1-dara

«Αλλά εκεί που ήταν ν’ ανέβω στο βατήρα για να πέσω, ακούγεται μες στη μεγάλη σιωπή, στα ελληνικά, η φωνή του πατέρα μου: «Έλα, γίγαντα!».

Κυριάρχησε κι αυτή στην ελληνική κολύμβηση επί πολλά χρόνια. Η Σοφία Δάρα υπήρξε το μεγάλο μας όνομα σ’ εποχές πάλι δύσκολες, όπου και μόνο η παρουσία της ανάμεσα στα τεράστια διεθνή ονόματα ήταν για όλους μας υπερηφάνεια. Με ειδικότητα στις μεγάλες αποστάσεις, με τους ελληνικούς, ανεπαρκείς συνήθως, τρόπους, χωρίς την πραγματικά απαιτούμενη βοήθεια για τις προετοιμασίες της, χωρίς τη δυνατότητα όπως στις μέρες μας για συνεχείς παρουσίες σε meetings και αγώνες στο εξωτερικό, η Σοφία κράτησε ψηλά τη σημαία των επιτυχιών, της αξίας της.

Την κέρδισε η Ιατρική κάποτε. Κι από τότε παραμένει κοντά στον πολύπαθο χώρο του νερού και του αθλητισμού, προσπαθώντας να καλύπτει για τα νέα παιδιά μερικά από εκείνα τα πράγματα που εκείνης πολύ της έλειψαν στην καριέρα της. Γιατί μπορεί η ιστορία του κάθε κολυμβητή να είναι ιστορία μοναχική, αλλά χωρίς τις θυσίες και άλλων ανθρώπων δίπλα του τίποτα δεν γίνεται, τίποτα δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί.

2-dara

«Με τις σκυταλοδρομίες, έφτανα να κάνω δεκατέσσερα αγωνίσματα μέσα σε δυο μέρες!».

Κι εσείς με τον Μάκη τον Χαρίτο ξεκινήσατε, Σοφία;
Όλος ο Ολυμπιακός μαζί του δεν ξεκίνησε; Από τον Καρύδη, από τον Κουτουμάνη, μέχρι τον Αλφατζή τον καημένο που δεν υπάρχει πια, μέχρι την Έλλη Ρουσσάκη, όλοι παιδιά του Μάκη ήμασταν. Και τον αγαπάγαμε, τον αγαπάμε πολύ. Είχε κάτι το ιδιαίτερο αυτός ο άνθρωπος.

Έναν ρομαντισμό στις μέρες μας δυσεύρετο;
Και μια πνευματικότητα γήινη, που στη μετέδιδε. Χωρίς γνώσεις Πανεπιστημίου σημερινές, χωρίς ψυχολογίες κι άλλα πράγματα κάπου διαβασμένα, ο Μάκης ο Χαρίτος είχε τον τρόπο του να σε κερδίζει, και μαζί μ’ αυτόν να σε κερδίζει έτσι και το κολύμπι, ο αθλητισμός. Κι ήταν ήρεμος άνθρωπος, δεν σε κούραζε, δεν σε τυραννούσε ψυχικά. Γιατί μιλάμε τώρα για εποχές τραγικές, όσον αφορά στο know-how των πραγμάτων…

Τι εννοείτε ακριβώς; Εσείς ξεκινήσατε από πολύ μικρή, έτσι δεν είναι;
Έτσι είναι. Και οι πολύ μικρές ηλικίες θέλουν και πολύ ειδική μεταχείριση. Πού να βρούμε εμείς τότε τους ειδικευμένους για τις τρυφερές ηλικίες προπονητές, τις μικρές και ρηχές πισίνες για την αρχή, όλες αυτές τις σημερινές ιστορίες; Ξέρετε πώς πρωτομπήκα εγώ σε πισίνα μωρό, πριν πάω στον Μάκη;

Πείτε μας.
Ο πατέρας μου είχε βάλει ένα σχοινί, στο Ρέστειο το παλιό το θαλασσινό, και με πήγαινε από τη μια μεριά στην άλλη! Για να εξοικειωθώ. Με το σχοινί αυτό ξεκίνησα, έτσι έγινε η πρώτη μου επαφή με το νερό, με την πισίνα. Και μου ’βγαλε το σχοινί αργότερα, όταν κατάλαβε πως κάτι είχα… καταλάβει. Ο πατέρας μου άρα ήταν, πριν κι απ’ τον Μάκη, ο πρώτος-πρώτος μου προπονητής.

Που, όχι μόνο σας έριξε στο νερό, αλλά σας… κυνήγησε κι όλα τα χρόνια επίμονα κι αποφασιστικά.
Με κυνήγησε… Ήταν πατέρας πολύ αυστηρός, αλλά με μεγάλη αγάπη για τα παιδιά του. Ήταν κι εποχές που δεν βγαίνανε έξω όπως σήμερα τα παιδιά, δεν υπήρχαν οι μετέπειτα ελευθερίες. Και, αν και ήμασταν τρεις για το… νερό, πιο πολύ, ναι, σ’ εμένα αφοσιώθηκε, αυτό είναι γνωστό.

Γιατί όμως;
Ε, η αδελφή μου δεν συνέχισε το κολύμπι πολύ, ήταν κι άλλος χαρακτήρας. Ήταν παιδί του βιβλίου καθαρά. Κι ο αδερφός μου, πολύ μεγαλύτερος από μένα, πολύ καλός κολυμβητής, ήταν… άστατος χαρακτήρας όσον αφορά τον πρωταθλητισμό. Εγώ ίσως συνδύαζα τα πάντα. Και πιο πολύ μέτρησε το γεγονός ότι ήμουνα πάντα πάρα πολύ υπάκουη. Πάρα πολύ πειθαρχημένη. Ακόμα το λένε οι προπονητές μου οι παλιοί, οι συνκολυμβητές μου της εποχής αλλά και οι μικρότεροι, οι πολίστες που ξημεροβραδιάζονταν κι αυτοί μαζί μας στο Ζάππειο, πώς εγώ ξέμενα συχνά μόνη μου, πίσω από τα δοκάρια, για να τελειώσω τα μέτρα μου.

«Εγώ μεγάλωσα στο κολυμβητήριο μέσα, αυτό ήταν η… παιδική μου χαρά. Δεν θυμάμαι, σας λέω, παιδική χαρά, με κούνιες και τραμπάλες. Άντε να ’κανα καμιά τραμπάλα στις… διαδρομές».
3-dara

Με τον Χρήστο Χούμα.

Κι εγώ είμαι ένας από αυτούς, που σας έβλεπαν να συνεχίζετε μες στα σκοτάδια!
Ναι. Γιατί την προπόνηση που έχω κάνει εγώ δεν την είχε κάνει κανένας από τους αθλητές εκείνης της εποχής. Κανένας!

Πάμε, λοιπόν, από την αρχή: Πώς ξεκινάει ακριβώς η Σοφία Δάρα, που επρόκειτο τόσο να λάμψει στο μέλλον εκείνου του υπέροχου για όλους μας… παρελθόντος; Πώς πρωτοπάτε, μετά το Ρέστειο, στον Χαρίτο και στον Ολυμπιακό;
Πώς πρωτοπάω στον Ολυμπιακό! Ο πατέρας μου ήτανε παθιασμένος Ολυμπιακός. Ακόμα και σήμερα, κι ας έχουν γίνει πια διάφορα –γιατί ο Ολυμπιακός τα τρώει τα παιδιά του–, ο πατέρας μου εξακολουθεί και βλέπει Ολυμπιακό και τρελαίνεται. Πήγε, λοιπόν, τότε, τα δυο μου αδέρφια, που, όπως είπαμε, έχουμε μεγάλη ηλικιακή διαφορά, κι εμένα από κοντά. Εγώ μεγάλωσα στο κολυμβητήριο μέσα, αυτό ήταν η… παιδική μου χαρά. Το νερό ήταν το παιχνίδι μου. Τόσο απλά.

Τόσο απλά.
Μα δεν θυμάμαι, σας λέω, παιδική χαρά εγώ, με κούνιες και τραμπάλες. Άντε να ’κανα καμιά τραμπάλα στις… διαδρομές.

Περάσατε, πάντως, αν θυμάμαι καλά πολλούς προπονητές. Φύγατε κι απ’ τον Ολυμπιακό, ξαναπήγατε…
Όσα γινόντουσαν τότε, γινόντουσαν εξαιτίας των διοικητικών. Και μας διώξανε κάποτε, δεν φύγαμε εμείς μόνοι μας, να συνεννοούμαστε, να το ξεκαθαρίσουμε. Και μετά μας ξαναφέρανε, εμένα πολύ μικρή ακόμα, κι ενώ ο αδελφός μου ήταν πια πολίστας ήδη.

Μιλάμε για Εθνικό Αθηνών και Μπία τότε;
Ο Μπίας ήταν πολύ χαρούμενος που με αναλάμβανε. Βέβαια, επειδή ώς τότε δεν ήμουνα παιδί δικό του, προσπαθούσε πάντα να βγάλει μιαν αθλήτρια να με κερδίσει. Δεν το κατάφερε, βέβαια, ποτέ. Ούτε και με την Πρωτόπαπα τη Βιβή, που ήταν τόσο μεγάλη πρωταθλήτρια, που άλλαξε πια τα ελεύθερα κι έκανε μεικτές. Συνάντησα πρόσφατα μια κοπέλα, που μου είπε πως πολλά χρόνια ήθελε να με γνωρίσει, γιατί είχε τον Μπία καθηγητή Σωματικής Αγωγής στο Γυμνάσιο, και το τι επαίνους τους έλεγε συνέχεια για μένα δεν λέγεται. Αλλά αυτό εμένα δεν μου το έδειξε να το καταλάβω ποτέ. Πάντα προσπαθούσε να με κερδίσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Φανταστείτε πως στους Μεσογειακούς στο Σπλιτ…

Το ’79;
Ναι, νομίζω. Ήρθε τότε πρώτη στα 800 η ιταλίδα η παγκόσμια ρεκορντγούμαν, κι εγώ δεύτερη, μ’ ένα χρόνο γύρω στα εννιά λεπτά, φοβερό για τότε. Και πηγαίναμε για την απονομή, και είχε τύχει να μη μου κάνουνε εμένα αντιντόπινγκ. Και διαμαρτυρόταν ο… Μπίας μόνο! Αυτά υπάρχουν και γραμμένα βέβαια, αλλά τώρα πια όλα περασμένα, ξεχασμένα.

Όχι ακριβώς. Αλλά είπαμε: «Ο Έλληνας για τον Έλληνα… Λύκος»! Εσείς, πάντως, διαδεχθήκατε γενιές μεγάλων κολυμβητών, τους Κοσκινάδες, τους Λαναράδες, τους Μπεριστιάνους, τους Καπράλους, τον Θεοδωρόπουλο…
Ναι. Ο Ολυμπιακός τότε είχε Αμερικάνους προπονητές, Λάρσον και δεν συμμαζεύεται. Υπήρχαν αρκετά λεφτά τότε για το κολύμπι στον Σύλλογο. Ακολουθούσα λοιπόν κι εγώ τον αδερφό μου, και, κουτσά-στραβά, σε μιαν ακρίτσα, προσπαθούσα να τους συναγωνιστώ. Να δω κι εγώ τι μπορώ να κάνω.

«Την προπόνηση που έχω κάνει εγώ δεν την είχε κάνει κανένας από τους αθλητές εκείνης της εποχής. Κανένας!».

Είχε γίνει αντιληπτό πως μιλάγαμε για ένα εξαιρετικό ταλέντο;
Βέβαια. Αλλιώς δεν θα με δεχόντουσαν. Ο Λάρσον –μιλάμε για τεράστια ονόματα τότε– δεν θα δεχόταν να πηγαίνω εγώ να πλατσουρίζω εκεί πέρα, αν δεν είχε καταλάβει για μένα. Όχι απλώς με δεχόντουσαν, αλλά κάνανε και χαρά. Σε διαφορετική περίπτωση, με την αυστηρότητα που τους διέκρινε, δεν υπήρχε περίπτωση να με δεχτούνε. Κι όταν πια κι εγώ μεγάλωσα –«μεγάλωσα», εννοούμε τώρα έγινα εννιά-δέκα χρονών– με παρέλαβε ο Τέρης ο Κουτουμάνης. Νομίζω, δηλαδή, πως αυτός ήταν ο πρώτος μου «κανονικός» προπονητής, γιατί με τις τόσες αλλαγές προπονητών στην καριέρα μου πολλά πράγματα πια τα ’χω ξεχάσει. Αυτό που θυμάμαι σίγουρα είναι πως στα δεκατρία μου, που έκανα πια μεγάλη αίσθηση, είχε έρθει πάλι ένας Αμερικάνος, ο Έντι ο Μπέρκλεϊ…

Του… γνωστού Πανεπιστημίου;
Καθηγητής Πανεπιστημίου στην προπονητική οπωσδήποτε. Αυτός έφυγε όμως στο χρόνο επάνω, γιατί δεν τον… πληρώσανε.

Τα γνωστά.
Τα γνωστά.

Ήταν όμως κι ο Δημήτρης ο Καρύδης, δεν ήταν;
Βεβαιότατα. Τον Καρύδη είχα προπονητή στις πιο μεγάλες μου επιτυχίες. Αλλά κάποια περίοδο είχα μείνει και χωρίς προπονητή, και μου ’φτιαχνε ο πατέρας μου τα προγράμματα! Οικονομολόγος ο άνθρωπος, καμία σχέση με την προπονητική… Αλλά πέρασα κι από τον Βούλτσο μέχρι τον Ζώτο, το Χούμα, απ’ όλους.


Διαβάστε ακόμα: Δημήτρης Καρύδης – Ο Γκάλης της ελληνικής κολύμβησης


Ήσασταν κάτι σαν τον… Μητσοτάκη δηλαδή: εσείς μένατε σταθερή, αλλά τα… κόμματα αλλάζανε γύρω σας!
Τι να σας πω; Ένα παιδί φιλότιμο κι εργατικό δεν υπάρχει προπονητής που να μην το λαχταράει.

Εδώ όμως μιλάμε για αλλαγή στην… αλλαγή. Αλέφαντος κατάσταση λίγο.
Πώς να γίνει όμως; Αφού υπήρχαν μέχρι κι αλλαγές συλλόγου, δεν είπαμε; Σαν φιλοξενούμενή τους ήμουνα συχνά. Μέχρι που ήρθε ο Καρύδης στον Ολυμπιακό, κι η κατάσταση επιτέλους σταθεροποιήθηκε. Ώς τότε ήμασταν σαν τους τσιγγάνους, από ’δω κι από ’κει.

Πρώτες μεγάλες επιτυχίες;
Πρώτη μεγάλη μου επιτυχία ήταν ένα χρυσό μετάλλιο στη Γερμανία. Επτά χρονών. Στο Ντάμσταντ. Πεταλούδα, νομίζω, γιατί είχα ξεκινήσει με πεταλούδα. Ύστερα, ήταν οι Βαλκανικοί. Τότε οι Βαλκανικοί ήταν μεγάλη υπόθεση, δεν ήταν ανυπόληπτοι σαν σήμερα. Μιλάμε για Μικρούς Ολυμπιακούς.

Μόνο οι Βούλγαροι και οι Ρουμάνοι της εποχής φτάνανε.
Υπερδυνάμεις της εποχής. Και πήγα κι εγώ μικρή στην Τουρκία. Πόσο ήμουνα; Έντεκα;

Στην επόμενη σελίδα: Οι επιτυχίες, τα μετάλλια και ο Ολυμπιακός.

1 2

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top