«Διεκδικώ την ελευθερία μου να εμπνευστώ από το σενάριο και να γράψω ολοκληρωμένες συνθέσεις, σουίτες, όχι στιγμιότυπα. Δεν κάνω αυτό που λέμε ‘’μουσική επένδυση-υπόκρουση’’. Θα το θεωρούσα υποτιμητικό».

«Ο Θόδωρος Αγγγελόπουλος μου πρότεινε να γράψω μουσική για το ‘’Ταξίδι στα Κύθηρα’’ κι έτσι άρχισε μια συνεργασία που, ομολογώ, από την πρώτη στιγμή ήταν εκπληκτική».

Ανεξάρτητη. Δημιουργική. Ειλικρινής. Περιζήτητη. Μούσα των ήχων και των σιωπών στις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, αιχμή του δόρατος στη διεθνή μουσική σκηνή. Αντιστάρ παγκόσμιας φήμης, η Ελένη Καραΐνδρου δεν είναι τρωκτικό των συμβολαίων, ούτε νομάς των αμοιβών: «Όλα τα δικά μου τα κουβαλάω πάνω μου», λέει. Παραμένει αυθεντική, αντίπαλον δέος των μοντερνιστών, όρος και ορός αλήθειας ενάντια στο βέτο των λαϊκιστών. Πνεύμα ανυπόταχτο, αμφιβάλλει για τα πάντα, ακόμη και για τις αμφιβολίες της. Δεν σνομπάρει κανέναν. Δεν κάνει εκπτώσεις στην αμεσότητα. Ζει εν δράσει, απεχθανόμενη κάθε εξάρτηση. Μόνο στην αγάπη των ανθρώπων παραδίνεται. Ποτέ στη σαγήνη των φετίχ, στο μηδενισμό της άγνοιας, στο φάλτσο της αλαζονείας. Είναι αξιόπιστα τρωτή όσο και η μουσική της. Και η μυσταγωγική συνεργασία της με τον σκηνοθέτη Θόδωρο Αγγελόπουλο, όπως αποτυπώθηκε στους δίσκους «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Ο Μελισσοκόμος», «Τοπίο στην Ομίχλη», «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», «Το βλέμμα του Οδυσσέα», «Μια αιωνιότητα και μια μέρα», «Το λιβάδι που δακρύζει» και η «Σκόνη του χρόνου», απέδωσε διαχρονικά μουσικά αριστουργήματα, μια ουτοπία ζωής και ήχων, για την οποία συζητάμε, στο διαμέρισμά της στο Παγκράτι, κάποια χρόνια πριν από τον θάνατο του Αγγελόπουλου…

 

«Εσύ θα γράψεις πολύ καλή μουσική για το σινεμά»

Είναι σύμπτωση το γεγονός ότι γράφετε μουσική για τον κινηματογράφο;
Κάθε άλλο! Είναι απίστευτο πώς έγιναν όλα. Όταν ήρθαμε οικογενειακώς από το χωριό, το Τείχιο Δωρίδας, και μείναμε στο υπόγειο ενός σχολείου, γιατί ο πατέρας μου ήταν εκπαιδευτικός και μας είχε παραχωρηθεί ο συγκεκριμένος χώρος για κατοικία, απέναντί μας ήταν ένα σινεμά. Είδα λοιπόν ταινίες πριν καν μπω στον ηλεκτρικό, πριν συνειδητοποιήσω τι σημαίνει να ζεις σε πόλη. Και όχι μόνο παρακολουθούσα τις ταινίες από το παράθυρό μου, αλλά έπεφτα για ύπνο το βράδυ και ερχόταν στα αυτιά μου η μουσική. «Άννα Καρένινα» και τέτοια. Αλλά δεν άρχισα να ψάχνομαι  προς αυτή την κατεύθυνση, δεν μου πέρασε καν από το νου να επιδιώξω να γράψω ανάλογη μουσική. Έπαιζα τους κλασικούς μου στο πιάνο και αυτοσχεδίαζα, ούτε που ονειρευόμουν να κάνω αυτό που κάνω τώρα. Συνέχισα μάλιστα ανύποπτη τις μουσικές σπουδές και στο Παρίσι, εθνομουσικολογία, διεύθυνση ορχήστρας, ενορχήστρωση, ώσπου κάποιος διευθυντής της Phillips, που έτυχε να με ακούσει να αυτοσχεδιάζω στο πιάνο, μου είπε ενθουσιασμένος «εσύ θα γράψεις πολύ καλή μουσική για το σινεμά»! Δεν τον πίστεψα…

Στέκει όμως ως αυτόνομο είδος η κινηματογραφική μουσική ή μπήκε απλώς μια ετικέτα που με την πάροδο του χρόνου άνοιξε τη δική της αγορά, δημιούργησε τη δική της ζήτηση;
Όχι, αυτό που λέμε κινηματογραφική μουσική όντως υπάρχει ως είδος, με τους δικούς του νόμους, με τη δική του αισθητική, απλώς έγινε επιπλέον κάποια στιγμή μόδα. Εκείνο που προσωπικά με διαχωρίζει από τους περισσότερους συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής, τους συνθέτες του Χόλιγουντ για παράδειγμα, είναι ότι δεν κινούμαι με το χρονόμετρο υπό μάλης, λειτουργώ σε άλλους ρυθμούς, δικούς μου. Διεκδικώ την ελευθερία μου να εμπνευστώ από το σενάριο και να γράψω ολοκληρωμένες συνθέσεις, σουίτες, όχι στιγμιότυπα. Δεν κάνω αυτό που λέμε «μουσική επένδυση-υπόκρουση». Θα το θεωρούσα υποτιμητικό.

Διαβάστε ακόμα: Η Έλενα Σουλιώτη και ο τρομερός μύθος της

«Ο Θόδωρος Αγγγελόπουλος μου πρότεινε να γράψω μουσική για το ‘’Ταξίδι στα Κύθηρα’’ κι έτσι άρχισε μια συνεργασία που, ομολογώ, από την πρώτη στιγμή ήταν εκπληκτική. Υπήρχε εκ των προτέρων μια πνευματική συγγένεια μεταξύ μας, είχαμε ήδη μια κοινή αισθητική κατεύθυνση».

«Υπήρχε εκ των προτέρων μια πνευματική συγγένεια μεταξύ μας, είχαμε ήδη μια κοινή αισθητική κατεύθυνση».

Η συνάντηση με τον Αγγελόπουλο

Περιγράψτε μας το είδος της συνεργασίας σας με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Η συνεργασία μου με τον Αγγελόπουλο είναι καταπληκτική, γιατί είναι τοποθετημένη στη σωστή βάση και για μένα και για εκείνον, πιστεύω.  Εγώ εμπνέομαι από το σενάριό του και από όσα συζητάμε μεταξύ μας. Γράφω μετά τη μουσική που μου βγαίνει, όπως μου βγαίνει, και την παραδίδω ως ολοκληρωμένο έργο πια στα χέρια του. Ο Αγγελόπουλος είτε «ενορχηστρώνει» την ταινία του πάνω στη μουσική μου είτε, αν έχει ήδη γυρίσει την ταινία, μοντάρει πάνω στη μουσική τα πλάνα του. Αυτό προϋποθέτει φυσικά την ύπαρξη αμοιβαίας εμπιστοσύνης και βαθιάς σχέσης μεταξύ μας, μιας σχέσης που χρονολογείται από το 1982. Ήταν πρόεδρος, ως γνωστόν, της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης και μου απένειμε το πρώτο βραβείο μουσικής για το φιλμ «Ρόζα» του Χριστόφορου Χριστοφή. Στη συνέχεια μου πρότεινε να γράψω μουσική για το «Ταξίδι στα Κύθηρα» και άρχισε έτσι μια συνεργασία που, ομολογώ, από την πρώτη στιγμή ήταν εκπληκτική. Υπήρχε εκ των προτέρων μια πνευματική συγγένεια μεταξύ μας, είχαμε ήδη μια κοινή αισθητική κατεύθυνση. Επιπλέον, τα σενάρια του Αγγελόπουλου με γοητεύουν από την πρώτη στιγμή. Είναι, ξέρεις, υπέροχος στο να σου παρουσιάζει κάτι, έχει καταπληκτική αφηγηματική ικανότητα, φοβερή παιδεία, γλώσσα, συγκρότηση, συναίσθημα. Γεννάει αυθεντικές ιδέες, έχει όραμα και ένστικτο. Είναι ένας ποιητής. Η γνησιότητα είναι από τα στοιχεία που τον διακρίνουν ως άτομο… Κάτι άλλο που επίσης με ενδιαφέρει πολύ σ’ εκείνον, είναι το ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο βαθιά δεμένο με τον τόπο του, που στοχάζεται με οξυδέρκεια πάνω στην ελληνική ιστορία, όμως κατακτά και την παγκοσμιότητα με το τρόπο που έχει επιλέξει να κοινωνεί αυτή τη γνώση και αυτή την ευαισθησία μέσα από το  έργο του, με το διαρκές ψάξιμο και τον δίχως παρωπίδες προβληματισμό του.

Από όλες τις ιδιότητες του Θόδωρου Αγγελόπουλου ως κινηματογραφιστή και φιλόσοφου της ζωής, ποια θα υπογραμμίζατε, ποια θα ξεχωρίζατε ως ειδοποιό διαφορά του;
Θα υπογράμμιζα την ικανότητα να τοποθετεί τόσο σοφά, με τόση ένταση, τις υπαρξιακές αναζητήσεις μέσα σε έναν αναγνωρίσιμο χώρο, την Ελλάδα, και να τις προβάλλει κατά τέτοιο τρόπο, τρόπο φιλοσοφικό, έτσι που να αποκτούν παγκόσμια διάσταση, να μιλούν στον καθένα, σε όλους. Στις ταινίες του, αυτά τα ταξίδια που λειτουργούν σαν εξορκισμός, μέσα από την ατμόσφαιρα του αιώνα μας βγαίνει η εσωτερική μοναξιά που αισθάνεται ο σύγχρονος άνθρωπος, ο παγκόσμιος άνθρωπος. Και δεν τα βλέπω μόνο εγώ αυτά, ο καθένας τα βλέπει, σελίδες επί σελίδων έχουν γραφτεί για τα στρατηγικώς ενορχηστρωμένα πλάνα του Αγγελόπουλου που σκάβουν την ανθρώπινη ψυχή…

«Αισθάνομαι βαθιά ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Γι’ αυτόν τον άνθρωπο που διαδραμάτισε τόσο σοβαρό ρόλο στη ζωή μου».

Θα μπορούσε να κάνει και μουσική, δεν έχει μουσικό μάτι;
(γέλια) Ναι, θα μπορούσε, αν το είχε επιδιώξει. Του το ’χω πει εξάλλου πολλές φορές. «Έτσι και ήξερες να γράφεις μουσική, Θόδωρε, δεν θα με είχες ανάγκη, θα τα έκανες όλα μόνος σου!» Έχει βαθιά αίσθηση της μουσικής και του τρόπου που συνδιαλέγονται οι ήχοι και οι σιωπές με τα δρώμενα, με την ψυχή των εικόνων. Είναι αυτό που λέμε ολοκληρωμένος δημιουργός.

Προσωπικά μου θυμίζει κάποιον που ξεδιπλώνει από μέσα του ένα κομμάτι ερημιάς και μετά βάζει τον εαυτό του να την περπατάει…
Αυτό ακριβώς κάνει! Και αυτό είναι κατά βάθος που με γοητεύει σ’ αυτόν. Πατάω κι εγώ στα βήματά του όπως καλούνται να πατήσουν και οι θεατές. Γενικότερα, πρέπει να πω, η συνάντησή μας με έχει πλουτίσει ως άνθρωπο. Και εφόσον προς όλους όσοι με εκτιμούν και με αγαπούν νιώθω ευγνώμων, προς την ίδια τη ζωή και τη φύση νιώθω ευγνώμων, θα ήταν αδύνατον να μην αισθάνομαι βαθιά ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη γι’ αυτόν τον άνθρωπο που διαδραμάτισε τόσο σοβαρό ρόλο στη ζωή μου. Μου πρόσφερε φοβερή ενδοσκόπηση, πέρα από την καλλιτεχνική ευκαιρία να βγάλω προς τα έξω τη δουλειά μου. Τύφλα να `χουν οι ψυχαναλυτές δηλαδή. Ο Θόδωρος σε κάνει να ανοιχτείς, θέλει κόντρα, του αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν δικές τους απόψεις και δεν πάνε με τα νερά του. Σε μένα βρήκε κάποιον που τα παλεύει τα πράγματα, που δεν του αρέσει η ευκολία. Γιατί, αλήθεια, ποιος θα βρεθεί να μας προεξοφλήσει την επιτυχία αν όχι ο ίδιος μας ο εαυτός;

Υπάρχει μια μεταφυσική των συναντήσεων στη ζωή μας;
Πάντα! Στη δική μου την περίπτωση τουλάχιστον μόνο αυτό υπάρχει!  Όλες οι συναντήσεις στη ζωή μου ήταν μεγάλες και σημαδιακές. Ίσως μόνο τέτοιες συναντήσεις να με προκαλούν, οι απαιτητικές, οι δυνατές, οι καθοριστικές. Η γυναίκα του Γκαρμπάρεκ, που είναι και η ψυχή του –καταπληκτικός άνθρωπος, ποιήτρια και ζωγράφος η ίδια–, έλεγε ότι όταν παίζουμε εμείς οι δυο περνάει ένας άγγελος απ’ το δωμάτιο… Τόσο πολύ ταυτίζεται η ψυχή μας όταν παίζουμε μαζί. Ε, λοιπόν, με αυτούς τους ανθρώπους όχι μόνο είμαι ακόμη δεμένη μετά από τόσα χρόνια αλλά κάνουμε και κοινά όνειρα για το μέλλον, όχι μόνο στο επίπεδο της μουσικής, αλλά γενικότερα, δέθηκαν οι οικογένειές μας. Άλλη φοβερή συνάντηση πάλι είναι αυτή με την Κιμ Κασκασιάν. Πολύ ξεχωριστός άνθρωπος και εκπληκτικά διορατικός μουσικός. Όπως είναι και ο Βαγγέλης Χριστόπουλος. Δακρύζω όταν τους ακούω. Είναι κομμάτι της ζωής μου και της έμπνευσής μου. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ και στην προσωπική μου ζωή. Εκεί κι αν είναι καθοριστικές οι συναντήσεις…

Διαβάστε ακόμα: Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η «χαρά» της Άλλης Όχθης

Σας έχει περάσει ποτέ από το νου η σκέψη μήπως είμαστε απλώς συνοδηγοί της ζωής μας και όπου θέλει αυτή μας πάει;
Μπα όχι, νομίζω πως εμείς οδηγούμε τελικά τη ζωή μας. Αλλά δεν αρνιόμαστε το να μας πηγαίνει η ζωή στο δρόμο της, θα ήταν ανόητο να μην της αφήνουμε το πλεονέκτημα. Απλώς θέλει προσοχή. Αναλόγως τους καιρούς που έρχονται και φεύγουν, πρέπει να κρατάς πότε πιο στιβαρά και πότε πιο χαλαρά το τιμόνι. Πάντως οφείλεις να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου ώστε να είναι απολαυστικό το ταξίδι αυτό.

karaindrou_4f

«Διεκδικώ την ελευθερία μου να εμπνευστώ από το σενάριο και να γράψω ολοκληρωμένες συνθέσεις, σουίτες, όχι στιγμιότυπα. Δεν κάνω αυτό που λέμε ‘’μουσική επένδυση-υπόκρουση’’. Θα το θεωρούσα υποτιμητικό».

«Αυτό που με έσωσε ήταν η ίδια μου η φύση»

Οι ήχοι τι μυστήρια κουβαλούν, τι σόι δύναμη έχουν;
Να σου πω ποιος ήχος είναι πιο «βαθύς» απ’ όλους; Ποιος ήχος με εντυπωσιάζει περισσότερο; (παύση) Η σιωπή!

Ως μήτρα όλων των ήχων;
Δεν χρειάζεται να ορίζουμε τα πάντα. Για μένα η σιωπή είναι ένα βήμα πριν από τον καλό ήχο. Ο καλός ήχος δηλαδή είναι ένα στοίχημα με τη σιωπή. Είναι η προσδοκία να συμβεί κάτι εξίσου δυνατό με κείνη.

Δεν είναι η σιωπή ο ορισμός της δυναμικής ισορροπίας;
Μου αρέσει η σιωπή ακριβώς γιατί δεν αναλύεται. Ορίζει αλλά δεν ορίζεται. (παύση)Απλώς επιβάλλεται! Όμως απουσιάζει επώδυνα η σιωπή από τη σύγχρονη ζωή. Γι αυτό τη χαίρομαι στα φιλμ του Ταρκόφσκι και του Αγγελόπουλου. Αυτό το παιχνίδι τους με τη σιωπή επαναφέρει μια χαμένη ποιότητα στη ζωή μας, μια βασική ποιότητα, που μας μαθαίνει την υπομονή και την προετοιμασία, το σταμάτημα που κάνουμε για να νιώσουμε και να σκεφτούμε αβίαστα, να αναρωτηθούμε και να επιλέξουμε. Η σιωπή είναι μια πολύτιμη ανάσα σε ένα περιβάλλον ακουστικής ασφυξίας. Οι Ανατολικοί, σε αντίθεση με τους δυτικούς τεχνοκράτες, είχαν από νωρίς επισημάνει και καλλιεργήσει τις αρετές της. Σήμερα ο άνθρωπος εξορίζεται σε ένα τερατώδες κομφούζιο ήχων όπου ή κουφαίνεται ή μαθαίνει να κωφεύει. Η σιωπή παραχωρεί το προνόμιο της ενεργητικής ακρόασης.

Μια παιδεία δεκτικότητας…
Σου είπα, δεν θα ήθελα να μπω στον κόπο να την αναλύσω τη σιωπή. Είναι από μόνη της μια αίσθηση πέρα από τις λέξεις. Ας την δεχτούμε όπως είναι, γι’ αυτό που είναι…

Αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε και με τους ανθρώπους! Αλήθεια έχετε περάσει από crash test στη ζωή σας ή κύλησαν εντελώς ομαλά τα πράγματα;
Καθόλου ομαλά! Καθόλου καλά δεν μου έχουν έρθει τα πράγματα ως τώρα, ίσα ίσα που ακόμη και για τα εντελώς αυτονόητα έκανα πολύ κόπο και πολλές θυσίες, περισσότερες από πολλούς άλλους. Αυτό που τελικά με έσωσε, πέρα από την ίδια την προσπάθεια που κατέβαλα, ήταν η ίδια μου η φύση. Είμαι θετικός άνθρωπος. Αισιόδοξη. Ξεχνάω όλα τα άσχημα αυθωρεί και παραχρήμα. Κοιτάζω μπροστά. Εξάλλου, όταν βάζω ένα στόχο έχω τόση δύναμη και παίρνω τέτοια φόρα που οπωσδήποτε τον φτάνω, αργά ή γρήγορα, παρά τα μύρια όσα εμπόδια εμφανίζονται καθ’ οδόν και μάλιστα από εκεί που δεν το περιμένω. Μικρή ακόμη έδωσα ολόκληρο αγώνα για να γίνω μουσικός, όντας βέβαια με κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο στο πιάνο, θυμάμαι τον εαυτό μου από επτά χρονών να αυτοσχεδιάζει, αλλά άντε να πείσεις τους δικούς σου ότι είσαι σε θέση να ζήσεις από αυτό. Έκανα επιπλέον και την επανάστασή μου στα 21 ή 22 μου, όταν μετά από ώριμη σκέψη είπα, προς τον εαυτό μου κυρίως, πως το να είμαι μια καλή πιανίστα και ό,τι άλλο συνεπάγεται αυτό, δεν ήταν τελικά σκοπός της ζωής μου, οπότε επιδίωξα να σπουδάσω σοβαρά μουσική και να ασχοληθώ στο μέλλον μόνο με αυτό. Τέλειωσα βέβαια και το πανεπιστήμιό μου, πήρα δίπλωμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, για χάρη του πατέρα μου.

«Η γυναίκα του Γκαρμπάρεκ –ποιήτρια και ζωγράφος η ίδια–, έλεγε ότι όταν παίζουμε εμείς οι δυο μαζί περνάει ένας άγγελος απ’ το δωμάτιο… Τόσο πολύ ταυτίζεται η ψυχή μας».

Έχει σημασία όμως το ότι πήρατε από νωρίς ένα δρόμο με τριγμούς και ρήξεις…
Ναι, ασφαλώς, αλλά οι πραγματικά μεγάλες δυσκολίες, τα αληθινά προβλήματα, οι καταστροφές, δεν είχαν να κάνουν με τις μουσικές μου ασχολίες ή τον επαγγελματικό μου προσανατολισμό. Άλλα είναι τα πράγματα που μας συγκλονίζουν συθέμελα. Οι ανθρώπινες απώλειες. Και είχα μεγάλες απώλειες στην προσωπική μου ζωή, για τις οποίες όμως δεν θέλω να μιλάω…

Απολύτως σεβαστό… Θα ήθελα να σταθούμε σε κάτι άλλο που επηρεάζει τις ζωές όλων μας. Στα εκσυγχρονισμένα Βαλκάνια όπου οι σχέσεις ρυθμίζονται με ποσοστά, το management διαφημίζεται ως πανάκεια. Εσείς όμως επιμένετε να κοιτάτε τους άλλους κατάματα και επαγγελματικά προτιμάτε να εκπροσωπείτε η ίδια τον εαυτό σας. Είναι μόνο θέμα συνήθειας;
Όχι βέβαια, είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας. Δεν έχω μάνατζερ γιατί δεν μου αρέσει να έχω και ούτε πρόκειται ποτέ να αποκτήσω. Τα κάνω όλα μόνη μου. Μου αρέσει να παίρνω πρωτοβουλίες. Για παράδειγμα, τον Γκαρμπάρεκ τον έψαξα μόνη μου, έφαγα τους καταλόγους, τηλεφώνησα στο Όσλο, στο Εθνικό Θέατρο, με το οποίο είχα μάθει ότι συνεργαζόταν και εν συνεχεία, αφού ευγενέστατα και χωρίς καχυποψία οι υπάλληλοι μου παραχώρησαν το τηλέφωνό του, πήρα στο σπίτι του. Συμπτωματικά το σήκωσε ο ίδιος, τα είπαμε, τα συμφωνήσαμε. Δεν με γνώριζε, απλώς του φάνηκε ενδιαφέρον το όλο θέμα και εξηγώντας του τι είδους συνεργασία ζητούσα είπε πρόθυμα το χαρακτηριστικό του «Great!». Τόσο απλά… Έτσι λειτουργώ. Αυθόρμητα. Δεν μου πάνε εμένα τα συμβούλια και τα συμβόλαια και οι δεσμεύσεις. Στην προκειμένη περίπτωση είχα γράψει ένα καινούργιο μουσικό θέμα και ψαχνόμουν ως προς τον ήχο του. Σε μια εβδομάδα είχα πάρει την απόφαση. Ήθελα πολύ να το ακούσω με έναν ήχο σαν το σαξόφωνο του Γκαρμπάρεκ, να μην είναι δηλαδή η υφή του ούτε εντελώς παραδοσιακή ούτε τζαζ, αλλά κάτι έξω από στυλ, κάτι άπιαστο, χωρίς σύνορα, ένα κλίμα αλλιώτικο. Και έτσι μας βγήκε τελικά. Ανέβηκα η ίδια στη Νορβηγία. Δουλέψαμε μαζί, γίναμε φίλοι. Συγκρίνεται ποτέ ένας ατζέντης με ανθρώπους που σε εκτιμούν και σε στηρίζουν γι αυτό που κάνεις και όχι για τα deals; Η ECM, για να καταλάβεις, ήρθε πολύ μετά και ήταν βέβαια ο Γιαν που με σύστησε στον υπέροχο Μάνφρεντ Άιχερ, πνευματικό μου πατέρα από κει και πέρα, ο οποίος για καλή μου τύχη ήταν λάτρης των ταινιών του Θόδωρου Αγγελόπουλου και της μουσικής μου πολύ πριν γνωριστούμε.

Άλλη μια σύμπτωση που θυμίζει συμπαντική συνωμοσία…
Το πιο χαρακτηριστικό, για να επανέλθω στην ερώτησή σου, είναι ότι και ο Γκαρμπάρεκ είναι επίσης της γνώμης ότι οι μεσάζοντες αποτελούν κάτι περίπου σαν αναγκαίο κακό. «Αν είχες έρθει με ατζέντη», μου είπε, «δεν θα είχα ανταποκριθεί θετικά». Βλέπεις πως λειτουργούν μερικοί άνθρωποι; Δεν χρειάζονται άλλους πάνω από το κεφάλι τους ή επίσημους απεσταλμένους προκειμένου να κινήσουν κάποια νήματα. Εξάλλου, πιστεύω βαθύτατα και το λέω σε όλους αυτό, ιδίως στους νεώτερους που αγωνιούν για το μέλλον τους, ότι αν αγαπάς κάτι, αν κυνηγάς τα όνειρά σου, τίποτα δεν πρόκειται να χαθεί. Αρκεί αυτό που κάνεις να το κάνεις επειδή το χαίρεσαι και να προσπαθήσεις να μη γυρίσει ποτέ ανάποδα αρχίζοντας να σε καταδυναστεύει. Γι αυτό ακριβώς δεν βλέπω τη μουσική σαν επάγγελμα. Για μένα είναι τρόπος ζωής, τρόπος να απολαμβάνω τη ζωή μου, μια απαραίτητη διάσταση της καθημερινότητάς μου, μια διάσταση αλληλένδετη με όλες τις άλλες. Αν με στριμώξουν τα «πρέπει» να είσαι σίγουρος ότι θα αλλάξω επάγγελμα! Δεν κάνω την αναρχική, αν και είμαι ως ένα σημείο, όμως πιστεύω πάρα πολύ στην πρωτοτυπία που σου εξασφαλίζει η κάθε μέρα αν δεν έχεις μπει σε καλούπια και ασφυκτικά προγράμματα.

 

«Διεκδικώ την ελευθερία μου να εμπνευστώ από το σενάριο και να γράψω ολοκληρωμένες συνθέσεις, σουίτες, όχι στιγμιότυπα. Δεν κάνω αυτό που λέμε ‘’μουσική επένδυση-υπόκρουση’’. Θα το θεωρούσα υποτιμητικό».


«Η σιωπή απουσιάζει επώδυνα από τη σύγχρονη ζωή. Γι’ αυτό τη χαίρομαι στα φιλμ του Ταρκόφσκι και του Αγγελόπουλου. Αυτό το παιχνίδι τους με τη σιωπή επαναφέρει μια χαμένη ποιότητα στη ζωή μας, που μας μαθαίνει την υπομονή και την προετοιμασία, το σταμάτημα που κάνουμε για να νιώσουμε και να σκεφτούμε αβίαστα, να αναρωτηθούμε και να επιλέξουμε».

«Όλα τα δικά μου τα κουβαλάω πάνω μου»

Στη μουσική σας οι εικόνες τι θέση έχουν, έρχονται πριν από τους ήχους;
Ποτέ δεν βλέπω εικόνες με τη μουσική, είτε τη δική μου είτε άλλων. Δεν βλέπω τίποτα. (παύση) Αισθάνομαι! Οι μόνες εικόνες που επιδρούν πάνω μου δεν σχετίζονται παρά έμμεσα με τη μουσική και είναι οι καθημερινές μου παραστάσεις. Ό,τι με συγκινεί σε αυτές με εμπνέει και στο έργο μου. Η μουσική είναι καθαρή αίσθηση. Φορτίζεται και φορτίζει. Είναι κομμάτι της καθημερινότητας, μια ανταπόκριση σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ως ολοζώντανο κομμάτι της ζωής μάς αγγίζει η μουσική και αυτό το άγγιγμα μπορεί να ευχαριστεί ή να ενοχλεί αλλά δεν παύει να είναι η αισθητή προέκταση της ψυχής μας. Όταν θέλει να είναι…

Και τι άλλο είναι; Άσκηση ελευθερίας ή άσκηση πειθαρχίας;
Η μουσική είναι και τα δύο. Μόνο μέσα από την αυτοπειθαρχία μπορείς να κατακτήσεις την ελευθερία σου. Κανείς δεν στη χαρίζει. Αρκεί βέβαια όλα να είναι μια δική σου απόφαση.

«Ποτέ δεν βλέπω εικόνες με τη μουσική, είτε τη δική μου είτε άλλων. Δεν βλέπω τίποτα. Αισθάνομαι!»

Στη ζωή σας είστε συλλέκτης εμπειριών ή σας αρέσουν οι πάγιοι ρόλοι;
Μου αρέσουν πολύ οι πάγιοι ρόλοι και δεν είμαι υπό καμία έννοια συλλέκτης. Μου ταιριάζει γάντι η έκφραση «όλα τα δικά μου τα κουβαλάω πάνω μου». Όσο για το ρόλο του συλλέκτη, παρότι θαυμάζω τους συλλέκτες, μου προκαλεί μελαγχολία. Το τίποτα, το μικρό, το ελάχιστο, τα περιέχει όλα! Όπως είπε και ο Σεφέρης, την τέχνη μας τη φορτώσαμε με τόσα πολλά μαλάματα που φαγώθηκε το πρόσωπό της και δεν μπορούμε πια να το δούμε και… είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί ίσως η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά. Η ποίηση, η μουσική, είναι ένα είδος κάθαρσης. Με την τέχνη αλλάζεις. Μαθαίνεις καλύτερα τον εαυτό σου. Ενώ τα αντικείμενα και οι περιουσίες δεν σε βοηθούν σε αυτό.

Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Σεφέρης: Η ομιλία του στη Στοκχόλμη

Ποια είναι η μεγαλύτερη αμφιβολία σας;
Για όλα διατηρώ τις αμφιβολίες μου. Δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο να μην αμφιβάλλω.

Είναι βαρετή χώρα ο εαυτός;
Πολλοί ίσως έχουν την πολυτέλεια να ασχολούνται με τους εαυτούς τους. Εγώ όχι. Εξάλλου πάντα με βλέπω σε σχέση με τους άλλους. Θα μπορούσα να πω ότι περισσότερο ζω για άλλους παρά για το ίδιο μου τον εαυτό. Προτιμώ να κάνω μια μακαρονάδα για τους φίλους μου παρά μια ψυχανάλυση.

Ποιος παράδεισος γίνεται η δική σας κόλαση;
Αντέχω σε όλες της δόσεις παραδείσου! Βρες τον και δώσ’ μου τον, αρκεί να είναι φυσικός και να έχει όλους τους ανθρώπους που αγαπώ μέσα.

Τι χαίρεστε στον Έλληνα;
Στον Έλληνα χαίρομαι το βλέμμα του. Ένα βλέμμα πολύ ιδιαίτερο, που με γεμίζει αισιοδοξία και σπανίως το συναντάω αλλού, γεμάτο με μια γήινη αίσθηση ανθρωπιάς και μια βαθιά κρυμμένη αθωότητα…

 

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπνόριζας

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top