Έρευνα έδειξε ότι το διάβασμα στον ελεύθερό μας χρόνο, απομακρύνει τα σημάδια κατάθλιψης και μελαγχολίας. (Φωτογραφία: Fox Photos / Hulton Archive / Getty Images / Ideal Image)

Ήταν μόλις τις προάλλες που χάζευα ένα από τα δεκάδες άρθρα που με μεγάλη ευκολία αναπαράγουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να ξοδέψουμε ούτε μερικά δευτερόλεπτα σε κάποια μηχανή αναζήτησης για να διασταυρώσουμε κάποιες έστω από τις πληροφορίες τους, και απορούσα αν πράγματι κάποιοι πιστεύουν όσα διαβάζουν. Βεβαίως αναφέρομαι στη μάστιγα των fake news, που αν βρεθείς στο διάβα τους κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την κατάληξη. Στην καλύτερη θα την γλυτώσεις σαν τον κυρ Γιάννη με λίγους μώλωπες, στη χειρότερη δεν θέλω καν να φανταστώ.

Αυτά σκεφτόμουν, ενώ περίμενα υπομονετικά τον τέταρτο κατά σειρά συρμό στο μετρό του Λονδίνου, για να με πάει στη δουλειά. Ώρα αιχμής και όλα τα βαγόνια γεμάτα. Αλλά δεν άκουγες γκρίνια από κανέναν. Με υπομονή οι Λονδρέζοι καθόντουσαν στη σειρά τους, χωρίς να κατηγορούν τον Δήμαρχο ή τον Υπουργό, περιμένοντας να επιβιβαστούν σε κάποιο από τα επόμενα τρένα. Γενικά, δεν κατηγορούν κανέναν για την αργοπορία. Δεν δυσανασχετούν παρά την πρωτόγνωρη για την εποχή ζέστη. Ο κόσμος είναι πολύς και τα βαγόνια λίγα, τί να κάνουμε τώρα; Έτσι είναι η ζωή.

Αν και πρωινός τύπος, σπάνια παίρνω το μετρό καθώς προτιμώ το λεωφορείο που μπορεί να είναι πιο αργό αλλά μου έχει επιτρέψει να μάθω πραγματικά την πόλη. Και να διαβάζω τα νέα από την πατρίδα. Πριν μερικά χρόνια αγανακτισμένος που δεν μπορούσα να προσανατολιστώ στο Λονδίνο, όντας κλεισμένος στα υπόγεια του μετρό, αποφάσισα αυτή τη στροφή στη «μεταφορική» μου καριέρα.


Διαβάστε ακόμα: Δημοσθένης Κούρτοβικ – «Κάτω τα καλά βιβλία!»


Τις προάλλες βέβαια χρειάστηκε να πάρω το μετρό και αναμένοντας το συρμό, διάβαζα την -με περίσσεια χολή- κριτική που ασκείται καθημερινά σε πολιτικούς, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και σε όποιον άλλον άτυχο πάρει η μπάλα. Αναρωτιόμουν, λοιπόν, πώς έφτασε ένα τόσο μεγάλο κομμάτι της ελληνική κοινωνίας να αντιπαθεί ανθρώπους με τους οποίους δεν έχουν ανταλλάξει κουβέντα. Δεν έχουν κοιταχτεί στα μάτια. Δεν έχουν να χωρίσουν απολύτως τίποτα.

Αυτό είναι ακόμα πιο έντονο όταν το εν λόγω πρόσωπο που πέσει στο φαρμακερό μας πληκτρολόγιο, βρίσκεται σε πτώση. Εκεί κι αν βγάζουμε τη χολή μας. Για να είμαι ειλικρινής ποτέ δεν διάβαζα τα έντυπα που κάνουν προπαγάνδα μίσους, γιατί καθόλου δεν μου αρέσει αυτή η Ελλάδα. Κι έτσι έμενα απ’ έξω από αυτό. Τώρα όμως με τα social media δεν μπορείς να προφυλαχτείς από πουθενά. Και πλέον, βλέπεις καθημερινά, μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων που με αφορμή την κρίση τους φταίνε όλα και όλοι. Είναι έτοιμοι να τσακωθούν, να πιαστούν στα χέρια, να, να, να… Όλα στον υπερθετικό βαθμό.

Περίπου ένα στα τρία παιδιά στην Αγγλία διαβάζουν καθημερινά για ευχαρίστηση, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό είναι χαμηλότερο από ένα στα δέκα.

Είναι τόσο δύσκολο να αποδεχθούμε τα λάθη τόσο τα δικά μας στις επιλογές μας όσο και των άλλων και να σταματήσουμε εκεί; Να πάμε παρακάτω βρε αδερφέ; Να αναζητήσουμε άλλα, καινούρια πρότυπα, καλύτερα από τα προηγούμενα και να ελπίσουμε πως αυτά δεν θα μας απογοητεύσουν; Άλλωστε, περισσότερο χάνουμε τον χρόνο μας με το να ασχολούμαστε με το τα λάθη των άλλων ενώ θα μπορούσαμε να ανοίξουμε ένα βιβλίο ώστε να στηρίξουμε και τον κλάδο των εκδόσεων και να κάνουμε τον εαυτό μας καλύτερο.

Τελικά επιβιβάστηκα στο πέμπτο μετρό που ήρθε και συνέχισα το ταξίδι μου χαζεύοντας αρκετούς συνεπιβάτες που βυθίζονταν στα βιβλία τους και όχι σε περιοδικά ή σε κουτσομπολιά στο smartphone. Βγαίνοντας, κοντοστάθηκα σε ένα μικρό κιόσκι και μέτρησα περισσότερα από 100 διαφορετικά ποιοτικά έντυπα. Πιο κάτω ένα βιβλιοπωλείο Waterstones, φίσκα στον κόσμο. Πρόσφατη έρευνα που έγινε στο Λονδίνο αναφέρει ότι το διάβασμα στον ελεύθερό μας χρόνο, απομακρύνει τα σημάδια κατάθλιψης και μελαγχολίας. Περίπου ένα στα τρία παιδιά στην Αγγλία διαβάζουν καθημερινά για ευχαρίστηση, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό είναι χαμηλότερο από ένα στα δέκα.

Γέλασα πικρά και σκέφτηκα πόσο καλύτεροι θα ήμασταν ως λαός, εφόσον αδιαμφισβήτητα έχουμε τα ποιοτικά στοιχεία, αν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση έμπαινε το μάθημα της αυτοκριτικής. Με την αυτοκριτική θα αξιολογούσαμε τη ζωή μας και έτσι ίσως θα τη βελτιώναμε. Ίσως τότε για τα λάθη μας να μην μας έφταιγε ούτε ο Πέτρος ούτε ο Λύκος, παρά μόνο ο κακός μας εαυτός.

 

Διαβάστε ακόμα: Τζιάκομο Λεοπάρντι – Έτσι ο άνθρωπος μπορεί να γευθεί την ευτυχία

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top