H παράσταση, εφάμιλλη εκείνων που ανεβαίνουν στις σκηνές των μεγάλων ευρωπαϊκών θεάτρων, όρισε ένα νέο επίπεδο για τον θεσμό, δημιουργώντας έτσι υψηλές προσδοκίες για την καλλιτεχνική περίοδο, που ελπίζουμε να ευοδωθούν. (Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος)

Με έναν αντικειμενικό θρίαμβο η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) πραγματοποίησε την Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017 την πολυαναμενόμενη ιστορική επίσημη πρώτη της παράστασης στις νέες της εγκαταστάσεις στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στο Φάληρο, παρουσιάζοντας την Ηλέκτρα του Ρίχαρντ Στράους, με μια σπουδαία διανομή που περιελάμβανε μεταξύ των μελών της και την μεγάλη Ελληνίδα λυρική τραγουδίστρια του 20ου και 21ου αιώνα, Αγνή Μπάλτσα.

Η συμμετοχή της Αγνής Μπάλτσα υπήρξε από μόνη της γεγονός εξόχως σημαντικό, όπως και η επίσημη λειτουργία του νέου λυρικού θεάτρου, πλαίσιο σίγουρα κατάλληλο για την πρώτη της σκηνική εμφάνιση μετά το 2015, όταν είχε ερμηνεύσει τον ίδιο ρόλο στην Όπερα του Αμβούργου. Αν αυτός θα είναι ο ρόλος με τον οποίο θα σφραγίσει τελικά την σπουδαία καλλιτεχνική της σταδιοδρομία κανείς δε μπορεί να το προδικάσει. Από την άλλη δεν θα πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι βαρύνον κριτήριο που υπαγόρευσε την επιλογή της Ηλέκτρας για τα εγκαίνια ήταν η καταλληλότητά της προκειμένου να εξασφαλιστεί η επιτυχής συμμετοχή της διάσημης αοιδού στον ρόλο που αυτή την περίοδο κρίνεται ιδανικός για την φωνή της.

Τη συνολική σκηνική επιμέλεια της παράστασης (σκηνοθεσία, σκηνικά, ενδυμασίες) ανέλαβε, μαζί με το πολυμελές επιτελείο των μονίμων συνεργατών του, ο διακεκριμένος Έλληνας θεατράνθρωπος Γιάννης Κόκκος. Όσοι έχουν παρακολουθήσει τις τελευταίες συνεργασίες του με την ΕΛΣ (Ιπτάμενος Ολλανδός, Τριστάνος και Ιζόλδη, Οθέλλος), δεν θα εκπλαγούν αν διαβάσουν ότι έντυσε τους τραγουδιστές με σκοτεινές, κυρίως μαύρες ενδυμασίες (αναγνωρίσιμες ακόμα και σε λεπτομέρειες, όπως το μοναδικό μοβ φόρεμα, πανομοιότυπο με εκείνο που είχε σπάσει την ενδυματολογική μαυρίλα στον Οθέλλο του Ηρωδείου το καλοκαίρι του 2014)· ή ότι έστησε ένα ζοφερό εξπρεσιονιστικό σκηνικό, όπου μόνο το ολόχρυσο κλιμακοστάσιο υπεμίμνησκε πως βρισκόμαστε στις «πολύχρυσες Μυκήνες» των Ατρειδών· ή ότι υπογράμμισε στιγμές έντασης χρησιμοποιώντας φωτισμούς και βιντεοπροβολές, οι οποίες, χωρίς να είναι πρωτότυπες, έφτασαν τώρα σε πρωτόγνωρα επίπεδα τεχνικής αρτιότητας.

Η Γερμανίδα υψίφωνος Ζαμπίνε Χογκρέφε υπήρξε έξοχη στον μεγάλο της εναρκτήριο μονόλογο (Allein, Μόνη) και πολύ γλαφυρή και εκφραστική στους διαλόγους. (Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος)

Αυτό το σταθερό σκηνικό ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ο Γιάννης Κόκκος οργάνωσε την οπτικοποιημένη έκφραση των συναισθημάτων των ηρώων μέσα από την κίνηση τους – και αυτό το κατάφερε υποδειγματικά, με σαφείς και ευανάγνωστες χειρονομίες που ακολουθούσαν τον ρυθμό και την σκηνική οικονομία της μουσικής. Το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα ήταν το στιγμιαίο πλησίασμα, παρ’ολίγον άγγιγμα, των χεριών Κλυταιμνήστρας και Ηλέκτρας: κίνηση κοινή αλλά τόσο διαφορετικά σηματοδοτημένη από την πλευρά της καθεμίας, ώστε να είναι ταυτόχρονα πλησίασμα ελπίδας για τη μία και πράξη αμφίθυμης ειρωνείας από την άλλη· πραγματικά μια εκπληκτική κίνηση συμπυκνωμένης θεατρικής έντασης.

Ταυτόχρονα, κινούμενος σε μια αντίστροφη κατεύθυνση, ο σκηνοθέτης επεχείρησε να σπάσει μια ενδεχόμενη υπερβολική μονοτονία των μακροσκελών διαλόγων και μονολόγων, διανθίζοντας τους με σύντομα εμβόλιμα επεισόδια, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και γκροτέσκες ανάπαυλες. Ενδεικτικά, αρχίζοντας από το τέλος, λίγο πριν ο Ορέστης παραπονεθεί στην Ηλέκτρα ότι «τον αναγνώρισαν οι σκύλοι της αυλής αλλά όχι η ίδια», την φορτισμένη τους συζήτηση διακόπτει μια ολόκληρη ομάδα περαστικών, μεταξύ των οποίων ο ηλικιωμένος υπηρέτης, που σιωπηλά αναγνωρίζει και χαιρετά τον Ορέστη. Όταν στο όνειρο της Ηλέκτρας γίνεται λόγος για θυσία, εμφανίζεται στο βάθος ένα ολόκληρο σφαγείο με το συνεργείο των εκδορέων και το αποκρουστικό σφάγιο να κρέμεται από τροχαλία – παρεμπιπτόντως μια ευκαιρία για διακριτική ανάδειξη των σκηνικών μηχανισμών. Και στην πρώτη κιόλας σκηνή, η επιστάτρια, που φορά στολή σοφρωνιστικού υπαλλήλου, ξεκουμπώνει το χιτώνιό της και βγάζει τη ζώνη της για να απειλήσει τις θεραπαινίδες, παραπέμποντας στο αισθησιακό στερεότυπο της δεσποτικής δεσμοφύλακος.

Η Αγνή Μπάλτσα υπήρξε μια σπουδαία Κλυταιμνήστρα από κάθε άποψη, τραγουδίστρια και ηθοποιός, μια πραγματική ενσάρκωση του ρόλου.

Για να λειτουργήσουν ασφαλώς όλα αυτά προϋπόθεση ήταν η ύπαρξη τραγουδιστών με επαρκείς θεατρικές ικανότητες, και πράγματι στο σύνολὀ τους οι ερμηνευτές επέδειξαν άριστη ικανότητα να συνδυάζουν τις μεγάλες φωνητικές αρετές με την σωστή σκηνική παρουσία. Η Γερμανίδα υψίφωνος Ζαμπίνε Χογκρέφε (αντί της Ιρένε Τεορίν που είχε αρχικά ανακοινωθεί και αποσύρθηκε λόγω ατυχήματος) υπήρξε έξοχη στον μεγάλο της εναρκτήριο μονόλογο (Allein, Μόνη) και πολύ γλαφυρή και εκφραστική στους διαλόγους, μολονότι σε μεγάλο μέρος της παράστασης δεν τραγούδησε με όλη τη δύναμη της φωνής της, κάνοντας μια λελογισμένη (και μάλλον αναγκαία) οικονομία δυνάμεων. Εντυπωσιακή ήταν η ικανότητά της να εκφράσει μέσα από το τραγούδι της ένα μεγάλο εύρος συναισθημάτων, αλλά κυρίως την πικρή ειρωνεία προς τη μητέρα της. Στο τέλος χόρεψε πραγματικά διονυσιασμένη τον τελικό θριαμβικό χορό της προτού καταρρεύσει λυτρωμένη και νεκρή.

Στο πλάι της η συμπατριώτισσά της επίσης υψίφωνος Γκουν-Μπριτ Μπάρκμιν τραγούδησε την αδελφή της Χρυσόθεμι. Φωνή πιο κρυστάλλινη και πιο λαμπερή, με τρομακτικά καλή άρθρωση, κατάφερε να αναδείξει μια πλήρη προσωπικότητα που αποτελεί την αντίστιξη της Ηλέκτρας χωρίς να μένει απλώς στη σκιά της. Η Αγνή Μπάλτσα με δυνάμεις φωνητικές πολύ αξιόλογες που δεν περιορίστηκαν, όπως κάποιοι περίμεναν, στην «τραγουδιστή ομιλία», και με υποδειγματική προβολή της φωνής, υπήρξε μια σπουδαία Κλυταιμνήστρα από κάθε άποψη, τραγουδίστρια και ηθοποιός, μια πραγματική ενσάρκωση του ρόλου.

Να προσθέσουμε πάντως, για τον επαγγελματισμό και την καλλιτεχνική συνείδηση της μεγάλης λυρικής τραγωδού, ότι αν και στο έντυπο πρόγραμμα η Αγνή Μπάλτσα αναφέρεται τιμητικά πρώτη, στα χειροκροτήματα εμφανίστηκε τρίτη τη τάξη, κατά την ιεραρχία του ρόλου και όχι της θέσης της στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα, αφήνοντας και στην πρωταγωνίστρια το παραδοσιακό προνόμιο να καλέσει εκείνη για υπόκλιση τον αρχιμουσικό.

Aν και στο έντυπο πρόγραμμα η Αγνή Μπάλτσα αναφέρεται τιμητικά πρώτη, στα χειροκροτήματα εμφανίστηκε τρίτη τη τάξη, αφήνοντας στην πρωταγωνίστρια το παραδοσιακό προνόμιο να καλέσει εκείνη για υπόκλιση τον αρχιμουσικό. (Φωτογραφία: Χάρης Ακριβιάδης)

Ο Δημήτρης Τηλιακός ήταν ένας ωραιότατος, αρρενωπός Ορέστης με πολύ καλοσχηματισμένες τις μουσικές φράσεις, αν και μερικές φορές το ότι ήταν πολύ καλά προετοιμασμένος μέχρι τη λεπτομέρεια δεν κρυβόταν, με αποτέλεσμα το πολύ δουλεμένο τραγούδι του να έχει στιγμές φανερής τεχνικής σε μια συνολικά εξαιρετικά εκφραστική ερμηνεία. Ως Αίγισθος ο Ολλανδός τενόρος Φρανκ βαν Άκεν έπαιξε με τα ηχοχρώματα γα να αποδώσει το μπουφονικό στοιχείο που χαρακτήρισε εύγλωττα έναν θρασύδειλο τύραννο. Και οι μικρότεροι ρόλοι, ανδρικοί και γυναικείοι, ανταποκρίθηκαν όλοι στους ρόλους με επιτυχία, όπως και τα μέλη της χορωδίας.

Ο αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος επιβεβαίωσε την εντύπωση που είχε αφήσει όταν διηύθυνε την πρώτη πράξη της Βαλκυρίας στο έτος Βαγκνερ το 2013, ότι η οξυδερκής αναλυτικότητά του και η αδιάκοπη ενεργητικότητα τον καθιστούν ικανό ερμηνευτή της ύστερης γερμανικής ρομαντικής όπερας. Καθοδήγησε με ασφάλεια την ορχήστρα μέσα στους δαιδάλους της πολυσύνθετης παρτιτούρας χωρίς να καλύπτει ποτέ τους τραγουδιστές και αναδεικνύοντας με σαφήνεια τις μουσικές ιδέες του συνθέτη, ενώ η συνύπαρξη της βίας και της ευγένειας στον ήχο τόνισε την συμβολιστική διάσταση του έργου. Συνολικά η ερμηνεία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξαιρετικά αντικειμενική, καθώς ο αρχιμουσικός ποτέ δεν επέτρεψε να χρωματιστούν με ψήγματα ανθρώπινου συναισθήματος ακόμα και οι πιο λυρικές στιγμές, όπως η τριπλή επίκληση του ονόματος του Ορέστη από την Ηλέκτρα.

Αυξημένη στα 110 άτομα, η ορχήστρα είχε μια εξαιρετική επίδοση μουσικής ακρίβειας, ποιότητας ήχου και γενικής συνοχής σε μια αίθουσα υπέροχης αλλά και αποκαλυπτικής ακουστικής, θέτοντας έτσι ένα υψηλότατο κριτήριο ερμηνευτικής στάθμης, που θα πρέπει στο εξής να διατηρήσει χωρίς εκπτώσεις. Γενικά η παράσταση, εφάμιλλη εκείνων που ανεβαίνουν στις σκηνές των μεγάλων ευρωπαϊκών θεάτρων, όρισε ένα νέο επίπεδο για τον θεσμό, δημιουργώντας έτσι υψηλές προσδοκίες για την καλλιτεχνική περίοδο, που ελπίζουμε να ευοδωθούν και αφότου λήξει ο συναγερμός των εγκαινίων. Σε αντίθεση με την Ηλέκτρα, ο θρίαμβος θα πρέπει να είναι αρχή· όχι τέλος.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Αλέκος Συσσοβίτης είναι ζωντανός σε μια Νεκρή Ζώνη

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top