Συνήθως, κάτω από έναν μπερέ υπάρχει ο Φελίνι… Εδώ στα γυρίσματα του 81/2, 1963. Fotografia de Tazio Secchiaroli © Coleção David Secchiaroli, Milão

Επινόησε μια γλώσσα. Επινόησε μια μουσική. Επινόησε έναν κόσμο ονειρικό κατοικημένο από γυναίκες-μάγισσες πιο αληθινές απ’ τις πραγματικές. Η Cinecittà ήταν το βασίλειό του. Κυρίως το πλατό no 5. Αγαπούσε τους ηθοποιούς του, αλλά κυρίως τους κομπάρσους του. «Maestro, ένα ρολάκι», του ζήταγε ένας νάνος. «Ένα ρολάκι, γιατί παντρεύομαι και χρειάζομαι λεφτά». Ήταν, όμως, και βασιλιάς της Ρώμης. Δεν υπήρχε γωνιά της πόλης που να μην είχε τα στέκια του, τις γνωριμίες του.

Συνήθως, κάτω από έναν μπερέ υπάρχει ο Φελίνι. Κάποιες φορές είναι ένα tweed καπελάκι pied-de-coq ή ένα ψάθινο stetson. Έτσι, πρόσκαιρα προφυλαγμένος από τους κεραυνούς του Δία και τις χαρές της κόλασης, σκηνοθετεί ταινίες ασύλληπτες, με μια φωνή παιδιού και χειρονομίες μαντόνας. «Παλεύω με το φως, ύστερα με τους κλόουν», έλεγε καθισμένος πάνω σ’ ένα κεφάλι ρινόκερου. Ένας ντελικάτος ζογκλέρ που μίλαγε στον ενικό στους βασιλιάδες, τους πάπες, τους δημοσιογράφους, τα ζώα, τους μάγειρους, τους θεομπαίχτες και την Τζουλιέτα Μασίνα.

Του άρεσαν οι σταθμοί των τρένων, ο Ματίς, τα κόκερ και τα μεγάλα οπίσθια πάνω σε ποδήλατο. Artwork: Milo Manara (www.milomanara.com)

Γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1920, στο Ρίμινι. Διάβαζε Όμηρο και Edgar Wallace. Στα 17 του δεν είχε αποφασίσει τι θα γίνει άμα μεγαλώσει. Δίσταζε ανάμεσα στο φιλοτελισμό, τον αθλητισμό και τα νομικά. Για να γίνει σκιτσογράφος. Ήταν η εποχή όπου ανακάλυψε το ράγκμπι, τα χαρτοπωλεία και τον διάβολο.

Και μετά ήρθαν αυτές οι υπέροχες ταινίες. Έβλεπε τη δουλειά του σαν μια κατάβαση στα βάθη της ψυχής, σαν την εξερεύνηση ενός μεταλλείου. Απ’ το οποίο επέστρεφε με κομμάτια ποίησης μεγάλα σαν την Αίτνα. Ενδιαμέσως, έβγαζε ατέλειωτους λόγους κατά της τηλεόρασης, υπέρ της καλλιέργειας της βρώμης και τη διάσωση του παραδείσου. Και χάριζε τη φιλία του με τη λεπτότητα ενός πρίγκιπα.

Τα έργα των άλλων δεν τα έβλεπε, ζήλευε. Προτιμούσε να παραθέτει τον Πετρώνιο, τον Κάφκα και την κυριακάτικη εφημερίδα. Όλες αυτές οι λέξεις σε i που εκστόμιζε έρχονταν σε αντίθεση με τη φιγούρα του σε o. Οι ταινίες του προκαλούσαν την απελπισία των παραγωγών, την έκπληξη των κριτικών και τον εκστασιασμό των Ιαπώνων.

Credit: Sesc em Sao Paolo/Flickr

Με το κινηματογραφικό alter ego του, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, στο Dolce Vita, 1960. Credit: Pierluigi/Coleção Fondation Fellini pour le cinéma, Sion

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του απαριθμούσε όσα δεν του άρεσαν: «Τα πάρτι, τα εντόσθια, τα αυτόγραφα, τα σαλιγκάρια, να ταξιδεύει, να περιμένει στην ουρά, το ανοιχτό ραδιόφωνο, τη μουσική στα εστιατόρια, τις αστείες ιστορίες, τους ποδοσφαιρόφιλους, τις φάτνες των Χριστουγέννων, την γκοργκοντζόλα, τα στρείδια, να ακούει να μιλάνε για τον Μπρεχτ, τα επίσημα γεύματα, τα τοστ, τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, τον Μαγκρίτ, το τσάι, το χαβιάρι, τον αληθινό άνδρα, τη θεατρικότητα, το ταμπεραμέντο, τον Πιραντέλο, τις κρεπ Σουζέτ, τα ωραία τοπία, το κέτσαπ». Του άρεσαν οι σταθμοί των τρένων, ο Ματίς, τα κόκερ και τα μεγάλα οπίσθια πάνω σε ποδήλατο.

 

Διαβάστε ακόμα: TOP 5 σεξο-γκουρμεδιές στο σινεμά.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top