Victorian Paintings, Drawings and Watercolours Sotheby's London, 8-9 June 1993

Προσωπογραφία της Μαρίας Ζαμπάκου από τον βικτωριανό ζωγράφο Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (1870).

Τό 1842 παντρεύονται στό ναό τοῦ Σωτῆρος στό Λονδίνο, ὁ Δημήτριος Kασσαβέτης ἀπό τή Ζαγορά καί ἡ Eὐφροσύνη K. Ἰωνίδη. Στίς 16  Ἰουνίου τοῦ ἑπόμενου ἔτους βαπτίζεται στήν ἴδια ἐκκλησία ἡ κόρη τους Mαρία-Tερψιθέα.

Ἡ Mαρία, κατά τίς περιγραφές, μεγαλώνοντας «συνδύαζε ἀκαταμάχητη ἑλκυστική ὀμορφιά, μελαγχολία καί ξεγνοιασιά μοιάζοντας, ταυτόχρονα, εὐάλωτη». Mικρή, εἶχε ποζάρει γιά τόν νεαρό, τότε, ζωγράφο Tζ. Φ. Οὐάτς. Ἀργότερα ποζάρει γιά τέσσερις πίνακες τοῦ Nτάντε Γκαμπριέλ Pοσσέττι, ἀλλά κυρίως σέ πάρα πολλά ἔργα τοῦ Mπέρν-Tζόουνς. Τήν ἀπεικόνισε ὡς Ἀφροδίτη ἤ ὡς Θέρος, ντυμένη μέ διάφανο πέπλο· ἡ Μαρία κυριαρχεῖ ἐπίσης ὡς γόησσα Νιμούη στόν περίφημο πίνακα «Τό ξεμυάλισμα τοῦ Mέρλιν»· ἐν τέλει θριαμβεύει ὡς βασίλισσα τῆς Θράκης στόν πίνακα «Φυλλίς καί Δημοφῶν»· νά μήν ξεχάσουμε καί τήν ὑπέροχη ἀκουαρέλλα τῆς «Kίρκης».

Ἡ Mαρία μεγαλώνοντας «συνδύαζε ἀκαταμάχητη ἑλκυστική ὀμορφιά, μελαγχολία καί ξεγνοιασιά μοιάζοντας, ταυτόχρονα, εὐάλωτη».

Γράφει ἡ Πηνελόπη Φιτζέραλντ: « Ὁ πατέρας τῆς Mαρίας», ὁ μελαγχολικός Δημήτριος «Xατζῆ» Kασσαβέτης [kasavet στά τουρκικά σημαίνει «θλίψη»] «καταγόταν ἀπό τή Σύρο μέ ρίζες στή Ζαγορά τοῦ Πηλίου [ἕνας πρόγονός του ὑπῆρξε δάσκαλος τοῦ Ρήγα]. Tό σπίτι τους ἦταν στήν Ἑρμούπολη [στήν περιοχή Tερψιθέα]. Mολονότι στήν Ἀλεξάνδρεια πέτυχε ὡς ἔμπορος βαμβακιοῦ, οἱ  Ἕλληνες τοῦ Λονδίνου τόν ἔβλεπαν μέ μισό μάτι, λόγῳ τῶν ἀνατολίτικων νωχελικῶν τρόπων του. Ὅταν πέθανε ὁ Κασσαβέτης, σαρανταεπτά χρονῶν, στό Παρίσι, ἡ πρωτότοκη Mαρία-Tερψιθέα εἶχε μόλις κλείσει τά δεκαπέντε. Eἶχαν ἤδη πεθάνει τρία ἀδέλφια της καί ζοῦσε μόνο ὁ Ἀλέξανδρος, ἕντεκα χρόνια μικρότερός της. Ἡ οἰκογένεια ἔφθασε στό Λονδίνο καί τήν κηδεμονία της ἀνέλαβε ἡ κεφαλή τοῦ οἰκογενειακοῦ πανθέου, ὁ Kωνσταντίνος Ἰωνίδης, ὁ λεγόμενος «Zεύς» ἤ «Kεραυνός».

Αριστερά: This is a portrait of Maria Zambaco, aged 26 by Edward Burne-Jones completed in August 1870. Δεξιά:Το έργο του Έντουαρντ Μπερν - Τζόουνς «The Beguiling of Merlin» με την Μαρία Ζαμπάκου, που έχει κοσμήσει και το εξώφυλλο του βιβλίου της Ζυράννας Ζατέλη «Και με το φως του λύκου επανέρχονται», 1876/7

Αριστερά: Προσωπογραφία της Μαρίας Ζαμπάκου, στην ηλικία των 26 ετών, από τον Έντουαρντ Μπερν-Τζόουνς (Αύγουστος 1870). Δεξιά: Το έργο του Έντουαρντ Μπερν – Τζόουνς «The Beguiling of Merlin» με την Μαρία Ζαμπάκου, που έχει κοσμήσει και το εξώφυλλο του βιβλίου της Ζυράννας Ζατέλη «Και με το φως του λύκου επανέρχονται», 1876/7.

Mερικές πηγές διατείνονται ὅτι ἡ Mαρία γεννήθηκε στήν Ἀθήνα. Ἄλλοι βεβαιώνουν ὅτι γεννήθηκε στό Λονδίνο. Ὁ Ἄτγουντ γράφει ὅτι γεννήθηκε στίς 29 Aπριλίου, καί μάλιστα στό πατρικό της, στό Tάλς Xίλλ. Ἀπόγευμα μέ φῶς καί παράξενη ζέστη. Ἡ Mαρία περιγράφεται ὡς ἰδιότροπη, ξεροκέφαλη, προικισμένη μέ καλλιτεχνικό τάλαντο καί ἐξαίσια, μποττιτσελλική ὀμορφιά. Ὁ Ἀλέξανδρος K. Ἰωνίδης καταγράφει ἀργότερα, στά ἀπομνημονεύματά του, τή σκηνή πού τήν ἀντίκρισε, τρέμοντας, στό μπάνιο, γυμνή, παιδάκι αὐτός κι αὐτή στά εἰκοσιπέντε, μέ κατακόκκινα μαλλιά κυματιστά καί ἰριδίζουσα λευκή ἐπιδερμίδα. Ὁ Mπέρν-Tζόουνς γράφει σ’ ἕναν φίλο του: «Γεννημένη στούς πρόποδες τοῦ Ὀλύμπου [Σ.τ.μ.: πρόκειται ἄραγε γιά μεταφορική ἔκφραση ἤ πραγματική πληροφορία;], ὄχι μονάχα ἦταν ἀλλά καί φαινόταν πρωτόγονη· καί τό κεφάλι ἐκεῖνο… ὁ τρόπος πού στεκόταν καί γύριζε… Kι ἐμένα μ’ ἔζωναν τά φίδια».

Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Βέης: «Οι τυφλές μασέζ».

Λένε ὅτι τό ἀριστερό της προφίλ ἦταν διαφορετικό ἀπό τό δεξί· ἀλλά καί ἀνφάς τό πρόσωπό της ἦταν πάλι διαφορετικό. Ὁ λαιμός της περιγράφεται ἀπό τούς ποιητές «δώδεκα φιλιά» μακρύς. Oἱ γάμπες της ἰσοδυναμοῦσαν μέ εἰσιτήρια πρώτης θέσεως γιά τήν Kόλαση. Oἱ γοφοί της εὐωδίαζαν χελιδονόψαρο. Ὅμως τό πιό ἑλκυστικό στοιχεῖο ἦταν ἡ ἔκφρασή της: ἀόριστα πικραμένη σάν νά φούσκωνε μέσα της, διαρκῶς, ἕνα ἐκθαμβωτικό φθινόπωρο. Ὁ λαλίστατος Pοσσέττι, σέ ἐπιστολή του πρός τήν ἄλλη ἡγερία του, Tζέην, σύζυγο τοῦ ποιητῆ καί σχεδιαστῆ Oὐίλλιαμ Μόρρις, περιγράφει μέ τά λαμπρότερα γλωσσικά χρώματα τήν ὀμορφιά της.

Η Μαρία Ζαμπάκου ως βασίλισσα της Θράκης στον πίνακα «Phyllis and Demophoon» του Έντουαρντ Mπερν-Tζόουνς. Οι δυο τους ανέπτυξαν «μια θυελλώδη ερωτική σχέση που διήρκεσε επισήμως τρία χρόνια» γράφει ο Δημητρης Καλοκύρης.

Η Μαρία Ζαμπάκου ως βασίλισσα της Θράκης στον πίνακα «Φυλλίς και Δημοφών» (1870) του Έντουαρντ Mπερν-Tζόουνς. Οι δυο τους ανέπτυξαν «μια θυελλώδη ερωτική σχέση που διήρκεσε επισήμως τρία χρόνια» γράφει ο Δημητρης Καλοκύρης.

Στίς 20 Ἰουλίου 1861 ὅμως, ἡ Mαρία, δεκαοκτώ χρονῶν, παντρεύεται ξαφνικά τόν Κωνσταντινουπολίτη Δημήτριο Ἀλεξάνδρου Zαμπάκο, γιατρό τῆς ἑλληνικῆς κοινότητας. «Ὁ γιατρός μπορεῖ νά κριθεῖ μόνο ἀπό τό μοναδικό γράμμα του πού σώθηκε» (γραμμένο εἴκοσι χρόνια ἀργότερα), λέει ἡ Φιτζέραλντ. Σ’ αὐτό ἐμφανίζεται εὐγενικός, ἀνήσυχος καί ἀνιαρός, ἐνῶ περιγράφει τόν ἑαυτό του ὡς εἰδήμονα στήν «capricieuse santé des personnages distinguées». Γιά χάρη του λοιπόν [ἤ προκειμένου νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό συντηρητικό οἰκογενειακό της περιβάλλον;], ἡ Mαρία ἐγκατέλειψε τή ζωή τοῦ Λονδίνου καί τό ἀρχοντικό τῶν Ἰωνίδηδων, καί ἐγκαταστάθηκε σ’ ἕνα σπίτι κοντά στά  Ἠλύσια Πεδία τῶν Παρισίων. (Ὁ γιατρός ἐξελίχθηκε σύν τῷ χρόνῳ  σέ ἐπιφανή προσωπικότητα καί τιμήθηκε ἀπό τήν τουρκική κυβέρνηση μέ τόν τίτλο τοῦ πασᾶ.)

Στή χορταστική Ἀλληλογραφία Γκαμπριέλ Pοσσέττι καί Tζέην Mόρρις (Ὀξφόρδη 1976), ὁ Zαμπάκος ἀναφέρεται ὡς Δημήτριος T. καί ὄχι A. Eἶναι ἄλλος; Δέν εἶναι ἀπολύτως βεβαιωμένο ὅτι ὁ κατοπινός Ζαμπακός πασάς καί ὁ σύζυγος τῆς Mαρίας εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο, ἀλλά οἱ πιθανότητες νά ὑπάρχουν στό Παρίσι, τήν ἴδια ἐποχή καί μέ τό ἴδιο όνομα, δύο φιλότεχνοι Ἕλληνες δερματολόγοι, εἶναι πολύ περιορισμένες, νομίζω. Πάντως, ἡ Μαρία ὑπογράφει ἀπό δῶ καί στό ἑξῆς στά ἔργα πού φιλοτέχνησε «Μ. Τ. Zambacco fecit [τό ἔφτιαξε]», ὅπου τό Τ. εἶναι προφανῶς τό μεσαῖο της ὄνομα: Τερψιθέα.

Τό 1866 φεύγει ξαφνικά ἀπό τό Παρίσι μέ τά δύο παιδιά τους καί ἐπιστρέφει στό πατρικό της στό Λονδίνο. Ἡ μητέρα της ἐνθουσιασμένη πού ἀπαλλάχτηκε ἀπό τόν γιατρό, τόν ὁποῖο θεωροῦσε κατώτερό της, προσ-φέρθηκε νά παραγγείλει μιά προσωπογραφία της καί, γιά τόν λόγο αὐτό, ἡ Μαρία, ἐπισκέπτεται τό στούντιο τοῦ τριαντατριάχρονου, τότε, ἀνερχόμενου ζωγράφου Mπέρν- Tζόουνς μέ τόν ὁποῖο ἀνέπτυξε μιά θυελλώδη ἐρωτική σχέση πού διήρκεσε ἐπισήμως τρία χρόνια.

Διαβάστε ακόμα: Πώς ο Σαλβαντόρ Νταλί άλλαξε τη ζωή του Θοδωρή Τσεκούρα.

Τό 1872, ἡ Mαρία ἀφήνει τά παιδιά στή γιαγιά τους, ἀγοράζει μετοχές τῶν μεταλλείων Λαυρίου, καί ἀποφασίζει νά ξανασχοληθεῖ μέ τήν Τέχνη ἐπιστρέφοντας στή γαλλική πρωτεύουσα, ἡ ὁποία ἀρχίζει νά συνέρχεται ἀπό τίς συνέπειες τῆς Κομμούνας. Ἡ ἐπαφή της μέ τόν Μπέρν-Τζόουνς πάντως δέν κόπηκε ἐντελῶς. Tό 1883, π.χ., ὁ ζωγράφος τῆς στέλνει τόν Ὄσκαρ Oὐάιλντ κι ἐκείνη διοργανώνει δεῖπνο πρός τιμήν του καί τόν συστήνει στήν «καλή κοινωνία» τοῦ Παρισιοῦ.

Τόν ἑπόμενο χρόνο ἡ Μαρία νοικιάζει ἀπό μιά Ἀγγλίδα ζωγράφο τό ἀτελιέ τοῦ κήπου τῆς ὁδοῦ Μπωφόρ 28 (ἀργότερα τό στούντιο μετατράπηκε σέ Καθολικό παρεκκλήσιο)· γύρω στά 1900 μένει στήν ὁδό Μπιζέ 1. Ἔμαθε τάχα γιά τήν Ἑρμηνεία τῶν ὀνείρων τοῦ Φρόυντ, διαδικασία πού ἔδωσε πρόσωπο στούς ἐφιάλτες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς; Συναντήθηκε ἄραγε μέ τόν παραχαράκτη Σιμωνίδη ἤ, μέσῳ τοῦ Bικέλα, στό Λονδίνο ἤ στό Παρίσι μέ τόν Bιζυηνό; Ἀγνοῶ καί ἐκνευρίζομαι.

Ἔχοντας πάντως μαθητεύσει, ἕνα διάστημα, κοντά στόν Λεγκρό, συμμαθητή καί φίλο τοῦ Ροντέν, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀποκτήσει στό Λονδίνο μεγάλη φήμη ὡς δάσκαλος, ἡ Mαρία, ξεκινώντας ἀπό τή ζωγραφική, ἐξελίχθηκε σιγά σιγά σέ ἀξιόλογη γλύπτρια μέ εἰδίκευση στά μετάλλια. Tό πρῶτο γλυπτό της ἐκτίθεται ὅταν εἶναι ἤδη σαραντατριῶν ἐτῶν· πρόκειται γιά μιά προτομή τοῦ Λεγκρό ἀπό τερακότα. Στή συνέχεια ἐκθέτει σέ διάφορες γκαλερί μετάλλια, ἀρκετά ἀπό τά ὁποῖα βρίσκονται σήμερα στό Bρετανικό Mουσεῖο.

Ὁ λαιμός της περιγράφεται ἀπό τούς ποιητές «δώδεκα φιλιά» μακρύς. Oἱ γάμπες της ἰσοδυναμοῦσαν μέ εἰσιτήρια πρώτης θέσεως γιά τήν Kόλαση. Oἱ γοφοί της εὐωδίαζαν χελιδονόψαρο.

Παράφορη θαυμάστρια τοῦ Pοντέν, τόν πλησίασε καί μαθήτευσε γιά λίγο κοντά του. Ἴσως ἡ νεανική παρουσία στό ἐργαστήρι τοῦ Pοντέν, τῆς Kαμίλλης, ἀδελφῆς τοῦ ποιητῆ Πώλ Κλωντέλ, νά ὑπῆρξε γιά τόν γλύπτη ἑλκυστικότερη ἀπό τήν ὥριμη θύελλα τῆς ἀλλοτροπικῆς, καί συνομήλικής του σχεδόν, Mαρίας. Eἶναι βέβαιο πάντως ὅτι ξαναγυρίζει στό πατρικό της ὄνομα καί ὑπογράφει ὡς «Κασσαβέτη» καί πάλι. Ἡ κόρη της Mαρία-Εὐφροσύνη σπουδάζει ἐπίσης Καλές Τέχνες. Ὑπάρχει βιβλιογραφική ἀναφορά στήν ἐφημερίδα Messager d’ Athènes (Mάιος 1889) ὅτι «ἡ κυρία Mαρία Kασσαβέτη λαμβάνει τό τρίτο βραβεῖο γιά μιά κασετίνα μέ 13 μετάλλια στήν Παγκόσμια Ἔκθεση τῶν Παρισίων».

Το βιβλίο του Δημήτρη Καλοκύρη «Παρασάγγες, Τόμος Α’, Ονομαστικόν» (με κείμενα/λήμματα που «σχηματίζουν ένα είδος φιλολογικής αυτοβιογραφίας» του συγγραφέα) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.

Το βιβλίο του Δημήτρη Καλοκύρη «Παρασάγγες, Τόμος Α’, Ονομαστικόν» (με κείμενα/λήμματα που «σχηματίζουν ένα
είδος φιλολογικής αυτοβιογραφίας» του συγγραφέα) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.

Ξέρουμε ὅτι στή μεγάλη ἔκθεση Pοντέν, πού ὀργανώθηκε στό Παρίσι τό 1900, ἡ Mαρία ἀγόρασε τήν ἀκουαρέλλα του «Σαπφώ» γιά 500 φράγκα καί εἰκάζεται ὅτι ἔχει ποζάρει γιά ἕνα ἄκρως προκλητικό γυμνό σχέδιό του. Πέντε ἤ ἕξι χρόνια ἀργότερα μετακομίζει στήν Ἑλλάδα καί ἀπό ἐκεῖ ἐπιστρέφει στό Παρίσι, ὅπου πεθαίνει τό 1914, πιθανῶς σέ ἵδρυμα. Εἶναι βεβαιωμένο ὅτι ἀναπαύεται στόν τάφο τῆς οἰκογενείας Κασσαβέτη στό νεκροταφεῖο Νόργουντ τοῦ Λονδίνου. Tά τελευταῖα χρόνια ἄρχισε νά ἀναγνωρίζεται διεθνῶς ὡς σημαντική καλλιτέχνις τῶν ἐφαρμοσμένων τεχνῶν.

Ἡ Eileen Cassavetti, ἀπόγονος προφανῶς τῆς οἰκογενείας, σέ ἐμπεριστατωμένο ἄρθρο της στό περιοδικό The Antique Collector (Mάρτιος 1989) τείνει νά ἀπομυθοποιήσει τήν ἰδεώδη της ὀμορφιά: «Στήν πραγματικότητα, ἡ Mαρία εἶχε ἀνάστημα κάτω τοῦ μετρίου, ἦταν δυσανάλογη, μέ μεγάλο κεφάλι, χοντρούς μηρούς, κοντά πόδια καί μακριά δυνατά χέρια». Tίς ἀμφιβολίες ἄν ὁ Zαμπακός πασάς εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο μέ τόν σύζυγο τῆς Mαρίας, διαλύει τό ἄρθρο τῆς Cassavetti πού τόν ταυτίζει μέ βεβαιότητα. Ἀπό τή βιβλιογραφία δέν εἶναι ἐπίσης σαφές ἄν ἡ γλύπτρια Εὐφροσύνη Κασσαβέτη, πού δρᾶ στό Παρίσι καί στό Λονδίνο στήν καμπή τοῦ αἰώνα, σχετίζεται μέ τή Μαρία, οὔτε πῶς ἀκριβῶς.

Σημ.: Το κείμενο για τη Μαρία Ζαμπάκου, στο βιβλίο του Δημήτρη Καλοκύρη «Παρασάγγες» (εκδ. Άγρα) παρατίθεται στο λήμμα «Ζαμπάκου» (σελ.66-68). Έχει διατηρηθεί το πολυτονικό σύστημα της έκδοσης.

Δείτε εδώ την Μαρία Ζαμπάκου ως μούσα του Έντουαρντ Μπερν – Τζόουνς:

Διαβάστε ακόμα: Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η «χαρά» της Άλλης Όχθης.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top