EOS50971

«Η λεβεντιά δεν είναι τα φουσκωμένα μπράτσα του δυνατού, το επιβλητικό μπόι του ψηλού, η καθηλωτική ακτινοβολία του γόη. Αντίθετα, είναι μια έλλειψη, μια πληγή, μια εσοχή, και μάλιστα, βασανιστική», γράφει ο Δημήτρης Αποστολάκης. (Φωτογραφία: Γιάννης Μαργετουσάκης)

[…] Από μικρός, μου άρεσε, χωρίς να ξέρω γιατί, η μαντινάδα:

Η λεβεντιά είναι μια πληγή που πάντα αίμα τρέχει
Θε’ μου, και πώς τηνε βαστά εκείνος που την έχει.

Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι μου άρεσε επειδή ήταν αντιηρωική. Δηλαδή, η λεβεντιά δεν είναι ένα πλεόνασμα, ένα εξόγκωμα, μια εξοχή. Δεν είναι τα φουσκωμένα μπράτσα του δυνατού, το επιβλητικό μπόι του ψηλού, η καθηλωτική ακτινοβολία του γόη. Αντίθετα, είναι μια έλλειψη, μια πληγή, μια εσοχή, και μάλιστα, βασανιστική. Όπως κάθε οπή, κάθε σπηλιά, είναι σκοτεινή κι απόκρυφη. Δεν έχει να κάμει με καμιά επίδειξη. Η λεβεντιά είναι έντονα παρούσα, κόκκινη βερτζί τση φωθιάς, αλλά αθόρυβη, όπως το αίμα της πληγής που τρέχει. Η λεβεντιά είναι το ίδιον των πληγωμένων, των καταφρονεμένων, των νικημένων του κόσμου, αλλά που είναι συνάμα νικητές, γιατί πλήρωσαν το τίμημα-χαρακτηριστικό του υπερήφανου αριστοκράτη: Υποστήριξαν με τη ζωή τους μια χαμένη υπόθεση. Η μαντινάδα αυτή, αναστρέφοντας τη συνηθισμένη αναπαράσταση της λεβεντιάς που έχομε στο μυαλό μας, αναστρέφει ταυτόχρονα κι όλο το αξιακό μας σύστημα. Όπως ακριβώς η δύναμη του πλούτου των Ρωμαίων αναστράφηκε σε δύναμη της ακτημοσύνης των πρωτοχριστιανών. Ο άνθρωπος γίνεται αντιάνθρωπος για να φτάσει στον υπεράνθρωπο. Ο λεβέντης γίνεται αντιήρωας, για να φτάσει στον υπερήρωα, που δεν καταξιώνεται στην παροντική ζωή, αλλά ίσως σ’ ένα μελλοντικό κόσμο, τον κόσμο των ονείρων μας.

«Η λεβεντιά είναι το ίδιον των πληγωμένων, των καταφρονεμένων, των νικημένων του κόσμου, αλλά που είναι συνάμα νικητές, γιατί πλήρωσαν το τίμημα-χαρακτηριστικό του υπερήφανου αριστοκράτη: Υποστήριξαν με τη ζωή τους μια χαμένη υπόθεση».

Αργότερα κατάλαβα ότι ο συνθέτης της μαντινάδας δεν μιλεί για τον εαυτό του, αλλά για «εκείνον που την έχει». Κάθε έκφρασή μας, βέβαια, μιλεί για μας, έστω κι αν αναφέρεται σε άλλους. Όμως, είναι ανόητο να μιλήσεις απευθείας για σένα, όταν πραγματεύεσαι ιδανικές, ακραίες καταστάσεις. Ο δημιουργός του συγκεκριμένου διστίχου παίρνει τον ρόλο του παρατηρητή. Ο παρατηρητής δεν μιλεί για τον εαυτό του. Τουναντίον, απορεί και θαυμάζει «εκείνον» που, τη σκληρή τιμωρία της μοίρας, τη μετατρέπει σε ομορφιά. Ο στιχουργός, ρωτώντας, δηλώνει ευθαρσώς ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε να την αντέξει. Βάζει τον εαυτό του σε ρόλο αδύναμου θεατή, απέναντι σε μια μοναδικότητα, μπροστά σ’ ένα θαύμα. Και μόνο τα παιδιά κι οι τρελοί βλέπουν θαύματα. Μόνο τα παιδιά κι οι τρελοί ξέρουν την αλήθεια. Μόνο τα παιδιά κι οι τρελοί μπορούν να καταλάβουν τις αντιφάσεις.

Διαβάστε ακόμα: Ψαραντώνης και Χαΐνης Αποστολάκης: «Στον Κορνάρο βρίσκουμε όλα όσα έπρεπε να είναι η νέα Ελλάδα!»

APOSTOLAKIS

«Η λεβεντιά δεν έχει να κάμει με καμιά επίδειξη. Είναι έντονα παρούσα, κόκκινη βερτζί τση φωθιάς, αλλά αθόρυβη, όπως το αίμα της πληγής που τρέχει». (Σκίτσο: Ρένα Ταβλαδωράκη)

Αναγνωρίζει στο πρόσωπο του πάσχοντα τον αιώνιο τραγικό ήρωα. Παίρνει τη «λεβεντιά» από το συγκεκριμένο, παρατηρούμενο υποκείμενο και σαν αγκάθινο στέμμα την προσαρμόζει σ’ όλα τα κεφάλια της Ιστορίας, που αγάπησε. Τώρα πια, ξέρει. Έτσι πρέπει να ήτανε όλοι όσοι θαύμασε. Τον οδηγεί σε μια νέα συνειδητότητα. Τον απελευθερώνει από τα δεσμά του χώρου και του χρόνου. Τον κάνει να κατανοήσει τη λεβεντιά σε κάθε ιστορική στιγμή και σε κάθε τόπο. Η αλήθεια του παρατηρούμενου μετουσιώνεται σε αλήθεια του παρατηρητή. Η αλήθεια της κρυμμένης, άδηλης, σιωπηλής αφήγησης του ήρωα-αντιήρωα υποχρεώνει τον συγγραφέα να αφηγηθεί με τη σειρά του. Τον αναγκάζει να κάμει κι αυτός ένα μικρό κατόρθωμα: να διατυπώσει έναν παγκόσμιο νόμο, που ισχύει απαρέγκλιτα, κι αυτό είναι το πρώτο μισό της μαντινάδας. Μια αντιφατική οικουμενική νομοτέλεια, ένα αξίωμα, που συνθέτει την αποδοχή της μοίρας με την υπέρβασή της. Η υπερβολή του θεάματος οδηγεί σε υπερβολή τον θεατή. Ο παρατηρητής γίνεται ποιητής, για ν’ αντέξει το απάνθρωπα σκληρό και όμορφο. Ο παρατηρητής, μπροστά στο μυστήριο, γίνεται φιλόσοφος για να ρωτήσει.

«Αυτό που με συγκλονίζει βαθιά δεν είναι κάποιο ουσιαστικό, ούτε κάποιο ρήμα της συγκεκριμένης μαντινάδας. Με ταράζει συθέμελα το χρονικό επίρρημα “πάντα”».

Αργότερα, κατάλαβα ότι ο ποιητής δεν κατανοεί την αντίφαση και το θαύμα. Αλλά ούτε κανείς άλλος θνητός μπορεί να του λύσει την απορία. Γι’ αυτό καταφεύγει στον Θεό. Ο πόνος και η ομορφιά τον οδήγησαν σε παράβαση του θρησκευτικού νόμου. Παράκουσε την τρίτη μωσαϊκή εντολή: «Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ· οὐ γὰρ μὴ καθαρίσῃ Κύριος ὁ Θεός σου τὸν λαμβάνοντα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐπὶ ματαίῳ». Ο ποιητής ρωτά τον Ποιητή. Η ερώτησή του μπορεί να εκληφθεί και ως ασεβής διαμαρτυρία, προκειμένου να υπερασπίσει τον πάσχοντα. Ο ποιητής φτάνει στη μέγιστη Ύβρι. Αμφισβητεί τη θεϊκή τάξη. Ανυψώνει τον εαυτό του στο επίπεδο του Θεού. Θα επέλθει η Νέμεσις. Ο ποιητής θα πεθάνει. Ο Αδάμ είναι θνητός. Όμως η ερώτηση-Όφις θα παραμείνει αθάνατη, να σέρνεται αιώνια, ζητώντας απάντηση για τον καρπό της γνώσης.

Διαβάστε ακόμα: Ο Ιταλός τραγουδοποιός Βινίτσιο Καποσέλα ακούει, μαγεμένος, στα Ανώγεια τον Ψαραντώνη να τραγουδάει.

Τελευταία, κατάλαβα ότι αυτό που με συγκλονίζει βαθιά δεν είναι κάποιο ουσιαστικό, ούτε κάποιο ρήμα της συγκεκριμένης μαντινάδας. Με ταράζει συθέμελα το χρονικό επίρρημα «πάντα». Το αναπόδραστο, το τετελεσμένο, το αμετάβλητο, το ακατανόητο, το μοιραία προκαθορισμένο. Όλα αυτά μέσα στο «πάντα»· αιώνιο, άφθαρτο. Τι είναι αυτό που ζει αιώνια και πάσχει; Ο πάσχων Θεός (τέτοιοι ήταν σχεδόν όλοι οι θεοί από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα). Ένας νέος Θεός γεννιέται. Είναι ο νέος σπόρος που κυοφορεί η ύπαρξη. Η Νέα Διαθήκη που θ’ αλλάξει για άλλη μια φορά τον κόσμο. Αυτό που πρόβλεψαν φιλόσοφοι και ποιητές υπάρχει διάχυτο παντού, ακόμα και στο ασυνείδητο μεράκι ενός μαντιναδολόγου. Η καρυδιά, λένε, κάνει πολλά χρόνια να μεγαλώσει. Όταν όμως μεστώσει και τρανώσει, βγάζει τεράστιες ρίζες που ανασκαλεύουν συθέμελα το πάτωμα της Γης, και κλωνάρια που τρυπούνε το ταβάνι τ’ ουρανού. Το «πάντα» είναι τώρα ένα φτερωτό άλογο. Πάνω του καβαλικεύει ολόγυμνη η Ύπαρξη, δίχως μάσκες και ονόματα, δίχως σύνορα και νόμους…

Αυτά έχω καταλάβει για αυτή τη μαντινάδα, μέχρι την ώρα τούτη που σας γράφω. Είναι και κάποια ακόμα, που δεν χώρεσαν σε λέξεις. Ίσως τα σημαντικότερα. Αγαπητοί μου αναγνώστες, σας αφήνω με τη σιγουριά ότι ξέρω καλά τι φαντασιώνεστε αυτή τη στιγμή: να σμίξετε όλοι μαζί και, με μπροστάρη τον μαντιναδολόγο, να με πάρετε στο κυνήγι και να με ταράξετε στο ξύλο!

//Απόσπασμα από τη «διήγηση» «Σχολιάζοντας μια μαντινάδα» από το βιβλίο του Χαΐνη Δημήτρη Αποστολάκη «Φτου ξελευτερία για όλους!», εκδ. Καστανιώτη, 2015. 

Ακούστε εδώ τη μαντινάδα «Η λεβεντιά είναι μια πληγή» από τον ανεπανάληπτο Νίκο Ξυλούρη.

 

Διαβάστε ακόμα: Αντώνης Μαρτσάκης «Δεν έχει αξία το δεντρό άμα δεν έχει ρίζα».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top