tabloid02b

«Σκέφτηκα ότι είχα πιει περισσότερο απ’ όσο όλοι όσοι βρίσκονταν εκεί. Δεν ήταν θέμα μαγκιάς. Ήταν απλά μαθηματικά. Έξυσα την κοιλιά μου, σαν να έψαχνα για ένα έλκος, ή για καμιά κόχη που προεξείχε απ’ το συκώτι μου».

Θα πάω για ψώνια στα μαγαζιά απόψε με τα υπόλοιπα λεφτά που μου ‘δωσες. Όσο απασχολούμαι με κάτι τόσο λιγότερο το σκέφτομαι. Θα περάσω απόψε το βράδυ. Άφησε ένα φως ανοιχτό. -Ινέζ.

-James Ellroy, Λος Άντζελες Εμπιστευτικό

Έκανε ψύχρα, αλλά είχα ζεσταθεί απ’ το περπάτημα.
Μπήκα στο Ρεζίν, κάθισα στη γωνία, και άφησα το καπέλο πλάι στα τσιγάρα μου. Κοίταξα τους περαστικούς, τα φώτα του δρόμου, και, μετά, τους θαμώνες, τον νεαρό στο μπαρ, τη σερβιτόρα.
Ένιωθα σαν παρθένα σε μπουρδέλο, ή το αντίστροφο. Άναψα τσιγάρο, μ’ έπιασε βήχας, και σκέφτηκα: Μάλλον το αντίστροφο. Για κάποιο λόγο, αυτό μ’ έκανε να νιώσω καλύτερα. Κοίταξα τους θαμώνες, ξανά. Μέσος όρος ηλικίας, τα δεκαεννιά, ή τα είκοσι.
Σκέφτηκα ότι είχα πιει περισσότερο απ’ όσο όλοι όσοι βρίσκονταν εκεί. Δεν ήταν θέμα μαγκιάς. Ήταν απλά μαθηματικά. Έξυσα την κοιλιά μου, σαν να έψαχνα για ένα έλκος, ή για καμιά κόχη που προεξείχε απ’ το συκώτι μου.
Εκτός από ένα σωσίβιο που αποκλείεται να με κρατούσε στην επιφάνεια, δεν βρήκα τίποτα. Πάλι καλά –ή σχεδόν. Αντί για Τζακ, ζήτησα μια Χάινεκεν, ίσως από νοσταλγία. Ήπια μια γουλιά, και έγειρα προς τον τοίχο, σαν να προσπαθούσα να ακούσω τι γινόταν στο διπλανό μαγαζί.
Άλλωστε, γι’ αυτό είχα έρθει. Μόνο που το διπλανό μαγαζί είχε αλλάξει πολλές φορές, δεν ήταν πια αυτό που έψαχνα: Το Άλφα-Βήτα. Με τον Άλκη βαριεστημένα καθισμένο σε ένα τραπέζι, και τα κορίτσια να μας σερβίρουν μπίρες.
Η Ελίνα, η Αγγελική, η Κατερίνα.
Αναρωτήθηκα πού να είχαν χαθεί. Όμως, δεν έψαχνα αυτούς, αλλά την Αθήνα, μαζί μ’ αυτούς, και εκατομμύρια άλλους.
Πήρα τον αναπτήρα μου, και θυμήθηκα έναν άλλο, συλλεκτικό, από την προβολή, στο Τριανόν, της ταινίας του Νικολαΐδη, Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα. Στο Άλφα-Βήτα τον είχα χαρίσει σε ένα παιδί με ράστα μαλλιά, και τατουάζ, τον έλεγαν Νίκο, ή κάτι τέτοιο. Αργότερα μάθαμε ότι ήταν ασφαλίτης.
Ναι.
Χαμογέλασα στο πουθενά, και σκέφτηκα τις μέρες της αναρχίας, τη Βίλα Αμαλίας, τις συζητήσεις, κάτι φθινόπωρα παλιά, το 2002, το 2003, στο Άλφα-Βήτα, να φλυαρούμε για επαναστάσεις, ανατροπές, και τα παρόμοια.
Και να μεθάμε ανυποψίαστοι, με το κορίτσι μου, ξεκινώντας από τους Doors, ως τους Rage Against The Machine.
Τρέχα γύρευε.

«Τότε είχαμε γυρίσει στο Άλφα-Βήτα, και φύγαμε με τα κορίτσια, ίσως για το Σταντ, το παλιό, ή για το κλαμπ του Αντεργκράουντ, ή για κανένα παγκάκι στην πλατεία».

Είδα μια σκηνή εμετού από το Θα Σε Δω Στην Κόλαση Αγάπη Μου, πάλι απ’ το Τριανόν (ή το Άστυ;), όταν είδαμε στο φουαγιέ τη Βαλέρια Χριστοδουλίδου, που αστειευόταν για τη συχνότητα των εμετών, και για την υγρασία.
Τότε είχαμε γυρίσει στο Άλφα-Βήτα, και φύγαμε με τα κορίτσια, ίσως για το Σταντ, το παλιό, ή για το κλαμπ του Αντεργκράουντ, ή για κανένα παγκάκι στην πλατεία.
Ανακάθισα, και κοίταξα προς τη μεριά ενός φούρνου, λες και θα έβλεπα τον Δημήτρη Πουλικάκο να βαδίζει σκυφτός προς έναν τόπο που μας φαινόταν, και ίσως ήταν, μυθικός.
Μετά από μερικές ακόμα μπίρες, η σερβιτόρα έφερε μια κερασμένη, και είπε: «Έχετε ξανάρθει;»
Σιχτίρισα νοερά για τον πληθυντικό, και έγνεψα αρνητικά: «Απλώς, περνούσα». Μετά απ’ αυτό, ήξερα ότι ήταν ώρα να πληρώσω.
Στα φανάρια, έγινα πάλι τριάντα-ένα, και μου έπεσε βαρύ. Γι’ αυτό μπήκα στο Τίβολι, και πήρα ένα αληθινό ποτό, ακούγοντας κάτι ρεμπέτικα απ’ αυτά που τραγουδούσε εκεί η Κατερίνα Σκορδαλάκη, ένα μεσημέρι πριν από αιώνες.
Ζαλισμένος, γύρισα στο γραφείο για να κρατήσω μερικές σημειώσεις. Αντί γι’ αυτό, έβαλα ένα δίσκο, και άκουσα εφτά φορές το Πού να βρω γυναίκα να σου μοιάζει. Στην όγδοη, τηλεφώνησε η γυναίκα μου, που την βάφτισα Έλσα επειδή της πηγαίνει το σίγμα.
«Τι έγινε; Θα κοιμηθείς στο γραφείο;»
«Μπα, όχι. Τακτοποιώ κάτι, κι έρχομαι».
«Θα ξαπλώσω…»
«Ναι. Άσε μου μόνο ένα φως ανοιχτό», είπα, και έκλεισα για να ακούσω πάλι το τραγούδι, και να αισθανθώ ευνοούμενος των θεών, που είχα βγει ζωντανός απ’ όλα αυτά, ή εκείνα, και που με περίμενε η Έλσα, μια τέτοια βραδιά, με τη βροχή που είχε πιάσει στο μεταξύ, να δυναμώνει συνέχεια.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top