Η Αλεξία Καλτσίκη, μία ηθοποιός μεγάλων αξιώσεων, ερμήνευσε την Ηλέκτρα με αντρική σχεδόν πυγμή. (Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή)

Η «Ηλέκτρα» έργο της όψιμης περιόδου του Σοφοκλή, γραμμένη μέσα στη δίνη του καταστροφικού Πελοποννησιακού πολέμου πιθανότητα το 412 ή 411π.Χ., φέρει έντονα τα σημάδια της «παθολογίας του πολέμου», μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από τον θεϊκό λόγο στην ανθρώπινη πράξη. Δραματοποιεί ένα από τα πιο ζοφερά επεισόδια του μύθου των Ατρειδών, την εκδίκηση της Ηλέκτρας και του Ορέστη για τον φόνο του Αγαμέμνονα που διέπραξαν η Κλυταιμνήστρα και ο Αίγισθος. Κεντρική μορφή του δράματος, η Ηλέκτρα, διατηρεί ζωντανή την ανάμνηση του φόνου του πατέρα της παρακαλώντας τους θεούς να βοηθήσουν στην τιμωρία των δολοφόνων του. Η επιστροφή του αδελφού της, του εξόριστου Ορέστη, δρομολογεί το έργο της τιμωρίας που ολοκληρώνεται με την πράξη του διπλού φόνου.

H φετινή πολυαναμενόμενη παράσταση του έργου από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Θάνου Παπακωνσταντίνου δόθηκε στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου την Παρασκευή 20 και το Σάββατο 21 Ιουλίου όπου συγκέντρωσε περί τους 18.000 θεατές. Παραβρεθήκαμε στη δεύτερη βραδιά και καταγράψαμε τη δική μας προσωπική μαρτυρία.

Το πρώτο που αντικρίσαμε προσερχόμενοι στο αρχαίο θέατρο, ήταν το «άσπιλο», σχεδόν «αποστειρωμένο» κατάλευκο σκηνικό το οποίο δημιουργούσε πλήρη αντίθεση με τον συγκλονιστικό φυσικό περιβάλλοντα χώρο. Παράλληλα βέβαια προκαλούσε και την περιέργεια μας, ένα επιπρόσθετο ενδιαφέρον ως προς το τι θα ακολουθούσε. Για όσους πάλι γνωρίζαμε τη δουλειά του νεαρότατου σκηνοθέτη η απόλυτα φορμαλιστική σκηνογραφία δεν προκάλεσε καμία έκπληξη. Αντιθέτως αποδείκνυε αισθητική συνέπεια και παρέπεμπε στις γνωστές του, εικαστικού ενδιαφέροντος, τελειοθηρικές συμμετρίες.

Όπως αποκαλύφθηκε δε στην πορεία της παράστασης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούσε ευθεία αναφορά, με έναν μεταμοντέρνο τρόπο, στην παλιά παράδοση του Εθνικού θεάτρου. Δηλαδή στον τρόπο με τον οποίο αναπαρίστανε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 τα αρχαία παλάτια ο Κλεόβουλος Κλώνης υπό τις οδηγίες του Πολίτη ή του Ροντήρη εφαρμόζοντας τις αρχές του Appia και του Craig, έναν γερμανικό εξπρεσιονισμό διακοσμητικού ύφους με τα ογκώδη σκηνικά και τις αρχιτεκτονικές φόρμες. Όχι, δεν ήταν ίδια η δουλειά της σκηνογράφου Νίκης Ψυχογιού με εκείνη του πρωτοπόρου συναδέλφου της αλλά αν το συγκρίνουμε με τις τάσεις των τελευταίων δεκαετιών και ό,τι έχουμε δει από άλλες παραγωγές, το σκηνικό αυτής της «Ηλέκτρας» ήταν σαν να έκανε ένα άλμα στον χρόνο γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ της μεγάλης παράδοσης του παρελθόντος με το σήμερα. Άλλωστε πολύ σύντομα ήρθαν και οι πρώτοι στίχοι της Ηλέκτρας, στη μεγαλειώδη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, και δικαίωνε την επιλογή του εκτυφλωτικού λευκού: «Φως/ Άσπρο/Κι ο Αέρας/Που φυσά πάνω σ’ όλη τη Γη/Φως».

Ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος ένας πρωταγωνιστής χαμηλών τόνων ερμήνευσε τον Ορέστη σαν ένας εξαϋλωμένος έφηβος ταγμένος σε όσα του καθόρισε η μοίρα και η Ιστορία, αποζητώντας την ενηλικίωσης του μέσω της εξόντωσης της μάνας.

Πριν όμως εμφανιστεί η απελπισμένη και τυφλωμένη από το αστείρευτο μίσος της και την προσωπική της επιθυμία για εκδίκηση, Ηλέκτρα, εμφανίζονται ο Παιδαγωγός, ο Ορέστης και ο Πυλάδης. Ο πρώτος, ο οποίος είχε φυγαδεύσει τον μικρό γόνο του Αγαμέμνονα, παροτρύνει τον νεαρό άντρα να προχωρήσει και να εκτελέσει το χρέος του για εκδίκηση για το φόνο του πατέρα του. Ο δεύτερος ξεδιπλώνει το σχέδιο του δίνοντας οδηγίες για το πώς θα παραπλανήσουν το παλάτι, δηλαδή την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο, ώστε να πειστούν ότι είναι νεκρός μετά από ατύχημα σε αγώνες με άρματα, και ο τρίτος, βουβός παρατηρητής και συνεργός του αδελφικού του φίλου δίνει το παρόν του και ετοιμάζεται να συνδράμει στην εκτέλεση της εκδίκησης.

Ο Παιδαγωγός (Νίκος Χατζόπουλος) ντυμένος στα μαύρα και με άσπρα γένια σεβάσμιου γέροντα έδινε την αίσθηση ενός πειθαρχημένου εκδικητή, ο Πυλάδης (Μάριος Παναγιώτου) με μαύρα ράσα συγκρατούσε και εν μέρει χειραγωγούσε κρατώντας τον Ορέστη (Αλέξανδρος Μαυρόπουλος) με ένα σκοινί-λουρί που συνδεόταν με τα μαύρα σκοινιά από τα οποία αποτελούταν το γιλέκο του. Ένα κοστούμι που έδειχνε τα δεσμά μέσα στα οποία ο Ορέστης ασφυκτιά.

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου επένδυσε στο χορό, του έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο, σαν να βάλθηκε να λύσει το μόνιμο και μεγάλο πρόβλημα της λειτουργίας του χορού στο αρχαίο δράμα αναθέτοντας τη μουσική στον Δημήτρη Σκύλλα.

Όταν ξεκίνησε η Ηλέκτρα (Αλεξία Καλτσίκη) να ξεδιπλώνει το δράμα της και τη δίψα της για εκδίκηση για τον φόνο του Αγαμέμνονα απευθυνόμενη στο χορό που αποτελείται από νέες γυναίκες αρχοντικής καταγωγής, η αγριότητα της ήταν τέτοιας σφοδρότητας που σχεδόν ερχόταν σε αντίθεση με το δικό τους ύφος. Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου επένδυσε στο χορό, του έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο, σαν να βάλθηκε να λύσει το μόνιμο και μεγάλο πρόβλημα της λειτουργίας του χορού στο αρχαίο δράμα αναθέτοντας τη μουσική στον Δημήτρη Σκύλλα, ενός εξίσου νεαρού σε ηλικία συνθέτη συμφωνικής μουσικής. Με επιρροές από τα μοιρολόγια, την όπερα και την ιαπωνική μινιμαλιστική μουσική, η δική του συμβολή και πρόταση ήταν να κτίσει ένα σύνολο που αποτολμούσε μια οπερατική προσέγγιση με ρετσιτατίβα αλλά και συλλογική συνεκφώνηση των στίχων σαν να φλέρταρε με το «σπρέχορ» που εισήγαγε 80 χρόνια πριν ο Ροντήρης στην πρώτη απόπειρα ανεβάσματος της «Ηλέκτρας» με την Παξινού και την Παπαδάκη το 1938 και πάλι στην Επίδαυρο.


Διαβάστε ακόμα: Θάνος Παπακωνσταντίνου – «Ο κόσμος ήταν πάντα ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης»


Ο χορός της εκδοχής του Παπακωνσταντίνου ντυμένος στα κατάλευκα σαν αμόλυντες μοναχές ή μέλη του «Στρατού της σωτηρίας» ερμήνευσαν τα λόγια τους υποβλητικά σαν να έψαλλαν εκκλησιαστικούς ύμνους. Σε φωνητική διδασκαλία της Μελίνας Παιονίδου ενώ παράλληλα εκτελούσαν χορογραφημένους πειθαρχημένους σχηματισμούς της Χαράς Κότσαλη, κάτι που σπάνια βλέπουμε στην ορχήστρα του αργολικού θεάτρου από σύγχρονες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας. Ένα ακόμα στοιχείο που θύμιζε τη μεγάλη παράδοση του παλιού Εθνικού. Προφανώς ήταν το μεγάλο στοίχημα των Σκύλλα και Παπακωνσταντίνου, σαν να επέστρεφαν πίσω στο μεγάλο ζήτημα της Αναγέννησης που οδήγησε και στην δημιουργία της όπερας, αν δηλαδή η αρχαία τραγωδία απαγγελλόταν ή τραγουδιόταν. Ένα στοίχημα που θα μπορούσε να πει κανείς ότι κερδήθηκε από τους δυο νεαρούς καλλιτέχνες.

Η Ηλέκτρα στο έργο του Σοφοκλή βογκάει και πενθεί, περιμένει υπομονετικά την επιστροφή του Ορέστη, λυσσομανάει εναντίον ακόμα και της αδελφής της Χρυσόθεμις (Ελένη Μολέσκη) η οποία σαν άλλη Ισμήνη, αδυνατεί να συμπράξει με την αδελφή της και να εναντιωθεί στην εξουσία. Όταν η Ηλέκτρα ήρθε αντιμέτωπη με την Κλυταιμνήστρα (Μαρία Ναυπλιώτου) η σύγκρουση ήταν επικών διαστάσεων. Από τη μια η άτεγκτη κόρη που ζητούσε δικαίωση μέσω του θανάτου της ίδιας της τής μητέρας και από την άλλη η γυναίκα που πρόβαλλε σαν δικαιολογία της δολοφονίας του άντρα της την εκδίκηση που δικαιούταν να πάρει για τον εμπαιγμό και τη θυσία της κόρης της Ιφιγένειας.

Η εξαιρετική Μαρία Ναυπλιώτου πιο βέβαιη από ποτέ έπαιξε την Κλυταιμνήστρα σαν μια γάτα που έχει σαδιστικά στριμώξει το ποντίκι στη γωνία.

Η Κλυταιμνήστρα ενδεδυμένη με ένα αναγεννησιακό ιερατικό κοστούμι επιβλήθηκε στην Ηλέκτρα μέσα από το σαρκασμό και την υπεροχή της θέσης εξουσίας που παράνομα έχει υφαρπάξει με τη συνεργία του εραστή της. Στη σφοδρή σύγκρουση μεταξύ των δύο η Ηλέκτρα απαντάει στις αιτιάσεις της μητέρας της ότι η Ιφιγένεια θυσιάστηκε για χάρη του Μενέλαου: «Έπρεπε εσύ να τον σκοτώσεις;/Ποιος είναι αυτός ο Νόμος;/Πρόσεξε καλά/Αν Τέτοιους νόμους Επιβάλλεις στους ανθρώπους/ θα τους πληρώσεις σίγουρα κι εσύ/ και θα το Μετανιώσεις/Γιατί αν σκοτώνουμε τον έναν για τον άλλον/Πρώτη εσύ θα δικασθείς και θα πεθάνεις». Ο κύκλος της βίας λοιπόν έχει βαθιές ρίζες στην ανθρώπινη Ιστορία.

Η Κλυταιμνήστρα ενδεδυμένη με ένα αναγεννησιακό ιερατικό κοστούμι επιβλήθηκε στην Ηλέκτρα μέσα από το σαρκασμό και την υπεροχή της θέσης εξουσίας που παράνομα έχει υφαρπάξει με τη συνεργία του εραστή της.

Ο Παιδαγωγός, ο Ορέστης και ο Πυλάδης ακολουθούν και εφαρμόζουν το σχέδιο τους, η Ηλέκτρα πιστεύει τον διαμελισμό του Ορέστη, συντρίβεται και απελπίζεται μέχρι να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Τότε βάζουν σε δράση τη δολοφονία της μάνας μέσα στο παλάτι και το πετυχαίνουν. Τελευταίος εμφανίστηκε ο Αίγισθος (Χρήστος Λούλης), απροκάλυπτα ανυπόμονος να μάθει τα καλά νέα του θανάτου του Ορέστη μέχρι που του παραδόθηκε σαν πειστήριο από τον ίδιο που φυσικά δεν αναγνώρισε ένας λευκός κύβος ο οποίος υποτίθεται περιέχει τη στάχτη του. Ανοίγοντας το όμως αντίκρισε το κεφάλι της Κλυταιμνήστρας. Έντρομος διαπίστωσε ότι είχε παγιδευτεί από τους εχθρούς του. Η τεράστια ουρά του αυτοκρατορικού του ενδύματος μετατράπηκε στα χέρια του Ορέστη ο βρόχος με τον όποιο σύρεται στο παλάτι για να ακολουθήσει τη μοίρα της βασίλισσας.

Η Ηλέκτρα καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου της εκδίκησης, σταδιακά σκορπίζει μαύρο χώμα και χρώμα παντού σπιλώνοντας το λευκό πάτωμα. Όσο περισσότερο προχωρούσε η δράση από τον αδελφό της και τους συντρόφους του, τόσο το μαύρο κυριαρχούσε και κάλυπτε τα πάντα όπως και τα ενδύματα της ίδιας και του χορού. Σαν μαύρο αίμα που ξερνούσαν τα σωθικά τους, φθόνος και φόνος μαινάδων να ξεχειλίζει και να λερώνει την απαστράπτουσα πάλλευκη επιφάνεια της λαμπερής βασιλικής κατοικίας.

Η Ηλέκτρα καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου της εκδίκησης, σταδιακά σκορπίζει μαύρο χώμα και χρώμα παντού σπιλώνοντας το λευκό πάτωμα.

Η Αλεξία Καλτσίκη, μία ηθοποιός μεγάλων αξιώσεων, ερμήνευσε την Ηλέκτρα με αντρική σχεδόν πυγμή, ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος ένας πρωταγωνιστής χαμηλών τόνων ερμήνευσε τον Ορέστη σαν ένας εξαϋλωμένος έφηβος ταγμένος σε όσα του καθόρισε η μοίρα και η Ιστορία, αποζητώντας την ενηλικίωσης του μέσω της εξόντωσης της μάνας, η εξαιρετική Μαρία Ναυπλιώτου πιο βέβαιη από ποτέ έπαιξε την Κλυταιμνήστρα σαν μια γάτα που έχει σαδιστικά στριμώξει το ποντίκι στη γωνία, σαρκαστική, κυνική, σαρώνει τη σκηνή παραδίδοντας μια σχεδόν κωμική εκδοχή της παντοδύναμης γυναίκας.

Ανάλογη γραμμή ακολούθησε στο σύντομο του πέρασμα και ο Χρήστος Λούλης, δυστυχώς ελάχιστα αναγνωρίσιμος μέσα στο πολύπλοκο κοστούμι του ως Αίγισθος. Κάγχαζε και κορδωνόταν σα βλάσφημο ξυπνοπούλι μέχρι που πιάστηκε από τη μύτη. Ο Νίκος Χατζόπουλος έχοντας απόλυτη κυριαρχία στους υποκριτικούς και ιδεολογικούς του κώδικες έδωσε μια σκληρή ερμηνεία σύγχρονου «τζιχαντιστή»-αμετροεπή εκδικητή που παραδίδει το φονικό όπλο στα χέρια του εκτελεστή της μάνας του, Ορέστη ενώ η Ελένη Μολέσκη κατέθεσε μια καθαρή και συναισθηματικά στερεή Χρυσόθεμις.

Ο εξαιρετικός χορός αποτελούταν από τις Ασημίνα Αναστασοπούλου, Σοφία Αντωνίου, Ιωάννα Δεμερτζίδου, Νάντια Κατσούρα, Ελένη Κουτσιούμπα, Κλεοπάτρα Μάρκου, Μαρία Μηνά, Ιωάννα Μιχαλά, Τζωρτζίνα Παλαιοθόδωρου, Νάνσυ Σιδέρη, Καλλιόπη Σίμου και Δανάη Τίκου ενώ την τρομερά ενδιαφέρουσα μουσική εκτέλεσαν επί σκηνής οι μουσικοί Θοθωρής Βαζάκας, Χρήστος Γιάκας, Μαρία Δελή, Αλέξανδρος Ιωάννου και Γιάννης Κρητικός.

 

Διαβάστε ακόμα: Λέοναρντ Κόεν – «Γεννήθηκα φορώντας κοστούμι»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top