Αναμέτρηση με ένα μεγάλο ρόλο. “Αναμέτρηση” με την Μαρία Κάλλας, τη μεγαλύτερη σταρ της Ελλάδας. Τη μεγαλύτερη φωνή του πλανήτη.

Δεν ξέρω πώς μπορεί κάποιος να αντισταθεί στη Μαρία… Αλήθεια. Μπορεί να ακούγεται υπερβολή, αλλά πώς να αντισταθείς σε τέτοια γοητεία αλλά και ομορφιά ψυχής; Πώς να αντισταθείς σε μία έντονη, μα και γαλήνια γυναίκα, που σου τρυπάει τα μάτια όταν σε κοιτάζει; Μιλάει όπως χτυπούν το πόδι οι Πορτογαλέζες που χορεύουν αυθεντικό φάντο. Και ξέρεις ότι σου λέει αλήθεια, ότι είναι εκεί, παρούσα. Παρούσα άλλωστε δηλώνει πως την ενδιαφέρει να είναι. Όχι καλή, όχι επιτυχημένη – «παρούσα», στη σκηνή, στη ζωή, στις σχέσεις.

Δέκα χρόνια μετά την προηγούμενή μας συνέντευξη, συνειδητοποιώ πως η Μαρία έχει αλλάξει πολύ. Όχι εμφανώς, αλλά καθοριστικά. Γνωρίζει πλέον για ποια πράγματα έχει συναισθηματικό χώρο και για ποια δεν έχει, τα όριά της, και δεν  «πυροβολεί» τον εαυτό της για όσα δεν… «Δεν μπορώ να δώσω τα πάντα αλλά ούτε και να πάρω τα πάντα». Η ωριμότητα την έμαθε να χαίρεται το παρόν και τη βοήθησε να απεκδυθεί μέρος του ναρκισσισμού που χαρακτηρίζει τους καλλιτέχνες ώστε να μην δυστυχεί ασχολούμενη μόνο με τον εαυτό της. Χρησιμοποιώντας τον όμως, σαν όχημα για πολλούς προορισμούς, με ήπιο ή ταραχώδη καιρό.

-Φέτος υποδύεσαι τη μεγάλη μας, αληθινή, σταρ τη Μαρία Κάλλας… Μοναχική και μόνη αυτή η μοναδική μορφή. Από όσα έχεις καταλάβει, τελικά δεν ήθελε να έχει ένα παιδί;

Ναι, έτσι ισχυριζόταν. Έλεγε μάλιστα ότι θα ήθελε να είναι ένας απλός άνθρωπος, με οικογένεια και παιδιά, αλλά… “destiny is destiny”. Και από εκεί δεν μπορείς να αποδράσεις…

-Δεν μπορούσε δηλαδή να το απολαύσει όλο αυτό που ήταν;

Φαντάζομαι ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο για έναν άνθρωπο να απολαύσει τα πράγματα που κατακτά και καταφέρνει, όταν δεν έχει δουλέψει τα τραύματά του, τα κενά του. Όταν δεν έχει κάνει τη βουτιά πίσω στην παιδική του ηλικία και δεν έχει λύσει πολύ σημαντικά θέματά του, για να μπορεί να μπαινοβγαίνει στο παιδί μέσα του με άνεση.

«Είναι πάρα πολύ δύσκολο για έναν άνθρωπο να απολαύσει τα πράγματα που κατακτά και καταφέρνει, όταν δεν έχει δουλέψει τα τραύματά του, τα κενά του».

-Ήταν τόσο πληγωμένη από μικρή;

Ακριβώς. Το πρώτο παιδί της οικογένειάς της ήταν ένα αγοράκι, το οποίο πέθανε μωρό. Όταν κατόπιν η μητέρα της κυοφορούσε την Κάλλας, ήθελε να είναι αγόρι κι έτσι όταν γεννήθηκε η Μαρία, η μητέρα της για 4 μέρες δεν ήθελε καν να τη δει. Αυτό στη σύγχρονη ψυχολογία λέγεται εγκατάλειψη βρέφους, κάτι που μπορεί να «γράψει» για πάντα πάνω σε έναν άνθρωπο. Εξάλλου και στη συνέχεια την κακοποιούσε συναισθηματικά. Επρόκειτο λοιπόν για ένα πολύ δυστυχισμένο παιδί. Η μητέρα της ενδιαφέρθηκε για εκείνη μόνο όταν συνειδητοποίησε ότι η Μαρία έχει ιδιαίτερο ταλέντο στο τραγούδι. Και επειδή και η ίδια ήθελε να γίνει ηθοποιός, την έσπρωχνε σε διάφορους διαγωνισμούς στη Νέα Υόρκη και από ‘κει ξεκίνησε σιγά σιγά αυτό που έγινε. Μέχρι που ήρθε η οριστική ρήξη μεταξύ τους, όταν η Μαρία, στα 28 της, αποφάσισε ότι δεν θα της ξαναμιλήσει ποτέ. Όπερ και εγένετο και έληξε εκεί η ιστορία. Έληξε η σχέση με τη μητέρα της, όχι ο πόνος που την οδήγησε και σε τόσο καταστροφικές προσωπικές επιλογές.

 -Σε τι αφορά ακριβώς το έργο;

 Το “Master Class” του Terrence McNally, γράφτηκε με αφορμή κάποια μαθήματα (master classes) που είχε δώσει η Μαρία Κάλλας στο The Juilliard School, την περίφημη σχολή της Νέας Υόρκης. Δεν είναι όμως ένα αφιέρωμα σε εκείνη. Μάλιστα, ο  McNally δεν είχε παρακολουθήσει ποτέ από κοντά τα  master classes της, αλλά εξαιτίας της μεγάλης του αγάπης γι’ αυτήν, την «τοποθέτησε» στο έργο του σε αυτό το πλαίσιο. Δεν είναι μια παράσταση-ντοκιμαντέρ για τη Μαρία Κάλλας, είναι ένα έργο μυθοπλασία, που αφορά τα σεμινάρια που έδωσε και κατ’ επέκταση την ίδια και τον ψυχισμό της.

«Μόνο εμείς μπορούμε να σώσουμε τον εαυτό μας και κανείς άλλος. Οφείλουμε να είμαστε οι πρωταγωνιστές της ζωής μας».

-Ψάχνοντας λοιπόν εσύ την προσωπικότητα της, θα μπορούσες κάπως να την περιγράψεις; Τουλάχιστον το ταλέντο της, η ίδια, το απήλαυσε;

Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι η ανάγκη της να διακριθεί ήταν τεράστια. Σίγουρα το ταλέντο ήταν οδηγός της, αλλά ήθελε πάρα πολύ να πετύχει, να γίνει κάτι. Και γι’ αυτό είχε όλο αυτό το πείσμα, την πειθαρχία, την αποφασιστικότητα. Σκέψου, ένας άνθρωπος να χάσει 35 κιλά σε έναν χρόνο και να μεταμορφωθεί από κάμπια σε πεταλούδα – είναι ασύλληπτο. Υπάρχει η μαρτυρία ενός μαέστρου, που είχε δουλέψει μαζί της ένα-ενάμιση χρόνο πριν από τη μεταμόρφωσή της:  όταν την είδε μετά μπροστά του, κυριολεκτικά, δεν την αναγνώρισε. Δεν ήταν ότι απλά είχε  αδυνατίσει, είχε γίνει μία άλλη γυναίκα και αυτή η αλλαγή στο σώμα άρχισε να ελκύει τα ανδρικά βλέμματα. Πώς λοιπόν μία τέτοια γυναίκα επιλέγει να συνδεθεί με έναν άντρα που την πληγώνει τόσο και κάνει έναν δεσμό που καταλήγει τόσο άδοξα και ταπεινωτικά για εκείνη; Ασφαλώς λόγω των τραυμάτων της.  Όταν δεν έχεις μέσα σου συναισθηματικές άγκυρες, πηγαίνεις όπου φυσάει κι όπου πηγαίνει το κύμα. Αυτή την αίσθηση μου δίνει. Ξαφνικά σταμάτησε να τραγουδάει και να εξασκεί τη φωνή της, ελπίζοντας ότι η σωτηρία της θα ήταν η αγάπη ενός άντρα – που δεν ήταν βέβαια. Όχι γιατί ήταν ο συγκεκριμένος άντρας, αλλά γιατί νομίζω γενικά ότι η σωτηρία μας ανήκει μόνο στα δικά μας χέρια. Μόνο εμείς μπορούμε να σώσουμε τον εαυτό μας και κανείς άλλος. Οφείλουμε να είμαστε οι πρωταγωνιστές της ζωής μας, αλλά βέβαια είναι πολύ δύσκολο να πάρεις την ευθύνη του εαυτού σου.

-Εσένα σου έχει συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο – και δεν εννοώ οπωσδήποτε με κάποιον ερωτικό σύντροφο.

Όχι, από πολύ νωρίς άρχισα να ψάχνω να βρω ποια είμαι, τι πραγματικά ήθελα και πώς μπορούσα να διαχειριστώ αυτά που από μικρή αισθανόμουν, τα αρνητικά κομμάτια που κοχλάζανε πολύ βαθιά μέσα μου, κάτω από την επιφάνεια. Έχω κάνει πολλή δουλειά με τον εαυτό μου από πολύ νωρίς. Θυμάμαι να είμαι 20 χρονών και να συνειδητοποιώ ότι υπάρχει ένα κομμάτι του εαυτού μου, ανεξερεύνητο για μένα την ίδια.

-Το οποίο δεν σε τρόμαζε;

Βεβαίως με τρόμαζε, αλλά ως χαρακτήρας, θέλω τα πράγματα να είναι καθαρά και θέλω να πηγαίνω μέχρι το τέλος όταν αποφασίζω να περπατήσω ένα δρόμο, δηλαδή να τον δω όλο μέχρι τέλους.

Το “Master Class” του Terrence McNally, γράφτηκε με αφορμή κάποια μαθήματα που είχε δώσει η Μαρία Κάλλας στο The Juilliard School, την περίφημη σχολή της Νέας Υόρκης.

-Άρα δεν κρύβεσαι, δεν εθελοτυφλείς…

Όχι, ποτέ. Κι επίσης έχω αντοχή. Θυμάμαι ότι την πρώτη φορά που μετακόμισα και συγκατοίκησα με μια φίλη μου, συνειδητοποίησα αυτό που λέει το ποίημα του Καβάφη. Και είπα, «Μαρία, όσο και να φύγεις, όπου και να πας, τον εαυτό σου θα τον κουβαλάς πάντα. Κανόνισε τι θα κάνεις». Πάντα μια αλλαγή σού δημιουργεί ελπίδες, ότι όλα θα αλλάξουν, όλα θα γίνουν καλύτερα. Όμως οι συνθήκες, όσο καταπληκτικές κι αν είναι, δεν αλλάζουν τίποτα από αυτό που είμαστε. Εμείς από μέσα μας πρέπει να αλλάξουμε. Και βεβαίως έχω δυσκολευτεί όπως συμβαίνει πάντα όταν αγγίζεις τα σκοτεινά κομμάτια του εαυτού σου. Απλώς δεν τα παράτησα.

-Κι όταν χάνεις;

Τώρα πια κι αυτό το θεωρώ κομμάτι του λογαριασμού, χωρίς κανένα αρνητικό συναίσθημα. Η χασούρα είναι κι αυτή μέσα στο παιχνίδι.

-Όταν, όμως, δια βλέπεις ότι δεν θα καταφέρεις κάτι;

Αν είσαι πραγματικά αποφασισμένος να συνδεθείς με τον εαυτό σου, θα το καταφέρεις. Μπορεί να ακούγομαι απόλυτη, αλλά έτσι το βιώνω. Να στο πω κι αλλιώς: Μπορεί ίσως να μην καταφέρεις να συνδεθείς απολύτως με κάτι αλλά και μόνο η αποδοχή μιας αναπηρίας, μιας ανεπάρκειας είναι μεγάλο βήμα. Όταν την κουβαλάς με θάρρος, ήδη είσαι πιο δυνατός. Αυτό για μένα είναι καθαρότητα, είναι γενναιότητα. Δεν καμώνομαι, λοιπόν, ότι είμαι κάποια άλλη, η  ξανθιά γαλανομάτα των παιδικών ονείρων όπως είναι όλες οι καλές νεράιδες. Όχι, αποδέχομαι ότι είμαι μια καστανή, μεσογειακή γυναίκα, με το ταμπεραμέντο μιας μεσογειακής γυναίκας, που κάποια στιγμή θα πω «μέχρι εδώ», έντιμα και καθαρά. Δεν μπορεί κάποιος να καταλύσει τον πολύ προσωπικό μου χώρο, εκτός από έναν άνθρωπο, τον αδελφό μου. Επίσης οι άνθρωποι με τους οποίους έχω συνδεθεί στη ζωή μου με έμαθαν, μέσα από αυτή την πορεία, με χαρές και συγκρούσεις, να μην θεωρώ τα πράγματα δεδομένα και να εκτιμώ τους ανθρώπους που μου προσφέρουν τη βοήθειά τους, είτε προσωπικά είτε επαγγελματικά.

«Λίγο να ξεχαστώ στα καμαρίνια, δεν θα είμαι καλή. Ακόμη κι ένα φαΐ που κάνουμε, αν έχουμε αλλού το μυαλό μας, δεν θα βγει καλό».

-Είπες πριν για την Κάλλας, για το ταλέντο και την έντονη δίψα της να διακριθεί. Εσύ το έχεις νιώσει αυτό στη δουλειά σου;

Όταν ήμουν μικρή, είχα αυτή την ανάγκη να διακριθώ. Όμως είχα την τύχη, ή την ατυχία, να βρεθώ από πολύ μικρή σε αυτό τον χώρο και να καταλάβω περί τίνος πρόκειται. Συναντήθηκα πολύ γρήγορα με τη μοναξιά του ανθρώπου που είναι πάνω στη σκηνή, με το κομμάτι που οι άλλοι βλέπουν και το κομμάτι που πραγματικά είσαι. Έτσι πολύ μικρή απομυθοποίησα το θέμα της διάκρισης, δηλαδή το «ξεχωρίζω για τους άλλους», «ξεχωρίζω για να με αναγνωρίζουν οι άλλοι».

-Όμως αυτό είναι κομμάτι της δουλειάς σου.

Δεν είναι απαραίτητο. Εξάλλου είναι άλλο να γίνεται αυτοσκοπός και άλλο να αφιερώσεις τη ζωή σου  – γιατί εγώ αυτό έκανα – σε αυτή τη δουλειά απόλυτα, τίμια, πειθαρχημένα για να τη χαίρεσαι ο ίδιος, για να κάνεις όσα αγαπάς, για να παλεύεις διαρκώς να γίνεις καλύτερος. Μόνο έτσι αντέχεις το βάρος αυτής της ζωής που έχει τις δυσκολίες της, το βάρος της έκθεσης, της κριτικής. Οι άνθρωποι σε «μυρίζονται» πάντα και αυτό πρέπει να το διαπραγματευτείς.

H Μαρία Ναυπλιώτου και ο σκηνοθέτης της παράστασης Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στην ανάγνωση του έργου.

-Τι είναι αυτό που σε προκαλεί πλέον στη δουλειά σου, μια που έχεις καταφέρει κάτι πολύ δύσκολο κατά τη γνώμη μου, το ότι δεν ακολουθείς μανιέρα παρά είσαι διαφορετική, κάθε φορά, από ρόλο σε ρόλο.

Αυτό είναι πάρα πολύ μεγάλη φιλοφρόνηση και σε ευχαριστώ πολύ. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να μπορώ να ξεχαστώ μέσα σε έναν ρόλο. Όταν ήμουν μικρή, η τέχνη για μένα ήταν διαφυγή και καταφύγιο. Αυτό λοιπόν ήταν πολύ σημαντικό, γιατί έλεγα, αν καταφέρω αυτό το κανάλι των εσωτερικών συγκρούσεων, των αντιφάσεων, της αμφιθυμίας να το στρέψω σε μια μεταμόρφωση, μια μετακίνηση, θα ήταν ωραία. Αυτό με απελευθερώνει από το μεγάλο βάρος τού να «είμαι καλή». Δεν θέλω να είμαι «καλή», θέλω να είμαι «παρούσα» – στην πρόβα, στην παράσταση, στη συζήτησή μας αυτή τη στιγμή. Να ακούς τι σου λέει ο σκηνοθέτης σου, να βγάλεις τι νιώθεις εσύ κι έτσι να δημιουργηθεί η μαγεία. Λέγανε για τη Μαρία Κάλλας ότι όταν τραγουδούσε, ήταν σαν να μοιραζόταν με το κοινό ένα μυστικό της. Εχω την αίσθηση ότι ήταν τόσο παρούσα, που αυτό τους συγκλόνιζε. Είναι αυτό που έλεγε, «θέλω να αισθάνομαι κάθε φορά αυτό που κάνω». Όταν, λοιπόν, είμαι παρούσα στη σκηνή, ξεχνάω να είμαι καλή και αυτό με απελευθερώνει.

-Το ξέρεις όμως ότι είσαι καλή; Μπορείς να το ομολογήσεις ή το νιώθεις πολύ ναρκισσιστικό;

Νομίζω ότι έχω κατακτήσει πάρα πολλά πράγματα στη δουλειά που κάνω και υπάρχουν πολλά ακόμα να εξερευνήσω. Γι’ αυτά που έχω κατακτήσει, νιώθω μεγάλη χαρά. Ξέρω πώς ήμουν πριν από δέκα χρόνια και πώς είμαι σήμερα. Δεν μειώνω τον εαυτό μου, το αντίθετο. Το να βρίσκεσαι σε σύνδεση με τον εαυτό σου και με την τέχνη σου είναι ένας μόχθος καθημερινός και δεν συμβαίνει έτσι απλά. Τι θα πει «είμαι καλή ηθοποιός»; Κάθε μέρα στην πρόβα και στην παράσταση, πρέπει να γυρίζω τα μέσα έξω για να είμαι αυτό που λες, καλή ηθοποιός. Λίγο να ξεχαστώ στα καμαρίνια, δεν θα είμαι καλή. Ακόμη κι ένα φαΐ που κάνουμε, αν έχουμε αλλού το μυαλό μας, δεν θα βγει καλό.

 -Τι σε ιντριγκάρει πιο πολύ, ο ρόλος ή το έργο;

Και τα δύο. Και φυσικά, χωρίς σκηνοθέτη, μην πας πουθενά. Με τον Οδυσσέα (σ.σ. Παπασπηλιόπουλο) μάλιστα νιώθω μεγάλη ασφάλεια.

 -Τι εννοείς, όταν λες ασφάλεια;

Εννοώ ότι ο ίδιος είναι ένας άνθρωπος πάρα πολύ διεισδυτικός, πολύ δουλευταράς. Νοιάζεται πολύ και τον ενδιαφέρει οι ηθοποιοί του να αισθάνονται ασφαλείς πάνω στη σκηνή και ξέρω ότι στα δύσκολα δεν θα με αφήσει μόνη μου.

 

Info: “Masterclass”. Μικρό Χόρν, Αμερικής 10, τηλ 211 8005141 (από 7/11).

 

Διαβάστε ακόμα – Δημήτρης Μπογδάνος: «Η ζωή αγαπά τους ευγενείς στη σκέψη και στην καρδιά».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top