Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι έχει χαρακτηριστεί χυδαίος, ακόλαστος, αθυρόστομος, βλάσφημος, βωμολόχος, πορνογράφος, τζογαδόρος, βίαιος, αλήτης, μισογύνης, σεξιστής, μισάνθρωπος, μεθύστακας, ναζιστής, απλοϊκός, με μια φράση: όνειδος για την οικογένεια, την κοινωνία και το έθνος, όπως προφητικά τον είχε χαρακτηρίσει ο πατέρας του. Και ως τέτοιος διαβάζεται από πολλούς ακόμα και σήμερα. (Εικονογράφηση: Michele Svengsouk)

Όσοι είναι οι αναγνώστες ενός συγγραφέα τόσοι είναι και οι τρόποι ανάγνωσης του έργου του. Διαπίστωση που αποτελεί, κατά πάσα πιθανότητα, κοινό τόπο για όλους τους δημιουργούς, ισχύει όμως λίγο περισσότερο για τον Τσαρλς Μπουκόβσκι. Απ’ τη μία λόγω της τεράστιας δημοφιλίας του, η οποία ξεκίνησε ήδη από τα δύσκολα χρόνια του περιθωρίου, για να πάρει, τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια της ζωής του, διαστάσεις εντελώς ασυνήθιστες για σύγχρονο ποιητή και να συνεχιστεί αμείωτη ως σήμερα, ένα τέταρτο του αιώνα από τον θάνατό του· και, από την άλλη, λόγω του τεράστιου όγκου του έργου του, το οποίο αποτελείται από 2.500 δημοσιευμένα ποιήματα, εκατοντάδες διηγήματα, μυθιστορήματα, επιστολές, σελίδες ημερολογίου, συνεντεύξεις, που όλα μαζί δίνουν λαβές για ποικίλες αναγνώσεις και παραναγνώσεις, ερμηνείες και παρερμηνείες.

Από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε έχει διαβαστεί κι έχει γίνει αντικείμενο παρανόησης με πολλούς και ποικίλους τρόπους. Το έργο του έχει αποτελέσει αγαπημένο στόχο σφοδρών επιθέσεων εκ μέρους των κάθε λογής φεμινιστριών αλλά και εκ μέρους του ακαδημαϊκού και λογοτεχνικού κατεστημένου, το οποίο ευθύς εξαρχής τον αντιμετώπισε με αδιαφορία, περιφρόνηση και έκδηλη απέχθεια. Έχει χαρακτηριστεί χυδαίος, ακόλαστος, αθυρόστομος, βλάσφημος, βωμολόχος, πορνογράφος, τζογαδόρος, βίαιος, αλήτης, μισογύνης, σεξιστής, μισάνθρωπος, μεθύστακας, ναζιστής, απλοϊκός, με μια φράση: όνειδος για την οικογένεια, την κοινωνία και το έθνος, όπως προφητικά τον είχε χαρακτηρίσει ο πατέρας του. Και ως τέτοιος διαβάζεται από πολλούς ακόμα και σήμερα.

Ο Μπουκόβσκι είναι ένας από τους πρώτους συγγραφείς του 20ου αιώνα που έδωσαν φωνή και λογοτεχνική ύπαρξη στο εν πολλοίς βουβό και αόρατο προλεταριάτο της Αμερικής.

Για πολλά χρόνια ο Μπουκόβσκι θα εμφανίζεται, όμως, και ως ένας βασικός εκπρόσωπος της αμερικανικής αντικουλτούρας των δεκαετιών του ’50 και του ’60 και το όνομά του θα φιγουράρει πλάι στα ονόματα του Γκίνσμπεργκ και του Κέρουακ, του Μπάροουζ και του Νόρμαν Μέιλερ, καθώς και αυτός αμφισβητεί και επιτίθεται σε κάθε επιβαλλόμενη αυθεντία και εξουσία. Ξεκινάει από τον πατέρα και τη μητέρα του και τους γιατρούς, που τον αντιμετώπισαν πάντα με αδιαφορία και απέχθεια, συνεχίζει με τους κατά καιρούς εργοδότες και επιστάτες που συνάντησε στις δεκάδες δουλειές που αναγκάστηκε να κάνει και δεν αφήνει, βέβαια, απ’ έξω ολόκληρο το ακαδημαϊκό και δημοσιογραφικό κατεστημένο, τους επαγγελματίες ποιητές και συγγραφείς, τους πολιτικούς καθώς και τους πλούσιους και διάσημους της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Ενώ παράλληλα την έντονη και δηκτική κριτική του δεν θα αποφύγουν και οι εκπρόσωποι του κινήματος αμφισβήτησης, είτε πρόκειται για τους προβεβλημένους επαναστάτες και συγγραφείς της αντικουλτούρας είτε για τους κάθε λογής ανώνυμους ειρηνιστές και τις φεμινίστριες, τους αριστερούς και τα παιδιά των λουλουδιών, τους οπαδούς της ελεύθερης χρήσης ναρκωτικών και του ελεύθερου έρωτα.

Παράδοξο αυτό το τελευταίο μια και ο ίδιος είναι σε μεγάλο βαθμό ένας κατεξοχήν ερωτικός συγγραφέας, στα βιβλία του οποίου άλλοτε περισσεύει η πορνογραφική και βωμολοχική στάση, άλλοτε παρασύρεται από τη γελοιογραφική και σαρκαστική του διάθεση και άλλοτε, όχι σπάνια, αποκαλύπτεται η ρομαντική ακόμη και μυστικιστική του ψυχή. Πόσο μάλλον που από τα βιβλία του δεν απουσιάζει ποτέ το χιούμορ, είτε παίρνει τη μορφή του απελπισμένου γέλιου των καταδικασμένων είτε του προκλητικού γέλιου των οργισμένων, είτε είναι το βιτριολικό χαμόγελο του σατιρικού ή το καθαρό και ατόφιο γέλιο που προκαλείται από τις μικρές ευτυχίες της καθημερινότητας.

Ο Μπουκόβσκι όμως είναι επίσης ένας από τους πρώτους συγγραφείς του 20ου αιώνα που έδωσαν φωνή και λογοτεχνική ύπαρξη στο εν πολλοίς βουβό και αόρατο προλεταριάτο της Αμερικής. Έχοντας γνωρίσει από πρώτο χέρι τις άθλιες συνθήκες εργασίας και ζωής της κατώτερης εργατικής τάξης, δεν παύει με την ποίηση και την πεζογραφία του να περιγράφει αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα και αναδεικνύεται, έτσι, στον κατ’ εξοχήν εκφραστή της εργατικής τάξης. Ένας πολιτικός συγγραφέας δηλαδή ο οποίος με κάθε σελίδα που γράφει κατεδαφίζει ένα κομμάτι του αμερικάνικου ονείρου. Στρέφεται συνειδητά τόσο με τον τρόπο ζωής του όσο και με το έργο του ενάντια στην υπερβολική κατανάλωση και στη συσσώρευση υλικών αγαθών, στρέφεται ενάντια στη μισθωτή εξουθενωτική και μονότονη εργασία, αρνείται την ιδεολογία της ατομικής επιτυχίας και της κοινωνικής ανόδου και ασκεί πολεμική στην ιεραρχική δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας από την οπτική πλευρά, πάντα, της εργατικής τάξης.

Όλα τα χαρακτηριστικά των αρχαίων Κυνικών που αναπτύσσει ο Γιώργος Λαμπράκος, από τη συνέπεια των διακηρύξεών τους έως τον προκλητικό τρόπο ζωής και το χιούμορ τους, είναι χαρακτηριστικά που συναντάμε και στον Μπουκόβσκι.

Στην προπολεμική Αμερική της οικονομικής ύφεσης και στη μεταπολεμική Αμερική της ανάπτυξης ο Μπουκόβσκι βρήκε τους ήρωές του στις φτωχογειτονιές και στα μπαρ, στα παγκάκια των πάρκων και στις γωνίες των δρόμων, στα φτηνά ενοικιαζόμενα δωμάτια και στα φτωχοκομεία, στο περιθώριο δηλαδή της σύγχρονης κοινωνίας. Και γίνεται στο εξής ο κατεξοχήν χρονικογράφος αυτού του κόσμου, ένας ακάματος γεωγράφος και ηθογράφος του περιθωρίου της Πόλης των Αγγέλων. Αφού είτε βρίσκεται με τις ώρες σ’ ένα μπαρ και πίνει είτε καθημερινά στον ιππόδρομο και στοιχηματίζει είτε είναι στον δρόμο και περιφέρεται άεργος ή ακόμα και μες στο δωμάτιό του μόνος τις νύχτες, αυτό που κάνει ο Μπουκόβσκι είναι να παρατηρεί και να στοχάζεται την κοινή ανθρώπινη μοίρα και να την αποτυπώνει στο χαρτί με τον προσωπικό του «βρόμικο ρεαλισμό». Με τον τρόπο δηλαδή κάθε μεγάλου και πολυδιάστατου συγγραφέα που προσφέρει, συγχρόνως, αδιαμφισβήτητη αναγνωστική απόλαυση και παρηγοριά για την ανθρώπινη μοίρα, που με τον ρεαλισμό του απεικονίζει τη ζωή και την ύπαρξη όπως ακριβώς είναι και, με την ίδια κίνηση, δείχνει πως τις ίδιες πόρτες μπορούμε να τις ανοίξουμε και με διαφορετικό τρόπο και τους ίδιους δρόμους μπορούμε να τους βαδίσουμε με διαφορετικό βήμα.

Το βιβλίο του Γιώργου Λαμπράκου «Τσαρλς Μπουκόβσκι, ο κυνικός Κυνικός» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.

Ο Γιώργος Λαμπράκος στο βιβλίο του Τσαρλς Μπουκόβσκι, ο κυνικός Κυνικός, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, συνοψίζει, απολύτως πειστικά, και αντικαθιστά όλους αυτούς τους συχνά αντιφατικούς χαρακτηρισμούς του Αμερικανού συγγραφέα με μία λέξη, «κυνικός», ή μάλλον με δύο, αφού χρησιμοποιεί τον όρο άλλοτε με κεφαλαίο το πρώτο του γράμμα και άλλοτε με πεζό. Το δοκίμιο του Λαμπράκου χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο εξετάζεται και κωδικοποιείται η φιλοσοφία και βιοσοφία των αρχαίων Κυνικών, στο δεύτερο ερευνάται και αναλύεται η σύγχρονη σημασία του κοινόχρηστου όρου κυνικός και η σημασιολογική μετατόπιση που αυτός έχει υποστεί, ενώ στο τρίτο και εκτενέστερο μέρος ο συγγραφέας ασχολείται με τη ζωή και το έργο του Μπουκόβσκι σε μια πλήρη ανάλυση που καταλήγει στον χαρακτηρισμό του ως Διογένη των καιρών μας.

Πράγματι, όλα τα χαρακτηριστικά των αρχαίων Κυνικών που αναπτύσσει ο Γιώργος Λαμπράκος, η συνέπεια των διακηρύξεών τους και της συμπεριφοράς τους, η παρρησία τους, η αδιαφορία τους για τον πλούτο, ο ατομικισμός τους, η απέχθειά τους για την επιδεικτική πολυμάθεια, ο αντικομφορμισμός τους, ο προκλητικός τρόπος ζωής τους, η άρνηση της εργασιακής ηθικής, ο αγνωστικισμός τους, η επιθετικότητα και η χυδαιότητα, το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός τους, είναι όλα χαρακτηριστικά που τα συναντάμε και στον Μπουκόβσκι, ο οποίος δικαιούται τον χαρακτηρισμό του κυνικού τόσο με την αρχαία του σημασία όσο και με τη σύγχρονη, αφού όπως εξηγεί ο Γιώργος Λαμπράκος: Από τον Κυνισμό ως αρχαία βιοσοφία στον κυνισμό ως σύγχρονη συμπεριφορά υπάρχει μεν μια εννοιολογική μετατόπιση, αλλά δεν είναι μεγάλη. Ο κυνισμός φαίνεται να απορρέει σε σημαντικό βαθμό από τον Κυνισμό, αφού το βασικό δίπολο είναι κοινό: από τη μία έχουμε ένα αναιδές αντιδραστικό άτομο, από την άλλη την κοινωνία με τους παγιωμένους κανόνες της.

Από τη μία, μας λέει ο συγγραφέας, έχουμε τον Διογένη και τον Μπουκόβσκι, από την άλλη την κοινωνία, αρχαία ή σύγχρονη, η οποία αρνείται την απόλυτη ελευθερία που αποζητάει κάθε ελεύθερο πνεύμα.

 

Διαβάστε ακόμα: Γιάννης Δούκας – «Έτσι ξεκίνησα κι εγώ να γράφω ποιήματα»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top