4-dara

«Εθνική Ελλάδος, γεια σου!»…

Την Ελλάδα την «καθαρίζατε» από τόσο μικρή;
Μάλλον. Εδώ θυμάμαι σε πολύ μικρή ηλικία, έξι-εφτά χρονών, στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στα πενηντάρια, λέγανε στον πατέρα μου «Μην κολυμπήσει ελεύθερο κι έχει μεγάλη διαφορά. Καλύτερα τ’ άλλα στυλ, να μπορέσουνε να τη συναγωνιστούνε λίγο τα υπόλοιπα παιδιά»… Αλλά λογικό ήταν να ’χω προχωρήσει πολύ, μιας κι είχα ξεκινήσει από τόσο μικρή. Ευτυχώς, δεν έμεινα εκεί. Συνέχισα. Το πρώτο πάντως μετάλλιο το πήρα στους Βαλκανικούς στην πεταλούδα. Στο ελεύθερο με γύρισε ο Αμερικάνος που ήρθε. Αλλά ως Παγκορασίδα βήτα έκανα στα Ζαντάνσκι της Βουλγαρίας βαλκανικό ρεκόρ Γυναικών. Στα 800 πια.

Στο αγώνισμα που δοξαστήκατε.
Αφήνοντας πια την πεταλούδα, αφού και το στυλ μου εκεί δεν ήταν κι ιδιαίτερα καλό.

Δεν ήσασταν και Ρουσσάκη…
Δεν ήμουνα. Εγώ ήμουνα για το ελεύθερο, για τις αντοχές.


Διαβάστε ακόμα: Η Μις Μπάτερφλαϊ της ελληνικής κολύμβησης


Στους Άνδρες τότε είχε ήδη διαδεχτεί στις μεγάλες αποστάσεις τον Θεοδωρόπουλο ο Καρπούζης;
Ναι. Με τον Καρπούζη συνυπήρξαμε κάποιες εποχές, και μου ’κανε πάντα στρέτσινγκ πριν τις κούρσες ο καλός μου. Εγώ δεν είχα και τόσο συναγωνισμό στις μεγάλες αποστάσεις πια, η Πρωτόπαπα είχε πάει στις μεικτές, κι εγώ κολυμπούσα με τους άνδρες μέτρα συχνά. Την Αυλωνίτου λίγο την πρόλαβα, αλλά τα ρεκόρ από ’κείνη τα πήρα. Στους Βαλκανικούς πάντως πήρα πλέον το… κολάι, και τα μετάλλια σερί. Κάνοντας και μικρές αποστάσεις, για να βελτιώσω τις μεγάλες. Κι έπεφτα έτσι 100, 200, 400, 800.

Αυτό ήταν δόκιμο; Αν και οι Αμερικάνοι και όχι μόνο, κατά καιρούς, πέφτουνε σε πολλά ατομικά στους ίδιους αγώνες.
Δεν ξέρω. Εκείνο που ξέρω είναι πως εμένα με σαπίζανε έτσι. Βγαίνανε οι άλλοι μετά τους αγώνες και διασκεδάζανε, κι εγώ έμενα μέσα στο ξενοδοχείο κι έκλαιγα από την κούραση. Με τις σκυταλοδρομίες, έφτανα να κάνω δεκατέσσερα αγωνίσματα μέσα σε δυο μέρες! Και είχα Νεανίδων, Γυναικών, Πρωταθλήματα Ελλάδος, το ένα μετά το άλλο. Και πού να τολμήσω ν’ αρνηθώ να πέσω σε κανένα αγώνισμα; Να χάναμε κάνα Πρωτάθλημα από εμένα;

Μα δεν το καταλαβαίνανε τι επιβάρυνση ήσαν όλες αυτές οι υπερβολές για σας;
Δεν είχαμε επιλογή. Εδώ, ένα μήνα μετά από Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στο Εκουαντόρ, υπήρχε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα. Κι εγώ δεν άντεχα να κολυμπήσω, κι είχα πάει στην Αγγλία, να δω για την επιστήμη μου, μιας κι ήμουνα κιόλας στο πρώτο έτος της Ιατρικής. Με φέρανε άρον-άρον να πέσω, μέχρι κι ο πρόεδρος της… Ολυμπιακής ανακατεύτηκε!

Ολυμπιακός κι ο πρόεδρος της Ολυμπιακής;
Δεν καταλαβαίνανε. Με το ζόρι με ρίξανε στο νερό. Τέλειωσες αν δεν κολυμπήσεις. Στρατιώτες όλοι του Συλλόγου, του Ολυμπιακού! Και παρακολούθηση ιατρική, βοήθεια κι υποστήριξη παράλληλα, μηδέν. Άλλωστε, δεν σταμάτησα από ιατρικά λάθη; Εδώ το χέρι μου έχει μείνει σακάτικο από τις κορτιζόνες και τις ενέσεις. Σπάσανε τα πάντα. Τώρα που τα ξανασκέφτομαι όλα με τις γνώσεις τις ιατρικές που έχω, δεν έκανα τίποτα, μα τίποτα σας λέω, σωστό. Το πιο απλό παράδειγμα: σήμερα τρως μακαρόνια πριν τους αγώνες, τότε τρώγαμε κρέας… Ό,τι ανάποδο υπήρχε, το κάναμε δηλαδή. Καμία γνώση, καμία επίγνωση.

Τώρα υπάρχουν κι άλλα όμως, φοβερά.
Ναι, αλλά όλα είναι επιλογή. Ξέρεις λίγο-πολύ τι κάνεις, τι πας κάθε φορά να κάνεις. Εμείς ζήσαμε σε χρόνια βάρβαρα αθλητικά.

Οι μεγαλύτερές σας επιτυχίες; Για να μαθαίνουν οι νεότεροι, και για να μην ξεχάσουν ποτέ οι παλιοί…
Έπαιρνα, λοιπόν, τα πολλά μετάλλια στους Βαλκανικούς, με πολύ μεγάλο αντίκτυπο τότε, πόσα είναι, δεν θυμάμαι πια, 27 χρυσά, και πήρα και το ασημένιο στο Σπλιτ που λέγαμε, το πρώτο μετάλλιο που κέρδιζε ποτέ Έλληνας στους Μεσογειακούς. Και μετά μπήκα και στον Τελικό των Πανευρωπαϊκών, στο Σπλιτ πάλι, όπου και μόνο η συμμετοχή, με τις Ανατολικογερμανίδες τότε επί σκηνής, ήταν η επιτυχία της… επιτυχίας. Μετά, αν θυμάμαι καλά, ήταν οι Ολυμπιακοί της Μόσχας, που έρχομαι δέκατη. Που ευδόκησαν να με στείλουν την τελευταία, τελευταία στιγμή. Να σας πω εκεί ιστορίες, να φρίξετε.

Πείτε μία, πείτε μία…
Τι να σας πω; Πως με βάλανε στην ομάδα την τελευταία βδομάδα πριν τους αγώνες; «Τι να την κάνουμε τώρα την πιτσιρίκα μαζί;», λέγανε. Κι εγώ πήρα, μετά τον Μηγιάκη στην πάλη, μια από τις καλύτερες θέσεις απ’ όλους τους άλλους Έλληνες που ήταν μαζί. Κι έτσι κάπως συνεχίστηκε: με μια όγδοη θέση στο Παγκόσμιο, μ’ ένα χρυσό, τρία αργυρά και Μεσογειακό ρεκόρ στην Καζαμπλάνκα…

Ποιο ρεκόρ;
Το 4΄16΄ στα τετρακόσια, που τότε αυτός ήταν κι ο έκτος χρόνος στον κόσμο, πίσω από Αμερικάνες κι Ανατολικές. Και στα 800 είχα 8΄ ΄55. Και πήγα και στο Λος Άντζελες, αλλά με το χέρι μου διαλυμένο πλέον. Από την Ουγγαρία κιόλας, από την προετοιμασία με τον Μάλαμα τότε μαζί. Και πάω να πέσω στο διακοσάρι για να συνηθίσω λίγο πισίνα και κολυμβητήριο, και μόλις βρίσκομαι στο νερό, αυτό ήταν: σταμάτησα. Με είδαν όλα τα νοσοκομεία της περιοχής, υπερκόπωση, τα πάντα. Εκεί πήρα και την απόφαση του τέλους. Γιατί η μόνη λύση ήταν να κάνω το ίδιο χειρουργείο με τη Σακοράφα την ακοντίστρια. Και δεν άντεχα πια τίποτα.

«Θα ήταν αδιανόητο να αθλούνται τη σήμερον ημέρα άνθρωποι με τις συνθήκες των δικών μας εποχών. Μόνο ένας βλάκας θα μπορούσε σήμερα να συνεχίζει έτσι».
5-dara

«Εγώ ίσως συνδύαζα τα πάντα. Και πιο πολύ μέτρησε το γεγονός ότι ήμουνα πάντα πάρα πολύ υπάκουη»…

Γιατί άραγε;
Επειδή ο αθλητισμός τότε ήταν ένα πανάκριβο χόμπι, με οκτώ ώρες την ημέρα προπόνηση, με καταστάσεις ψυχοφθόρες και εξοντωτικές. Με απολαβές μηδενικές. Έπρεπε, λοιπόν, να κάνω κι ένα επάγγελμα, για να ζήσω. Δεν προερχόμουνα κι από καμιά οικογένεια εφοπλιστών. Ο πατέρας μου βιοπαλαιστής ήτανε, που δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ, για να έχει τα παιδιά του όσο μπορούσε καλύτερα. Μόνο τα ταξίδια μου που πλήρωνε απ’ την τσέπη του, φτάνανε για να είμαστε πάντα στα όρια, οικονομικά.

Ήταν η κολύμβηση τότε σαν τένις, σαν ιππασία;
Ναι, αλλά αυτοί έχουν σπόνσορες, έχουν στήριξη. Δεν πάνε, όπως εμείς τότε, αέρα… πατέρα!

Κι ο Ολυμπιακός που λατρεύετε… οικογενειακώς, τι έκανε για σας;
Ο Ολυμπιακός! Αν έχω κάνα-δυο μπουρνούζια, ζήτημα είναι. Οι ίδιοι άνθρωποι που είναι από τότε μέχρι σήμερα, που με ρίξανε και κολύμπησα στην Καλαμάτα κάποτε γιατί δεν είχανε τέταρτη στη σκυταλοδρομία, γιατρός εγώ ήδη και με το κολύμπι ήδη καιρό σταματημένο, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι με συναντάνε σήμερα και γυρίζουν το κεφάλι τους απ’ την άλλη. Τραγικό δεν είναι αυτό; Αυτοί που σπεύδανε να φωτογραφηθούν μαζί μου για λίγη… παράπλευρη δόξα. Και φέτος στο Πρωτάθλημα, που παρακολουθώ ένα κάρο παιδιά κι ομάδες, ήμουνα στο ζέσταμα μαζί με τα παιδιά, και δώσανε εντολή να με βγάλουνε έξω, οι ίδιοι οι Ολυμπιακοί οι αιώνιοι της Ομοσπονδίας…

Ευχάριστα πράγματα.
Πάρα πολύ ευχάριστα. Τους ενοχλεί όποιος δεν κάνει μόκο, κι έχει πάντα το θάρρος της γνώμης του. Με αγκαλιάσανε οι Ιταλοί και με σεβάστηκαν, κι εδώ με κοιτάνε με μισό μάτι. Πήρα κι εγώ το πτυχίο μου, να μην έχω ανάγκη κανέναν. Αλλά με φοβερό τότε πρόβλημα ψυχολογικό. Να μην μπορώ να δω πισίνα ούτε από την τηλεόραση. Πολλά, πολλά. Έβαλα ένα Χι στο όλο σύστημα, για να μπορέσω ν’ αντέξω. Αυτή, λίγο-πολύ, είναι η ιστορία μου…

Η ιστορία της Σοφίας Δάρα. Πάντως, έναν-δυο κολυμβητές έχουμε ανά γενιά τις τελευταίες δεκαετίες.
Όποιον αντέχει, δηλαδή. Αλλά σήμερα τα κολυμβητήρια δεν είναι ένα που είχαμε τότε, είναι χιλιάδες. Και χιλιάδες είναι και τα παιδιά. Σταματάνε πάντως πολλοί, όσοι δεν συνεχίζουν για τα μόρια των Πανεπιστημίων ή για οικονομικούς λόγους τον πρωταθλητισμό. Ιδανικά όπως τις παλιές εποχές δεν υπάρχουν. Βέβαια, θα ήταν αδιανόητο να αθλούνται τη σήμερον ημέρα άνθρωποι με τις συνθήκες των δικών μας εποχών. Μόνο ένας βλάκας θα μπορούσε σήμερα να συνεχίζει έτσι. Γιατί, όχι μόνο εγώ, που κάπως βγήκα στον αφρό τότε, όλα οι συναθλητές μου ήταν καταταλαιπωρημένοι, και μ’ ένα σωρό σακατιλίκια απ’ την υπερπροσπάθεια.

Και ποια υπήρξε η πιο συγκινητική στιγμή της καριέρας σας όλης;
Ήταν στους Ολυμπιακούς της Μόσχας. Όπου είχα πάει, όπως σας είχα πει, την τελευταία στιγμή, χωρίς προπονητή, κι ερχότανε ο Γιώργος ο Βρεττός, ο γιατρός με τη μεγάλη τρέλα με το κολύμπι, και μου κρατούσε κάνα χρονόμετρο, ή αγγάρευα κάνα παιδί από το πόλο… Κατάσταση φοβερή δηλαδή, και με την ψυχολογία μου φυσικά στον πάτο. Ούτε διαδρομή σχεδόν δεν μου δίνανε στις προπονήσεις. Κι είχε έρθει ο πατέρας μου μόνος του, με τον αδελφό του Μηγιάκη μάλιστα. Βίζες, ιστορίες, πράματα… Και δεν τους είχανε δώσει μια κάρτα οι δικοί μας οι έξυπνοι, να ’ρθουνε να μας δούνε, να μας πούνε ένα εμψυχωτικό «Γεια». Αλλά εκεί που ήταν ν’ ανέβω στο βατήρα για να πέσω, ακούγεται μες στη μεγάλη σιωπή, στα ελληνικά, η φωνή του πατέρα μου: «Έλα, γίγαντα!». Ακόμα και τώρα το λέω κι ανατριχιάζω. Και τον ξαναείδα τον πατέρα μου, μετά απ’ αυτό, στην Ελλάδα πια πίσω. Όταν γυρίσαμε από τον… πόλεμο, με το καλό.

//Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό «WATERSPORTS», τεύχος 10ο, Σεπτέμβριος 2005.

 

Διαβάστε ακόμα: Αμαρτίες γονέων

1 2

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top