Όταν ο Αιμίλιος Χειλάκης αναφέρεται στη γυναίκα του Αθηνά Μαξίμου και στους Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, Μανώλη Δούνια και Γιώργο Μπλανά, νιώθεις αυτό το «άνευ όρων» της ζωής, την a priori εμπιστοσύνη και αυθεντική αγάπη.

Από απόσταση, τον ένιωθα πιο απόμακρο από ό,τι είναι, πιο κλειστό και πιο… σταρ. Είναι εξωστρεφής, ομιλητικός, γήινος, ισορροπημένος και πολιτικοποιημένος. Και τόσο διαβασμένος που δεν τον προλαβαίνεις… Ειλικρινά, φαντάζομαι ότι οι δικοί του άνθρωποι δεν παλεύουν εύκολα έναν διάλογο μαζί του. Όμως και πάλι, δεν είναι τα λόγια τα κυρίαρχα στη ζωή του, αλλά οι πράξεις. Ορίζει δηλαδή τον εαυτό του «επί παραδείγματι» – με τις πράξεις που κάνει. Και αυτή είναι η αλήθεια – όλοι από τις πράξεις μας οριζόμαστε και φυσικά κρινόμαστε. Πιστός φίλος, σύντροφος, συνεργάτης – όταν αναφέρεται στη γυναίκα του Αθηνά Μαξίμου και στους Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, Μανώλη Δούνια και Γιώργο Μπλανά, νιώθεις αυτό το «άνευ όρων» της ζωής, την a priori εμπιστοσύνη και αυθεντική αγάπη.

Είναι στον επιτυχημένο «Φάρο» για δεύτερη χρονιά και σαν επίμονος κηπουρός, επιμένει να αναφέρεται στην τεχνική και στην πειθαρχία. Και στην αποστολή του να πει μια ιστορία με τα καλύτερα μέσα, για να σε αφήσει έτσι να νιώσεις ό,τι θέλεις. Και να σε συγκινήσει. Και σίγουρα πετυχαίνει να σε αγγίξει ως και να σε ταράξει με το άκρως διεισδυτικό του βλέμμα που εναλλάσσεται με μαεστρία με καγχασμούς, σχεδόν, απόκοσμους.

«Όταν καταλάβεις ότι τίποτα δεν τυχαίνει, αλλά πετυχαίνει, τότε είσαι πια, περισσότερο σοφός».

-Ο ρόλος σου στον «Φάρο» έμοιαζε κομμένος και ραμμένος πάνω σου. Εσύ το αισθάνεσαι αυτό; Πότε, δηλαδή, ένας ρόλος σού πηγαίνει περισσότερο, πότε είσαι πάρα πολύ καλός και πότε ίσως λιγότερο καλός;

Δεν λειτουργεί έτσι ακριβώς. Ένας ηθοποιός αισθάνεται, καταρχάς, αν κάθε βράδυ στην παράσταση έκανε αυτό που έπρεπε να γίνει – εκεί βαθμολογεί τον εαυτό του. Τώρα το τι αντίκτυπο μπορεί να έχει αυτό, ποικίλλει. Θα σου πω πάντως ότι σε κάθε παράσταση ακούμε και διαφορετικές κριτικές, κάτι μάλλον αστείο για να βγάλεις συμπέρασμα.

Αυτό οφείλεται σε εσάς τους ηθοποιούς ή στην ψυχολογία του θεατή;

Ούτως ή άλλως άνθρωποι είναι και από τις δύο πλευρές – τριακόσιοι από κάτω και πέντε επάνω στη σκηνή. Οι ενέργειες κυκλοφορούν. Εμείς πάντως ακόμη και τις χειρότερες μας ημέρες προσπαθούμε να σου πούμε την ιστορία που είναι και το βασικό.

 –Αυτή δεν είναι η δουλειά σας εξάλλου;

Ασφαλώς. Η δουλειά μου δεν είναι να είμαι σπουδαίος, εξαιρετικός, μάγκας, γοητευτικός – αυτό είναι αποτέλεσμα του συνόλου. Όποιος ηθοποιός πηγαίνει να το παίξει ροκ σταρ επί σκηνής είναι σε λάθος επάγγελμα. Όσοι παίζουμε στον «Φάρο» είμαστε απλά ηθοποιοί που θέλουμε να πούμε μια ιστορία, έτσι όπως την έχουμε δομήσει. Είμαστε και σε μια ηλικία πια που δεν αποζητούμε κάτι άλλο.

 –Έχεις περάσει δηλαδή μικρότερος τις φάσεις του ναρκισσισμού;

Βέβαια, είναι αναπόφευκτο αυτό. Εξάλλου, πρέπει να είσαι «ανάπηρος» για να μην τις ζήσεις. Νιώθεις υπερήφανος για όσα ωραία σου τυχαίνουν χωρίς να συνειδητοποιείς τότε ότι απλώς «σου έτυχαν». Όταν καταλάβεις ότι τίποτα δεν τυχαίνει, αλλά πετυχαίνει, τότε είσαι πια, περισσότερο σοφός. Και έχω να πω ότι όταν πετυχαίνει κάτι το πανηγυρίζεις λιγότερο από όταν τυχαίνει.

Δεύτερος χρόνος για το “Φάρο” του Κόνορ Μακφέρσον, στο Θέατρο Αθηνών. Το έργο έκανε πρεμιέρα το 2006 στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, στο Λονδίνο και ακολούθως το 2007 στη Ν. Υόρκη, στο Μπρόντγουεϊ.

Γιατί το «πριν» το ονομάζεις μόνο τύχη;

Το μεταφράζω έτσι γιατί τότε δεν είχες την εμπειρία ούτε τη βαθιά γνώση για το τι είναι υποκριτική, ότι είναι ένα σύνολο κανόνων, που ο κάθε ηθοποιός βεβαίως, με την προσωπικότητά του, τους εξασκεί. Τα κάνεις όλα ενστικτωδώς, χωρίς επίγνωση. Εγώ καταλαβαίνω όταν ένας ηθοποιός είναι καλός, επειδή ο «κανόνας» του έχει αποτέλεσμα.

 –Μπορεί ένας ηθοποιός να είναι πειθαρχημένος, να έχει ταλέντο, να ακολουθεί τον κανόνα και να μην έχει αποτέλεσμα;

Ναι, μπορεί να συμβεί, γιατί αυτά είναι ωσμώσεις, δεν είναι συνταγή – λίγο να φυσήξει παράξενα ο βοριάς, δεν ξέρεις πού θα πάει την ενέργεια.

 –Εσύ πότε άρχισες να χαράζεις τη δική σου διαδρομή ως ηθοποιού και έδωσες το δικό σου στίγμα;

Όταν μετά από μια μακρά μαθητεία κοντά σε σπουδαίους σκηνοθέτες και ανθρώπους του θεάτρου, αποφάσισα να πω κι εγώ τη γνώμη μου πάνω στα πράγματα. Ήρθε η στιγμή που σκέφτηκα: «αγαπημένοι μου δάσκαλοι, έμαθα τα πολύ στραβά σας και τα πολύ καλά σας, κατάλαβα πολλά πράγματα, μου επιτρέπετε τώρα να πω τη γνώμη μου πάνω σ’ αυτά;». Κι άρχισα είτε να πρωταγωνιστώ είτε να σκηνοθετώ και να λέω τι ακριβώς πιστεύω, για το τι είναι η εκάστοτε ιστορία.

«Μετά τα 30 δεν μπορείς να λες έναν ηθοποιό ταλαντούχο, είναι κάτι πολύ λίγο».

-Καταλαβαίνω σκηνοθετικά πώς μπορείς να πεις τη γνώμη σου. Ως ηθοποιός, όμως, που πρέπει να ακολουθήσεις τις οδηγίες του σκηνοθέτη, εκεί πώς την εκφράζεις;

 Ως ηθοποιός εκφράζεις με το σύνολο των δικών σου τεχνικών, τον τρόπο με τον οποίο θέλει ο σκηνοθέτης σου να βγει κάτι. Εσύ πρέπει να έχεις τα όπλα σου, δεν παίζουμε στα κουτουρού. Στα κουτουρού εγώ έπαιζα στην τηλεόραση, γι’ αυτό δεν μ’ αρέσει να ξανακάνω τηλεόραση. Γιατί εκεί δεν προλαβαίνεις ούτε πρόβα να κάνεις – είναι πολύ γρήγορος ο τρόπος. Και δεν μιλάω για μια ταινία, όπου μπορεί να κάνεις πρόβα και ένα μήνα, που λέει ο λόγος. Μιλώ για τη μικρή οθόνη. Έτυχαν, λοιπόν εκεί τα πράγματα –που λέγαμε και πριν – δεν πέτυχαν.

-Εγώ νομίζω ότι τα πράγματα είναι θέμα ταλέντου: αν δεν μπορούσες να το κάνεις, δεν θα πετύχαινε.

Εσύ πώς ορίζεις το ταλέντο;

-Ως μια ευχέρεια.

Ωραία, κοντά είμαστε. Ταλέντο είναι η καταρχήν πρόθεση. Ταλέντο είναι να θέλεις. Ο ταλαντούχος, στα 20 του, θέλει. Και τον βλέπεις να έχει μια φλόγα. Πρέπει στα 30 του να αποκτήσει μια τεχνική, ειδάλλως θα παραμείνει ταλέντο. Μετά τα 30 δεν μπορείς να λες έναν ηθοποιό ταλαντούχο, είναι κάτι πολύ λίγο…

Ο κύριος Λόκχαρτ του Αιμίλιου Χειλάκη, ένας ρόλος συμβολικός, αντισυμβατικός και ακραίος.

-Στον «Φάρο» υποδύεσαι τον διάβολο. Προσωπικά τον αισθάνθηκα σαν τη συνείδησή μου…

Δεν ξέρουμε ακριβώς τι είναι αυτός ο ρόλος, ο συγγραφέας δεν τον περιγράφει πουθενά. Λέει ότι είναι ο «όφις στον κήπο», το «τέκνο της αυγής»…  Είδες λοιπόν που ο κάθε θεατής το προσλαμβάνει διαφορετικά; Η ιστορία είναι εκεί για να μαθαίνουμε κάποια πράγματα σε σχέση με το πώς σκεφτόμαστε. Γι’ αυτό και τα πράγματα είναι ανοιχτά – κάτι πολύ σοφό αυτό από τον Κωνσταντίνο (σ.σ. Μαρκουλάκη). Δεν είπε δηλαδή, να, αυτός είναι ο διάβολος και θα τον σκηνοθετήσω. Ο συγγραφέας  άλλωστε λέει ότι αυτός είναι το τέκνο της αυγής, ο εωσφόρος, αυτός που φέρει το φως, σαν Προμηθέας. Δεν είναι φοβερό αυτό;

-Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι.

Μα έτσι τον λέει και η Εκκλησία – εωσφόρο, πεπτωκότα άγγελο, το αγαπημένο παιδί του Θεού ήταν. Το έργο μιλάει για ανθρώπους-κατακάθια της αγγλοσαξονικής κοινωνίας, που όμως είναι όλοι μαζί. Κι αυτό το όλοι μαζί είναι ο παράδεισος τους. Και η κόλαση περιγράφεται σαν  η απόλυτη μοναξιά. Με έναν τρόπο λοιπόν αυτός ο Ιρλανδός καθολικός συγγραφέας – δεν ξέρω βέβαια, ίσως να είναι και άθεος, και μένα η ταυτότητά μου ορθόδοξος γράφει – μπορεί απλά να περιέγραψε κάτι που εγώ πιστεύω βαθιά και αυτό να με συγκίνησε στο έργο.  Το ότι ο παράδεισος μας είναι οι άλλοι.

-«Ο παράδεισος μας είναι οι άλλοι. Η κόλαση μας, είναι να είμαστε μόνοι μας», λες. Δεν είμαστε μόνοι τελικά;

Κάτσε και σκέψου. Εμείς φέραμε ένα ολόκληρο έργο για να το δεις, να το ακούσεις. Να σου πούμε μια ιστορία ανθρώπων που έχουν μια δεύτερη ευκαιρία, γιατί είναι μαζί. Γιατί αγαπάνε, μισούν, τσακώνονται, ερωτεύονται, κρύβουν τον έρωτά τους, φοβούνται γι’ αυτόν…

«Ο παγανισμός, δηλαδή ο πολυθεϊσμός, είναι πολύ πιο συνεπής θρησκεία από τον μονοθεϊσμό, σε σχέση με ότι είναι αυτό που έχω γύρω μου».

-Αυτό το πιστεύεις και για τη ζωή προφανώς…

Πεντακάθαρα. Μπορεί κάποιος να δει κάτι άλλο – εγώ σου λέω τι έχω καταλάβει εγώ. Γιατί και το να αντιλαμβάνεσαι είναι ταλέντο. Αν το ταλέντο είναι ευφυΐα, υπάρχει η συναισθηματική ευφυΐα, η μαθηματική ευφυΐα, η ευφυΐα η σκηνική, που συνήθως στηρίζεται στη συναισθηματική ευφυΐα, κι εμείς οι πέντε επί σκηνής νομίζω ότι είμαστε πολύ υψηλά συναισθηματικά. Γι’ αυτό και έχουμε δέσει τόσο καλά – και όταν κάποιος είναι πιο ελλιπής σε ενέργεια, οι υπόλοιποι τέσσερις είναι πάντα εκεί γι’ αυτόν.

-Είναι δηλαδή στόχος σου πλέον να δουλεύεις με ανθρώπους με τους οποίους μπορείτε να έχετε αυτή τη συνθήκη;

Ακριβώς. Νομίζω μάλιστα ότι περισσότερο με ενδιαφέρουν οι συνεργασίες, ακόμα και σε έργα που μπορεί να μη μου αρέσουν πάρα πολύ. Το θέμα είναι να είμαστε πάνω στη σκηνή συνεπείς με τα πιστεύω μας.

-Εσύ έχεις έναν Θεό στον οποίο πιστεύεις;

Βεβαίως, στον άνθρωπο. Θα μου πεις, ο άνθρωπος δημιούργησε τα πάντα; Όχι, ο άνθρωπος όμως δημιούργησε το Θεό μέσα στο μυαλό του. Προσπαθώντας να ανακαλύψει πώς υπάρχουν γύρω του τα πράγματα στη φύση, όρισε μια έννοια. Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν πολύ πιο σοφοί σε σχέση με τον ορισμό αυτής της έννοιας. Ο παγανισμός, δηλαδή ο πολυθεϊσμός, είναι πολύ πιο συνεπής θρησκεία από τον μονοθεϊσμό σε σχέση με το ότι είναι αυτό που έχω γύρω μου, το απολαμβάνω ως κάτι πολύ πιο υψηλό σε σχέση με μένα. Εγώ είμαι εναρμονισμένος με το περιβάλλον. Μελετάγαμε φέτος την «Αντιγόνη» και το πρώτο στάσιμο της τραγωδίας λέει με έναν τρόπο βαθιά ποιητικό ότι κάθε ανθρώπινο επίτευγμα είναι ύβρις προς τον Θεό. Η λέξη υβρίδιο σημαίνει ύβρις προς τον Δία, δεν είναι φοβερό;

«Δεν δίνω απαντήσεις, αναρωτιέμαι μαζί σας. Εγώ απλά παίρνω την ερώτηση και σας τη δείχνω. Αυτή είναι η δουλειά μου».

-Συνεχίζεις να κάνεις και παραγωγές;

 Όχι, πια. Έχω αφήσει το σπορ των παραγωγών στους παραγωγούς, έκαστος εφ’ ω ετάχθη. Απλά οι παραγωγοί ξέρουν ότι έχουν να κάνουν με έναν άνθρωπο που ξέρει τη «μαγειρική». Νομίζω ότι η προϋπηρεσία μου ως παραγωγός με έχει βοηθήσει στο να είμαι συνεπής προς τον παραγωγό που δουλεύω μαζί του, αλλά να αναγνωρίζω και την απατεωνιά από μακριά. Ευτυχώς τα τελευταία δύο χρόνια είμαι με παραγωγούς που νιώθω ασφάλεια μαζί τους και τους έχω απόλυτη εμπιστοσύνη – και νομίζω και εκείνοι. Καταλαβαίνουν δηλαδή ότι έχουν έναν πρωταγωνιστή ο οποίος δεν είναι σταρ, κάνει τη δουλειά του, είναι παρών, ξέρει την αξία του και προχωράμε παρακάτω.

-Είσαι και κάπως σταρ πάντως…

Πρόκειται για ένα ευφυολόγημα το οποίο μου αρέσει πολύ: Σταρ είναι αυτός που λάμπει. Η ποιότητα του «αστεριού» ο οποίος είναι καλλιτέχνης είναι η εξής: Γεια σας, είμαι εδώ, με βλέπετε και θα σας πω μια ιστορία. Όλη η λάμψη μου θα διοχετευθεί για να σας πω αυτή την ιστορία. Είμαστε λοιπόν λαμπροί άνθρωποι, οι οποίοι θέλουν να σου πουν μια ιστορία, τόσο απλά.

-Πόσο βλέπεις εσύ να αλλάζεις μέσα από τις απαντήσεις που δίνεις σε αυτά τα ερωτήματα;

Όχι, δεν δίνω απαντήσεις, αναρωτιέμαι μαζί σας. Εγώ απλά παίρνω την ερώτηση και σας τη δείχνω. Αυτή είναι η δουλειά μου. Δεν σας απαντώ, δεν κουνάω το δάχτυλο. Δεν υπάρχει για μένα πιο υπέροχο στο αρχαίο δράμα, ότι ο χορός, ο λαός δηλαδή της πόλης όπου συμβαίνει το δράμα, έχει άποψη για τα του δράματος και γυρίζουν και σε ρωτάνε κάτι. Πολίτες εμείς, πολίτης κι εσύ που βλέπεις την παράσταση. Σε ρωτάμε κάτι για την πολιτεία μας.

Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Αιμίλιος Χειλάκης, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Νίκος Ψαρράς και Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, στο “Φάρο”.

-Δεν επαναπαύεσαι ποτέ;

Γιατί να επαναπαυτώ; Να γεράσω πριν την ώρα μου; Αυτό είναι συνταξιοδότηση.

 

Διαβάστε ακόμα: Θοδωρής Αθερίδης:«Η πονηριά είναι αφροδισιακή, λειτουργεί όπως ο διάβολος»

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top