Το σώμα είναι η πηγή της ποιητικής έμπνευσης, αλλά και η κινητήρια δύναμη της σκέψης, καθώς και το κύριο αντικείμενό της Ρουκ. (Act of love/Egon Schiele).

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Με άλλο βλέμμα, ποιήματα, εκδόσεις Καστανιώτη

Ο πρώτος στίχος του πρώτου βιβλίου που δημοσίευσε η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ δηλώνει, προγραμματικά θα έλεγε κανείς, ή ίσως προφητικά, το δρόμο που θα ακολουθήσει αδιάλειπτα μέχρι σήμερα η ποιήτρια αυτή: «Το σώμα μου έγινε η αρχή ενός ταξιδιού», αφού στις δεκαέξι συλλογές της, από το 1963 ως το 2018, η Ρουκ δεν κάνει άλλο απ’ το να αφηγείται την ιστορία του σώματός της.

Η σάρκα, τα έντερα, η καρδιά, τα πόδια, τα μάτια, το κεφάλι, η κοιλιά, οι μασχάλες, ο αφαλός, οι μαστοί, η λεκάνη, ο ιδρώτας – όλα ονοματίζονται, περιγράφονται, μυθοποιούνται, δοξάζονται και θρηνούνται. Το σώμα είναι η πηγή της ποιητικής έμπνευσης, αλλά και η κινητήρια δύναμη της σκέψης, καθώς και το κύριο αντικείμενό της, η αφετηρία κάθε συγκίνησης και κάθε ανάτασης: «Ο παράδεισος κερδίζεται / με το σώμα / κι είναι κι αυτός θνητός».

Μια τέτοια σωματική ποίηση δεν μπορεί παρά να κυριαρχείται από δύο θέματα: τον έρωτα, κατ’ αρχάς, που είναι το δοξαστικό της σάρκας, που είναι το θαύμα της καθημερινής αθανασίας, που είναι «το μόνο θεϊκό βλέμμα / που θα πέσει πάνω σ’ εμάς / τους άπιστους», και το θάνατο, το τραύμα της οριστικής εξαφάνισης, το χρόνο και τη φθορά που αυτός επιφέρει. «Το θέμα είναι ένα», θα πει με τη δική της διατύπωση η ποιήτρια, «το προσωπικό σώμα / και ο απρόσωπος χαμός του». Καθώς περνούν τα χρόνια, η ποιήτρια με την ίδια ειλικρίνεια, εκφραστική απλότητα και λεκτική τόλμη που για δεκαετίες μιλούσε και περιέγραφε τον πόθο και την ηδονή, την ερωτική έλλειψη και τη μοναξιά, μιλάει όλο και περισσότερο για τη φθορά του σώματος και για τον θύτη χρόνο. Κι ας δυσκολεύεται να δεχτεί το σώμα χωρίς μελλοντικούς προσδιορισμούς κι ας δυσκολεύεται να φανταστεί μια ποίηση πέρα απ’ το σώμα.

Πληγωμένη από τον χρόνο η ποιήτρια ανακαλύπτει πως η μοναξιά είναι τώρα απρόσωπη, δεν έχει συγκεκριμένη μορφή που να τη γεμίζει, είναι μια απουσία.

Προγραμματικά, και με τα είκοσι ποιήματα του νέου της βιβλίου, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ δοκιμάζει να δει την πραγματικότητα με άλλο, όπως λέει και στον τίτλο της συλλογής, βλέμμα, απογυμνωμένη πια από ό,τι μια ζωή ολόκληρη τη γέμιζε: τον έρωτα, τη νιότη, τη δημιουργικότητα, το σώμα. Πληγωμένη από τον χρόνο, η ποιήτρια ανακαλύπτει πως η μοναξιά είναι τώρα απρόσωπη, δεν έχει συγκεκριμένη μορφή που να τη γεμίζει, είναι μια απουσία όπου λείπουν όλοι και όλα· και το καινούργιο άδειο που βιώνει είναι πραγματικά και οριστικά κενό: Το άδειο που ήξερα / είχε σκιές καθισμένες στις καρέκλες του παρελθόντος / κατοικημένο ήταν από αποτυπώματα / ίσως και μυρωδιές / που είχαν αφήσει πίσω τους / τα σώματα κι οι κινήσεις τους. Ακόμα και το σώμα είναι πια χαμένο κι αντί να ελευθερώνει την ψυχή, τη γονατίζει, γιατί τίποτε άλλο δεν έχει να προσφέρει εκτός από την επιβίωση.

Η Ρουκ ξαναβλέπει σήμερα τον κόσμο, στον οποίο έζησε και για τον οποίο έγραψε, από την αρχή – αλλιώς πια. Δεν μετανιώνει ούτε αναθεωρεί· ξέρει ότι η ίδια έχει αλλάξει, ότι το σώμα της έχει αλλάξει και, κατά συνέπεια, και η ματιά της προς τα πράγματα έχει μεταβληθεί. Μιλάει για έννοιες όπως η αξιοπρέπεια, η διασημότητα, η σημασία της λεπτομέρειας, η πραγματική αξία της επανάληψης, ο έρωτας που κάνει τον κόσμο να λάμπει κι ας το συνηθίζει να μην κρατάει πολύ. Θυμάται τι είναι η αμφιβολία για τις βεβαιότητες και το πιοτό για τους νέους (το ναρκωτικό της ευθύνης για το μέλλον). Δικαιολογεί και εξηγεί.

Το μόνο που έχει απομείνει είναι το παρόν, ο απόλυτος άρχων, όπως λέει η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.

Αλλά επίσης συνομιλεί με τα παλιά της ποιήματα, ομολογεί τις πλάνες και τις αστοχίες της. Είχε γράψει κάποτε, για να παρηγοριέται ίσως και για να μας παρηγορεί για το πέρασμα του χρόνου, πως ό,τι χάνει σε αφή / κερδίζει σε ουσία. Τώρα ξέρει όμως πως η αφή, αυτή είναι η ουσία. Περηφανευόταν άλλοτε πως μεταφράζοντας της ζωής το τέλος σε έρωτα είχε μετατρέψει τον θάνατο σε μούσα της. Μα πια, λέει, καμία μούσα δεν την επισκέπτεται. Έμπνευση, σημειώνει αλλού, ήταν κάποτε το μέλλον και όσα αυτό μπορεί να φέρει. Τώρα μόνη έμπνευσή της δεν μπορεί παρά να είναι η έλλειψη, οι χαμένες ελπίδες, ό,τι οριστικά έχει χαθεί.

Το μόνο που έχει απομείνει είναι το παρόν, ο απόλυτος άρχων, όπως λέει η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ. Από αυτό το παρόν, όμως, από την κάθε μία μέρα που κερδίζεται, εκείνη φτιάχνει τα ποιήματα που δικαιώνουν όσους εδώ και χρόνια τη θεωρούν τη σημαντικότερη εν ζωή ποιήτρια/ποιητή μας.

 

Διαβάστε ακόμα: Διαβάσαμε το βιβλίο που όλοι συζητάνε, Max Porter, «Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top