Ο Ζαν Ρενό είναι ένας σκληρός με καρδιά αγκινάρα. Πάντως, τα κουβανέζικα πούρα τα καπνίζει μια χαρά (edecorati.com).

«Σιγουράκι». Αλλά η λέξη χωλαίνει. Είναι λίγη. Ο Ζαν Ρενό αρέσει, κι η συμμετοχή του σε μια ταινία είναι επιτυχία εγγυημένη, ό,τι κι αν κάνει. Αλλά πώς εξηγείται το φαινόμενο; Φταίει η μύτη του που διασκεδάζει; Η βαθιά φωνή του που μαγεύει; Η επιβλητική όσο και μυστηριώδης φιγούρα του;

Αν κάνουμε την παραδοχή ότι ένας ηθοποιός είναι κατ’ αρχάς ένα παρουσιαστικό, τότε ο Ρενό μπορεί να συμπεριληφθεί στην κορυφή της λίστας. Διασχίζει το χώρο με δυο δρασκελιές, η χειραψία του είναι θερμή, δυνατή, πάντα μ’ ένα χαμόγελο σαρκοβόρου θηρίου καρφωμένο στα χείλη. Κι επιπλέον, αυτός ο killer-αγκαλίτσας είναι μεγάλος τεχνίτης με σπουδαίο ταλέντο.

Ο Ρενό (γ. 1948) μπαίνει άνετα στο πετσί κάθε ρόλου. Περνάει από μια γαλλική ταινία σε μια χολιγουντιανή υπερπαραγωγή με μια ευκολία που αποσυντονίζει. Έχει δοκιμαστεί στα πάντα: ταινίες δράσης, ρομαντικές κομεντί, ξεκαρδιστικές κωμωδίες. Νεολαίοι και γυναίκες τον λατρεύουν.

Μ’ έναν τρόπο, ο Ζαν Ρενό επιβάλλει ξανά την κοψιά και το χάρισμα του Λίνο Βεντούρα: ειδικό βάρος, απλότητα, αυθεντικότητα. Ηθοποιός-χαμαιλέων, αυθόρμητα δημοφιλής (τον λατρεύουν στην Ιαπωνία), μυθικός μετά την ταινία Απέραντο Γαλάζιο του 1989 (9,2 εκατ. θεατές), με μια διεθνή καριέρα κιλοβατώρων, σπάνια για Γάλλο ηθοποιό.

Ο νομάδας αυτός που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως «γέφυρα ανάμεσα σε πολιτισμούς και χρώματα δέρματος» είναι φοβερά δημοφιλής στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Τομ Κρουζ (Επικίνδυνη Αποστολή), Μάθιου Μπρόντερικ (Γκονζίλα), Ρόμπερτ ντε Νίρο (Ronin), Στιβ Μάρτιν (Ο ροζ Πάνθηρας) ή Τομ Χανκς (Κώδικας Ντα Βίντσι), ο «Frenchie» συμπρωταγωνίστησε με τα μεγαλύτερα ονόματα του Χόλιγουντ. Η εποχή όπου πιτσιρικάς  διασκέδαζε τους συμμαθητές του στις συνοικίες της Καζαμπλάνκα έχει παρέλθει.

Mετά την ταινία Απέραντο Γαλάζιο, η καριέρα του εκτοξεύτηκε (imdb.com).

Το πραγματικό του όνομα είναι Juan Moreno Errere y Rimanes και οι γονείς του Καστιλλιάνοι. Στη Γαλλία, αριβάρισε στα 17 του, έχοντας πάρει την απόφαση να γίνει ηθοποιός. Ακολούθησε μαθήματα θεάτρου. Κι ύστερα, πήραν σβάρνα οι επαφές, ώς εκείνη -η πιο σημαντική- με τον Λικ Μπεσόν τη δεκαετία του ’80 και το L’ Avant Dernier (1981). Έκτοτε, ο Ρενό, χωρίς φιοριτούρες και σκάνδαλα, γίνεται το no1 στην καρδιά του κοινού.

Χάρη στην τεράστια επιτυχία του Απέραντου Γαλάζιου, ο δικός μας στοιχειώνει τελεσίδικα το σύμπαν του Μπεσόν (Η τελευταία μάχη, Νικίτα). Η υπερατλαντική καριέρα των δύο Γαλλαίων ξεκινά με καλούς οιωνούς. Το ντουέτο λειτουργεί και συνεχίζει να κλέβει τις καρδιές του Χόλιγουντ.

Ο Ζαν Ρενό είναι ένας σκληρός με καρδιά αγκινάρα. Μπορεί να κάνει συλλογή τους ρόλους μπάτσων, ντετέκτιβς και επιθεωρητών, αλλά εκεί που διαπρέπει είναι στις κωμωδίες.

Το ζεύγος ξαναβρίσκεται στο Léon (1994), ταινία γυρισμένη εξ ολοκλήρου στις ΗΠΑ και απροσχημάτιστα αγγλόφωνη. Το success εκκωφαντικό. Συνοφρυωμένος, ο Ρενό το παίζει σκληρός. Εις μάτην. Είναι η τρυφερότητά του απέναντι στη Ματίλντα που γοητεύει. Ωστόσο, μπορεί χάρη σ’ αυτήν την ταινία οι δυο τους να απόλαυσαν διεθνές κύρος, αλλά η μεγάλη αποκάλυψη είναι η 13χρονη τότε Νάταλι Πόρτμαν, που λες κι έχει βγει κατευθείαν από το Bugsy Malone. Μετά την ταινία, παρενοχλήθηκε αφόρητα σεξουαλικά.

Στο Léon, ο Ρενό προσπαθεί να το παίξει σκληρός. Εις μάτην (

Kατόπιν, ενσκύπτει ο θρίαμβος με το Οι επισκέπτες, του Ζαν-Μαρί Πουαρέ (1993). Ο ρόλος είναι από τους σημαντικότερους του Ρενό. Και η ταινία κατατάσσεται στην 5η θέση των μεγαλύτερων επιτυχιών του γαλλικού κινηματογράφου, με 13,7 εκατ. εισιτήρια. Ακολούθησαν δύο ακόμα συνέχειες, με ανάλογο σκορδόψωμο.

Ο Ζαν Ρενό είναι ένας σκληρός με καρδιά αγκινάρα. Η μπάσα φωνή του δεν λέει να πάψει να αντηχεί στ’ αφτιά σου. Έχει παίξει τα πάντα: παπάδες, κλεφτρόνια, γιατρούς, ιππότες του Μεσαίωνα, ακόμα και σατανικούς μάγους. Και μπορεί να κάνει συλλογή τους ρόλους μπάτσων, ντετέκτιβς και επιθεωρητών, αλλά εκεί που διαπρέπει είναι στις κωμωδίες.

Η τελευταία του γυναίκα, το μοντέλο Zofia Borucka, είναι 24 χρόνια μικρότερή του (James Gourley/Shutterst/SIPA).

Φταίει το στυλ του, που θυμίζει Droopy. Δεν είναι ένας απλός κλόουν. Ο Μπεσόν το κατάλαβε: στο Léon φρόντισε να τον φιλέψει κάποιες διασκεδαστικές σκηνές ανάμεσα σε δύο πιστολίδια. Πώς να ξεχάσεις τη στιγμή που κάνει το γουρούνι μ’ ένα γάντι της κουζίνας; Στον Ρενό αρέσουν τα ζώα. Σύμφωνα με τον Ντεπαρντιέ, τα μάτια του είναι ίδια μ’ αυτά ενός αλόγου. Του αρέσουν και τα παιδιά: έχει έξι. Ακόμα το τσιγάρο, το τσάι, τα γλυκά και τα στρογγυλά γυαλιά. Α, κι oι γάμοι: έχει κάνει τρεις. Η τελευταία του γυναίκα, το μοντέλο Zofia Borucka, είναι 24 χρόνια μικρότερή του. Κουμπάροι, ο Νικολά Σαρκοζί κι ο Τζόνι Χαλιντέι. Σήμερα, ζει στο Λος Άντζελες, αλλά διαθέτει κι άλλα δυο σπίτια: ένα στο Παρίσι κι ένα στη Μαλαισία.

Του αρέσουν και τα παιδιά του Ρενό: έχει έξι (zimbio.com).

Σαν τον Μπαντ Σπένσερ των γουέστερν-σπαγγέτι, ο αγαπημένος μας είναι κι ο βασιλιάς της μπουνιάς και της σφαλιάρας. Στο Wasabi, παραδίδει ξεκαρδιστικά μαθήματα ανθολογίας. Και μπορεί στις αμερικάνικες ταινίες να υποδύεται τον Γαλλάκο υπάλληλο, λάτρη των κρουασάν και του καφέ, πράγμα που κάνει τους αυτόχθονες να ξεραίνονται στα γέλια, εκείνος όμως δυσκολεύεται να το συμμεριστεί. Παρηγορείται με τη σκηνή στο Ροζ Πάνθηρα του 2006, όπου, με παρτενέρ τον Στιβ Μάρτιν, αποκαλύπτει το χορευτικό ταλέντο του.

Σ’ όλα αυτά, προσθέτει κι ένα στοιχείο παραληρηματικό. Το τρελό του γέλιο στο Απέραντο Γαλάζιο έχει μείνει αλησμόνητο. Κι ο ρόλος του ντραμίστα στο Subway ανεπανάληπτος. Μόνο με το Animal στο Muppet συναγωνίζεται.

Μεταξύ των 30 και ταινιών μεγάλου μήκους της φιλμογραφίας του, οι 22 σφαίρες του 2010 κατέχουν εξέχουσα θέση. Μια ταινία-απολογισμός του ηθοποιού κι ανθρώπου. «Ο πρωταγωνιστής έχει ένα όπλο που χρησιμοποιεί. Μαζί χιούμορ. Μαζί ματώνει μέσα του… Λοιπόν, νομίζω πως όλα αυτά είμαι εγώ».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top