me and biriti

«Το ταξίδι δεν γίνεται για να ανακαλύψεις εσύ έναν τόπο. Γίνεται για να αποκαλύψει ο τόπος εσένα», λέει ο Χρήστος Χρυσόπουλος. (Στη φωτό, με ένα από τα πρόσωπα που σημάδεψαν το ταξίδι του στην Ινδία, την Biritiι).

Το καλοκαίρι του 2012 περιπλανηθήκατε για δυο μήνες στην Ινδία. Τι σας ώθησε σε αυτό το ταξίδι;
Έχοντας τελειώσει το προηγούμενο βιβλίο μου, «Φακός στο στόμα», το οποίο είναι ένα χρονικό των μηνών Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2011 και γράφτηκε μέσα από συστηματικές νυχτερινές περιπλανήσεις στους δρόμους της Αθήνας, αισθάνθηκα κάπως «κλειστοφοβικά» ή –ας πω καλύτερα– «στενάχωρα». Η πόλη μου φαινόταν ένα τοπίο μικρού ορίζοντα, περιορισμένου οπτικού πεδίου. Ένιωσα την ανάγκη να βρεθώ σε έναν τόπο αλλότριο: εκεί δηλαδή όπου δεν θα μπορούσα να είμαι τίποτε άλλο από ένας ξένος –δεν θα μπορούσα να είμαι καν συγγραφέας. Έτσι επέλεξα την Ινδία.

03

Ο ναός Ίσκον έσφυζε από πιστούς που γιόρταζαν το Γιανμαστάμι, τα γενέθλια του Κρίσνα.

Με τι σκεπτικό σχεδιάσατε το ταξίδι σας; Ποια μέρη επιλέξατε να επισκεφθείτε και γιατί το καθένα από αυτά;
Είχα μόνο δύο σημεία αναφοράς: το Βαρανάσι, την αρχαία πόλη στις όχθες του Γάγγη όπου συνωθούνται εκατομμύρια άνθρωποι εδώ και αιώνες, για να αποτεφρωθούν δίπλα στο νερό, και την Γκάλτα, ένα φαράγγι στο Ρατζαστάν που φιλοξενεί ίσως το αρχαιότερο μοναστηριακό κέντρο μελέτης της σανσκριτικής γλώσσας και είναι αφιερωμένο στον πηθικόμορφο θεό Χανουμάν. Τελικά τα δύο θεμελιώδη στοιχεία που με καθοδηγούν ως συγγγραφέα και αποτελούν in principio συστατικά της λογοτεχνίας –η μεταφυσική και η γλώσσα– αποτέλεσαν ξανά τα οδόσημα του ταξιδιού.

Ταξιδέψατε με μοναδική σας αποσκευή ένα σάκο…
Ταξίδεψα με λιγοστά ρούχα και με ένα μόνο ζευγάρι παπούτσια. Ό,τι άλλο χρειαζόμουν θα το έβρισκα στη διαδρομή. Αυτός είναι ο τρόπος που ταξιδεύω συνήθως. Δεν πήρα μαζί μου ούτε φωτογραφική μηχανή. Μόνο το κινητό μου τηλέφωνο.

02

Το «Μεγάλο Τζαμί» στο παλιό Δελχί ήταν το καταφύγιό μου τις θερμότερες μέρες του Αυγούστου.

Συνηθίζετε να ταξιδεύετε ως «πλάνης»;
Ναι, ταξιδεύω αργά, δίχως προγραμματισμό και με λίγα μόνο σημεία αναφοράς. Τα υπόλοιπα αφήνω να τα προσδιορίσει το ταξίδι. Δεν πηγαίνω καν στα αξιοθέατα, μολονότι δεν τα αποφεύγω συστηματικά. Αφήνω την τύχη να αποφασίσει πού θα βρεθώ και πόσο θα μείνω. Η εμπειρία μου λέει ότι το άνυσμα της ανακάλυψης στο ταξίδι είναι αντίστροφο από αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι. Το ταξίδι δεν γίνεται για να ανακαλύψεις εσύ έναν τόπο – γίνεται για να αποκαλύψει ο τόπος εσένα. Ο τόπος είναι εκείνος που θα σου προσφέρει το ταξίδι. Η βούληση δεν ανήκει στον ταξιδιώτη. Αν, βεβαίως, ταξιδεύεις πραγματικά…

Διαβάστε ακόμα: Ταξιδεύοντας ελεύθερος σαν νομάδας, ολομόναχος αλλά «γεμάτος».

07

Αριστερά: Οι ποδιές των κοριτσιών ήταν πάντοτε ολόλευκες. Δεξιά: Κανείς δεν ακουμπούσε το φαγητό που είχε μπροστά του, ωσότου τελειώσει η απογευματινή προσευχή του Ραμαζανιού.

Περιπλανηθήκατε στη χώρα ντυμένος ινδοπρεπώς: με κούρτα (μακρύ λινό πουκάμισο) και κούφι (πλεκτό κάλυμμα κεφαλής των μουσουλμάνων πιστών). Για ποιο λόγο;
Ο λόγος είναι πολύ απλός. Δεν υπάρχει πιο άνετη ενδυμασία για τις εκάστοτε κλιματολογικές συνθήκες από εκείνη που διαλέγουν οι ντόπιοι κάτοικοι. Το ταξίδι στην Ινδία έγινε τον Αύγουστο, καταμεσής στο μουσώνα. Πάντως, είναι κάτι που ακολουθώ κάθε φορά που ταξιδεύω: δεν μου αρέσει να έχω βαρύ σάκο (και κυριολεκτικά και μεταφορικά), οπότε δεν φέρνω μαζί μου ρούχα. Όπως είπα, τα απαραίτητα θα τα προσφέρει ο ίδιος ο τόπος. Το κούφι είναι απαραίτητο, όταν κάποιος επισκέπτεται ιερούς μουσουλμανικού τόπους. Είχα, λοιπόν, αγοράσει ένα και το είχα πάντα στην τσέπη μου. Το κούφι, η μεγάλη ομπρέλα και το λινό μαντήλι του λαιμού ήταν τα καθημερινά μου πράγματα στην Ινδία.

«Ταξίδεψα με λιγοστά ρούχα και με ένα μόνο ζευγάρι παπούτσια. Ό,τι άλλο χρειαζόμουν θα το έβρισκα στη διαδρομή. Αυτός είναι ο τρόπος που ταξιδεύω συνήθως».

«Το ταξίδι στην Ινδία γεννά μια ακαθόριστη προσδοκία. Όλοι κάτι αναμένουν φτάνοντας εδώ», γράφετε. Τι ήταν αυτό που αναμένατε εσείς;
Δεν ξεκίνησα έχοντας συγκεκριμένες προσδοκίες από την Ινδία. Ούτε είχα μαζί μου άλλα γνωστικά εφόδια από τη γενικότερη καλλιέργεια. Γενικά πράγματα δηλαδή. Ίσως να γνώριζα λίγο περισσότερα από τα συνηθισμένα για την ινδική λογοτεχνία. Η δική μου επιδίωξη δεν σχετιζόταν με τη «μυθολογία» της Ινδίας (ιερότητα, πνευματισμός, ψυχεδέλεια, new age κ.λπ.). Η δική μου πρόθεση ήταν –αντιθέτως– να βρεθώ σε έναν τόπο προς τον οποίο δεν θα είχα καμιά απολύτως δέσμευση. Και να αφεθώ εκεί, παρατηρώντας το αποτέλεσμα.

44

Και τότε πώς να βρεις μια κόγχη ή μια γωνιά για να κρυφτείς από την πολυανθρωπία;

«Δεν περιμένω να ανακαλύψω την Ινδία, αλλά να με αποκαλύψει εκείνη», διαβάζουμε στις πρώτες σελίδες. Τι εννοείτε;

Δεν είχα εργαλεία για να νοηματοδοτήσω τη βιωματική εμπειρία του ταξιδιού, ούτε με ενδιέφερε να τα αποκτήσω. Δεν προσδοκούσα εξηγήσεις γι’ αυτά που έβλεπα. Δεν έκανα ερωτήσεις για ό,τι μου ζητούσαν. Δεν είχα συγκεκριμένο δρομολόγιο. Δεν φοβόμουν να κουραστώ ή ακόμα και να βαρεθώ. Όταν δεν ήξερα τι να κάνω, δεν έκανα τίποτα. Όταν δεν ήξερα πού να πάω, δεν πήγαινα πουθενά. Αν έπρεπε να διαλέξω, διάλεγα στην τύχη.

45

Ενώ όλοι κοιτούσαν τον ιερέα, εκείνη ήταν αφοσιωμένη στο βιβλίο της.

«Είχα αποφασίσει ότι θα παραδινόμουν στο ταξίδι», λέτε παρακάτω. Τι σημαίνει αυτό; Και σε ποιον παραδίνεσαι όταν παραδίνεσαι στο ταξίδι;
Το να παραδίνεσαι στο ταξίδι είναι συνώνυμο με το να αναστέλεις τη βούληση –ή μάλλον την ασφάλεια της βουλητικής ψευδαίσθησης. Γιατί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σε έναν ξένο τόπο –εν πολλοίς– δεν μπορείς καν να γνωρίζεις τι επιθυμείς. Η πρωτοβουλία λοιπόν παραδίνεται στο τυχαίο. Αυτό εννοώ.

48

Αριστερά: Ο Γιασμπέρ επέμενε να βγούμε φωτογραφία όλοι μαζί. Δεξιά: Η αίσθηση ότι όλη η χώρα βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση.

Διαβάστε ακόμα: «Πάω όπου με πάει ο άνεμος, εκεί όπου δύσκολα πατάει τουρίστας».

Στο βιβλίο σας «Το σώμα του Τιρθανκάρα» γράφετε «για το ταξίδι μέσα στο ταξίδι», όπως το έχετε εκφράσει ο ίδιος…
Το πραγματικό ταξίδι δεν γίνεται στον τόπο που επισκέπτεσαι. Ο τόπος σε αγνοεί επιδεικτικά, δεν σε υπολογίζει, δεν έχει την ανάγκη σου, σε ξεχνάει την επόμενη στιγμή, η παρουσία σου είναι φευγαλέα. Ο ταξιδιώτης δεν αφήνει το ίχνος του στον τόπο που διασχίζει. Το αντίθετο συμβαίνει. Ο τόπος αφήνει το ίχνος του στον ταξιδιώτη. Κι έτσι το ταξίδι γίνεται μέσα σου κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Είναι μια διπλή εσωτερίκευση: το ταξίδι γίνεται μέσα στο ταξίδι, το ταξίδι γίνεται μέσα στον ταξιδιώτη.

50

Υπήρξαν στιγμές που πίστεψα ότι τα παραμύθια είναι όντως αληθινά.

Πρόκειται ουσιαστικά για ένα λεύκωμα συναντήσεων…
Με τον τρόπο που ταξιδεύω, οι άνθρωποι καθίστανται τα σημαντικότερα τοπόσημα του ταξιδιού. Είναι μέσω εκείνων που ορίζονται οι συντεταγμένες του κάθε σημείου. Το Τζαϊπούρ είναι η πόλη όπου συνάντησα την Μπιρίτι. Η αγορά των ποδηλάτων στο παλιό Δελχί είναι η γειτονιά του Γιασμπέρ. Τα στενά στο Βαρανάσι είναι συνώνυμα με την κελαρυστή ομιλία του Βάμσι. Το βαγόνι στο σταθμό της Αγιόντια είναι οι χορευτικές κινήσεις της Μάνγκλα. Κατόπιν, υπάρχουν και εκείνοι που παραμένουν ανώνυμοι. Η Γκάλτα είναι το φαράγγι του λιγνόκορμου Νάγκα Σάντου. Ο ναός στην Σαρνάθ είναι ο χορός εκείνων των γυναικών με τα πολύχρωμα σάρι…

53

Οι δρόμοι ζωντανεύουν τα βράδια, όταν ο ουρανός σκοτεινιάζει.

Ανθρώπινες ζωές περιγράφει (εκπληκτικά) και ο Γουίλιαμ Νταλρίμπλ στο βιβλίο του «Ιερή Ινδία – Εννιά Ζωές, Εννιά Ιστορίες»
Το βιβλίο του Νταλρίμπλ είναι όντως έξοχο και το είχα υπ’ όψιν μου. Το ταξίδι, όμως, ο καθένας το κάνει με τους δικούς του όρους. Είναι αδύνατον να μπεις –κυριολεκτικά– στο ταξίδι του άλλου. Αυτό που γίνεται είναι ότι μπορείς να γίνεις παρατηρητής των περιπλανήσεων των άλλων προσώπων. Αυτό συνέβη και με το βιβλίο του Νταλρίμπλ (το οποίο επικεντρώνεται στα πρόσωπα). Όπως συνέβη και με άλλα βιβλία για το ινδικό ταξίδι, όπως εκείνα που έγραψαν ο Οκτάβιο Παζ, ο Αντόνιο Ταμπούκι, ο Παζολίνι και ο Αλμπέρτο Μοράβια.

«Δεν γύρισα αλλαγμένος από το ταξίδι. Όλα αυτά που η Ινδία έφερε στην επιφάνεια, τα είχα ήδη μέσα μου. Η Ινδία τα εμφάνισε».

«Στην Ινδία το ταξίδι αρχίζει όταν θα έχεις ξεχάσει από πού ξεκίνησες», γράφετε.
Ναι, αυτή η παράδοξη «αμνησία» που θέλει άσκηση, υπομονή και χρόνο για να την πετύχεις και συμβαίνει σε κάθε μεγάλο ταξίδι. Στην Ινδία τη βίωσα πολύ έντονα και πολύ σύντομα. Ίσως επειδή ο τόπος είχε την ικανότητα να σε αποξενώνει με μεγάλη σφοδρότητα. Ίσως επειδή εγώ πήγα εκεί με την ελπίδα να αποξενωθώ. Σε κάθε περίπτωση, το ταξίδι ξεκινά από εκείνο το σημείο και πέρα. Και ολοκληρώνεται στην αναπόληση. Όταν πια επιστρέφεις, όχι πίσω στην αφετηρία σου, από εκεί όπου ξεκίνησε το ταξίδι, αλλά όταν επιστρέφεις στο ίδιο το ταξίδι ως ανάμνηση.

61

Το ταξίδι στην Ινδία με επέστρεφε διαρκώς και επιτακτικά στη συνείδηση του σώματος.

Διαβάστε ακόμα: «Η μέρα που τα παράτησα και έφυγα στην Ινδία».

«Η Ινδία σε φτάνει γρήγορα στα όρια της εξάντλησης και ίσως γι’ αυτό το ταξίδι εδώ αποκτά μια διάσταση σχεδόν εκστατική», διαβάζουμε επίσης.
Είναι μια αίσθηση πολύ πραγματική. Η κόπωση της μετακίνησης, της πολυανθρωπίας, της υγρασίας και της αφόρητης ζέστης του μουσώνα, των διαρκών και καταιγιστικών εντυπώσεων, του λιγοστού φαγητού, του θορύβου…, όλα αυτά συνιστούν, μερικές φορές –όχι από την αρχή, αλλά καθώς το ταξίδι μακραίνει– μια πραγματικότητα σχεδόν παραισθητική.

Σε ένα άλλο σημείο γράφετε πως «το ινδικό ταξίδι μοιάζει με άσκηση».
Ναι. Το ινδικό ταξίδι είναι μαθητεία και άσκηση. Νομίζω αυτό συμβαίνει σε όλους όσοι περιπλανώνται ουσιαστικά στην Ινδία. Είναι η επιμονή να συνεχίσεις, ενώ όλα γύρω σου σού λένε σταμάτα. Αλλά και η σύνεση να μην υπερβείς το όριο της αντοχής σου παρά μόνο κατά ένα βήμα. Και μετά να υποχωρήσεις. Την επόμενη φορά, το ταξίδι σου θα είναι κατά ένα βήμα μακρύτερο. Αυτός είναι ο ρυθμός της Ινδίας: όλη η διαδρομή συν ένα βήμα.

63

Δεν το ήξερα, αλλά εκείνη τη στιγμή είχα φωτογραφίσει το εξώφυλλο του επόμενου βιβλίου μου.

«Στην Ινδία», λέτε, «οι άνθρωποι είναι όντως πλασμένοι από νερό και χώμα». Τι εννοείτε;
«Στην Ινδία, οι άνθρωποι μοιάζουν να επιβεβαιώνουν το μύθο ότι είναι πλασμένοι από νερό και χώμα», αυτό έγραψα, και είναι ο τρόπος με τον οποίο κατανόησα την εγγύτητά τους στη γη, στην απόλυτα απτή υλική ζωή. Αλλά και την πίστη τους στο υπερβατικό στοιχείο. Οι Ινδοί έχουν συχνά μια εκπληκτικά καθαρή επίγνωση της θέσης τους στο κοσμολογικό σύστημα που τους περιέχει.

«Η Ινδία με έκανε περισσότερο υλιστή», γράφετε στον απολογισμό του ταξιδιού. Με ποιο τρόπο ακριβώς;
Το ταξίδι στην Ινδία με επέστρεφε διαρκώς και επιτακτικά στη συνείδηση του σώματος: μέσω των διαρκών ερεθισμάτων, αλλά και μέσω της γενικότερης πίστης ότι η ύπαρξη είναι παροδική, το σώμα αποτελεί ένα εύθραυστο δοχείο, η νομοτέλεια της ζωής ακολουθεί τον κύκλο της καταστροφής και της δημιουργίας. Η πνευματικότητα της Ινδίας δεν είναι ξεκομμένη από την ύλη, και αυτό είναι το βασικότερο στοιχείο του ουμανιστικού της χαρακτήρα.

66

Του ζήτησα να με φωτογραφίσει και μετά γύρισα το βλέμμα στους μουσικούς.

Και παρακάτω: «Η επίγνωση που μας προσφέρει η Ινδία είναι η ζωή που μοιάζει με περαστική σκιά»…
Το πέρασμά μας από την Ινδία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα απειροελάχιστο κλάσμα στην ατελεύτητη ροή του χρόνου. Αυτή η αίσθηση του ελάχιστου, ετούτη η μικρότατη απόκλιση από το μηδέν, είναι διαρκώς παρούσα στη συνείδηση των Ινδών και όποιος αφιερώσει χρόνο να συνομιλήσει μαζί τους θα τη βιώσει ο ίδιος ως κεκτημένη αυτοσυνειδησία.

05

Αριστερά: Έραβε όλη μέρα δίχως να σηκώνει το βλέμμα. Δεξιά: Τα σπίτια στο παλιό Δελχί αγκαλιάζονταν όπως οι άνθρωποι.

Πολλοί λένε ότι «αν θέλεις να ανακαλύψεις αληθινά ποιος είσαι, πρέπει να ταξιδέψεις στην Ινδία». Μετά από την προσωπική σας εμπειρία πιστεύετε ότι ισχύει αυτό; Εσείς ανακαλύψατε ποιος είστε αληθινά;
Όχι, δεν συνέβη αυτό. Πιστεύω ότι καθένας μας είναι ένα παλίμψηστο από διαφορετικές «εγγραφές». Κάτω από διαφορετικές περιστάσεις, με ποικίλους τρόπους, τα επάλληλα αυτά ίχνη αναδιατάσσονται και κάποια έρχονται στην επιφάνεια, ενώ άλλα υποχωρούν κάτω από τα δεσπόζοντα. Αυτό συμβαίνει και με τα ταξίδια. Οι διαφορετικές εκφάνσεις της ταυτότητάς μας επανατοποθετούνται. Γι’ αυτό από την Ινδία δεν γύρισα αλλαγμένος, όλα αυτά που η Ινδία έφερε στην επιφάνεια, που απαίτησε από μένα, τα είχα ήδη μέσα μου. Η Ινδία τα εμφάνισε. Από το ταξίδι γύρισα λίγο διαφορετικός και λίγο ίδιος. Όχι, όμως, ένας «άλλος». Δεν πιστεύω ότι τα ταξίδια μας αλλάζουν.

//Το βιβλίο του Χρήστου Χρυσόπουλου «Το σώμα του Τιρθανκάρα – Οι συναντήσεις ενός ταξιδιού στην Ινδία» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη.

Διαβάστε ακόμα: «Το ταξίδι είναι εθιστική εμπειρία. Η ρουτίνα σκοτώνει!»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top