Ο Λέοναρντ Κόεν στο Λονδίνο το 1974. (Φωτογραφία: Michael Putland / Getty Images / Ideal Image)

Γεννήθηκε στο Μόντρεαλ το 1934 και μεγάλωσε σε οικογένεια εύπορων, ευσεβών και μορφωμένων Εβραίων: Δεν είχα ποτέ, ούτε μία στιγμή, τάσεις να επαναστατήσω ενάντια στην οικογένειά μου. Τους θεωρούσα πάντοτε εξαιρετικά αξιοπρεπείς ανθρώπους. Όσο μεγαλώνω τόσο περισσότερο εκτιμώ εκείνη την οικογένεια, την τιμιότητα με την οποία έκαναν τις δουλειές τους και την αφοσίωσή τους στη ζωή της κοινότητας. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα ανακάλυψε τα ποιήματα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και απέκτησε την πρώτη του κιθάρα. Τον Μάρτιο του 1960, στο Λονδίνο πια, έχει αγοράσει την πράσινη Olivetti 22 γραφομηχανή του και το περίφημο μπλε αδιάβροχό του και έχει ήδη εκδώσει μια ποιητική συλλογή. Το Λονδίνο δεν είχε τίποτε άλλο να του προσφέρει, μα κι εκείνος δεν είχε πού αλλού να πάει.

Περιπλανώμενος, βαρύς και άεργος, ένα βροχερό απόγευμα στο Ιστ Εντ θα παρατηρήσει τον ηλιοκαμένο ταμία με τα γυαλιά ηλίου μες στο υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος στην οδό Μπανκ. «Τι καιρό κάνει στην Ελλάδα τώρα;», θα τον ρωτήσει, για να λάβει την απάντηση: «Ανοιξιάτικο!». Την επόμενη κιόλας μέρα ο Λέοναρντ Κόεν βρισκόταν στην Αθήνα και λίγο αργότερα στο λιμάνι της Ύδρας. Τα χρόνια περνούν κι εμείς χάνουμε τόσο χρόνο διερωτώμενοι αν τολμάμε να κάνουμε το ένα ή το άλλο. Το θέμα είναι να κάνεις το άλμα, να δοκιμάσεις, να ρισκάρεις, θα γράψει. Στην Ύδρα θα ζήσει, με σύντομα διαλείμματα, τα επόμενα επτά χρόνια. Εκεί θα ολοκληρώσει δύο ακόμα ποιητικές συλλογές και τα δύο μυθιστορήματά του. Όταν έφτασα στην Ελλάδα ένιωσα πραγματικά ότι είχα επιστρέψει στην πατρίδα μου. Η ζωή στο χωριό μού φαινόταν οικεία, παρόλο που δεν είχα καμία εμπειρία από τη ζωή στο χωριό.

«Υπάρχει μια γενικευμένη συνωμοσία εναντίον των εραστών επειδή οι άνθρωποι πραγματικά δεν θέλουν να βλέπουν άλλους ανθρώπους ευτυχισμένους», Λέοναρντ Κόεν.

Το 1967 όμως ο Λέοναρντ Κόεν θα φύγει ακόμα μια φορά, για τις Ηνωμένες Πολιτείες τώρα, προκειμένου να ασχοληθεί επιτέλους επαγγελματικά με τη μουσική. Κατέβηκα στη Νέα Υόρκη και δεν κατάφερα να πείσω κανέναν να με ακούσει. Πήγα σε μερικούς αντζέντηδες και μου είπα «για να σε δούμε λίγο, ρε παιδί μου, κάπως μεγάλος δεν είσαι για τη δουλειά;». Ήμουν 32 χρονών τότε. Νομίζω πως έτρωγα πολύ λίγο, ήμουν γύρω στα 53 κιλά και πήγαινα σε όλα τα κλαμπ και άκουγα και έπαιζα και έγραφα. Το συνηθισμένο κλισέ ενός νεαρού συγγραφέα στη Νέα Υόρκη. Το πρώτο του μουσικό άλμπουμ θα κυκλοφορήσει το 1968 και λέγεται Songs of Leonard Cohen.

«Ο τρόπος ζωής μου δεν έχει αλλάξει και τόσο πολύ. Πρώτα απ’ όλα, χρειάζομαι ένα δωμάτιο, ένα γραφείο και μια καρέκλα και δεν μου αρέσει να έχω πολύ περισσότερα απ’ αυτά. Ζω στο ίδιο πάνω κάτω μέρος πάντοτε, όπου κι αν έχω βρεθεί». (Φωτογραφία: Frazer Harrison / Getty Images / Ideal Image)

Η συνέχεια είναι γνωστή. Είκοσι πέντε άλμπουμ και συλλογές, περισσότερα από δέκα βιβλία, περιοδείες, δωμάτια ξενοδοχείων και σπίτια στη Νέα Υόρκη και στο Λος Άντζελες και πίσω, κάθε τόσο, στο Μόντρεαλ και στην Ύδρα. Και, αναπόφευκτα, ναρκωτικά, ποτό, πολλές γυναίκες και κατάθλιψη, Κάποτε έλεγαν ότι μαζί με τους δίσκους μου θα έπρεπε να δίνουν και ξυραφάκια. Και πάντα κομψότητα στο ντύσιμο και στη συμπεριφορά, Γεννήθηκα φορώντας κοστούμι, χιούμορ και ένας διαρκής αγώνας για προσωπική ελευθερία, βουδισμός και απομόνωση στο Κέντρο Ζεν στο όρος Μπάλντι στην Καλιφόρνια. Ο τρόπος ζωής μου δεν έχει αλλάξει και τόσο πολύ. Πρώτα απ’ όλα, χρειάζομαι ένα δωμάτιο, ένα γραφείο και μια καρέκλα και δεν μου αρέσει να έχω πολύ περισσότερα απ’ αυτά. Ζω στο ίδιο πάνω κάτω μέρος πάντοτε, όπου κι αν έχω βρεθεί.

Στο βιβλίο Ο Λέοναρντ Κόεν με δικά του λόγια, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι, η Εύη Μαραγκού επιλέγει, ταξινομεί και μεταφράζει εκατοντάδες αποσπάσματα από συνεντεύξεις του Καναδού τροβαδούρου, οι οποίες αναφέρονται σε κάθε πτυχή της ζωής, του έργου και της σκέψης του. Συνθέτει έτσι ένα από αυτά τα εξαίσια βιβλία που διαβάζονται με δύο τρόπους: είτε από την αρχή ως το τέλος (πρώτα για τη ζωή του, ύστερα για το έργο του, τα βιβλία και τα τραγούδια του, και τέλος για όλα τα υπόλοιπα) είτε ξεφυλλίζοντάς το και διαβάζοντας τυχαίες φράσεις στις οποίες σκαλώνει το δάχτυλο ή το βλέμμα του αναγνώστη. Η απόλαυση είναι εγγυημένη έτσι κι αλλιώς.

«Ο Λέοναρντ Κόεν με δικά του λόγια», Ανθολόγηση-Μετάφραση Εύη Μαραγκού, εκδ. Μελάνι.

Γιατί ο Λέοναρντ Κόεν απέχει πολύ από το να είναι ένας ακόμα τραγουδοποιός που συγκινεί με τη μουσική και τους στίχους του. Υπήρξε ένας άνθρωπος που ασχολήθηκε τόσο αδυσώπητα, όπως λέει, με τον εαυτό του, ώστε αναποδογύρισε τη συνηθισμένη φορά των πραγμάτων και κατόρθωσε να κάνει έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους και τη ζωή τους στο ιδιωτικό, στο προσωπικό, στο συγκεκριμένο που κάθε φορά αφηγούνται τα τραγούδια του. Κατόρθωσε ν’ αξιωθεί αυτή τη χάρη.

Υπάρχει μια γενικευμένη συνωμοσία εναντίον των εραστών επειδή οι άνθρωποι πραγματικά δεν θέλουν να βλέπουν άλλους ανθρώπους ευτυχισμένους και η εμπειρία της έκστασης είναι εξαιρετικά δυσάρεστη σε όσους δεν συμμετέχουν σ’ αυτή. Έτσι γίνεται και με τους καλλιτέχνες. Οι άνθρωποι θα προτιμούσαν οι καλλιτέχνες τους να ήταν ανάπηροι ή νεκροί. Είναι κοινότοπο αλλά αληθινό… Πραγματικά φθονούμε κάποιον που τον αγγίζει η χάρη πολύ συχνά.

Διαβάστε ακόμα: Λέοναρντ Κόεν – Έτσι γνώρισε στην Ύδρα τη μούσα της ζωής του

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top