Henry_Wallis_-_Chatterton_-_Google_Art_Project-1190

«Ο θάνατος του Τσάτερτον», 1856. Έργο του Henry Wallis. Tate Britain, Λονδίνο.

Θα τον δείτε να κοιμάται αιωνίως σε μία από τις αίθουσες της Τate Britain, στο Λονδίνο. Είναι ξαπλωμένος στο μονό κρεβάτι του και από το μισάνοιχτο παράθυρο μπαίνει το καλοκαιρινό φως. Ήταν 24 Αυγούστου 1770, όταν ο Τόμας έδωσε τέλος στη ζωή του. Ήταν 17 μόλις ετών.

Παρά το νεαρόν της ηλικίας του, ήταν πασίγνωστος στους ποιητικούς κύκλους του Λονδίνου, όπου είχε φθάσει από το Μπρίστολ λίγους μήνες πριν από το θάνατό του. Το μοβ χρώμα στο παντελόνι του και το κόκκινο στα μακριά μαλλιά του ανταγωνίζονται το πελιδνό του θανάτου, σε αυτόν τον ρομαντικό πίνακα του Henry Wallis, ο οποίος παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βασιλική Ακαδημία το 1856, πολλές δεκαετίες μετά το θάνατό του.

Ο Τόμας Τσάτερτον ήταν ένας ονειροπόλος έφηβος. Χανόταν στους κόσμους που έχτιζε και έφτανε σε σημείο πλήρους απόσπασης. Η ευφυϊα του συχνά τον αποξένωνε. Από μικρός ακόμη έστελνε συνεργασίες σε εγκυκλοπαίδειες της εποχής, έγραφε ποιήματα κι επινοούσε ιστορίες και ήρωες.

Από σπίτι κοντά στα γράμματα, τη μουσική και την εκκλησία, ο Τόμας μεγάλωσε φτωχός, αλλά χαρισματικός. Στην εκκλησία, όπου πήγαινε με τον θείο του, μαγευόταν από τους μεσαιωνικούς τάφους και τα χειρόγραφα, τα οποία εξασκούσαν τεράστια έλξη πάνω του.

Επινόησε το ψευδώνυμο Thomas Rowley, με το οποίο υπέγραφε ποιήματα και ιστορίες που πολλοί στο τέλος πίστεψαν ότι ήταν αληθινά και ότι τα είχε, πράγματι, γράψει ένας μοναχός του 15ου αιώνα.

Λέγεται ότι καθώς μεγάλωσε χωρίς πατέρα, είχε μεγάλη ανάγκη να επινοήσει ένα πατρικό πρότυπο, με το οποίο ταυτίστηκε, και ο ίδιος και δημιούργησε μία περίπλοκη περσόνα. Ήταν τέτοια η επιθυμία του να κερδίσει την προσοχή που, παρότι ήταν ακόμη έφηβος, δεν δίσταζε να προσεγγίζει ισχυρούς και αναγνωρισμένους, όπως τον Horace Walpole, ο οποίος, όμως, τον απέρριψε.

Όπως κάθε ωραίος νέος που φεύγει από τη ζωή, έτσι και ο Τόμας Τσάτερστον έγινε μύθος της γενιάς του. Έμβλημα πνευματικού ηρωισμού, ένας Τζέιμς Ντιν της εποχής.

Έγραφε μανιασμένα κάθε βράδυ, με την πένα του δίπλα σε ένα μονό κερί, και έστελνε συνεργασίες σε περιοδικά. Υποσιτιζόταν για μεγάλα διαστήματα και από τη μικρή του κάμαρα φαντασιωνόταν ακόμη και τον θάνατο.

Πιθανόν να έπασχε από υπερβολική, ισόποση και αντιφατική έλξη για τη δημιουργία και το σκοτάδι, καθώς αγαπούσε υπερβολικά τη ζωή χωρίς να παύει να έλκεται από το θάνατο. Κάποτε, περπατούσε με ένα φίλο του και, καθώς ήταν (μονίμως) ονειροπαρμένος, έπεσε σε ένα φρεσκοσκαμμένο τάφο. Ο φίλος του τον βοήθησε να βγει, αλλά ο Τόμας δεν έδειξε ταραγμένος.

Υιοθετούσε ψευδώνυμα και έστελνε επιστολές ακόμη και στον Πρίγκιπα της Ουαλλίας, κινούμενος προοδευτικά σε μια ψευδαισθητική πραγματικότητα. Ορισμένοι τον αποκάλυψαν ως πλαστογράφο, άλλοι ισχυρίστηκαν ότι πουλούσε το όνομα του Thomas Rowley ως αυθεντική μεσαιωνική ποίηση, άλλοι είπαν ότι τα δικά του ψευδο-ποιήματα ήταν απλώς μεταγραφές από καταχωνιασμένα χειρόγραφα.

Όταν έβαλε τέλος στη ζωή του, πίνοντας αρσενικό, είχε προ πολλού αποφασίσει να πεθάνει. Όπως κάθε ωραίος νέος που φεύγει από τη ζωή, έτσι και ο Τόμας Τσάτερστον έγινε μύθος της γενιάς του. Όχι τότε, αλλά αργότερα το 19ο αιώνα, όταν με την ωρίμανση του ρομαντισμού, ο νεανικός του θάνατος εξαγνίστηκε, ο Τόμας Τσάτερτον έγινε έμβλημα πνευματικού ηρωισμού, ένας Τζέιμς Ντιν της εποχής.

Με τα χρόνια εξελίχτηκε μια ολόκληρη λατρεία γύρω από τον 17χρονο Τσάτερστον και ο Βρετανός συγγραφέας Πίτερ Ακρόιντ έγραψε το 1987 το μυθιστόρημα «Τσάτερτον» που ανακαλεί το μύθο αυτού του νέου.

Ο Τόμας Τσάτερτον αναγνωρίστηκε και αποκαταστάθηκε με την πάροδο του χρόνου. Έμεινε, όμως, να συμβολίζει για πάντα τον ονειροπόλο εκείνο νέο που πιστεύει περισσότερο στον κόσμο που φαντασιώνεται απ΄ ό,τι στον κόσμο που τον ανέχεται.

Διαβάστε ακόμα: Ο αθηναϊκός Μεσοπόλεμος της Αγγελικής Χατζημιχάλη.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top