“Wrapped Reichstag”, Christo και Jeanne-Claude

“Wrapped Reichstag”, Christo και Jeanne-Claude

Όταν η “πολιτική” περί την αρχιτεκτονική διασπάται όλο και περισσότερο σε θεωρητικές φιλονικίες και μονοθεματικές ομάδες πίεσης, ένα “άλλο” είδος αρχιτεκτονικής σκέψης και έκφρασης είναι ίσως αναγκαίο.

Προς τα πού να κοιτάξουμε λοιπόν; Η “κάλυψη” του Γερμανικού Κοινοβουλίου (Wrapped Reichstag) στο Βερολίνο είχε παράξει μια νέα τυπολογία χώρου γύρω του, προκαλώντας μια διαφορετική ανάγνωση του κτιρίου, καθώς η χειρονομία αυτή υπερέβαινε την κλίμακά του, ανέτρεπε την καθιερωμένη λειτουργία του και επαναπροσδιόριζε τον τρόπο που συνομιλούσε το κτίριο με την πόλη.

Εικαστικές παρεμβάσεις, σαν αυτή του Christo στο Reichstag, θέτουν ερωτήματα για το πώς έχει συνηθίσει να αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος το δομημένο χώρο. Αντίστοιχα, happenings – όπως η αναρρίχηση στους ουρανοξύστες διαφόρων μητροπόλεων – παρεμβαίνοντας στα κτίρια με χρήσεις ξένες προς αυτήν που υπηρετούν, μοιάζει να γεννούν έναν “άλλο” τόπο. Αυτός ο “άλλος” τόπος ανατρέπει κατά τη διάρκεια του happening την αρχική λειτουργία/εικόνα του κτίσματος και κατ’ επέκταση την εμπειρία που αυτό προκαλούσε μέχρι τότε.

Αυτή η έννοια της μεταμόρφωσης υπήρχε ανέκαθεν στο δομημένο περιβάλλον, αρκεί να αναλογιστούμε τις αλλαγές χρήσης που έχουν συντελεστεί σε ολόκληρες πόλεις, ή τμήματα πόλεων, και σε πολύ σημαντικά κτίρια στην ιστορία της αρχιτεκτονικής. Η παραπάνω θεώρηση εκφράζει την αντίθεση στο “αναμφισβήτητο”, στη λογική του “αμετάβλητου χρόνου”. Οι σχολαστικά κανονιστικές σχέσεις στο αρχιτεκτονικό prozess αποκλείουν κάθε έννοια πειραματισμού, καινοτομίας και ρευστότητας. Έτσι παύουν να προκύπτουν νέες αφηγήσεις και, μαζί τους, καινούργιες ενδιαφέρουσες αναγνώσεις.

“Copenhagen Concert Hall, του Ateliers Jean Nouvel

“Copenhagen Concert Hall”, του Ateliers Jean Nouvel.

Όμως, η κατοίκηση δεν είναι μια “ντετερμινιστική” διαδικασία “κατοχής” χώρου, αντίθετα, οφείλει να εμπεριέχει την εφευρετικότητα, την επινόηση “γεγονότων”, την ικανοποίηση των αισθήσεων και των συναισθημάτων με έναν ανανεωτικό τρόπο. Το μείζον στη σύγχρονη πόλη έγκειται ακριβώς στην αμείλικτη ανάγκη για αλλαγή, η οποία θα αντανακλά τις απαιτήσεις για μια νέα, συναρπαστική σελίδα για την αστική καθημερινότητα.

Η συλλογική “αισθητική” είναι απόρροια της συλλογικής ηθικής, σχετίζεται με τον τρόπο που ζούμε, που αλληλοεπιδρούμε μεταξύ μας και με το περιβάλλον, το δομημένο και το φυσικό.

Σήμερα, ακόμα και όταν πραγματοποιούνται φιλόδοξες πολεοδομικές αναπλάσεις, με σκοπό τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης της πόλης με την κουλτούρα της, τις περισσότερες φορές παράγονται χωρικές μεταμορφώσεις που εντέλει απομακρύνουν κάθε ενδεχόμενη προοδευτική τάση που μπορεί να αναπτυχθεί στο νέο αυτό χώρο. Όταν εκλείπει η πνευματική και αισθησιακή εγρήγορση του κατοίκου της πόλης ενόσω περιπλανιέται σε αυτή, τούτο σημαίνει απλώς ότι απουσιάζουν οι “απρόβλεπτοι” παράγοντες, εκείνοι οι “καταλύτες” που ενεργοποιούν τη δημιουργία “καταστάσεων”, ερεθίζοντας τα συλλογικά αντανακλαστικά και πυροδοτώντας το ενδιαφέρον.

Την ίδια στιγμή, η αθέλητη ή ηθελημένη “αδιαφορία” για την ουσιαστική ζωογόννηση των ιστορικών αστικών κέντρων με κέντρο βάρους τον άνθρωπο συνεπάγεται την απώλεια της ιστορικής μνήμης, παγιδεύοντας την πόλη και μαζί την κοινωνία σε ένα παρόν χωρίς παρελθόν, σε ένα μέλλον χωρίς στίγμα. Η εμπορευματοποίηση του παρελθόντος δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως ιστορικό αφήγημα, οι αποσπασματικές ιστορικίζουσες επεμβάσεις σε τμήματα του πολεοδομικού ιστού δεν ωφελούν.

Διαβάστε ακόμα: Πώς θέλουμε τις τουριστικές κατασκευές στη μετά την κρίση εποχή; Μια συνένετευξη με τον Εθνικό Επίτροπο Γιάννη Αίσωπο.

St. Petersburg Pier, των BIG architects

St. Petersburg Pier, των BIG architects.

Είναι αληθές ότι η συλλογική “αισθητική” είναι απόρροια της συλλογικής ηθικής, σχετίζεται με τον τρόπο που ζούμε, που αλληλοεπιδρούμε μεταξύ μας και με το περιβάλλον, το δομημένο και το φυσικό. Η δυτική κοινωνία βίωσε τα τελευταία χρόνια -και μάλλον βιώνει ακόμη- μια περίοδο έντονων μετασχηματισμών, καθώς επεδίωξε να αφήσει πίσω της την αρχιτεκτονική της “πράξης” και να αναζητήσει την αρχιτεκτονική του “μέλλοντος” – ταυτόχρονα απομακρύνθηκε από το αυθεντικό.

Ωστόσο, δεν μπόρεσε να δώσει ολοκληρωμένες απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα, όπως: Πώς μπορούμε άραγε να κάνουμε αρχιτεκτονική της εποχής μας, πράγματι για την εποχή μας; ΄Η, αν υποθέσουμε ότι για το παρελθόν γνωρίζουμε τι σημαίνει “αρχιτεκτονική και παράδοση”, σήμερα τι ορίζουμε ως σύγχρονη αρχιτεκτονική, ποιες ρητορικές ανταποκρίνονται καλύτερα στις νέες προκλήσεις; Ή, επίσης, ποιος οφείλει να είναι ο βαθύτερος ρόλος της αρχιτεκτονικής στην πόλη, πώς μπορεί να επηρεάσει επί της ουσίας την αστική εμπειρία;

Θεωρητικοί της αρχιτεκτονικής και αρχιτέκτονες θα πρέπει να προκαλέσουν δημόσιο διάλογο για το ποιες επιλογές συνιστούν κατάλληλες σχεδιαστικές “κατευθύνσεις” που εναρμονίζονται με τις κοινωνικές πλευρές της ύπαρξής μας.

Αν όντως θέλουμε να επανεξετάσουμε εκ βάθρων τα θεωρητικά ζητήματα της αρχιτεκτονικής, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να ασχοληθούμε εντατικά με τον τρόπο που σκεφτόμαστε, που επιλέξαμε (ή οδηγηθήκαμε) να ζούμε. Αυτός είναι που μας χαρακτηρίζει, που μας προδίδει. Οι πόλεις και η αρχιτεκτονική μορφοποιούνται ως υλικοί χώροι μέσω της σύντηξης των απόψεων και των εμπειριών μας. Δηλαδή των διαδικασιών της θεωρίας και της πράξης.

“New National Gallery/Ludwig Museum”, αρχιτέκτονες: SANAA και Snøhetta

“New National Gallery/Ludwig Museum”, αρχιτέκτονες: SANAA και Snøhetta.

Είναι, επομένως, κεφαλαιώδες να εξετάσουμε τις διαδικασίες που διαχωρίζουν τα πεδία της θεωρίας από εκείνα της υλικότητας – πόσω μάλλον όταν τα πολώνουν, οξύνοντας τις “αποστάσεις” μεταξύ τους – ούτως ώστε οι μηχανισμοί της μετάφρασης από το πρώτο στο δεύτερο να μπορούν να μελετηθούν. Μόνο τότε θα καταστεί εφικτό να μάθουμε με ποια μορφή και για ποιους λόγους οι μηχανισμοί αυτοί συντηρούνται και πως θα μπορούσαν, ή δεν θα μπορούσαν, να μετασχηματιστούν.

Οι θεωρητικοί της αρχιτεκτονικής, οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες, θα πρέπει να προκαλέσουν δημόσιο διάλογο για το ποιες επιλογές συνιστούν κατάλληλες σχεδιαστικές “κατευθύνσεις” που εναρμονίζονται με τις κοινωνικές και πολιτισμικές πλευρές της ύπαρξής μας, αλλά και για να κατανοήσουν τα εργαλεία με τα οποία αυτές οι επιλογές θα μπορούσαν να υλοποιηθούν. Είναι βέβαιο ότι εδώ προσφέρεται ικανός χώρος για διατύπωση διαφορετικών απόψεων, για συσχετίσεις, για πλουραλισμό και ποικιλία.

“Caixa Forum”, των Herzog & de Meuron

“Caixa Forum”, των Herzog & de Meuron.

Η μελέτη των “διαφορετικών θέσεων” θα μπορούσε να οδηγήσει στη διερεύνηση μιας “νέας πολιτικής” για τον αστικό σχεδιασμό και την αρχιτεκτονική, ανοιχτής στις διαφορετικές σημασίες και ερμηνείες τόσο του φανταστικού όσο και του υλικού χώρου. Η επανεξέταση των “θέσεων” αυτών υπό το πρίσμα “νέων”, μη συμβατικών εννοιολογήσεων για τον αρχιτεκτονικό χώρο, μπορεί αντίστοιχα να ανιχνεύσει “νέα” όρια σκέψης πέραν των αντιθετικών, και μάλλον δογματικών, τα οποία συνήθως ενυπάρχουν σε τόσα πολλά θεωρητικά σχήματα ή ιδεολογήματα.

Από το να συζητάμε, αυτοπεριοριζόμενοι, μόνον για αμοιβαία αποκλειόμενες περιοχές – λόγω ακριβώς των αντιθετικών τους χαρακτηριστικών – τα “νέα” αυτά όρια θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σε ανοιχτά ή και απροσδιόριστα πεδία προβληματισμού, περισσότερο αλληλοεπικαλυπτόμενα και ρευστά, ίσως συμπληρωματικά, πιθανότατα πιο ενδιαφέροντα.

Διαβάστε ακόμα: Η πόλη δεν είναι μόνο για τους «κανονικούς», αλλά για όλους.

“Vertical Living”, αρχιτέκτονες: Potiropoulos + Partners

“Vertical Living”, αρχιτέκτονες: Potiropoulos + Partners.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top