Ο Μέγας Αλέξανδρος δεν κατέκτησε αμέτρητους τόπους μόνο με το σπαθί και τον πιστό του Βουκεφάλα αλλά και με τον ελληνικό πολιτισμό, το εμπόριο, και τα νεωτερικά ήθη που κόμιζε στους λαούς της ανατολής. Τί θα σκέπτονταν άραγε βλέποντας τις υστερίες των επιγόνων του; (Φωτογραφία: Brickultra)

Ας μεταφερθούμε νοητά στο 1991 και την απαρχή της πιο πρόσφατης φάσης του Μακεδονικού ζητήματος. Η κήρυξη της ανεξαρτησίας του νέου κράτους με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» είχε σαν αποτέλεσμα την οργή της Ελληνικής κοινωνίας και τη σκληρή στάση της Ελληνικής κυβέρνησης με συλλαλητήρια, συγκεντρώσεις και μια σειρά άκαρπων διπλωματικών ενεργειών από την πλευρά της Ελλάδας. Άκαρπων μια και η παρεμπόδιση της ένταξης του κράτους των Σκοπίων στους διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, δεν εμπόδισαν τη de facto διεθνή αναγνώριση του γειτονικού κράτους με το συνταγματικό του όνομα. Η στάση των εκάστοτε Ελληνικών κυβερνήσεων υπαγορευόταν κυρίως από το εσωτερικό λαϊκό αίσθημα, αλλά και από την αδιαλλαξία της άλλης πλευράς, που άγαρμπα προσπαθεί εδώ και δυόμιση δεκαετίες να δημιουργήσει ένα ανύπαρκτο ιστορικό υπόβαθρο με κύριο αφήγημα την απευθείας καταγωγή της Σλαβικής αυτής εθνότητας από τους Αρχαίους Μακεδόνες.

Αυτό το πολυκαιρισμένο αδιέξοδο, ένα σοβαρό και ισχυρό κράτος με αποφασισμένη και ευφυή ηγεσία θα το είχε ξεριζώσει τη στιγμή που εμφανίστηκε. Οι Σκοπιανοί τις πρώτες ημέρες της δημιουργίας του νέου κράτους αισθάνονταν σίγουρα αβέβαιοι για το πείραμά τους. Από τη μια το έντονο Αλβανικό στοιχείο και από την άλλη οι ισχυρότεροι γείτονες με τους οργανωμένους στρατούς και τη μεγαλύτερη οικονομική ισχύ, σίγουρα θα δημιούργησαν την ανάγκη στρατηγικών συμμαχιών που θα εξασφάλιζαν την επιβίωση του κράτους-νηπίου. Με αυτό το δεδομένο, η Ελλάδα είχε σε εκείνο ακριβώς το χρονικό σημείο τη μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσει μια σχέση τόσο ειδική με τα Σκόπια, που θα μπορούσε να αποτελέσει την πρώτη Ομοσπονδία κρατών στα Βαλκάνια μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.

Αν η ιστορία είχε γραφτεί αλλιώς, η νέα γενιά των «βορειομακεδόνων» θα σπούδαζε σήμερα σε Ελληνικά πανεπιστήμια ή σε ελληνόφωνα ιδρύματα που θα είχαν ιδρυθεί στα Σκόπια, με κονδύλια της τότε εύρωστης ελληνικής οικονομίας.

Για να γίνει αυτό σε εκείνη την ιστορική συγκυρία θα έπρεπε να υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις: Ευφυΐα, διπλωματική δεινότητα, ακομπλεξάριστη εξωτερική πολιτική και γεωπολιτικός σχεδιασμός. Η Ελλάδα θα μπορούσε να ξεκινήσει άμεσα διερευνητικές επαφές με το νέο κράτος των Σκοπίων με σκοπό να τεθούν επί διμερούς διαλόγου τα θέματα της ταυτότητας των γειτόνων, των επιδιώξεων και των προσδοκιών τους. Στη θέση τους περί Μακεδονικού Έθνους, η Ελλάδα θα έπρεπε να καλωσορίσει τους γείτονες στην ημέτερη παιδεία με παροχή εκπαιδευτικού δυναμικού και υλικού, ώστε οι Μακεδόνες γείτονες να μάθουν τη γλώσσα των -κατά τους ίδιους- προγόνων τους. Θα έπρεπε η Ελλάδα να φροντίσει για τη δημιουργία απόλυτης εμπορικής εξάρτησης και οικονομικής εξάρτησής τους από τον εμπορικό δίαυλο του λιμένα της Θεσσαλονίκης και να φροντίσει για τη δημιουργία ειδικής σχέσης στον τομέα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής με συμφωνίες που θα κάλυπταν τα θέματα του κοινού εναερίου χώρου, της εκπαίδευσης του στρατού και της αστυνομίας της γείτονος, καθώς και την εκπροσώπηση των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς κατά τη διάρκεια των ενταξιακών τους διαπραγματεύσεων. Η νέα γενιά θα είχε τη δυνατότητα να σπουδάζει σε Ελληνικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα ή σε ελληνόφωνα ιδρύματα που θα είχαν ιδρυθεί στα Σκόπια με κονδύλια της τότε εύρωστης ελληνικής οικονομίας.

Σήμερα, μετά από 25 χρόνια πολιτικής αφομοίωσης, τα Σκόπια θα ήταν ένα κράτος με σημαντικό ποσοστό Ελληνοφώνων κατοίκων, άμεσα εξαρτώμενο από την Ελλάδα και με συμμετοχή σε κοινές πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες. Η αφομοίωση Σλαβόφωνων πληθυσμών από Ελληνόφωνους έχει συμβεί σε διάφορα χρονικά σημεία της ιστορίας των Βαλκανίων, όπως αντίστοιχα έχει συμβεί και με Αλβανόφωνους πληθυσμούς, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη σύγχρονη Αλβανική μειονότητα των μεταναστών, των οποίων τα παιδιά εντάσσονται ομαλά στην Ελληνική κοινωνία.

Βεβαίως, οι Έλληνες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με επιθετικότητα, έλλειψη ψυχραιμίας και εσωστρέφεια. Εξασφάλισαν με τη στάση τους ακόμα έναν εχθρό στα βόρεια σύνορα και απέτυχαν να δημιουργήσουν ένα διάδρομο ασφάλειας προς τα κεντρικά Βαλκάνια. Παράλληλα, οι Έλληνες ηττήθηκαν στο θέμα της ονομασίας, επιλέγοντας να στρουθοκαμηλίζουν απέναντι στη διεθνή αναφορά στο κράτος των Σκοπίων με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Στο συγκεκριμένο ζήτημα η Ελλάδα αντέδρασε σαν ένα απειλούμενο κρατίδιο που φοβάται τον εύθραυστο γείτονα των δύο εκατομμυρίων κατοίκων και του μηδαμινού GDP, αντί να αντιμετωπίσει το θέμα ως περιφερειακή δύναμη σταθερότητας και ως στρατιωτικά και γεωπολιτικά ισχυρός παίκτης.

Τώρα, μετά από όλη αυτή την περίοδο αποτυχημένης εξωτερικής πολιτικής, λουζόμαστε την απόλυτη εκμετάλλευση του ζητήματος από τα εγχώρια ακραία πολιτικά κέντρα και απειλούμαστε οι ίδιοι με εσωτερική αποσταθεροποίηση και διεθνή πολιτική απομόνωση. Ας προσέχαμε.

 

Διαβάστε ακόμα: Οι δεύτερες σκέψεις ενός «φιλελέ» στο Μακεδονικό

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top