Χάγη

Στο Δικαστήριο της Χάγης, η παρωχημένη αρχή της ετεροδικίας είχε προσβληθεί από τους Ιταλούς, ενώ εμείς δεν είχαμε διστάσει να την υπεραπιστούμε προ 6ετίας με τον επισημότερο τρόπο στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριό μας.

Κυρίες, Κύριοι,

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, σπεύδω να δηλώσω ευθύς εξ αρχής πως κατά την κρίση μου, την οποία πιστεύω πως συμμερίζεται η μεγάλη πλειοψηφία των συμπατριωτών μας, η αποστολή της Επιτροπής σας είναι υψίστης σημασίας. Επιτέλους, μια μεθοδική διεκδίκηση όσων μας χρωστά το γερμανικό κράτος για τον όλεθρο που σκόρπισαν στον τόπο μας οι δυνάμεις Κατοχής.

Το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων είναι ασφαλώς περίπλοκο και μπορεί να εξεταστεί από πολλές σκοπιές. Η νομική πλευρά του ίσως είναι η πιο αμφιλεγόμενη. Δεν έχω την απαιτούμενη ειδική κατάρτιση, πόσω μάλλον τη δικονομική πείρα, ώστε να αποφανθώ για το βάσιμο των αιτιάσεών μας εν προκειμένω. Μέσα, ωστόσο, από το θολό τοπίο στο οποίο με οδήγησε η ερασιτεχνική έρευνά μου, μπορώ, νομίζω, να καταλήξω στο ότι με δική μας κυρίως ευθύνη χωλαίνει η διεκδικητική μας επιχειρηματολογία.

Από την απελευθέρωση και μετά, και καθώς το ζήτημα των επανορθώσεων για τις θηριωδίες και τις γενοκτονίες των Ναζί στις διάφορες υπό γερμανικό ζυγό χώρες ετίθετο σε διαδοχικά διεθνή fora, πέρα από τη δυσεξήγητη(;) και σαφώς ελεγχόμενη πάντως κυβερνητική/διοικητική αδράνειά μας, μετράμε επίσης τέσσερις αντιφατικές εγχώριες δικαστικές αποφάσεις. Το 1977, το πολυμελές Πρωτοδικείο Λειβαδιάς δικαιώνει τον ρέκτη Δήμαρχο Γ. Σταμούλη και τους συντοπίτες του που ζητούν τις εξόφθαλμα οφειλόμενες υλικές αποζημιώσεις για την πρωτοφανή σφαγή στο Δίστομο – ολοκληρωτική σχεδόν καταστροφή του ρουμελιώτικου χωριού και αφανισμός του ντόπιου άμαχου πληθυσμού – σε αντίποινα δήθεν για πράξεις αντίστασης στην περιοχή.

Η απόφαση παραμένει μετέωρη και τρία χρόνια μετά (2000), η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έρχεται να την επικυρώσει, επιδικάζοντας και τη σχετική “έμπρακτη” αποζημίωση. Για άγνωστους(;) λόγους, διάφοροι Υπουργοί Δικαιοσύνης της τόσο παινεμένης Μεταπολίτευσής μας δεν συναινούν στην εκτέλεση της απόφασης. Ολιγωρία(;) που θα αναγκάσει τον Δήμαρχο Σταμούλη να προσφύγει σε ιταλικό δικαστήριο, προκειμένου να εξετάσει εκείνο πλέον την όλη υπόθεση, κατ’ εφαρμογήν του Διεθνούς Δικαίου. Οι Ιταλοί σε εύθετο χρόνο θα δικαιώσουν με τη σειρά τους τους Διστομίτες.

Photo Credit: Nicolas von Kospoth/flickr

Το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης στο Δίστομο. Photo Credit: Nicolas von Kospoth/flickr

Μεσολαβεί ωστόσο (2001), κατά την εκδίκαση της αγωγής Μαγιέλλου και άλλων κατά του γερμανικού κράτους ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (μας), απαρτιζόμενου από Αρεοπαγίτες και Συμβούλους Επικρατείας, η τελεσίδικη απόφαση που δίνει συγχωροχάρτι στη γερμανική πλευρά. Με το σκεπτικό ότι δεν έχει αναδειχθεί νέος εθιμικός κανόνας που να παραμερίζει τη δικαστική ασυλία Κράτους σε περιπτώσεις τέλεσης (ακόμα και) των πιο σοβαρών εγκλημάτων πολέμου. Ή κάπως έτσι τελοσπάντων – απλοποιώ όσο γίνεται, ώστε να αποφύγω τη βαρύγδουπη νομικικίστικη ορολογία.

Κι αναρωτιέμαι: Μα, η εν λόγω συνεσταλμένη(;) αυτή αναφορά στη σαφώς παρωχημένη πλέον αρχή της ετεροδικίας (κάτι σαν την υπό συζήτηση στις μέρες μας διπλωματική ασυλία, ή σαν την εμμονή στη μη έκδοση κοινών εγκληματιών του Ποινικού Δικαίου, ή σαν τη διαφύλαξη του τραπεζικού απορρήτου στους λογής-λογής επίγειους φορολογικούς παραδείσους ή/και σαν τη δική μας βουλευτική/υπουργική ασυλία). Αυτή, λοιπόν, η “προάσπιση” της δικαστικής ασυλίας ή άλλως πως ετεροδικίας δεν είναι που θωρακίζει τους ισχυρισμούς των “σκληροπυρηνικών” Γερμανών, για την εκ των πραγμάτων και κατά τους ισχύοντες διεθνείς νόμους διαγραφή/οριστική παραγραφή του χρέους τους απέναντί μας;

Ένα επιχείρημα που δεόντως αξιοποίησε, άλλωστε, και το ανάλγητο -πώς να το κάνουμε- γερμανικό κράτος στην προσφυγή του ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (2007) κατά των “τυχάρπαστων” Ιταλών δικαστών που είχαν το θράσος να απαιτήσουν τη δήμευση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων επί ιταλικού εδάφους (στη Φλωρεντία, αν δεν απατώμαι), ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη και ικανοποίηση στους συμπατριώτες μας που υπέστησαν τη μήνιν των ναζήδων κατακτητών.

Δεν βλέπω, μα την αλήθεια, πώς και με ποιον νέο τρόπο θα καταφέρουμε να κάμψουμε την “κανονιστικά” οχυρωμένη αδιαλλαξία των πρώην κατακτητών και ολετήρων του τόπου μας. Ύστερα, μάλιστα, από την επί σειρά ετών πατριωτική μειοδοσία μας.

Η χώρα μας είχε “αποσπάσει” τότε, στη Χάγη, το δικαίωμα να παραστεί στη δίκη. Όχι βέβαια ως αντίδικος, εφόσον η ακροαματική διαδικασία περιοριζόταν στο γερμανικό αίτημα να γίνει σεβαστή η περιώνυμη αρχή της ετεροδικίας. Αρχή που είχε δήθεν, ως μη όφειλε, προσβληθεί από τους Ιταλούς, ενώ εμείς οι Έλληνες -οι έχοντες προφανώς άμεσο ενδιαφέρον- δεν είχαμε διστάσει να την υπεραπιστούμε προ εξαετίας με τον επισημότερο τρόπο. Στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριό μας, θυμίζω.

Όσο κι αν η παράστασή μας στη Χάγη είχε λοιπόν συμβολικό και μόνο χαρακτήρα, η παρουσία μας εκεί είχε οπωσδήποτε κάποια σημασία, ως υπενθύμιση έστω των δεινών της χώρας μας επί Κατοχής. Αλλά χρειάστηκε βέβαια, τελικά, να γίνουμε και μάρτυρες μιας νέας απαλλακτικής/αθωωτικής απόφασης για τη Γερμανία, την οποία – θέλαμε δεν θέλαμε- εμείς οι ίδιοι την είχαμε προκαταβολικά σιγοντάρει.

Και για να συνοψίσω στο σημείο αυτό: Μ’ ετούτα και μ’ εκείνα, δεν βλέπω, μα την αλήθεια, πώς και με ποιον νέο τρόπο θα καταφέρουμε να κάμψουμε την “κανονιστικά” οχυρωμένη αδιαλλαξία των πρώην κατακτητών και ολετήρων του τόπου μας. Ύστερα, μάλιστα, από την επί σειρά ετών πατριωτική μειοδοσία μας -ας μη μασάμε τα λόγια μας- στα επίπεδα της πολιτικής, της διπλωματίας και της διαδικαστικής δικαιοσύνης. Α, ναι, ποντάροντας ίσως στην προσφάτως και δημοσίως εκφρασθείσα από τα πιο επίσημα χείλη (διά του Προέδρου της ευημερούσας Δημοκρατίας τους, κατά την επίσκεψή του στο ρημαγμένο Δίστομο) συμπόνια τους – όχι ακριβώς μεταμέλεια, εδώ που τα λέμε.

Διαβάστε ακόμα – Νίκος Νυφούδης: Είναι καιρός να διδαχθούμε από τους Γερμανούς αντί να τους κατηγορούμε για όλα τα κακά της μοίρας μας.

 

O Γερμανός ΥΠΟΙΚ το είπε ξεκάθαρα: Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος της, αλλά η (λειψή) ανταγωνιστικότητά της.

O Γερμανός ΥΠΟΙΚ το είπε ξεκάθαρα: Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος της, αλλά η (λειψή) ανταγωνιστικότητά της. Αλλά με τι όπλα ν’ ανταγωνιστούμε, όταν μας λείπει και η καθημερινή ανάσα;

Πρόκειται, ασφαλώς, για την εσχάτως εκδηλωθείσα αλληλέγγυα/οικτίρμονα διάθεση των φίλων πλέον και εταίρων μας, η οποία παρακινεί τις επιτόπιες διπλωματικές υπηρεσίες τους -Πρεσβεία και Προξενεία- να οργανώνουν συσσίτια σε άπορα χωριά και να επισκευάζουν μισογκρεμισμένα καμπαναριά στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επικράτειας. Και σε υψηλότερο ακόμα επίπεδο, να μας στέλνει η Καγκελαρία τους ειδήμονες, για να μας συμβουλέψουν πώς θα νοικοκυρευτούμε και θα διορθώσουμε επιτέλους το χάλι μας.

Και ούτε λόγος έτσι να γίνεται, φυσικά, για ένα μερικό έστω συμψηφισμό των δικών μας αναγνωρισμένων υποχρεώσεων προς εξόφληση του καμαρωτού μας δανεισμού (πρωτοφανούς, όπως προελέχθη, στην ιστορία) συν τα εξοντωτικά βέβαια πανωτόκιά του, με τις δικές τους οφειλές απέναντί μας. Τις πολεμικές δηλαδή επανορθώσεις, το αναγκαστικό/ληστρικό κατοχικό δάνειο, και έπεται βέβαια συνέχεια, εν καιρώ ειρήνης πια.

Προμήθειες με το στανιό – αποδεδειγμένα πλέον λιπαινόμενες δεξιά κι αριστερά με άφθονο άχραντο λάδι – ελαττωματικών ή/και παρωχημένων ηλεκτρονικών συστημάτων, υποβρυχίων αμφίβολης ισορροπίας και συνεπώς αξιοπλοϊας, ερπυστριοφόρων λεοπαρδάλεων και δεν συμμαζεύεται. Δεν μας έφτανε, βλέπετε, το σαφώς προαναγγελλόμενο/προεξοφλούμενο “ιστορικό δάνειο”, αλλά θέλαμε από νωρίτερα και τις “αγορές του αιώνα” από πάνω, οι οποίες μοιραίως θα το καθιστούσαν ανεξόφλητο.

Ζητήσαμε(;) και ζητάμε (τουλάχιστον) σήμερα την αναγνώριση και το σεβασμό προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα, τη στοιχειώδη αμφίπλευρη εντιμότητα τελοσπάντων.

Παραμένει παρ’ όλα αυτά ακέραιο και εξ ορισμού απρόσβλητο το ηθικό έρεισμα των αιτημάτων μας. Και δεν θα διστάσω εδώ να επικαλεστώ τη βοήθεια του πολυαγαπημένου μου “αναρχικού πρίγκιπα” Πιότρ Αλεξέγιεβιτς Κροπότκιν, σύμφωνα με τον οποίο η εξελικτικά/προσαρμοστικά αναδειχθείσα ηθική τάξη είναι σαφώς υπέρτερη οποιασδήποτε νομικής διάταξης. Ο ηθικός κανόνας, λοιπόν, του Κροπότκιν έχει δύο ουσιώδη σκέλη. Πρώτον, δεν υποκύπτεις στην εύλογη, φυσική δήθεν επιταγή “οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος”. Δεν ζητάς δηλαδή ντε και καλά, ως άτομο αλλά και ως κοινωνικά οργανωμένο σύνολο, το αίμα σου πίσω. Και, κατά δεύτερο λόγο, προσφέρεις πάντα περισσότερα από όσα προσδοκάς να λάβεις σε ανταπόδοση πρότερων ή τωρινών καλών υπηρεσιών σου

Ως προς την πρώτη παράγραφο του κανόνα, δεν χωρά καμία αμφιβολία πως ομόθυμα όλοι οι υγιώς σκεπτόμενοι συμπολίτες μας συμμερίζονται πλήρως τη διακηρυσσόμενη πρακτική. Δεν γυρέψαμε και δεν γυρεύουμε εκδίκηση. Ζητήσαμε(;) και ζητάμε (τουλάχιστον) σήμερα την αναγνώριση και το σεβασμό προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα, τη στοιχειώδη αμφίπλευρη εντιμότητα τελοσπάντων – “fairness” στην αγγλοσαξονική εκδοχή της συνθήκης, “messe”, αν δεν κάνω λάθος, στα γερμανικά.

distomo

Ένα σπάνιο, φωτογραφικό στιγμιότυπο από τη φρικαλεότητα της σφαγής του Διστόμου.

Η δεύτερη πτυχή τού κατά Κροπότκιν ηθικού κανόνα χρειάζεται μια ενδελεχέστερη εξέταση. Καθώς κάπου εδώ παρεισφρύει στην εικόνα και η δανειοληπτική φρενίτιδα που επικράτησε στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια (με υπαιτιότητα δική μας, βέβαια, σε ένα μεγάλο βαθμό, αλλά και με την ολοπρόθυμη συνδρομή τζογαδόρων του στενού και του ευρύτερου περιβάλλοντός μας).

Έπεσα τελευταία στο Διαδίκτυο πάνω σ’ έναν αποκαλυπτικό διάλογο – σαρκαστικά “στημένο” οπωσδήποτε, αλλά και, ω, πόσο πειστικό – μεταξύ δύο υψηλόβαθμων στελεχών ενός κραταιού (μέχρις αποδείξεως του εναντίου τουλάχιστον) χρηματοπιστωτικού οργανισμού – από αυτούς που κόβαν αφειδώς και με το έτσι θέλω μονέδα την τελευταία εικοσαετία, αψηφώντας τις πληθωριστικές πιέσεις, με βάση το ισχυρό αντίκρυσμα που τους παρείχε το δεσπόζον νόμισμα των ηγεμονικών χωρών τους.

Ανώτερος τραπεζοϋπάλληλος (στο εξής στέλεχος Α):
“Μα, κύριε Προϊστάμενε, οι νέες αυτές αιτήσεις για δάνεια κατατίθενται χωρίς καμία απολύτως εισοδηματική εγγύηση!”

Ανώτατος τραπεζικός (στο εξής στέλεχος Β):
“Δανείστε τους”.

Στέλεχος Α:
“Μα, οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν καν δουλειά!”

Στέλεχος Β:
“Δανείστε τους”.

Στέλεχος Α:
“Κι ούτε έχουν κανένα κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο!”

Στέλεχος Β:
“Δανείστε τους”.

Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσαμε να έχουμε εδώ, με τον φαρδομάνικο διευθυντή του τραπεζιτικού παραρτήματος, την προσωποποίηση του Καλού Σαμαρείτη. Κάποιο χρυσοπληρωμένα έμπειρο στέλεχος ή και κάποιον φέρελπι νέο (α) -εξ ου και golden boy/girl-, τα οποία έχοντας κάμποσες αλλαξιές ρούχα στη γκαρνταρόμπα τους αποφασίζουν να στερηθούν το πρώτο πρόχειρο πουκάμισο που βρίσκουν στην ντουλάπα τους, για χάρη ενός αναξιοπαθούντος συνανθρώπου τους.

Θά’ πρεπε ίσως κι εμείς να ξέρουμε πως κάποιο λάκκο είχε η φάβα του Καστελλόριζου και πως τα ιλιγγιώδη δάνεια που μας έταζαν οι ολοπρόθυμοι εταίροι μας δεν είχαν και το ανάλογο ηθικό αντίκρυσμα.

Υπάρχει, όμως, και το πιο επιλήψιμο σενάριο. Ο(Η) CEO μας βρίσκεται εμπρός σ’ έναν από τους άμοιρους συμπολίτες του, τους και μάλλον ατυχώς αποκληθέντες – καμία σχέση ασφαλώς με τους τολμηρούς Γιαπωνέζους αστέρες των πολεμικών τεχνών – NINJA (No Income, no job, no asset – ο εστι μεθερμηνευόμενο: χωρίς δουλειά, εισόδημα ή περιουσία), και παρ’ όλα αυτά δεν διστάζει να του φορτώσει στην πλάτη του κι άλλο ένα βαρίδι. Το βάρος κανονικά θα έπρεπε να πέφτει και στην πλάτη τού μεγαλόσχημου στελέχους. Έλα όμως που ξέρει αυτός(η) πώς να το ξεφορτωθεί, τυλίγοντάς το σ’ ένα πακέτο μαζί με άλλες σαφώς πιο φανταχτερές και δελεαστικές πραμάτειες.

kropotkin

Σύμφωνα με τον πολυαγαπημένο μου “αναρχικό πρίγκιπα” Πιότρ Αλεξέγιεβιτς Κροπότκιν, η εξελικτικά/προσαρμοστικά αναδειχθείσα ηθική τάξη είναι σαφώς υπέρτερη οποιασδήποτε νομικής διάταξης.

Έπιασε γι’ αρκετόν καιρό το κόλπο, έως να έρθει βέβαια το κραχ του 2008. Μια κρίσιμη υποσημείωση εδώ, η οποία, εμμέσως έστω, βάζει κι εμάς τους νοτιοανατολικούς Ευρωπαίους στο παιχνίδι. Οι πιο αποφασιστικοί από αυτούς τους ατσίδες του παγκόσμιου καζίνου τον προεξέτειναν κάποια στιγμή τον τζόγο τους. Και γιατί δηλαδή να περιοριζόμαστε στους ταλαίπωρους αναξιόπιστους εξ ορισμού ιδιώτες; Υπάρχουν, δόξα σοι ο Θεός, και κάμποσα κράτη με εμφανή οικονομική δυσπραγία που με εξίσου μεγάλη ευκολία και με την κατάλληλη φιλάλληλη επιχειρηματολογία μπορούμε να τα πείσουμε να τα αρμέξουμε λίγο παραπάνω.

Τι μάθαμε λοιπόν από την προσωρινά επώδυνη κρίση του 2008, με υπερατλαντικό βέβαια επίκεντρο στην αρχή, αλλά και που δεν άργησε να διαχυθεί και στη Γηραιά Ήπειρό μας; Όχι και πολλά πράγματα, εδώ που τα λέμε, καθώς το ζήσαμε άλλωστε σκληρά και το ζούμε ακόμα στο πετσί μας. Δεν λέω, θά’ πρεπε ίσως κι εμείς να ξέρουμε πως κάποιο λάκκο είχε η φάβα του Καστελλόριζου και πως τα ιλιγγιώδη δάνεια που μας έταζαν οι ολοπρόθυμοι εταίροι μας δεν είχαν και το ανάλογο ηθικό αντίκρυσμα.

Μα, με τα τοκοχρεωλύσια και μόνο που θα είχαν να εισπράττουν από τη χειροπόδαρα δεμένη πατρίδα μας θα υπερκαλύπτονταν σχεδόν στα σίγουρα οι γενναιόδωρες προσφορές τους. (Πάρτε το παράδειγμα ενός από τους αυστηρότερους σημερινούς τιμητές μας, της Αυστρίας, η οποία έχοντας εξασφαλίσει διμερή συμφωνία μαζί μας έχει ήδη αποσβέσει, με τα νενομισμένα πανωτόκια που έχει ήδη τσεπώσει, ένα υπολογίσιμο μέρος του αρχικού κεφαλαλαίου που κατέθεσε για χάρη μας, συμπληρώνονντας τον κοινό ευρωπαϊκό κουμπαρά).

Μιλώντας ωστόσο για τα ευεργετικά κατατεθειμένα εταιρικά κεφάλαια, το είπε ξεκάθαρα προχτές ο λαλίστατος -όχι πάντα γλυκομίλητος βέβαια- Γερμανός ΥΠΟΙΚ: Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος της, αλλά η (λειψή) ανταγωνιστικότητά της. Τώρα, με τι όπλα ν’ ανταγωνιστούμε, όταν μας λείπει και η καθημερινή ανάσα, αυτό είναι προφανώς μια άλλη ιστορία.

Παθός μαθός. Αυτό όμως δεν μας εμποδίζει -αντιθέτως, μας παρακινεί- να βροντοφωνάξουμε σήμερα πως εμείς οι Έλληνες, διαχρονικά πειθόμενοι από τον ηθικό κανόνα, προσφέραμε από πάντα και έως τους ταραγμένους σύγχρονους καιρούς μας πολύ περισσότερα από όσα προσδοκούσαμε σε αντάλλαγμα να λάβουμε. Δέστε επιτέλους τα κτήματα εσαεί που αφιλοκερδώς παραδώσαμε στην οικουμένη, την αναγνωρισμένα σθεναρή αντίστασή μας στη ναζιστική λαίλαπα, η οποία πολύ διευκόλυνε το έργο των συμμαχικών δυνάμεων κατά του μωροφιλόδοξου Άξονα, έως και τη διόλου ευκαταφρόνητη συμμετοχή μας στη συμμαχική υποστήριξη για την ανόρθωση της γερμανικής Οικονομίας, μέσα από τα αποκαϊδια που άφησε στον τόπο μας η πολεμική μηχανή τής κατά τα άλλα πανάξιας αυτής χώρας.

Με την ελπίδα, αξιότιμα μέλη της Επιτροπής της Βουλής, πως το παρόν σημείωμα θα αποτελέσει ένα μικρό έστω λιθαράκι στο οικοδόμημα των μελλοντικών αρμοδίων διαβημάτων σας

Φιλικά και μετά τιμής,

Δημήτρης Ποταμιάνος

 

Διαβάστε ακόμα – η αντίθετη άποψη, από τον Φίλιππο Δραγούμη: Γιατί είναι ολέθριο σφάλμα η διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top