athinakis1

 

Μία ώρα διαφορά είναι άλλο πράγμα από την ώρα που κάνει τη διαφορά

        Σήμερα αποφάσισα να μη σου πω την αλήθεια. Αυτός ο ήλιος κι ο πόνος στην πλάτη με κάνουν να πιστεύω και πάλι πως η πραγματικότητα δεν υπάρχει. Τι σε νοιάζει; Έτσι κι αλλιώς, ο κόσμος περιφέρεται γύρω από τα ίδια σημεία ― εσένα που δεν υπάρχεις, κι εμένα που δε σε επινόησα σωστά.

Να σωθείς. Να σωθείτε. Ξένη γλώσσα. Αλυσοδένεις τα χέρια σου. Σε λύνω. Είσαι κάτω από τη στάθμη της θάλασσας, αλλά δεν είσαι ψάρι. Τι είσαι; Ξυπνάς αλλού. Σημαδεμένος από το άγνωστο. Γνωρίζω θα πει σε βλέπω. Δε βλέπεις. Κολυμπάς στον αέρα. Μαυρίζεις το παρόν. Το παρελθόν δεν υπάρχει. Περήφανος που δεν επιστρέφεις. Μόνος γιατί μένεις. Βλέπεις από το ματάκι της πόρτας. Δεν είναι κανείς. Βγαίνεις. Χάθηκες. Έχασα. Ό,τι δεν ξέρω σ’ το χαρίζω. Ό,τι δε θυμάσαι υπάρχει.

«Αιτούμαι παράτασιν υποβολής στοιχείων.»

        Θυμήθηκα, που λες, τη μέρα που σε μπέρδεψα μ’ ένα τηλέφωνο· ήθελα, φαίνεται, να είσαι το μέσο και όχι το αποτέλεσμα· χωρίς κουμπιά εσύ, χωρίς στόμα αυτό. Βέβαια, εσύ, χωρίς κουμπιά, έχεις μια άλλη ομορφιά. Όσο για το στόμα…

Πιάνεις μια τσάντα που ’χει μέσα μισή χαρά κι ολόκληρη συγγνώμη.
Δολοφονείς, να μπεις σε καινούργια φυλακή ―
εγώ δεσμοφύλακας,

παρασημοφορημένος της Λεγεώνας των Ξένων.

          Εξίσωση και λίγη σιωπή ακόμη

Ελευθερία που δεν κοστολογείται, κι όμως θυμώνεις που υπάρχει.
Ζεις σε μια φωτιά, θαυμάζεις τις στάχτες,
αλλά μετράς τις νύχτες μία μία:
τη μια, ζητάς να καταλάβεις·
την άλλη, συλλαβίζεις·

δέ-ο-μαι θα πει μαθαίνω.

         Γυμνός βγαίνω απ’ το μπάνιο

Αναμονή σε εραστή που δεν κοιμάται τα βράδια.
Χωνεύεις τις συνήθειες σαν να ’ναι ακατάληπτες βρισιές.
Τ’ ακατάληπτα λόγια αναστατώνουν τις φωτιές,
μα δίνουν ζωή στο πάθος.

Αυτός που ανακάλυψε τις βρισιές να κάνει ένα βήμα μπρος·
του χρωστάμε το πάθος της συνήθειας.

         Χτες, για μια στιγμή, ονειρεύτηκα ότι δε μένω στο Λόφο του Στρέφη, αλλά στο λόγο που στρέφει· προς το μέρος σου, για να σε βρει. Σε βρήκε και, έκτοτε, μένω στο λόγο που αποστρέφει

Συνεννοούμαστε ευκολότερα με τα κλισέ;

          Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω τη διαφορά ανάμεσα στη διάψευση και στην ήττα

Ξοδεύεις το φως σου.
Ζεις τις εμπειρίες σου, ξεμένεις από γνώση.
Κρατάς σφιχτά μια πέτρα που σου πέταξαν ―
«Δώσ’ μου μια θάλασσα να την πετάξω».
Δεν πετυχαίνεις.

Κοροϊδεύεις τις ελλείψεις των άλλων,
μήπως και χορτάσεις το μέσα τέρας.

Δεν είσαι εδώ ― λέω ψέματα.
Δε λέω ψέματα ― σβήνεις το «εδώ».

          Στο μέλλον σου ξαπλώνω

Λείπεις· δεν υπάρχει γυρισμός
κι η μέρα αρνείται να νυχτώσει.
Γράφεις σ’ ένα ημερολόγιο γι’ αυτά που θα ’ρθουν.
Το να μιλάς σημαίνει πως αποδέχεσαι αυτό που είσαι.
Μπροστά στις μνήμες, θυσιάζεις ένα-δυο απωθημένα.

Έναν άγνωστο που αρχίζει να μαθαίνει, κι έναν γνωστό που θέλει να ξεχάσει.

           Τόκους χρωστώ ― και κάτι ακόμη

Δε φοβάμαι τίποτα ― λέω.
Ο κόσμος μού κρύβεται στην άλλη γλώσσα.

Ξοδεύεις φως και δεν πληρώνω.

         …κι έτσι έμαθα να βρίσκω την Ανατολή από τον τρόπο που φοράς την ομορφιά σου

athinakis

// Ο Δημήτρης Αθηνάκης γεννήθηκε στη Δράμα το 1981. Σπούδασε Κοινωνική Θεολογία στην Αθήνα, Φιλοσοφία στη Θεσσαλονίκη και Φιλοσοφία της Επιστήμης στο Άμστερνταμ. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Δωμάτιο μικρών διακοπών: ένα ποίημα μικρού μήκους και άλλα πλάνα» (Κέδρος, 2012) και «χωρίσεμεις» (Κοινωνία των (δε)κάτων, 2009). Εδώ και χρόνια ζει στο κέντρο της Αθήνας και μεταφράζει, επιμελείται και γράφει (για) βιβλία. 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top