«Μήπως έχουμε ακόμη την τέχνη για να μην πεθάνουμε από ασφυξία μέσα στην ‘‘αλήθεια’’ του πραγματικού και τεχνικιστικού κόσμου;», γράφει ο Κώστας Αξελός.

[…] Η τέχνη, που θεωρείται ότι εμφανίστηκε σε μια ορισμένη στιγμή του γίγνεσθαι, είναι μήπως τέχνη ταγμένη στον θάνατο; Ζούμε όντως τον θάνατο της τέχνης; Μήπως η τέχνη έχει πάψει να υπάρχει ως προς τον ύπατο προορισμό της;

Η τέχνη είχε θεωρηθεί ότι ήταν η διαισθητική (κι αισθητή) απεικόνιση του απόλυτου (νοητού), και ότι έδινε μορφές, όψεις, πρόσωπα (είδη) σε εκείνο που είναι η μορφή, η όψη, το πρόσωπο του είναι (η ιδέα). Ανώτερη μορφή της χειροτεχνίας, η τέχνη εμιμείτο και δημιουργούσε πρότυπα. Ονομαζόταν ιδεαλιστική ή ρεαλιστική, λίγη σημασία έχει, επειδή πάντοτε εργαζόταν με μορφοποιήσεις ούτε εντελώς αισθητικές ούτε εντελώς νοητές. Το δίκτυό της ενοποιούσε τη συναίσθηση, την ευαισθησία και τη σημασία. Και τώρα; Σ’ έναν κόσμο χωρίς πρωτότυπα και χωρίς ιδανικά; Τι θα γεννήσει το λυκόφως των ειδώλων;

«Ανώτερη μορφή της χειροτεχνίας, η τέχνη εμιμείτο και δημιουργούσε πρότυπα. Και τώρα; Σ’ έναν κόσμο χωρίς πρωτότυπα και χωρίς ιδανικά; Τι θα γεννήσει το λυκόφως των ειδώλων;».

Το ερώτημα μένει ανοιχτό: Είναι για μάς η τέχνη, και όσον αφορά την εξαιρετική, μαζική και αποφασιστική εμβέλειά της, ένα πράγμα του παρελθόντος – ένας κόσμος ξεπερασμένος; Θα συνεχίσει να προσδίδει ύφος, να συμπυκνώνει και ν’ απομονώνει στιγμές ολικές; Ή μήπως έχουμε ακόμη την τέχνη για να μην πεθάνουμε από ασφυξία μέσα στην «αλήθεια» του πραγματικού και τεχνικιστικού κόσμου; Εντούτοις, η τέχνη δεν ανήκει επίσης και στην αυτοκρατορία ή στη δημοκρατία αυτού του κόσμου; Χάνοντας την ειδίκευσή της, παύοντας να συνιστά έναν κόσμο (αρκετά ξεχωριστό παρά ταύτα), θα γίνει άραγε αναπόσπαστο μέρος της ζωής και του κόσμου;

«Το παιχνίδι του κόσμου», που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1969 και εκδίδεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, αποτελεί μέρος της τριλογίας του Κώστα Αξελού «Το ξετύλιγμα του παιχνιδιού».

Η λογοτεχνία –το λογοτεχνικό γεγονός– είναι ένας ειδικός τρόπος του είναι –της παραγωγής και της κατανάλωσης– της ομιλίας και του γραπτού λόγου.

Η τέχνη και η ποίηση δεν παύουν μήπως να υπάρχουν από τη στιγμή που γίνονται τέχνη και λογοτεχνία; Πριν από τη στροφή αυτή, είναι· μετά τη στροφή αυτή υπάρχουν ακόμη;

Ποίηση και τέχνη που γεννιούνται από ατομικούς δημιουργούς, αναγνωρισμένους, που αναπτύσσουν μια ξεχωριστή δραστηριότητα, καλούνται μήπως να εξαφανιστούν; Η τέχνη και η ποίηση θα συμβληθούν μήπως με δραστηριότητες του συνόλου, θα γίνουν υπόθεση «όλων», βρίσκοντας έτσι έναν άλλο ρυθμό, ένα άλλο στυλ και μιαν άλλη χειρονομία; Γλώσσα, διακόσμηση, τέχνη λειτουργική και βιομηχανική, αρχιτεκτονικές, συλλογικές συνταγές για λόγια, ήχους, χρώματα και κινήματα μήπως θ’ αναληφθούν από μια τεχνική που θα παράγει ολικά-μερικά σύνολα;

Η «τέχνη» κλίνει όλο και περισσότερο προς το ντοκυμαντέρ και το ρεπορτάζ και ταυτοχρόνως γίνεται εξαιρετικά πειραματική. Πράγμα που σημαίνει ότι η βάση της εξασθενίζει και ότι μοιάζει να είναι φτιαγμένη για την κριτική, η οποία, κι αυτή επίσης, προκαλεί την κριτική της κριτικής κριτικής.

«Η τέχνη και η ποίηση θα συμβληθούν μήπως με δραστηριότητες του συνόλου, θα γίνουν υπόθεση ‘‘όλων’’, βρίσκοντας έτσι έναν άλλο ρυθμό, ένα άλλο στυλ και μιαν άλλη χειρονομία;».

Μια ορισμένη έντονη δημιουργικότητα προκαλεί φρίκη στη μετριότητα· η τελευταία αυτή την κατακυριεύει, αφού την εξουδετερώσει. Έτσι, οι πιο ριζικές διανοίξεις –ποιητικές και καλλιτεχνικές, και όχι μόνον ποιητικές και καλλιτεχνικές– αφομοιώνονται και καθίστανται αβλαβείς, μπαίνουν στα σχολικά εγχειρίδια, στα μουσεία, αποτελούν μέρος του ύφους της καθημερινής –επίσημης και ιδιωτικής– ζωής, υιοθετούνται και προσαρμόζονται μέχρις ότου γίνουν όνομα ενός δρόμου, προτομή σε μια πλατεία, γραμματόσημο, αντικείμενο λογίων μελετών.

Το παιχνίδι έχασε τον ιερό χαρακτήρα του, έχασε την αποφασιστικά επικίνδυνη έμπνευσή του. Η δωρεάν και αφιλοκερδής δραστηριότητα, το παραγέμισμα του ελεύθερου χρόνου, το κυνηγητό κάθε είδους περιπετειών κι η αθλητική αναζήτηση του κινδύνου δεν είναι παρά μόνον οι χύδην ορατές μορφές του παιχνιδιού που διέπει τον κόσμο, που κάνει την τέχνη να γεννιέται και που μας εμπαίζει ηγεμονικά. […]

 

// Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Αξελού «Το παιχνίδι του κόσμου». Μετάφραση από τα γαλλικά: Κατερίνα Δασκαλάκη. Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2018.

 

Διαβάστε ακόμα: «Η Οδύσσειά μου πάνω στο Ματαρόα».

 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top