Το σώμα του Έκτορα μεταφέρεται στην Τροία. Αναπαράσταση σε Ρωμαϊκή σαρκοφάγο, 180-200 μ.Χ. (Φωτογραφία: Wikipedia)

Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τον Όμηρο. «Κάθε ένας που διαβάζει και γράφει τώρα στη Δύση», λέει ο Χάρολντ Μπλουμ, «οποιοδήποτε φυλετικό υπόβαθρο κι αν έχει, σε οποιοδήποτε σεξουαλικό ή ιδεολογικό στρατόπεδο κι αν ανήκει, εξακολουθεί να είναι γιος ή κόρη του Ομήρου». Γιατί αυτό που ονομάζουμε κλασική παράδοση στη λογοτεχνία ξεκινάει κάπου τον 8ο αιώνα π.Χ. με τον Όμηρο, ο οποίος και αποτελεί έκτοτε ένα σταθερό σημείο έλξης ή απώθησης για κάθε συγγραφέα. Και αν για τους περισσότερους η αναμέτρηση με τον Όμηρο συμβαίνει στα βάθη της συνείδησής τους και, αναπόφευκτα, στα βάθη της γλώσσας, κάποιοι όμως τολμάνε να μιμηθούν ευθέως ή ακόμα και να ανταγωνιστούν τον Ποιητή δανειζόμενοι δικούς του τρόπους και δικά του θέματα.

Τρία εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους παραδείγματα, μυθιστορημάτων που εμπνέονται από την Ιλιάδα, είναι αρκετά για να καταδείξουν πόσο μακριά φτάνει η σκιά του Ομήρου ακόμα και σήμερα. Και τα τρία ανήκουν στον αιώνα μας. Το Ίλιον είναι ένα ογκώδες μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Αμερικανού Dan Simmons, στο οποίο ο πόλεμος της Τροίας επαναλαμβάνεται, σε πλανητική διάσταση αυτή τη φορά, ενορχηστρωμένος από ανώτερες υπάρξεις αντίστοιχες με τους θεούς των αρχαίων Ελλήνων και με τον κεντρικό ρόλο να δίνεται σε βιορομποτικούς οργανισμούς. Ο Ιταλός Alessandro Baricco, αντιθέτως, στη δική του Ομήρου Ιλιάδα, διηγείται σε σύγχρονο λόγο την ιστορία του θυμού του Αχιλλέα αφαιρώντας εντελώς τις θεϊκές παρεμβάσεις και τονίζοντας, παραδόξως, την ομορφιά του πολέμου. Τέλος ο Αυστραλός David Malouf, στα Λύτρα, αφηγείται το επεισόδιο της νυχτερινής επίσκεψης του Πρίαμου στη σκηνή του Αχιλλέα, κατά την οποία ο γέρος βασιλιάς των Τρώων πέφτει στα πόδια του εχθρού του και ικετεύει για το κακοποιημένο σώμα του γιου του.

Η Άλις Όσβαλντ αυτό που κρατάει και αναδεικνύει και συμπλέκει είναι ο θάνατος, οι σκοτωμένοι ήρωες για την ακρίβεια, και οι μεγαλειώδεις παρομοιώσεις της ομηρικής Ιλιάδας.

Τα σχετικά παραδείγματα από την ποίηση είναι πολλαπλάσια. Τόσο που θα έλεγε κανείς πως δεν υπάρχει ποιητής στη Δύση, ήδη από την εποχή που ο δημιουργός της Οδύσσειας έγραψε το έργο του μαθητεύοντας στο ποίημα της Ιλιάδας, που να μην εμπνεύστηκε και να μην εκμεταλλεύτηκε με κάποιον τρόπο τα μεγάλα και μικρότερα ομηρικά θέματα ή συγκεκριμένα επεισόδια και χαρακτήρες των επών. Τρία μεγάλα θέματα, «μεγαθέματα» τα ονομάζει ο Δημήτρης Μαρωνίτης, αναγνωρίζουμε στα έπη: τον πόλεμο, την ομιλία (ερωτική και φιλική) και τον νόστο. Στην Ιλιάδα, το κατεξοχήν ηρωικό έπος, κυριαρχεί φυσικά ο πόλεμος, αφενός ως χορηγός του κλέους, γιατί σε αυτόν αναδεικνύεται η αρετή του ήρωα, και αφετέρου ως τραγικό πεπρωμένο, γιατί σε αυτόν κυριαρχεί ο θάνατος.

H Άλις Όσβαλντ. (Φωτογραφία: Antonio Olmos)

Το θέμα ακριβώς του ιλιαδικού πολέμου επιλέγει να πραγματευτεί η Βρετανίδα ποιήτρια Άλις Όσβαλντ στο Μνημείο πεσόντων, ένα ποιητικό έργο που επιχειρεί να αναπαράγει όχι την υπόθεση της Ιλιάδας αλλά την ατμόσφαιρά της. Η ποιήτρια δεν ενδιαφέρεται να αναδιηγηθεί, με τον δικό της τρόπο, τα γεγονότα που ήδη γνωρίζουμε, την έριδα του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα, τη γενναιότητα του Έκτορα, τη βουλή του Δία, τις αριστείες του Διομήδη και του Αίαντα. Αυτό που κρατάει και αναδεικνύει και συμπλέκει είναι ο θάνατος, οι σκοτωμένοι ήρωες για την ακρίβεια, και οι μεγαλειώδεις παρομοιώσεις της ομηρικής Ιλιάδας.

Άλις Όσβαλντ, «Μνημείο πεσόντων», μετάφραση-πρόλογος Μυρσίνη Γκανά, εκδόσεις Μελάνι.

Το Μνημείο πεσόντων (2011) ξεκινάει με την ξερή καταγραφή, με κεφαλαία μάλιστα γράμματα, των ονομάτων εκείνων που σκοτώθηκαν στις ιλιαδικές μάχες: ΠΡΩΤΕΣΙΛΑΟΣ / ΕΧΕΠΩΛΟΣ / ΕΛΕΦΗΝΩΡ / ΣΙΜΟΕΙΣΙΟΣ / ΛΕΥΚΟΣ / ΔΗΜΟΚΟΩΝ / ΔΙΩΡΗΣ / ΠΕΙΡΟΟΣ / ΦΗΓΕΑΣ / ΙΔΑΙΟΣ και πάει λέγοντας για οκτώ σελίδες, ένα μικρό νεκροταφείο νεκρών πολεμιστών. Οι υπόλοιπες σελίδες του βιβλίου αφηγούνται, αναπαράγοντας ελεύθερα τις ομηρικές διατυπώσεις, τον τρόπο θανάτου καθενός από αυτούς τους επώνυμους νεκρούς:

Ο ΟΡΣΙΛΟΧΟΣ και ο ΚΡΗΘΩΝ δεν κρατιούνταν
Είχαν ρηχά ανέκφραστα μάτια
Που κοιτούσαν πάντοτε το λίκνισμα της θάλασσας
Και ήταν εγγόνια ποταμού
Του φημισμένου Αλφειού που τα μυώδη του ύδατα
κυκλώνουνε τα χώματα της Πύλου
Να τους κρατήσουν όμως δεν μπορούν τα μπράτσα αυτά
τα μπλαβιασμένα
Σαν μεγαλώσαν αρκετά
Μπήκαν σ’ ένα καράβι σάλπαραν για την Τροία
η ιστορία τους
Τελειώνει εδώ στο μαύρο

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και από τα μεγαλύτερα κατορθώματα της ομηρικής τέχνης είναι ότι δεν περιφρονεί κανένα πρόσωπο και κανένα αντικείμενο. Οι πάντες και τα πάντα δικαιούνται μια, μικρή έστω, ιστορία που τους ξεχωρίζει από τους όμοιούς τους. Έτσι κάθε όπλο, κάθε ποτήρι, κάθε άλογο και κάθε πολεμιστής, κάθε αιχμάλωτη γυναίκα, κάθε ηνίοχος αποκτάει ξεχωριστά χαρακτηριστικά, αξία και διάρκεια και κερδίζει την αθανασία που μόνο η ποίηση μπορεί να χαρίσει. Η Άλις Όσβαλντ θέλει να κρατήσει ζωντανή την ανάμνηση κάθε νεκρού. Όχι των νεκρών της μυκηναϊκής εποχής, κι ας γράφει γι’ αυτούς, αλλά των δικών μας: των θυμάτων της τρομοκρατίας, των νεκρών από ατυχήματα, των νεκρών από τις πλημμύρες, από τις πυρκαγιές, τους σεισμούς και από τη βία στους δρόμους των πόλεων και στα κλειστά δωμάτια των σπιτιών – όλοι, μας διδάσκει ο Όμηρος και η Όσβαλντ, δικαιούνται να διατηρηθούν στη μνήμη της ανθρωπότητας, να απαθανατιστούν μες στο ποίημα.

Η Άλις Όσβαλντ θέλει να κρατήσει ζωντανή την ανάμνηση κάθε νεκρού. Όχι των νεκρών της μυκηναϊκής εποχής, κι ας γράφει γι’ αυτούς, αλλά των δικών μας.

Ανάμεσα από αυτές τις σύντομες βιογραφίες και τις προσωπικές ιστορίες των σκοτωμένων πολεμιστών, η Άλις Όσβαλντ παρεμβάλει ομηρικές παρομοιώσεις, σε σχεδόν ακριβή μετάφραση από το πρωτότυπο κείμενο, παραλείποντας ωστόσο το δεικτικό μέρος και αφήνοντας μετέωρο το αναφορικό:

Όπως όταν ένας άντρας βουτάει από μια βάρκα
Στα νερά που μαυρίζει ο άνεμος
Εξαφανίζεται αναδύεται
Με τις σκέψεις του αναποδογυρισμένες
Και τα χέρια του γεμάτα στρείδια

Αγγείο του Ευφρόνιου, όπου ο Ύπνος και ο Θάνατος μεταφέρουν το σώμα του Σαρπηδώνα, υπό το βλέμμα του Ερμή.

Και έτσι οι δεκάδες αυτές παρομοιώσεις λειτουργούν με διπλό τρόπο στο Μνημείο πεσόντων. Αφενός παρεμβάλλονται ως ανάσες ζωής μεταξύ των απανωτών βίαιων θανάτων που απεικονίζονται και, αφετέρου, καθώς προηγούνται ή ακολουθούν την περιγραφή ενός τέτοιου θανάτου στη μάχη, συνδέονται αφηγηματικά μαζί του δίνοντας σε αυτόν μια ακόμη διάσταση, που ο Όμηρος δεν την είχε φανταστεί. Έτσι, αίφνης, ο ΠΡΟΜΑΧΟΣ πεθαίνει, όχι ακριβώς όπως το είχε φανταστεί ο Όμηρος, αλλά όπως όταν κόβουν κορμούς της φλαμουριάς στους λόφους / οι κορυφές των δέντρων πέφτουν μαλακά σαν ύφασμα.

Μία μόνο παρομοίωση, στο κέντρο ακριβώς του βιβλίου, εμφανίζεται πλήρης στο ποίημα, η οποία αναφέρεται, βέβαια, όπως και ολόκληρο το Μνημείο πεσόντων στο γεγονός του θανάτου και στην ευθραυστότητα της ανθρώπινης ζωής: Όπως τον Ιούνιο / Μια παπαρούνα που τη σφυροκοπά η βροχή / Γέρνει το κεφάλι της / Έτσι ακριβώς είναι / Όταν παραδίδεται ο λαιμός του ανθρώπου / Και ο χάλκινος κάλυκας του κράνους του / Γέρνει το κεφάλι του.

Είναι φανερό πόσο δύσκολο είναι, για τον μεταφραστή του έργου σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα και πολύ περισσότερο στα ελληνικά, να κρατήσει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ του ομηρικού τόνου και της σύγχρονης απόδοσής του από την ποιήτρια στα αγγλικά. Για τη Μυρσίνη Γκανά ο πειρασμός θα ήταν μεγάλος να στραφεί κατευθείαν στην Ιλιάδα, όπως τη γνωρίζουμε στη γλώσσα μας, υποβαθμίζοντας το αγγλικό κείμενο της Όσβαλντ ή, το αντίθετο, να αδιαφορήσει για τους ομηρικούς απόηχους του ποιήματος και να εκπονήσει μια κατά γράμμα μετάφραση από τα αγγλικά. Η μεταφράστρια κατόρθωσε, νομίζω, να ισορροπήσει ιδανικά μεταξύ του αρχαίου επικού ύφους και του σύγχρονου λυρικού ελεγειακού τόνου.

 

Διαβάστε ακόμα: Φιμπονάτσι, ο άνθρωπος των αριθμών

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top