας και υπαγορεύει τις αποφάσεις μας ως πολίτες;
Η ορθολογικότητα των ψηφοφόρων είναι βαριά υπερτιμημένη. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο λαός είναι ηλίθιος, όπως θέλουν να πιστεύουν οι ελιτιστές (στον κυνισμό -ή στην απελπισία τους) και οι λαϊκιστές (στη δολιότητά τους να τον εκμεταλλευθούν). Κάθε άλλο. Αλλά οι άνθρωποι λειτουργούμε και με το συναίσθημα, και με την παρόρμηση, και με την οργή, και με την προχειρότητα, και με την οκνηρή ροπή στις εύκολες παραμυθίες. Λειτουργούμε επίσης με μια τάση φαντασιακής υποστασιοποίησης του επιθυμητού, αυτό που η γιαγιά στο χωριό θα ονόμαζε wishful thinking. Έχουμε την ανάγκη να ελπίζουμε, έχουμε την τάση να εμπιστευόμαστε τα πρόσωπα που μας φαίνονται συμπαθή, και την σφοδρή επιθυμία να τα τιμωρήσουμε όταν αισθανθούμε ότι πρόδωσαν την εμπιστοσύνη μας.

– Τι μας άφησε η κρίση; Σε τι μας έκανε καλύτερους; Εκτός και αν μας άφησε ίδιους σε ψυχοσύνθεση , απλώς με κάποια οικονομικά τραύματα περισσότερα.
Η κρίση (η φτώχεια, η ανεργία, η υποβάθμιση των βιοτικών συνθηκών, η αγωνία και η κατάθλιψη μιας Μεγάλης Ύφεσης) δεν κάνει καλύτερους τους ανθρώπους. Όπως δεν τους κάνει καλύτερους το να φάνε μια τρομερή σφαλιάρα, ή να χτυπήσουν τοίχο γκαζωμένοι με 100 χλμ. Σοφότερους ίσως τους κάνει, προσεκτικότερους, πιο έτοιμους να μην την ξαναπάθουν δεύτερη φορά -εάν υπάρξει η ευκαιρία μιας δεύτερης φοράς.

»Θα έλεγα ότι μάθαμε πολλά από την κρίση: καταλάβαμε (οι περισσότεροι…) ότι η αυτή η επίπλαστη ευημερία της φούσκας πριν το 2009 δεν ήταν διατηρήσιμη, ότι τα ελλείμματα πληρώνονται, ότι η υπερχρέωση κράτους και νοικοκυριών κάποια στιγμή σε φέρνει στο έλεος των δανειστών σου. Είδαμε επίσης πολλές ωραίες πλευρές της κοινωνίας να εκδηλώνονται, όπως το περίσσευμα ανθρωπιάς και κοινωνικής αλληλεγγύης στα βάθη της κρίσης. Αλλά και την αποφασιστικότητα της θέλησης για ακόμα σκληρότερη δουλειά που επέδειξαν εκατοντάδες χιλιάδες συνάνθρωποί μας στο πρόσωπο της αντιξοότητας. Επίσης δεν πιστεύω σε κάποια αμετάβλητη διακριτή ψυχοσύνθεση των Ελλήνων: οι άνθρωποι, οι λαοί, διαμορφώνονται από ένα συνδυασμό συλλογικής μνήμης, εμπειρίας και συγκυρίας.

– Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια ρευστότητα στο πολιτικό σκηνικό: κόμματα εξαφανίζονται, ελάχιστα νέα εμφανίζονται στο προσκήνιο και ουδείς μπορεί να ποντάρει στη μονιμότητα. Ισχύει αυτό;
Ναι ισχύει. Ας απολαύσουμε όμως για λίγα δευτερόλεπτα την αισιόδοξη προοπτική η επόμενη Βουλή να μην περιέχει ούτε τους βουλευτές του κ. Λεβέντη, ούτε τους ΑΝΕΛ, ούτε το κόμμα της κ. Κωνσταντοπούλου, από την οποία άλλωστε έχουμε απαλλαγεί από το 2015. Βέβαια υπάρχουν αντάξιοι διάδοχοί τους που φαίνεται δεν θα τους γλυτώσουμε.

– Τις εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ με την αποχώρηση Βενιζέλου πώς τις κρίνετε;
Η κ. Γεννηματά κατάφερε μάλλον το σκοπό της: να έχει μια κοινοβουλευτική ομάδα συμπαγή, χωρίς εσωτερική αμφισβήτηση, ηχηρές απόψεις και διαφωνίες. Στο τέλος αυτής της γραμμής υπάρχουν βέβαια τα κοιμητήρια, όπου όπως είναι γνωστό επικρατεί πλήρης ομοφωνία. Πάντως, για να είμαστε δίκαιοι, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ ως κόμμα σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος της κρίσης. Θα είναι σημαντικό να μην προσέλθει στην επόμενη Βουλή ανταγωνιζόμενο απλώς τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά με διάθεση εποικοδομητικής συμβολής στη διακυβέρνηση του τόπου, εάν αυτό απαιτηθεί από τις συνθήκες.

«Η δυνατότητα του Μητσοτάκη να εκσυγχρονίσει ένα κόμμα με πολλά βαρίδια και βαρονίες και πολλές αμαρτίες εξαρτάται άμεσα από ένα υψηλό ποσοστό που θα του εξασφάλιζε ασφαλή αυτοδυναμία» (George Vitsaras / SOOC).

– Το τέλος του Ποταμιού αφήνει ορφανό έναν χώρο στον οποίο είχαν προστρέψει αρκετοί ψηφοφόροι του μεσαίου χώρου. Πού θα στεγαστούν όλοι αυτοί;
Το Ποτάμι πρόσφερε στη χώρα πολύ περισσότερα από όσα του αναγνωρίστηκαν. Η πορεία διάλυσής του περιείχε στοιχεία ωμού κανιβαλισμού. Βέβαια το νόμισμα της πολιτικής είναι πάντα η ισχύς, και όταν δείχνεις ότι την έχεις χάσει έχεις τελειώσει. Που θα στεγαστούν οι ψηφοφόροι του Ποταμιού; Νομίζω μετά από σαφή στάθμιση των δεδομένων, αν και όχι απαραίτητα ενθουσιωδώς, στη ΝΔ.

«Εάν επί ποινή θανάτου έπρεπε να επιλέξω, θα προτιμούσα τον τυχοδιώκτη καραγκιόζη από τον νεοναζί».

– Να δεχθούμε ως καλύτερη εκδοχή του ακροδεξιού πόλου τον Βελόπουλο σε σχέση με τη Χρυσή Αυγή; Είναι κι αυτό ένα σύμπτωμα της εποχής;
Ναι, το να πρέπει να επιλέξεις μεταξύ ενός τυχοδιώκτη πατριδοκάπηλου κι ενός νεοναζί που δέρνει μετανάστες στους δρόμους είναι μια οδυνηρά θλιβερή επιλογή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κλίμακα της απαξίας δεν υπάρχει. Εάν επί ποινή θανάτου έπρεπε να επιλέξω, θα προτιμούσα τον τυχοδιώκτη καραγκιόζη από τον νεοναζί.

– Παρά ταύτα: αρχίζουμε πλέον να στεγαζόμαστε κάτω από την ομπρέλα του ορθολογισμού έπειτα από μια ξέφρενη περίοδο οραματικών και ανεφάρμοστων ελπίδων;
Ναι αλλά προσοχή: η ομπρέλα μπορεί να αποδειχθεί ξανά πολύ μικρή για να μας χωρέσει όλους.

– Υπάρχει κίνδυνος νέας δημοσιονομικής, άρα και πολιτικής, εκτροπής στο μέλλον; Τι πρέπει να προσέχουμε πλέον;
Απολύτως. Ανησυχώ για την εξασθένιση της συλλογικής μνήμης, τη χαλάρωση του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, την επανενεργοποίηση πολιτικών φαύλων κύκλων. Η δημοσιονομική εξυγίανση θα είναι ρηχή εάν η οικονομία δεν πάρει πάλι μπροστά. Με την έννοια όχι μόνο μιας κυκλικής ανάκαμψης, αλλά της αύξησης του δυνητικού προϊόντος και βελτίωσης της παραγωγικής δυνατότητας. Αυτό απαιτεί αθρόες επενδύσεις, σε μεγάλο βαθμό άμεσες ξένες επενδύσεις, μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα και το επιχειρηματικό περιβάλλον, ανάσχεση της μετανάστευσης υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό, μετατροπή ενός μέρους του brain drain σε brain gain. Αυτά πρέπει να είναι η ατζέντα της χώρας για αύριο και για τα επόμενα χρόνια.

 

Διαβάστε ακόμα: Αριστείδης Χατζής: «Το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς είναι το κακόγουστο παραμύθι της Μεταπολίτευσης».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top