«Ακούω την άμαξα – παράγγειλα πιστόλια κι ένα βαρύ επανωφόρι, ως συνήθως – απαραίτητα αντικείμενα». (Richard Westall, «Lord Byron»)

Lord Byron – 5.1.1821 (Ραβέννα)

Γευμάτισα κατά τις έξι το απόγευμα. Ξέχασα ότι υπήρχε και πουτίγκα (έχω προσθέσει, τελευταία, και το φαγητό στην οικογένεια των βίτσιων μου) και τελείωσα το δείπνο μου πριν καταφθάσει. Ήπια μισό μπουκάλι από κάποιο είδος αλκοόλ – πιθανότατα κρασί· γιατί όλα όσα ονομάζουν μπράντι, ρούμι, κ.λπ., κ.λπ., δεν είναι παρά κρασιά, χρωματισμένα αναλόγως. Δεν έφαγα τα δύο μήλα που ήταν τοποθετημένα στο πιάτο μου εν είδει επιδορπίου. Τάισα τις δύο γάτες, το γεράκι και τον ήρεμο (αλλά όχι εξημερωμένο) κόρακα. Διάβασα την Ιστορία της Ελλάδας του Μίτφορντ, την Κύρου Ανάβασι του Ξενοφώντα. Και ως αυτή τη στιγμή γράφω, έξι λεπτά πριν από τις οκτώ – γαλλική, όχι ιταλική ώρα.

Ακούω την άμαξα – παράγγειλα πιστόλια κι ένα βαρύ επανωφόρι, ως συνήθως – απαραίτητα αντικείμενα. Καιρός παγωμένος – άμαξα ανοιχτή κι επιβάτες κάπως άγριοι – μάλλον δόλιοι και συνεπαρμένοι από την πολιτική. Θαυμάσιοι σύντροφοι, ωστόσο – καλό υλικό για ένα έθνος. Ο Θεός έπλασε τον κόσμο από το χάος· από τα μεγάλα πάθη γεννιούνται οι λαοί.

 

Στην επόμενη σελίδα: Virginia Woolf – «Μονάχα τώρα γράφω εντελώς από το μυαλό μου».

1 2 3 4 5 6

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top