«Στο μυαλό είχα πάντα πως ο Άλεξ θα ήταν σαν τον Λόρενς Ολίβιε όταν έπαιξε τον Ριχάρδο Γ’», λέει ο Μάλκολμ ΜακΝτάουελ.

Εικονοκλαστική. Ωμή δύναμη. Εξαρχής κουβάλησε το σπέρμα της αμφισβήτησης. Ήταν ωσαύτως αμφιλεγόμενη και ενδεδυμένη με τη μεγαλοπρέπεια που της άρμοζε. Όταν ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ αποφάσισε το 1971 να γυρίσει σε ταινία το δυστοπικό μυθιστόρημα του Anthony Burgess «Το Κουρδιστό Πορτοκάλι», δεν συντάραξε μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά όλη τη σινεφίλ κοινότητα.

Έκτοτε έγινε μέρος της ποπ κουλτούρας, κομμάτι λογής κοινωνιολογικών αναλύσεων, επιτομή του διλήμματος που φέρει μέσα του ο άνθρωπος: μπορούμε να πράξουμε το κακό ή είμαστε αναγκασμένοι να ακολουθούμε το δρόμο του καλό δίχως ελευθερία βούλησης;

Η ταινία, καίτοι έχουν περάσει κάμποσα χρόνια, εξακολουθεί να υμνείται (θεωρείται άλλωστε μια από τις σημαντικές του σύγχρονου κινηματογράφου) και να είναι πιο σημερινή από ποτέ. Δεν είναι τυχαίο ότι στις 5 Απριλίου θα προβληθεί εκ νέου στους κινηματογράφους της Αγγλίας και δεν πρόκειται για ένα κλασικό revival, αλλά για μια νέα ματιά πάνω σε μια ταινία που καθόρισε γενιές, αλλά συνεχίζει να αναφέρεται στη λογική και τα ορμέμφυτα του ανθρώπου.

«Ο Κιούμπρικ έψαχνε καιρό να βρει ηθοποιό που θα μπορούσε να πάρει πάνω του τον ρόλο του Άλεξ».

Παράλληλα, στο Design Museum του Λονδίνου, από 26 Απριλίου έως 15 Σεπτεμβρίου θα βρίσκεται σε εξέλιξη η έκθεση «Stanley Kubrick: The Exhibition» με έργα του Φίλιπ Κάστλ εμπνευσμένα από τον καινοτόμο κινηματογραφιστή.

Για την ταινία και τις συνδηλώσεις της έχουν γραφτεί πολλά. Κι όμως, φαίνεται πως υπάρχει ακόμη υλικό που δεν αποκαλυφθεί από τους δημιουργούς της. Πράγματα που συνέβησαν στα παρασκήνια και έχουν μείνει κρυφά τόσα χρόνια. Ο Μάλκολμ ΜακΝτάουελ, του οποίου η ερμηνεία στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ως Άλεξ Ντελάρτζ, ήταν κάτι περισσότερο από απογειωτική, αποκάλυψε στον βρετανικό Guardian κάποια μικρά μυστικά της ταινίας.

«Ο Κιούμπρικ μου αποκάλυψε πως έψαχνε καιρό να βρει ηθοποιό που θα μπορούσε να πάρει πάνω του τον ρόλο του Άλεξ. Εμένα με είδε την ταινία του Lindsay Anderson «If» κι έτσι με επέλεξε. Πέρασα μαζί του εννέα μήνες που όχι μόνο δεν γυρίζαμε κάποια σκηνή, αλλά με έβαλε να βλέπω κάθε μέρα βίαιες ταινίες. Τα άσπρα ρούχα που φορέσαμε στην ταινία, ο Κιούμπρικ τα εμπνεύστηκε από μια στολή κρίκετ που είχα στο αυτοκίνητό μου. Στο μυαλό είχα πάντα πως ο Άλεξ θα ήταν σαν τον Λόρενς Ολίβιε όταν έπαιξε τον Ριχάρδο Γ’. Άλλωστε, και η αργκό που χρησιμοποιήσαμε στην ταινία ήταν βγαλμένη από τον Σαίξπηρ».

Ο ΜακΝτάνουελ προβαίνει και σε άλλες… αποκαλύψεις: «Στη σκηνή όπου ανακρίνομαι από την αστυνομία, ο αξιωματικός τον οποίο υποδύεται ο Aubrey Morris, υποτίθεται πως πρέπει να με φτύσει. Να, όμως, που ο Aubrey είχε ξεμείνει από σάλιο (!) και τότε ο Steven Berkoff, που υποδυόταν έναν αστυνομικό του είπε να μην ανησυχεί γιατί εκείνος είχε κάμποσο. Το κακό είναι ότι τη σκηνή την πήγαμε πολλές φορές ως το σημείο να δείχνει ολότελα εξευτελιστική για τον Άλεξ. Προφανώς σε εκείνο το γύρισμα εκνευρίστηκα πολύ».

Όσο για την περιβόητη σκηνή με τα ανοιγμένα μάτια, ο ΜακΝτάουελ θυμάται: «O Στάνλεϊ μου έδειξε μια φωτογραφία ενός ασθενούς που του είχαν κάνει το ίδιο και με ρώτησε αν μπορούσα να το κάνω κι εγώ. Του απάντησα: ”με τίποτα”. Αυτό που έκανε ήταν να φέρει έναν γιατρό για να μου αναισθητοποιήσει τα μάτια. Τότε ξεκινήσαμε το γύρισμα. Καθώς περνούσε η ώρα, όμως, η επήρεια του αναισθητικού άρχισε να περνάει και τότε άρχισα να πονάω με αποτέλεσμα να χτυπήσω το κεφάλι μου σε έναν τοίχο. Ο Στάνλεϊ για το μόνο που ανησύχησε ήταν πότε θα ξαναγυρνούσαμε τη σκηνή».

«Αυτή η ταινία με έβαλε στην ιστορία του κινηματογράφου. Κάθε νέα γενιά την ανακαλύπτει – όχι εξαιτίας της σωματικής βίας».

Υπάρχει κι ένα ευτράπελο στην τελευταία σκηνή που γυρίστηκε σε ένα νοσοκομείο. Εκεί ο Άλεξ πρέπει να χτυπήσει τον συγγραφέα. Με τα πολλά, ο Στάνλεϊ γυρίζει και ρωτάει τον ΜακΝτάουελ: «Ξέρεις να χορεύεις;» κι εκείνος, έχοντας πλέον χάσει κάθε ικμάδα δύναμης και αρκετά βαριεστημένος άρχισε να κάνει μια καρικατούρα κίνησης στο ρυθμό του τραγουδιού «Singin’ in the Rain». Το αποτέλεσμα ήταν να πέσει κάτω από τα γέλια ο Κιούμπρικ κι αμέσως να ζητήσει την άδεια χρήσης του τραγουδιού».

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ και ο Μάλκολμ ΜακΝτάουελ κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

Όσο για τα χρήματα που έλαβε από την ταινία, αυτά κι αν πήγαν στον βρόντο. Αποκαλύπτει σχετικά: «Ζήτησα 100 χιλιάδες δολάρια και το 2.5% του box office, όπως είχα πληρωθεί σε προηγούμενη δουλειά μου, αλλά ο Στάνλεϊ μου είπε πως η Warner δεν το δεχόταν. Κατάλαβα πως δεν είχαν σκοπό να με πληρώσουν. Μου φέρθηκαν πολύ άσχημα έπειτα από τόση δουλειά που έκανα γι’ αυτή την ταινία. Από την άλλη, αυτή η ταινία με έβαλε στην ιστορία του κινηματογράφου. Κάθε νέα γενιά την ανακαλύπτει – όχι εξαιτίας της σωματικής βίας, που είναι τόσο παρωχημένη σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν στις μέρες μας, αλλά για την ψυχολογική βία. Είναι τόσο επίκαιρο το θέμα με την ελευθερία βούλησης του ανθρώπου».

 

Διαβάστε ακόμα: Τεράστιε Dude, είσαι ίνδαλμα.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top