«Το πρώτο πρωινό ξεκινήσαμε για την πρώτη μας ανάβαση μέσα στον παγετώνα προκειμένου να κερδίσουμε υψόμετρο και να συνεχίσουμε τον εγκλιματισμό μας».

    «Το Έβερεστ για μένα είναι μόνο η αρχή όλων όσων θέλω να κάνω στη ζωή μου. Το Έβερεστ θα μου δώσει απλά μια ώθηση για να ξεκινήσω. Όταν ανέβεις στην κορυφή του κόσμου μπορείς να δεις ξεκάθαρα όλο τον υπόλοιπο κόσμο». Αυτό είχε πει τον περασμένο Δεκέμβριο στον Άκη Τεμπερίδη, όταν προετοιμαζόταν με σκοπό να φτάσει στην υψηλότερη κορυφή του Έβερεστ. Στην κορυφή του κόσμου.

    Τον Μάιο η προσπάθειά της είχε φτάσει στο τέλος και μια ανάσα πριν την επίτευξή της. Η Κική Τσακαλδήμη άγγιξε τα 8.250 μέτρα, 600 μέτρα από την κορυφή των κορυφών, προτού οι καιρικές συνθήκες τη σταματήσουν. Αλλά δεν απογοητεύτηκε. Άλλωστε όπως μας είχε πει τότε «μόλις έκανα τα πρώτα μου βήματα, άρα αυτό είναι μόνο η αρχή και θα δούμε πια είναι τα επόμενα».

    Και τώρα, αφού πέρασαν δύο μήνες, ξεκουράστηκε και βλέπει τα πράγματα πιο καθαρά, περιγράφει στο blog της μέσα από 4 στάδια, βήμα-βήμα αυτή την περιπέτειά της.

    «O παγετώνας Κούμπου είναι μια τεράστια περιοχή αποτελούμενη από κατακόρυφους όγκους πάγου που υψώνονται μπροστά σου, σαν βουνά και δημιουργούν ένα συνεχόμενο λαβύρινθο που είναι σχεδόν αδύνατο να βγεις από κει αν δεν συνοδεύεσαι από κάποιον έμπειρο οδηγό».

    Στάδιο 2. Εγκλιματισμός-Ανάβαση Camp 2 & 3

    H κατασκήνωση βάσης (ΕΒC) βρίσκεται γύρω στα 5365 μ. Μετά τη δεκαήμερη πεζοπορία από τη Λούκλα ως το EBC, χρειαζόμασταν λίγες μέρες παραμονής στο ΕΒC για ανάπαυση και ανάκτηση δυνάμεων ώσπου να προσαρμοστεί το σώμα μας στην έλλειψη οξυγόνου. Εν τω μεταξύ, οι γιατροί του παγετώνα ή αλλιώς οι Icefall Doctors, όπως αποκαλείται η εξειδικευμένη ομάδα Σέρπα, από την SPCC, οι οποίοι είναι οι αρμόδιοι για τη διάνοιξη της διαδρομής μέσα από τον παγετώνα και την τοποθέτηση σταθερών σχοινιών και αλουμινένιων πτυσσόμενων σκαλών, από το EBC στην κατασκήνωση 2 ( C2), είχαν πέσει με τα μούτρα στη δουλειά, όσο ο καιρός τους το επέτρεπε.

    Εκμεταλλευόμενοι αυτό το διάστημα αναμονής, κάναμε εξάσκηση με το τζουμάρ* στα κατακόρυφα, τοιχώματα πάγου, που υπήρχαν στην αρχή του παγετώνα Κούμπου όπου η πρόσβαση ήταν δυνατή και χωρίς τα σταθερά σχοινιά. Ο καιρός ήταν λίγο πολύ σταθερός εκείνες τις μέρες. Σύντομα η διαδρομή προς το C2 ήταν επιτέλους ανοικτή. Έτσι το πρώτο πρωινό μετά τη διάνοιξη ξεκινήσαμε για την πρώτη μας ανάβαση μέσα στον παγετώνα προκειμένου να κερδίσουμε υψόμετρο και να συνεχίσουμε τον εγκλιματισμό μας.

    «Προχωρούσαμε αργά και σταθερά, ενώ η αναπνοή γινόταν τόσο δύσκολα που σχεδόν κάθε είκοσι βήματα έπρεπε να σταματώ για να βρω πάλι την ανάσα μου».

    O παγετώνας Κούμπου είναι μια τεράστια περιοχή αποτελούμενη από κατακόρυφους όγκους πάγου που υψώνονται μπροστά σου, σαν βουνά και δημιουργούν ένα συνεχόμενο λαβύρινθο που είναι σχεδόν αδύνατο να βγεις από κει αν δεν συνοδεύεσαι από κάποιον έμπειρο οδηγό που γνωρίζει τη διαδρομή, παρόλο που και αυτή κάθε χρόνο αλλάζει αφού και ο παγετώνας μετακινείται συνεχώς. Αυτό είναι και το επικίνδυνο μέρος της όλης διαδικασίας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σάτυα μιας και οι πάγοι ξαφνικά αποκολλούνται, δημιουργώντας τεράστια ρήγμα στα οποία κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή να πέσεις και να χαθείς στην καρδιά της γης. Γι αυτό το λόγο πολλές από τις αποστολές στο Έβερεστ αποφεύγουν την συγκεκριμένη διαδρομή κατά τη διαδικασία του εγκλιματισμού τους (στο σταδιακό ανέβασμα σε μεγαλύτερα υψόμετρα από την κατασκήνωση βάσης, μέχρι το σώμα να συνηθίσει στην έλλειψη οξυγόνου) και επιλέγουν να ανεβούν σε κάποια από τις γειτονικές κορυφές, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο.

    Με το που περάσαμε το σημείο στο οποίο φοράμε τα κραμπόν**, έπαθα σοκ με αυτό που έβλεπα μπροστά μου. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πως κατάφεραν οι Icefall Doctors να διανοίξουν τη συγκεκριμένη διαδρομή μέσα σε αυτό το χάος. Ήταν ένας πραγματικός λαβύρινθος. Τους θαύμασα! Σύντομα φτάσαμε και στις διάσημες σκάλες οι οποίες δυστυχώς ήταν πολλές. Και έπρεπε να τις διασχίσουμε όλες. Οι οριζόντιες σκάλες ενώνουν τις δύο πλευρές τεράστιων πηγμάτων και όταν τις διασχίζεις κάτω από τα πόδια σου βλέπεις το απόλυτο κενό. Η διαδρομή ήταν μαρκαρισμένη με κόκκινες σημαίες και τα λευκά σταθερά σχοινιά ήταν σαν αγριεμένα φίδια που έβγαιναν μέσα από τον πάγο.

    «Η εξάντληση ήταν τόσο έντονη στο κορμί μου που ήθελα μόνο μα βρεθώ στην σκηνή μου και να κοιμηθώ. Το πλάνο ήταν να κοιμηθούμε εκεί τρία βράδια, στα 6400 μ.».

    Προχωρούσαμε αργά και σταθερά, ενώ η αναπνοή γινόταν τόσο δύσκολα που σχεδόν κάθε είκοσι βήματα έπρεπε να σταματώ για να βρω πάλι την ανάσα μου. Δεν είχα εγκλιματιστεί ακόμη και η κόπωση ήταν ένα από τα συμπτώματα. Εκείνη την πρώτη μέρα φτάσαμε μέχρι τα 5700μ όπου και επιστρέψαμε στην κατασκήνωση βάσης(ΕΒC).Μετά από λίγες μέρες ξεκινήσαμε για δεύτερη φορά την ανάβαση μας μέσα από τον παγετώνα και φτάσαμε μέχρι τα 6000μ, λίγο πριν την κατασκήνωση 2 (C2).

    Την επόμενη εβδομάδα ήταν έτοιμο και το C2 από την ομάδα των Σέρπα μας. Στήθηκαν δηλαδή οι σκηνές, μεταφέρθηκαν τα τρόφιμα, ο εξοπλισμός μας και το οξυγόνο. Τώρα πια ένιωθα δυνατή καθώς εγκλιματιζόμουν όλο και καλύτερα και η ανάβαση στο C1 (6100μ) έγινε πιο άνετα. Το C1 βρίσκεται πάνω σε παγετώνα που από μακριά μοιάζει σαν μια παγωμένη θάλασσα με τις σκηνές που στέκονται στην κορυφή των κυμάτων. Εκεί κάναμε μια σύντομη 15’ στάση για νερό και ανάπαυση και συνεχίσαμε προς το C2.Είχαμε επιλέξει να μην κοιμηθούμε στι C1. Θα συνεχίζαμε απευθείας για το C2. Η διαδρομή από το C1 στο C2 είναι πιο βατή, με λιγότερες σκάλες και ρήγματα αλλά εν τέλει αποδείχθηκε μια ατελείωτη και διαδρομή πάνω σε ένα παγωμένο λιβάδι. Εκείνη την μέρα, τρομερά αφυδατωμένη, χρειάστηκα 11 ώρες για να φτάσω στο C2. Η εξάντληση ήταν τόσο έντονη στο κορμί μου που ήθελα μόνο μα βρεθώ στην σκηνή μου και να κοιμηθώ. Το πλάνο ήταν να κοιμηθούμε εκεί τρία βράδια, στα 6400μ.

    «Περάσαμε το bergshrund χρησιμοποιώντας τη σταθερή, μεταλλική σκάλα και τα σχοινιά, χτυπώντας δυνατά τα κραμπόν μας στον σκληρό μπλε πάγο. Ένα σημείο από το οποίο σίγουρα κανείς μας δεν ήθελε να ξανά περάσει».

    Τη δεύτερη ημέρα κατευθυνθήκαμε ψηλότερα προς την πλαγιά του Λότσε (Lhotse Face). Το C2 βρίσκεται στο Western cwm μια σχετικά επίπεδη κοιλάδα πάγου, στους πρόποδες του μετώπου Λότσε. Το “Lhotse Face” ξεκινάει απότομα εκεί που τελειώνει η παγωμένη κοιλάδα και υψώνεται ένα τεράστιο κατακόρυφο ρήγμα, το λεγόμενο «bergschrund». Αυτό είναι και το σημείο από όπου ξεκινάνε πάλι τα σταθερά σχοινιά που οδηγούν μέχρι την κορυφή του Έβερεστ (Από το C1 ως και το σημείο αυτό δεν υπάρχουν σταθερά σχοινιά ). Περάσαμε το bergshrund χρησιμοποιώντας τη σταθερή, μεταλλική σκάλα και τα σχοινιά, χτυπώντας δυνατά τα κραμπόν μας στον σκληρό μπλε πάγο. Το σημείο αυτό ήταν ένα σημείο από το οποίο σίγουρα κανείς μας δεν ήθελε να ξανά περάσει.

    Ο παγωμένος άνεμος μας σφυροκοπούσε απ’ όλες τις πλευρές. Ακόμα και με το βαρύ μου ρουχισμό ένιωθα τα πρώτα συμπτώματα κρυολογήματος. Η αναπνοή γινόταν δύσκολα και κάθε βήμα ήταν και μια υπερπροσπάθεια. Έχουμε αγγίξει τα 7000 μέτρα (λίγο κάτω από το C3) και ένιωθα τόσο υπερήφανη, που σχεδόν πετούσα από τη χαρά μου! Αυτό είναι το μεγαλύτερο υψόμετρο που είχα φτάσει ποτέ. Μετά από μια σύντομη ανάπαυση επιστρέψαμε στο C2. Άλλη μια νύχτα στο C2 και το επόμενο πρωί πήραμε το δρόμο της επιστροφής επαναλαμβάνοντας την ίδια διαδρομή μέσω του παγετώνα Κούμπου, πίσω στην EBC. Έτσι ολοκληρώσαμε τη φάση εγκλιματισμού μας. Τώρα το μόνο που έπρεπε να κάνουμε ήταν να περιμένουμε να τοποθετηθούν από την ειδική ομάδα Σέρπα τα τελικά σχοινιά ως την κορυφή και φυσικά το πολυπόθητο “παράθυρο” καλού καιρού για την τελική προσπάθεια προς την στέγη του κόσμου, τα 8848μ. Δεν κρατιόμουν!

    * Τεχνική αναρρίχησης με τη χρήση συγκεκριμένου εξοπλισμού, του Τζουμάρ.
    ** Ειδικά καρφιά που προσαρμόζονται στις ορειβατικές μπότες προκειμένου να είναι δυνατή η ανάβαση σε πάγο.

     

    Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος της προσπάθειας της Κικής Τσακαλδήμη να κατακτήσει την κορυφή του κόσμου.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top