Ο Λαέρτης Αντώνιος Βασιλείου, δημιουργός των LAAV Architects και OPA.

– Ας ξεκινήσουμε με τα πιο πρόσφατα νέα. Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με την Infiniti;
Η Infiniti Motors Limited, σε συνεργασία με την διαφημιστική εταιρεία Designory, τα τελευταία χρόνια επιλέγει να κάνει θεματικές καμπάνιες με άτομα δημοσίου ενδιαφέροντος, με ιστορίες που μπορούν να εμπνεύσουν και να περιγραφούν παράλληλα με την προώθηση των αμαξιών. Πέρσι το θέμα της καμπάνιας τους ήταν αθλητές από όλο τον κόσμο, φέτος creatives με ενδιαφέρουσες ιστορίες. Ο τρόπος με τον οποίο κέρδισα το ίντερνετ και άλλαξα το παιχνίδι των εντυπώσεων βρίσκοντας πελάτη για την Casa Brutale τους κέρδισε το ενδιαφέρον και έπειτα από μερικές συνεντεύξεις τους κέρδισα συνολικά.

– Πείτε μας λίγα λόγια για αυτή τη συνεργασία.
Όλα ξεκίνησαν με ένα μήνυμα στο LinkedIn. Η Melanie McKinnel, Executive Producer της διαφημιστικής Designory στην Καλιφόρνια, μου έστειλε την πρώτη πρόταση ρωτώντας αν θα με ενδιέφερε η συνεργασία. Απάντησα θετικά και έπειτα ακολούθησαν 2 τηλεφωνικές συνεντεύξεις με όλη την ομάδα. Μετά από έναν μήνα μου ανακοίνωσαν ότι η Infiniti με επέλεξε ως Ambassador για το νέο της SUV QX80 και πως το διαφημιστικό θα γυριστεί ΗΠΑ/Καναδά κάπου στις αρχές Σεπτέμβρη. Ακολούθως, πέρασα δύο μήνες λιώνοντας στο γυμναστήριο και 1η Σεπτέμβρη πέταξα για το Calgary του Καναδά.

Τα πάντα ήταν άψογα οργανωμένα και κανονισμένα από το advertising agency & production company Zuma4Productions, και σκηνοθέτης επιλέχθηκε να είναι ο Ericson Core που γυρίζει πολλά διαφημιστικά για αυτοκινητοβιομηχανίες, όταν δεν δουλεύει σε μεγάλες παραγωγές του Hollywood. Παράλληλα μου είχαν αναθέσει να τους σχεδιάσω ένα conceptual project για την συγκεκριμένη καμπάνια, οπότε τους έκανα την καμπίνα Maralah. Όταν έφτασα εκεί γρήγορα δέθηκα με την ομάδα και στο τέλος της εβδομάδας είχαμε περάσει όλοι υπέροχα, παρ’ όλη την έντονη εργασία, κάτι που πιστεύω ότι αποτυπώθηκε στα βίντεο. Η εμπειρία ήταν πραγματικά μοναδική!


Δείτε ένα από τα σποτ της Infiniti Motors Limited για το SUV QX80, με πρωταγωνιστή τον Έλληνα αρχιτέκτονα:


– Πώς ξεκίνησε η αγάπη σας για την αρχιτεκτονική; Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε να πείτε «αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου»;
Από μικρός «μαθήτευα» στο γραφείο των γονιών μου στη Ρόδο, όπου περνούσα πολλές ώρες ζωγραφίζοντας ή ξεφυλλίζοντας τα βιβλία τους. Συνόδευα πολλές φορές την μητέρα μου στις οικοδομές να πάρουμε μετρήσεις, στις συναντήσεις με τα μαστόρια και τους εργολάβους, ποτέ όμως μέχρι τα πρώτα μου φοιτητικά χρόνια δεν θεώρησα ότι η αρχιτεκτονική ήταν κάτι που αγαπούσα. Με τα ταξίδια της σχολής του ΕΜΠ σε Σαντορίνη, Βαρκελώνη και Ιταλία ξεκίνησα να διαβάζω και να παρατηρώ περισσότερο τις πόλεις και τα κτήρια. Ωστόσο το καθοριστικό «κλικ» μέσα μου για την αρχιτεκτονική συνέβη μετά τον 3ο χρόνο, όταν μαζί με την Ελένη Ιωαννίδου, το 2005 κερδίσαμε το 2ο βραβείο σε έναν φοιτητικό αρχιτεκτονικό διαγωνισμό και τότε άρχισα να πορώνομαι με τις δυνατότητες του επαγγέλματος. Από κει και ύστερα η αρχιτεκτονική έγινε αυτοσκοπός μου.

Η καμπίνα Maralah, που σχεδίασε ο Λαέρτης Αντώνιος Βασιλείου στο πλαίσιο της συνεργασίας του με την Infiniti.

– Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε το 2010 να φύγετε για την Ολλανδία;
To 2006 ξεκίνησαν όλα, όταν έφυγα για Erasmus στις Βρυξέλλες. Για έξι υπέροχους μήνες, είχα την ευκαιρία να ζήσω εκτός Ελλάδας και να ταξιδέψω σε αρκετές χώρες της Ευρώπης. Πέρασα τόσο καλά και έμαθα τόσα πολλά που γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα έπαθα πολιτισμικό σοκ και βυθίστηκα σε κατάθλιψη ολόκληρο το καλοκαίρι. Ορκίστηκα τότε στον εαυτό μου, μόλις τελείωνα με τη σχολή και τη στρατιώτική θητεία μου να γυρνούσα πίσω σε κάποια από τις χώρες της Benelux που τόσο αγάπησα. Μου πήρε 3,5 χρόνια, αλλά τα κατάφερα να γυρίσω στην Ολλανδία. To 2010 που έφυγα, μόλις που ξεκινούσε στην Ελλάδα να μυρίζει κρίση, ενώ στην Ευρώπη όπου προσγειωθήκαμε είχε ξεκινήσει από το 2008-9.

– Εκτός από τις μεταπτυχιακές σπουδές σας στην Ολλανδία, εργαστήκατε σε δύο από τα μεγαλύτερα αρχιτεκτονικά γραφεία της χώρας. Ποια είναι τα πιο σημαντικά πράγματα που μάθατε εκείνη την περίοδο;
Τις κυνηγούσα καιρό αυτές τις θέσεις, μέρος του “Archi-tourism” στο οποίο επιδίδονται πολλοί νέοι αρχιτέκτονες στην Ολλανδία, δηλαδή να τριγυρνάνε επαγγελματικά στα μεγάλα γραφεία της Ολλανδίας, μαζεύοντας γνώση και μαθαίνοντας εσωτερικά μυστικά και κουτσομπολιά. Η Ολλανδία είναι ένας παράδεισος για την σύγχρονη αρχιτεκτονική. Από το δικό μου “Archi-tourism”, πέραν των πολύτιμων γνώσεων που έλαβα και που σαφώς με έκαναν καλύτερο επαγγελματία, τα δύο πιο σημαντικά πράγματα που έμαθα ήταν τα εξής: 1) Ότι δεν αποτελούσα πρότυπο εργαζομένου, αντιμετώπιζα προβλήματα με την ιεραρχία, οπότε έπρεπε αργά ή γρήγορα να δοκιμαστώ με μια δικιά μου εταιρεία. 2) Αν τελικά τολμούσα το προηγούμενο, δεν υπήρχε περίπτωση να επιζήσω επαγγελματικά παραπάνω από μια σεζόν χωρίς την υποστήριξη ενός ισχυρού συνεργάτη. Ή μιας υπερφυσικής δύναμης. Τελικά αυτά συνδυάστηκαν στο πρόσωπο της συζύγου μου, Ξανθίππης -και την αμέριστη κατανόηση και υποστήριξη της- και στο Ίντερνετ, χωρίς το παντοδύναμο ίντερνετ δεν θα τα κατάφερνα.

«Χρειάζεται να κτίσεις γερό χαρακτήρα για να μην λυγίσεις στην γοητεία του ίντερνετ. Είναι εθιστικό και μεθυστικό γιατί χαρίζει δύναμη και στον καθένα μας».

– Πριν από περίπου δύο χρόνια το αρχιτεκτονικό project σας Casa Brutale έγινε viral (αν μπορούμε να το πούμε έτσι). Τελικά το ίντερνετ μπορεί να βοηθήσει έναν νέο αρχιτέκτονα να αποκτήσει φήμη;
To Ίντερνετ μπορεί να βοηθήσει τους πάντες, αρκεί να έχουν μια ενδιαφέρουσα ιστορία να πουν ή κάτι όμορφο να δείξουν. Σημασία ωστόσο έχει να μπεις στον κόσμο του ίντερνετ και άλλη τόση να καταφέρεις να μείνεις εντός χωρίς να γίνεσαι βαρετός. Η αρχιτεκτονική τα τελευταία 10 χρόνια επικοινωνείται πολύ περισσότερο μέσω του ίντερνετ και αυτό το momentum ήταν που θέλησα να αδράξω το 2015 και γι’αυτό σχεδίασα την Casa Brutale. Το πρότζεκτ αυτό σχεδιάστηκε για να «σπάσει το ίντερνετ» και τα κατάφερε να γίνει viral – μέχρι και σήμερα τα νούμερα που χτυπάει είναι εκπληκτικά, 2,5 χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση.

– Κρύβει όμως και παγίδες;
Φυσικά και μάλιστα επικίνδυνες για την ψυχική υγεία κυρίως. Χρειάζεται να κτίσεις γερό χαρακτήρα για να μην λυγίσεις στην γοητεία του ίντερνετ. Είναι εθιστικό και μεθυστικό γιατί χαρίζει δύναμη και στον καθένα μας.

Το project Casa Brutale, που έγινε viral στο ίντερνετ και έκανε γνωστό τον Βασιλείου σε όλο τον κόσμο.

– Εσάς σας άγχωσε αυτή η απότομη φήμη;
Παραδόξως όχι, αντιθέτως με άγχωνε ένα ενδεχόμενο τέλος ή η φθορά αυτής της απότομης φήμης. «Easy come, easy go» λένε, ωστόσο εγώ μάχομαι καθημερινά ώστε να αποδείξω πως το ρητό είναι λάθος ή εγώ η εξαίρεση.

– Από το 2010 μέχρι σήμερα έχετε ως έδρα σας την Ολλανδία. Έχετε σκεφτεί κάποια στιγμή να επιστρέψετε στην Ελλάδα;
Πλέον κατοικώ στην Οξφόρδη με νέο παρακλάδι των LAAV εδώ, ωστόσο διατηρώ και το γραφείο στο Χαάρλεμ της Ολλανδίας. Πάντα με γοήτευαν τα ταξίδια και η αλλαγή περιβάλλοντος ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ίσως είναι βιώματα που μου πέρασε η μητέρα μου στα γονίδια, κόρη διπλωμάτη που άλλαζε χώρες ανά 4ετία. Στην Ελλάδα δεν θα σταματήσω να πηγαίνω, να δουλεύω κάποια πρότζεκτ και να εμπνέομαι. Δεν έχω ρίξει μαύρη πέτρα, ωστόσο δεν είναι στις προτεραιότητες μου να ιδρύσω παρακλάδι του γραφείου μου εκεί – προτιμώ να συνεχίζω να δουλεύω με ταλαντούχους φίλους και συνεργάτες που εδρεύουν στην Ελλάδα.

– Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι νέοι φεύγουν από τη χώρα, ανάμεσά τους και πολλοί αρχιτέκτονες. Πιστεύετε ότι η Ελλάδα μπορεί να δώσει σε έναν νέο αρχιτέκτονα τις ευκαιρίες που χρειάζεται;
Η Ελλάδα δεν έπαψε να δίνει ευκαιρίες και ούτε πρόκειται. Απλά, λόγω κρίσης οι ευκαιρίες είναι πολύ λιγότερες και η ζωή πιο ακριβή και δύσκολη για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Πιστεύω ακράδαντα ότι όλοι όσοι έχουν τη δυνατότητα, θα πρέπει να φύγουν για μερικά χρόνια από την Ελλάδα, ώστε να «ανοίξει λίγο το μάτι τους», να δουν άλλες χώρες, να γνωρίσουν άλλες κοινωνίες και όχι απλά ως τουρίστες. Ένα μεταπτυχιακό είναι πάντοτε ένας καλός λόγος για μια προσωρινή μετανάστευση, αν αυτό συνοδεύεται από μια πρακτική, ακόμα καλύτερα! Όταν όλοι περάσουν 2-3 χρόνια εκτός χώρας, ας αποφασίσουν τότε αν θέλουν να μείνουν εκτός ή να γυρίσουν πίσω στην Ελλάδα, πλουσιότεροι τω πνέυματι όμως, με εμπειρίες, εικόνες, τεχνογνωσία, να συνεισφέρουν έτσι στην αναδιάρθρωση της Ελλάδας. Αυτό ισχύει φυσικά και για τους μη-αρχιτέκτονες.

Το project Villa Clessidra.

– Πολλά έχουν ακουστεί για την άναρχη αρχιτεκτονική της Αθήνας και της Ελλάδας γενικότερα. Τι πιστεύετε ότι έφταιξε; Τι μπορεί να αλλάξει;
Όταν τελείωνα τις σπουδές μου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, δούλευα παράλληλα για την πρακτική σε ένα μικρό γραφείο στο Χαλάνδρι. Κάποια στιγμή μου ζητήθηκε να κάνω μια επιμέτρηση σε μια οικοδομή, να ελέγξω δηλαδή αν τα νούμερα που προέκυψαν στην κατασκευή πλησίαζαν αυτά των προσφορών των συνεργείων. Τις 4 μέρες που μετρούσα την οικοδομή, όλα τα συνεργεία προσφέρθηκαν να με δωροδοκήσουν χρηματικά, προκειμένου να «μαγειρέψω» τα νούμερα, και να κλέψουν λίγο τον πελάτη. Τους ρώτησα για ποιο λόγο ψάχνουν να μου μαυρίσουν την πρακτική και την μελλοντική μου καριέρα προκειμένου να βγάλουν 1-2 χιλιάρικα έξτρα. Μου απάντησαν όλοι με τον ίδιο τρόπο: «Έτσι είναι το σύστημα αγόρι μου, θα μεγαλώσεις και θα μάθεις». Νομίζω ότι για την άναρχη αρχιτεκτονική της Αθήνας, μπορούμε απλά και πάλι να κατηγορήσουμε το ίδιο «σύστημα», το οποίο ουσιαστικά είναι ο προβληματικός χαρακτήρας του Νεοέλληνα. Αν αλλάξουμε προτεραιότητες ως Έλληνες και βάλουμε την χώρα πρώτη, τότε θα σταδιακά θα αρχίζουν να αλλάζουν πολλά προς το καλύτερο.

«Επιτυχία για μένα είναι το σημείο προσωπικής και επαγγελματικής εκπλήρωσης που να σου επιτρέψει να αποδεσμευτείς και να δοκιμαστείς σε κάτι άλλο, διαφορετικό».

– Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε έως σήμερα στην επαγγελματική σας πορεία;
Η κρίση στα σίγουρα ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο, καθώς αποφοίτησα το 2008, την χειρότερη στιγμή παγκοσμίως για τα οικοδομικά επαγγέλματα. Αυτή η κρίση, δημιούργησε στο δρόμο πολλά μικρότερα εμπόδια/πειρασμούς, ευκαιρίες για εύκολο χρήμα, όπως η παραπάνω ή δουλειές που θα αλλοίωναν τον χαρακτήρα μου ή την αισθητική μου. Το δυσκολότερο ήταν να βγω αλώβητος από όλες αυτές τις σειρήνες και να κρατήσω την εταιρεία μου ανοικτή χωρίς ηθικούς ή σχεδιαστικούς συμβιβασμούς.

– Από που εμπνέεστε για τις δημιουργίες σας;
Από παντού, τι περισσότερες φορές από το περιβάλλον και την ιστορία του οικοπέδου όπου θα ξεκινήσει ένα πρότζεκτ. Για την Casa Brutale πηγή έμπνευσης ήταν η ταινία Le Grande Bleu που παρακολούθησα όταν ήμουν 8 χρονών και ένα τραγούδι των Beach House. Για την Villa Clessidra πηγή έμπνευσης ήταν η Casa Brutale..

– Τι σημαίνει για εσάς επιτυχία;
Το σημείο προσωπικής και επαγγελματικής εκπλήρωσης που να σου επιτρέψει να αποδεσμευτείς και να δοκιμαστείς σε κάτι άλλο, διαφορετικό. Για μένα ξέρω που βρίσκεται αυτό το σημείο, αλλά δεν έχω φτάσει ακόμα.

Το ξωκλήσι Lux Aeterna, ένα ακόμα project του Βασιλείου και των συνεργατών του.

– Ποια είναι η συμβουλή που σας έχουν δώσει και ακολουθείτε μέχρι και σήμερα;
Να μην καβαλήσω ποτέ το καλάμι. Η έπαρση και η αλαζονεία ανήκουν στους αδύναμους.

– Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο αρχιτέκτονα;
Να διαβάζουν και να ταξιδεύουν όσο περισσότερο μπορούν. Να έχουν τις κεραίες του ανοικτές, να σερφάρουν στο ίντερνετ μαθαίνοντας ό,τι καινούργιο κυκλοφορεί στην αρχιτεκτονική και τις τέχνες, και έτσι σταδιακά θα αποκτήσουν κριτική σκέψη και προσωπικό γούστο και γραφή.

– Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Να φτάσω στο δικό μου σημείο επαγγελματικής εκπλήρωσης, ώστε να μπορέσω να αφήσω την αρχιτεκτονική για μία άλλη μου αγάπη, την λογοτεχνία. Θέλω πολύ να δοκιμαστώ και να γράψω βιβλία και σενάρια για τον κινηματογράφο, όσο κλισέ και να ακούγεται αυτό (ή θυμίζει χαρακτήρα από ταινία του Woody Allen). Μέχρι τότε θα ήθελα να ολοκληρώσω τα project που έχω ξεκινήσει, τις Casa Brutale και Villa Clessidra, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης ΑΜΜΟ στο Άμστερνταμ, δύο ουρανοξύστες στο Λίβανο και το ξωκλήσι Lux Aeterna.

 

Διαβάστε ακόμα: Χάρης Φραγκούλης – «Φοβόμαστε, γι αυτό κρίνουμε τόσο έντονα τους άλλους»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top