Φωτογραφία: Joana Coccarelli/Flickr

«Η κοινωνία», έλεγε ο διατροφολόγος Jacques Trémolières, «από τη μια δημιουργεί παχύσαρκους κι από την άλλη δεν τους ανέχεται». Φωτογραφία: Joana Coccarelli/Flickr

Πριν από κάποια χρόνια, ο Ζακ Σιράκ δήλωνε ότι στην πολιτική του καριέρα το «στεγνό» παρουσιαστικό του αποτέλεσε μειονέκτημα. Το εκλογικό σώμα, ισχυριζόταν, έχει προτίμηση στους «στρογγυλούς» πολιτικούς. Η δήλωση αυτή έχει επικυρωθεί από σωρεία ερευνών, οι οποίες δείχνουν ότι οι παχουλοί θεωρούνται εν γένει πιο ευπροσήγοροι στη συναναστροφή τους, πιο εύκολοι στην επικοινωνία και πιο συμπαθητικοί απ’ τους λιπόσαρκους. Η μπουρδολογία του Καραμανλή του Μικρού υπερίσχυσε σε δυο εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ ο Βενιζέλος κι ο Πάγκαλος ισορροπούν τις επιδόσεις του αθληταρά πρώην αρχηγού τους. Και παλιότερα, ο Ζαμπέτας, όταν ένα περίφημο μανεκέν του YSL βάρους 39 κιλών σύχναζε στο μαγαζί του, την υποδεχόταν από μικροφώνου με το αμίμητο: «Καλώς το καράβι με τα κόκαλα»!

Ωστόσο, στις διακοπές έχουμε πιάσει ουκ ολίγες φορές τον εαυτό μας να στραβοκοιτάει τους χοντρούς της παραλίας. «Η κοινωνία, έλεγε ο διατροφολόγος Jacques Trémolières, από τη μια δημιουργεί παχύσαρκους κι από την άλλη δεν τους ανέχεται». Στις ΗΠΑ, η πρόεδρος του συλλόγου για τα δικαιώματα των παχύσαρκων ισχυρίστηκε ότι στη χώρα της «είναι πιο δύσκολο να είσαι χοντρός παρά μαύρος».

Τι συμβαίνει; Τους χοντρούς τους αγαπάμε ή τους μισούμε; Ούτε το ένα ούτε το άλλο, μα και τα δύο ταυτόχρονα. Η εικόνα που έχουμε γι’αυτούς είναι αμφίθυμη. Και κατά πάσα πιθανότητα, έτσι ήταν πάντα, παγκοσμίως, κι αυτό για ένα θεμελιώδη λόγο: ο όγκος τους στα μάτια των άλλων φανερώνει την ποσότητα της τροφής που, δικαίως ή αδίκως, καταναλώνουν σε σχέση με το τι τους αναλογεί. Οπότε, τους υποψιαζόμαστε. Μπορούν να διαλύσουν αυτήν την υποψία μόνο αν δεχτούν να παίξουν τους κοινωνικούς ρόλους που περιμένουμε απ’ αυτούς. Για παράδειγμα, τους χοντρούς σεφ και τους πολιτικούς ο κόσμος τούς βλέπει με καλό μάτι. Και, για να το χοντρύνουμε, αν η ιδιότητα του ευτραφούς ανθρώπου προϋποθέτει άσκηση εξουσίας ή ισχύος, παύει να είναι «χοντρός» και γίνεται «δυνατός». Ας πούμε –θου Κύριε– ο Βαγγέλης Μαρινάκης.

Στις ΗΠΑ, η πρόεδρος του συλλόγου για τα δικαιώματα των παχύσαρκων ισχυρίστηκε ότι στη χώρα της «είναι πιο δύσκολο να είσαι χοντρός παρά μαύρος».

Πέρα από τη δύναμη, ένας άλλος τρόπος απόδοσης στην κοινωνία των «οφειλομένων» είναι υπό μορφή θεάματος ή γελοιοποίησης. Ας πούμε ο W.C. Fields ή ο Oliver Hardy. Άλλοι πόνταραν στην αμφισημία καλού/κακού: λόγου χάριν ο Orson Welles ή ο Marlon Brando.

Στην πραγματικότητα, στο πλαίσιο της ομάδας, ο «χοντρούλης» συνιστά μια ενσωματωμένη παρέκκλιση: ως ο εξ απορρήτων, ο κλόουν, η μασκότ, το αλεξικέραυνο. Είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για να γίνει αποδεκτός.

Εκτός από την εικόνα του καλόκαρδου χοντρού, υπάρχουν και στερεότυπα που αφορούν στον «κακό». Οι περιγραφές τον θέλουν άλλοτε γκροτέσκο, άλλοτε θηριώδη, άλλοτε διεστραμμένο. Το αποκορύφωμα, βέβαια, είναι όταν ξεπερνάει την εικόνα του κλέφτη των αγαθών των άλλων (ο μαυραγορίτης, ο λαθρέμπορος, ο κερδοσκόπος) και γίνεται δράκος, βαμπίρ ή σαρκοβόρο. Είναι ο σκληρός καπιταλιστής που πίνει το αίμα των εργαζομένων. Οι γυναίκες τον προτιμάνε, γιατί προσφέρει την ασφάλεια που προκύπτει απ’ την περίσσεια.

Και μια λεπτομέρεια: Ο χοντρός που σέβεται τον εαυτό του δεν αδυνατίζει, γιατί γίνεται σαν όλους τους άλλους. Χάνοντας σε όγκο, πνίγεται στη μάζα.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top