Γιατί άργησε τόσο να γράψει τη ''Συνωμοσία της Αμοργού'';» «Θα ρωτούσε κανείς τον Οδυσσέα γιατί του πήρε τόσα χρόνια η επιστροφή από την Τροία;» απαντά ο Ηλίας Κουλουκουντής. «Κι αν ακόμη τον ρωτούσε, μάλλον θα έπαιρνε την εξής απάντηση: “Ήρθα όσο πιο γρήγορα μπορούσα”».

Γιατί άργησε τόσο να γράψει τη ”Συνωμοσία της Αμοργού”;» «Θα ρωτούσε κανείς τον Οδυσσέα γιατί του πήρε τόσα χρόνια η επιστροφή από την Τροία;» απαντά ο Ηλίας Κουλουκουντής. «Κι αν ακόμη τον ρωτούσε, μάλλον θα έπαιρνε την εξής απάντηση: “Ήρθα όσο πιο γρήγορα μπορούσα”».

Ως πρόλογο στο βιβλίο του «Η συνωμοσία της Αμοργού», ο Ηλίας Κουλουκουντής σημειώνει: «Τα γεγονότα που περιγράφονται εδώ είναι απολύτως αληθινά. Η ιστορία που αφηγούμαι είναι μια αναδρομή σε ένα σημαντικό επεισόδιο της ζωής μου και στις συνθήκες που οδήγησαν σ’ αυτό». Ήταν στα πρώτα χρόνια της χούντας, όταν ο νεαρός Έλληνας της διασποράς, νεόκοπος συγγραφέας, αποφάσισε να εγκαταλείψει την ασφάλεια της Νέας Υόρκης και να ταξιδέψει στην Ευρώπη για να οργανώσει την απόδραση του πεθερού του από την Αμοργό. Πατέρας της πρώτης του συζύγου, Ελένης, ο κεντροαριστερός Γιώργος Μυλωνάς ήταν μέλος της Ένωσης Κέντρου και είχε διατελέσει υπουργός στην κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, πριν συλληφθεί από το δικτατορικό καθεστώς και απομονωθεί στο νησί. Η δραπέτευσή του στο εξωτερικό με τη συνεργασία ενός διεθνούς αντιστασιακού δικτύου θα έκανε δυνατή τη συμμετοχή του σε μια κίνηση συνασπισμού ικανή να επαναφέρει στην Ελλάδα τη δημοκρατία, πίστευαν τότε.

Γόνος μεγάλης εφοπλιστικής οικογένειας, ο Ηλίας Κουλουκουντής γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1937 και έζησε τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής του στη Σύρο, για να βρεθεί στην Αμερική με το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Αντί να αρκεστεί στην ασφάλεια μιας ζωής άνετης από κούνια, απαρνήθηκε τη ναυτιλία –και τις συντηρητικές πολιτικές πεποιθήσεις του κύκλου του– για να γίνει συγγραφέας. Παρόλο που το πρώτο του βιβλίο είχε κυκλοφορήσει πριν τη μεγάλη του ελληνική περιπέτεια, πέρασαν πάνω από σαράντα χρόνια μέχρι να καταγράψει τα γεγονότα της Αμοργού, έχοντας τελικά ασχοληθεί με τη ναυτιλία στο ενδιάμεσο, και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. «Γιατί αργήσατε τόσο να γράψετε το βιβλίο;» τον ρώτησα. «Θα ρωτούσε κανείς τον Οδυσσέα γιατί του πήρε τόσα χρόνια η επιστροφή από την Τροία;» αντέτεινε: «Κι αν ακόμη τον ρωτούσε, μάλλον θα έπαιρνε την εξής απάντηση: “Ήρθα όσο πιο γρήγορα μπορούσα”. Με ένα βιβλίο αυτού του τύπου, όπου καταπιάνεσαι με ένα γεγονός που σου αλλάζει τη ζωή, πρέπει να περάσει κάποιος χρόνος μέχρι να καταλάβεις πόσο σε άλλαξε».

«Τα πιο σημαντικά πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου είχαν όλα σχέση με την Ελλάδα. Μοναδική εξαίρεση η εφοπλιστική μου καριέρα, που έχει ως επί το πλείστον βάση τη Σκανδιναβία».

Αφού «Η συνωμοσία της Αμοργού» κυκλοφόρησε στα ελληνικά, ο Κουλουκουντής επέστρεψε για πρώτη φορά στο νησί, για να βρει το σπίτι στο οποίο διέμενε ο πεθερός του σχεδόν ανέγγιχτο από το χρόνο. Ο «νόστος» αυτός καταγράφηκε σε ένα σύντομο ντοκιμαντέρ, το οποίο παρουσιάζει για πρώτη φορά μέσα από το Andro. Βλέποντάς το, επιβεβαιώθηκε η αίσθηση που είχα όταν διάβαζα το βιβλίο: η ιστορία του είναι ό,τι πρέπει για να γυριστεί μια μεγάλη κινηματογραφική περιπέτεια!

_36A9687ok

«Το πρώτο μου βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει σύντομα σε e-book, είχε τίτλο ”Τα πανηγύρια της μνήμης” (The Feasts of Memory, 1967) και αποτέλεσε το πρώτο κεφάλαιο της αέναης αναζήτησής μου για την Ελλάδα. Η ”Συνωμοσία της Αμοργού» αφορά ένα περιστατικό της ιστορίας στο οποίο έπαιξα ρόλο».

Ποιος θα θέλατε να σας υποδυθεί αν «Η συνωμοσία της Αμοργού» γινόταν ταινία;
Αυτό είναι δουλειά του σκηνοθέτη ή του casting director. Γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να είναι δική μου η απόφαση, δεν το πολυσκέφτομαι. Όσον αφορά κινηματογραφικούς ήρωες, τείνω περισσότερο προς την τυπολογία του Γούντι Άλεν, παρά εκείνη του Σον Κόνερι –μολονότι με έχουν νομίσει για τον Κόνερι πάνω από μια φορά. Κάποτε, έφτασα στα σύνορα Συρίας και Λιβάνου με ένα κινηματογραφικό συνεργείο, κουβαλώντας μέσα σε τρία ταξί 67 κιβώτια κινηματογραφικού εξοπλισμού. Είχαμε μόλις γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, και ταξιδέψαμε με πλοίο από την Κύπρο στη Λατάκια της Συρίας για να συνεχίσουμε από ξηράς προς τη Βηρυτό. Οι Λιβανέζοι συνοριοφύλακες δεν μας επέτρεπαν την είσοδο στη χώρα, οπότε θα ήμασταν υποχρεωμένοι να επιστρέψουμε με τα ταξί πίσω στη Λατάκια. Τότε ένας από του φύλακες με κοίταξε και είπε: «Έι, αυτός είναι ο Σον Κόνερι. Αφήστε τους να περάσουν». Είχε φανταστεί ότι ο Κόνερι θα ταξίδευε με το συνεργείο και 67 κιβώτια κινηματογραφικού εξοπλισμού; Αν έπρεπε να επιλέξω κάποιον που να φαίνεται σήμερα γύρω στα 30 για να ενσαρκώσει το δικό μου ηρωικό πρότυπο, θα μπορούσα να πω τον Όουεν Γουίλσον, τον ταλαίπωρο πρωταγωνιστή στο “Μεσάνυχτα στο Παρίσι” του Γούντι Άλεν, ή τον Ράιαν Γκόσλινγκ, παρόλο που μάλλον παραείναι διάσημοι και οι δύο. Ο νεαρός ήρωάς μου θα μπορούσε ίσως να είναι κάποιος άσημος στον πρώτο του μεγάλο ρόλο, αφού ο χαρακτήρας που θα υποδυθεί εμφανίστηκε από το πουθενά. Ο πολιτικός, βέβαια, θα μπορούσε να είναι όσο πιο διάσημος γίνεται –εφόσον μιλάμε για πολιτικό, σίγουρα θα ήθελε να είναι όσο πιο διάσημος γίνεται.

Πώς αισθανθήκατε επιστρέφοντας στην Αμοργό μετά από τόσες δεκαετίες;
Με εξέπληξε ευχάριστα η διαπίστωση ότι είναι ένα πολύ όμορφο νησί. Στο παρελθόν είχα άλλα πράγματα στο μυαλό μου και δεν μπορούσα να εκτιμήσω την ομορφιά της. Είναι πιο αγροτική από τη Σύρο, όπου γεννήθηκαν οι γονείς μου, και όχι τόσο γυμνή και άγονη όσο η Κάσος των παππούδων μου. Οι άνθρωποι είναι φιλικοί, το φαγητό καλό και το ψάρι εξαιρετικό!

Ποια είναι τα συναισθήματά σας για την Ελλάδα;
Τα πιο σημαντικά πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου είχαν όλα σχέση με την Ελλάδα. Μοναδική εξαίρεση –τι ειρωνεία!– η εφοπλιστική μου καριέρα, που έχει ως επί το πλείστον βάση τη Σκανδιναβία. Το πρώτο μου βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει σύντομα σε e-book, είχε τίτλο «Τα πανηγύρια της μνήμης» (The Feasts of Memory, 1967) και αποτέλεσε το πρώτο κεφάλαιο της αέναης αναζήτησής μου για την Ελλάδα. «Η συνωμοσία της Αμοργού» αφορά ένα περιστατικό της ιστορίας στο οποίο έπαιξα ρόλο. Το γεγονός ότι κυκλοφόρησε στα ελληνικά και διαβάζεται από Έλληνες αναγνώστες έδωσε πλέον στο βιβλίο τη διάσταση που έλειπε: μια σχέση με την Ελλάδα του σήμερα.

«Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπιζε τον ελληνικό λαό λίγο πολύ ως φασαριόζους αλήτες, σαν μερικούς από εκείνους που αποτελούσαν τον στενό του περίγυρο».

Το γεγονός ότι ως νέος πήγατε κόντρα στις επιθυμίες της εφοπλιστικής σας οικογένειας έθεσε σε πραγματικό κίνδυνο τη σχέση με τους γονείς σας;
Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Δεν νομίζω ότι οι επαναστατικές ενέργειές μου έθεσαν ποτέ σε κίνδυνο τη σχέση με τη μητέρα μου, ωστόσο ο πατέρας μου δεν μπορούσε να αποδεχτεί ότι ήμουν τόσο διαφορετικός από εκείνον. Ούτε κι εγώ μπορούσα να τον δεχτώ όπως ήταν, γεγονός που για πολύ καιρό στάθηκε μεγάλο εμπόδιο στη μεταξύ μας σχέση, ιδίως όταν τελικά μπήκα στη δουλειά του. Γενικά, οι Έλληνες πατεράδες έχουν ένα θέμα με τους γιους. Είχα μια ξαδέρφη που δούλευε με τον πατέρα της και θαύμαζα πόσο καλά τα πήγαιναν. Κι εγώ, επίσης, έχω μια κόρη με την οποία συνεργάζομαι πολύ καλά. Είμαι ευτυχής που τόσο εγώ όσο και ο πατέρας μου είχαμε τελικά τη φώτιση και μπορέσαμε να συμφιλιωθούμε πριν από το θάνατό του. Αυτό έγινε χάρη στη δεύτερη σύζυγό μου, τη Λούσυ, η οποία είχε μια εξαιρετική ικανότητα να βλέπει τα πράγματα από διαφορετικές οπτικές γωνίες και μπόρεσε να το εξηγήσει και στους δυο μας χωρίς να θίξει κανέναν: «Είστε πολύ διαφορετικοί και κανένας από τους δύο δεν αποδέχεται τον άλλο όπως είναι». Αυτή η λιτή δήλωση περιέκλειε όλη την ουσία της σχέσης μας, αλλά χρειάστηκε μια πολύ έξυπνη γυναίκα για να το εντοπίσει και να το εκφράσει.

Τι ήταν εκείνο που καθόριζε τότε τις πράξεις σας;
Μου ήταν αδύνατον να συνηθίσω στην ιδέα ότι οι άλλοι μπορούσαν να είναι τόσο σίγουροι ότι ήξεραν το σωστό –για τον καθένα. Είχαν μια αμετακίνητη άποψη για το πώς έπρεπε να είναι τα πράγματα, χωρίς ποτέ να συνειδητοποιούν ότι το μόνο δεδομένο ήταν η άποψή τους, όχι η ίδια η πραγματικότητα. Προσπαθούσα να τους το εξηγήσω και υπονόμευα τις ιδέες τους με πολλούς τρόπους, κι αυτό φυσικά προκαλούσε αρκετή εχθρότητα από μέρους τους. Μόνο εγώ μπορούσα να αποφασίσω τι ήμουν.

_36A9563bwok

«Η πρώην σύζυγός μου, Ελένη Μυλωνά, είπε πρόσφατα: ”Από τα χρόνια του πατέρα μου μέχρι σήμερα κανένας πολιτικός δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει το έθνος μας”. Είναι μια δήλωση ισοπεδωτική, αλλά, για να μη μακρηγορώ, θα συμφωνήσω. Αυτή είναι η αιτία που το έθνος βρίσκεται σήμερα σε αυτήν την κατάσταση».

Σε επιστολή του προς τους New York Times ο Μυλωνάς είχε γράψει για την απόδρασή του «Το σχέδιο ήταν δικό μου». Σας ενόχλησε η αγνωμοσύνη του;
Αν ήτανε ν’ ασχοληθεί κανείς με το πώς οι πολιτικοί παραποιούν την αλήθεια, δεν θα έμενε χρόνος να σκεφτεί τίποτ’ άλλο. Οι πολιτικοί θα πουν οτιδήποτε τους εξυπηρετεί, όσο για την ευγνωμοσύνη, δεν παίζει κανένα ρόλο. Οι πολιτικοί λειτουργούν με γνώμονα τον φόβο –φόβο μήπως δεν είναι στα πράγματα– και την απληστία –είναι πλεονέκτες. Λένε ότι δουλεύουν για τους ψηφοφόρους τους, ενώ στην πραγματικότητα δουλεύουν για τον εαυτό τους, για το εγώ τους. Όπως και να ’χει, η ευγνωμοσύνη δεν έχει καμία σχέση, κι όποιος την επιζητεί δεν πρέπει να συναναστρέφεται καθόλου πολιτικούς.

Απογοητευθήκατε που ο Μυλωνάς δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, όπως αναμενόταν όταν σχεδιάζατε τη δραπέτευσή του;
Ως προς την απογοήτευση, ο Μυλωνάς ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η τεράστια απογοήτευση ήταν ότι οι πολιτικοί της εποχής δεν μπορούσαν να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να συνεργαστούν για να παρουσιάσουν ένα ενιαίο μέτωπο ικανό να αντικαταστήσει τη χούντα. Αυτό θα είχε σημάνει το τέλος της μια πενταετία νωρίτερα και θα είχε σώσει την Κύπρο από το πραξικόπημα και τις δυο τραγικές τουρκικές εισβολές. Και η κατάσταση επιδεινώθηκε. Η πρώην σύζυγός μου, Ελένη Μυλωνά, είπε πρόσφατα: «Από τα χρόνια του πατέρα μου μέχρι σήμερα κανένας πολιτικός δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει το έθνος μας». Είναι μια δήλωση ισοπεδωτική, αλλά για να μη μακρηγορώ θα συμφωνήσω. Αυτή είναι η αιτία που το έθνος βρίσκεται σήμερα σε αυτήν την κατάσταση.

8663

«Η συνωμοσία της Αμοργού» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη.

Παρακολουθήσατε τη μετέπειτα πορεία άλλων πολιτικών που αναφέρετε στο βιβλίο σας; 
Συνάντησα τον Ανδρέα Παπανδρέου όταν διέμενε στη Σουηδία, το απόγευμα της 4ης Ιουλίου 1969. Εκείνος ήταν 50 ετών, εγώ μόνο 32. Παρότι ήμουν 18 χρόνια μικρότερός του και είχα σχετικά μικρή πολιτική εμπειρία, δεν ήταν καθόλου δύσκολο να καταλάβω το ποιόν του: Ήταν υπέρ των απλών δημαγωγικών απαντήσεων που απαξίωναν τους εχθρούς του και του χάριζαν ψήφους. Ο Μητσοτάκης διέφερε στο ότι απέρριπτε τις απλές απαντήσεις και προσπαθούσε να κάνει τον κόσμο να σκεφτεί τι πραγματικά συνέβαινε. Είναι κάτι δύσκολο, γιατί πολύ συχνά ο κόσμος προτιμάει να μη σκέφτεται, ωστόσο ο Μητσοτάκης θεωρούσε τον λαό πιο έξυπνο απ’ όσο ο Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου αντιμετώπιζε τον ελληνικό λαό λίγο πολύ ως φασαριόζους αλήτες, σαν μερικούς από εκείνους που αποτελούσαν τον στενό του περίγυρο. Παρ’ όλα αυτά, ο κόσμος τον ψήφιζε. Το γεγονός ότι ο Παπανδρέου πήρε ποσοστό ψήφων 45% ενώ είχε παραπεμφθεί σε Ειδικό Δικαστήριο είναι ενδεικτικό. Όσο για τη μετέπειτα πορεία των πολιτικών με όλα τα πάνω και τα κάτω τους, υπάρχουν όρια στο πόσο μπορεί να ενδιαφερθεί κανείς. Έχω το ίδιο πρόβλημα με τη διαμάχη Ισραήλ-Παλαιστινίων. Τι έγινε αυτή τη βδομάδα; Μου θυμίζει μια σκηνή στην ταινία «Amadeus» όπου ο Σαλιέρι, ο συνθέτης της Αυλής, δείχνει στον Μότσαρτ μια παρτιτούρα. Ενώ εκτείνεται σε 4-5 σελίδες, ο Μότσαρτ έχει πιάσει το νόημα από τη μέση ήδη της πρώτης.«Το υπόλοιπο είναι ίδιο, έτσι;» ρωτάει. Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε έναν Μότσαρτ –έναν Έλληνα πολιτικό ικανό να συνθέσει νέες μουσικές.

Πιστεύετε ότι οι Έλληνες του εξωτερικού πρέπει να βοηθήσουν;
Η κρίση στην Ελλάδα είναι ηθική και πνευματική. Αν ήταν απλώς οικονομική, θα ήταν πιο εύκολο να αντιμετωπιστεί. Οι Έλληνες έχουν την τάση να περιμένουν λύσεις για τα προβλήματα τη χώρας τους από το εξωτερικό. Το 1967 επιτρέψαμε να αναλάβει την κυριαρχία της χώρας η χούντα, την οποία δεν ξεφορτωθήκαμε παρά το 1974 χάρη στη «λύση» που ήρθε από την Κύπρο (με κόστος 6.000 νεκρούς). Ωστόσο, για την Ελλάδα αυτό ήταν η εύκολη λύση. Δεν ήταν η Ελλάδα που πλήρωσε για την απελευθέρωσή της. Ήταν η Κύπρος. Αυτή τη φορά η λύση δεν θα έρθει έξωθεν. Η λύση μπορεί να βρεθεί μόνο από την ίδια την Ελλάδα, ούτε καν από τους Έλληνες της διασποράς. Σίγουρα, οι Έλληνες του εξωτερικού μπορεί να προσφέρουν βοήθεια, ωστόσο η αλλαγή πρέπει να συντελεστεί εντός Ελλάδας, κι αυτή η αλλαγή πρέπει να είναι ατομική –μια αλλαγή που είναι αναγκαίο να επέλθει σε κάθε Έλληνα ξεχωριστά, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε και αντιμετωπίζουμε τον κόσμο. Όταν αλλάξουμε εμείς, θα αλλάξει και η κατάσταση.

«Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε έναν Μότσαρτ –έναν Έλληνα πολιτικό ικανό να συνθέσει νέες μουσικές».

Εκτός από συγγραφέας και εφοπλιστής, έχετε παίξει άλλους ρόλους στη ζωή σας;
Έχω παίξει σε θεατρικά έργα και όπερες, τον Παπαγκένο στον «Μαγικό Αυλό» του Μότσαρτ και τον Πρίγκιπα Γκρέμιν στον «Ευγένιο Ονιέγκιν» του Τσαϊκόφσκι, τότε που τραγουδούσα στα ρώσικα. Ακόμα κι η εκμάθηση μιας γλώσσας είναι λίγο σαν να υποδύεσαι κάποιο ρόλο. Βέβαια, οι ρόλοι του συζύγου και πατέρα υπήρξαν οι πιο απαιτητικοί και πιο επωφελείς στη ζωή μου. Αν ήξερα πόσο θα απολάμβανα την πατρότητα, θα είχα θελήσει να αποκτήσω παιδί νωρίτερα. Και πάλι όμως είμαι ευγνώμων που μου δόθηκε η δυνατότητα, και πρέπει για μια ακόμη φορά να ευχαριστήσω γι’ αυτό τη σύζυγό μου Λούσυ. Ήταν κάτι που το ήθελε από την πρώτη στιγμή. Σε ορισμένες φάσεις, το μεγάλωμα ενός παιδιού μοιάζει λίγο με την πολιτική –πρέπει να εφαρμόσεις ένα πρόγραμμα που να έχει αποτελέσματα. Ήταν όμως ένα είδος ουσιαστικής πολιτικής, που σου επιτρέπει να κάνεις τη διαφορά.

_36A9646ok

«Οι Έλληνες έχουν την τάση να περιμένουν λύσεις για τα προβλήματα της χώρας τους από το εξωτερικό. Αυτή τη φορά όμως η λύση μπορεί να βρεθεί μόνο από την ίδια την Ελλάδα, ούτε καν από τους Έλληνες της διασποράς».

Ταξιδεύετε αρκετά;
Τα τελευταία χρόνια έχω μείνει στο Βερολίνο, τη Βιέννη, την Αθήνα, τη Σύρο και τη Νέα Υόρκη. Χωρίς αμφιβολία, η Σύρος είναι ο αγαπημένος μου προορισμός. Το καλοκαίρι πήγα για πρώτη φορά στη Μαδρίτη και μου άρεσε πολύ. Πήγαινα κάθε μέρα στο Πράντο και μελετούσα τους πίνακες σαν να ήμουν ζωγράφος. Πέρυσι ταξίδεψα στην Ανταρκτική και πέρασα υπέροχα. Ήταν ένα ταξίδι που ήθελα πολλά χρόνια να κάνω. Ήταν κάτι που λέγαμε με τη Λούσυ. Με ρωτούν πώς μου γεννήθηκε η επιθυμία να πάω, και συνειδητοποιώ ότι είχα την ευκαιρία να βιώσω τον κόσμο τα πάνω κάτω, κάτι που πιάνω συχνά τον εαυτό μου να προσπαθεί και στην καθημερινότητα –να αναποδογυρίσω κάτι και να δω πώς φαίνεται. Το επόμενο μεγάλο μου ταξίδι θα ήθελα να είναι με τρένο, από τη Μόσχα προς το Καμπαρόφσκ στη Βορειοανατολική Ρωσία, και μετά να κατέβω προς το Πεκίνο και τη Σαγκάη. Έχω την τύχη να μπορώ να ταξιδέψω όπου θελήσω, αλλά δεν μου χρειάζεται να μένω σε 5άστερα ξενοδοχεία, γεγονός που καθιστά τα ταξίδια πολύ πιο προσιτά, αλλά και πολύ πιο απολαυστικά. Έχω διαπιστώσει ότι μεγάλο μέρος του κόστους για κάτι αφορά το στάτους που υποτίθεται ότι αποπνέει, αν όμως σε ενδιαφέρει όχι το στάτους αλλά η άνεση και η ευκολία, μπορεί τελικά να ξοδέψεις πολύ πιο λίγα.

Εκτός από τα γεγονότα που περιγράφετε στη «Συνωμοσία της Αμοργού», ποια θα ήταν τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια στην αυτοβιογραφία σας;
Η ενασχόλησή μου με την εφοπλιστική και η πατρότητα. Έχω διαπιστώσει, όμως, στην πράξη ότι η μυθοπλαστική συγγραφή μού δίνει τη δυνατότητα να αξιοποιήσω τις εμπειρίες μου καλύτερα απ’ ό,τι αν έγραφα πραγματικά γεγονότα. Τώρα γράφω ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται περίπου την ίδια εποχή με τη «Συνωμοσία της Αμοργού», ωστόσο πρόκειται για μυθοπλασία, οπότε έχω το ελεύθερο να πλάθω τους χαρακτήρες. Μερικές φορές ένας φανταστικός χαρακτήρας μπορεί να είναι πιο αληθινός από κάποιον τον οποίο θυμάσαι.

Υπάρχει κάτι στη ζωή σας για το οποίο έχετε μετανιώσει;
Μετανιώνω που δεν συνέχισα να κάνω μαθήματα πιάνου όταν πήγα εσωτερικός σε σχολείο στα 14 μου. Θα ήθελα να ζήσω αρκετά ώστε να μάθω περισσότερες ξένες γλώσσες, να γράψω περισσότερα βιβλία, να αποκτήσω περισσότερες γνώσεις για τη μουσική. Όπως όλοι, θα ήθελα να ζω τις μέρες μου σε όμορφο περιβάλλον, περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που επιθυμώ να έρχονται κοντά μου. Το σπίτι μου στη Σύρο, το οποίο ανακαίνισα, μου δίνει αυτή τη δυνατότητα. Δόξα Σοι ο Θεός, θα μπορούσα να πω ότι έχω βρει την Ιθάκη μου.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top