«Κι έλεγες θα βγουν από τη/ θάλασσα οι άνθρωποι, θα με πλησιάσουν, θα μου/ χαμογελάσουν, θα ακουμπήσουν την παλάμη τους/ στο κουρεμένο μου κεφάλι».

Αργύρης Παλούκας, «Το αλάτι πίσω από τ’ αυτί» (απόσπασμα)

Γιατί ό,τι ’ταν να ζητήσει το ζήτησε η χαρά όταν
βρεθήκαμε στη θάλασσα, στο ήσυχο νερό, με μό-
νο του ανθρώπου το πόδι ν’ ακούγεται επάνω στα
βότσαλα. Γιατί ό,τι ’ταν να ζητήσει το ζήτησε η
χαρά με το κεφάλι και με τα πόδια να ζητάνε μ’
απληστία, με μιαν απελπισμένη απληστία να ζητά-
νε τη δροσιά μες στο νερό και δε χορταίνανε. Και
δεν ξεχώριζες ποια ήταν τα κύματα και ποια τα
ανθρώπινα κεφάλια κι έλεγες με τον εαυτό σου όλα
είναι τα κεφάλια των ανθρώπων που κολυμπάνε
δίπλα μου και με συντροφεύουν όπως οι χοντρές
στάλες της βροχής. Κι έλεγες θα βγουν από τη
θάλασσα οι άνθρωποι, θα με πλησιάσουν, θα μου
χαμογελάσουν, θα ακουμπήσουν την παλάμη τους
στο κουρεμένο μου κεφάλι και θα μου πουν δεν
έχουμε κανονίσει κι ούτε θα κανονίσουμε με κα-
νέναν, θα είμαστε συνέχεια μαζί σου – ακόμα κι αν
κοντέψεις να πεθάνεις από την πολλή αγάπη.

 

Από τη συλλογή «Το αλάτι πίσω από τ’ αυτί», εκδ. Κέδρος, 2009)

 

Στην επόμενη σελίδα: «Πρωινό σκίρτημα της θάλασσας».

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top