«Γιατί δεν θεωρούμε τον δημόσιο χώρο προέκταση του σπιτιού μας;» αναρωτιέται ο Νίκος Νυφούδης. (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Gavriil Papadiotis)

Είναι από τις φορές που περπατάω στο δρόμο και απορώ. Δεν είναι που το Λονδίνο, η πόλη όπου ζω τον μισό χρόνο, είναι στολισμένο. Είναι κούκλα με τα στολίδια, δεν αντιλέγω. Δεν είναι μόνο αυτό, όμως που με γοητεύει. Δέκα χρόνια τώρα, δεν έχω πέσει ποτέ μου, στο ευρύτερο κέντρο της Λόνδρας, επάνω σε κάποιον που σε έναν κατάλευκο φρεσκοβαμμένο τοίχο να αρχίσει να μουτζουρώνει. Ούτε μία φορά.

Περπατούσα χθες το βράδυ στο Seven Dials αναζητώντας εκείνο το πρώτο συναίσθημα όταν 10 χρόνια πριν μου είχε ανοίξει τα χέρια της αυτή η πόλη. Και το πρώτο μεθύσι. Με τους σημερινούς κουμπάρους μου, στην αυγή της νιότης μας, να το ζούμε. Τότε μου φαινόταν φυσική όλη αυτή η αβάσταχτη ομορφιά τριγύρω.

Σήμερα όμως καταλαβαίνω. Τίποτα δεν είναι φυσικό. Τίποτα δεν έρχεται μόνο του. Παρά μόνο με σκληρή δουλειά. Που, σίγουρα θα ξεβολέψει κάποιους. Καταρχήν με τα πρόστιμα. Την επίπληξη. Με ό,τι κριθεί απαραίτητο. Αλλά και με αποτέλεσμα που το αξίζει. Σήμερα νιώθω ότι δεν μπορώ άλλο να ανεχτώ την ασχήμια στην οποία έχουμε καταδικάσει τις πόλεις μας.

Τί μας συμβαίνει; Αναγνωρίζουμε το ωραίο. Δεν υπάρχει Έλληνας ταξιδιώτης που να μη θαυμάζει την ομορφιά του Λονδίνου ή του Βερολίνου ή της Ρώμης. Γιατί λοιπόν περιφρονεί το ωραίο όταν επιστρέφει στην πατρίδα του;

Πολλοί δάσκαλοι θεωρούν το να μουτζουρώνεις το θρανίο, μια καλλιτεχνική έκφραση και όχι αυτό που είναι, δηλαδή κοινή καταστροφή της δημόσιας περιουσίας. Από εκεί αρχίζουν όλα.

Για πολλά χρόνια σκεφτόμουν ότι η απαιδευσιά μας οφείλεται στις εικόνες που μάθαμε σπίτι μας από μικροί. Κι όμως, δεν είναι αυτός ο λόγος. Αν συγκρίνουμε το μέσο Βρετανικό σπίτι με το μέσο Ελληνικό, να είστε σίγουροι πως τα δικά μας υπερέχουν κατα μέσο όρο. Άρα τί φταίει;

Γιατί να μην θεωρούμε τον δημόσιο χώρο προέκταση του σπιτιού μας; Πώς αντέχουμε να βλέπουμε τη βρωμιά έξω από την πόρτα μας; Πώς ανεχόμαστε να μην έχει πεζοδρόμιο για τους περαστικούς ο δρόμος μας; Καταλήγω ότι όλα ξεκινούν από το σχολείο, τον πρώτο χώρο έξω από το σπίτι που κοινωνικοποιούμαστε. Από το μουτζουρωμένο θρανίο. Το πρόβλημα έχει τις ρίζες του στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Εκεί όπου πολλοί αγαπημένοι δάσκαλοι, θεωρούν ότι το να μουτζουρώνεις το θρανίο είναι καλλιτεχνική έκφραση και όχι κοινή καταστροφή της δημόσιας περιουσίας.

Άσε τα παιδιά να εκφραστούν, σου λέει. Και εκεί χάνεται το παιχνίδι πριν ακόμα ξεκινήσει: Στην παρανόηση της ελευθερίας μας και στην υποτίμηση της ομορφιάς γύρω μας. Έτσι χτίζουμε στον αιγιαλό, καίμε το δάσος, γυρεύουμε να δώσει η κυβέρνηση έναν όροφο ακόμα στην αντιπαροχή, να αλλάξουν οι συντελεστές δόμησης, να φράξουν τα ποτάμια, να γίνουν όλα τσιμέντο για να ζωγραφίζουμε πάνω με σπρέϊ…

Ποιός υπουργός παιδείας θα έχει τα κότσια να επιβάλλει το σεβασμό στη σχολική περιουσία και στο δημόσιο χώρο από τα πρώτα χρόνια του σχολείου; Και ταυτόχρονα θα έχει την ικανότητα να πείσει ότι η αυτή του η σταυροφορία δεν θα έχει τίποτα το αυταρχικό αλλά αντιθέτως θα ελευθερώνει τα παιδιά από την αυτοκαταστροφική μιζέρια και θα τους δίνει την ελευθερία να φτιάξουν εκείνοι την αυριανή κοινωνία με καθαρό καμβά.

 

Διαβάστε ακόμα: Η (κακάσκημη) Αθήνα της Μαρίνας Σάττι προκαλεί σύνδρομο Αντί-Σταντάλ

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top