munro

Η Καναδή συγγραφέας Άλις Μονρό. «Θα προτιμούσα το Νόμπελ, συμβολικά αφενός και αφετέρου μπας και δώσει μιαν ακόμα ώθηση προς πιο περίπλοκες, αναγκαίες για την εποχή μας, συνθέσεις, να πάει σε άλλα χέρια», γράφει ο Μπαμπασάκης.

Έχω ύπαρξη

Σπουδαία συγγραφέας, λένε. Η Alice Munro. Βραβείο Νόμπελ 2013. Χαμός στα social media. Χαμός στα προγνωστικά από προχθές. Χαμός, εν γένει. Διαπιστώνω, όχι δίχως κάποια θλίψη, ότι: 1) Το χιούμορ μοιάζει να έχει αυτοεξοριστεί πανικόβλητο από την ελληνική επικράτεια. 2) Οι πάντες μιλούν για τα πάντα. 3) Υπάρχει ζήτημα κριτηρίων, κάτι πρέπει να γίνει με την ολοένα και πιο οδυνηρή αποσάθρωσή τους. 4) Δεν τιμώνται ούτε αμείβονται αυτοί που πρέπει και όσο πρέπει. (Δεν είναι καινούργιο φαινόμενο αυτό, αλλά φτάνει πια σε τρομερή όξυνση). Θυμάμαι τον Καρούζο ( –Δε σε βλέπω απόψε καλά∙ τι έχεις;/ –Έχω ύπαρξη.)

Που σημαίνει: Θα προτιμούσα το Νόμπελ, συμβολικά αφενός και αφετέρου μπας και δώσει μιαν ακόμα ώθηση προς πιο περίπλοκες, αναγκαίες για την εποχή μας, συνθέσεις, να πάει σε κάποιον μυθιστοριογράφο ολκής, σε κάποιον μυθιστοριογράφο/σοφό/φιλόσοφο, στον Thomas Pynchon (λόγω της αρχαιολογίας της γνώσης όσων ζούμε σήμερα), στον Philip Roth (λόγω της Ανθρώπινης Κωμωδίας του Εικοστού Αιώνα που είναι το πολύτομο έργο του), ή στον πιο εικαστικό και θεωρητικό όλων, τον μέγιστο Don DeLillo, για να μην μιλήσω για τον William H. Gass και για τον Joseph McElroy (που θα ανακαλύψει εμβρόντητη η ανθρωπότητα αργότερα). Ακόμα, αν ήταν στο χέρι μου, θα τιμούσα με Νόμπελ, και με όλα τα άλλα βραβεία του πολιτισμένου κόσμου, τον James Ellroy, μεγαλειώδη συγγραφέα της Βρόμικης Τριλογίας Underworld (υπόδειγμα ανατομίας μιας κοινωνίας που προχωρεί και αναπτύσσεται επί μιαν εικοσιπενταετία από φόνο σε φόνο). Όλο και πιο πολύ πιστεύω ότι ύστερα από τόσους «θανάτους της λογοτεχνίας», τόσα κατακρημνίσματα των «μεγάλων αφηγήσεων», τόσες «αποδομήσεις» και «αποδιαρθρώσεις», το μυθιστόρημα παραμένει η ελπίδα όλων όσοι θέλουμε, μέσα από την τέρψη του καλλιτεχνικού έργου, να συγκροτούμε εντός μας μια τόσο βαθιά όσο και πανοραμική γνώση του κόσμου στον οποίο ζούμε.

Credit: Peter Chin

«Ο Joseph McElroy, που θα ανακαλύψει εμβρόντητη η ανθρωπότητα αργότερα». Credit: Peter Chin

Μολαταύτα, και δίνω το λόγο στον σπουδαιότερο αναγνώστη που γνωρίζω, τον Βασίλειο Δρόλια, φαίνεται ότι η Alice Munro αξίζει να σκύψουμε στα όσα είχε (γιατί η ίδια δηλώνει ότι δεν θα ξαναγράψει) να μας πει, παρέα με τον Raymond Carver, και τον John Cheever. Δρόλιας λοιπόν (από το ficciones.wordpress.com): «Όμως το να γράψεις ένα ”μικρό αριστούργημα”, ένα διήγημα που σε καθηλώνει μέσα σε λίγες χιλιάδες λέξεις είναι εξαιρετικά δύσκολο και παρόλο ό,τι δεν γνωρίζω καλά τους διηγηματογράφους θεωρώ πως η Alice Munro ανήκει σ’ αυτήν την ελίτ κατηγορία που κάνει τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα. Δε νομίζω πως χρειάζεται να μιλήσω ειδικά και πιο συγκεκριμένα για το Moons of Jupiter, είναι απλά σειρά από καθημερινά διηγήματα που με καθήλωσαν και που τα ευχαριστήθηκα πάρα πολύ. Ήταν η πρώτη επαφή μου με την Munro και σίγουρα θα ακολουθήσουν κι άλλες, κι άλλοι δορυφόροι του Δία…»

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης

* * *

Σταθερή Αξία

Θα είμαι ειλικρινής: Όταν μου ζήτησαν μια ανταπόκριση για το φετινό Νόμπελ, δεν άκουσα καλά (ή άκουσα λίγο καλύτερα), έβαλα τα κουστουμάκι μου, και πετάχτηκα να το παραλάβω (το βραβείο), για να συνειδητοποιήσω ότι, κάτσε, αφού το βιβλίο δεν το έχεις γράψει ακόμα.

Είπα, λοιπόν, να κάνω υπομονή, έφτιαξα τον κόμπο της γραβάτας μου (και τους άλλους εκατό στον καρπό μου) και, μιας και κάναμε τόσο δρόμο, αποφάσισα να μείνω για να χαζέψω καμιά Σουηδέζα πριγκίπισσα, καμιά κυρία της αυλής, και μετά των τιμών (ή άνευ), ή, έστω, καμιά παραδουλεύτρα / πλύστρα / περαστική, και ν’ απολαύσω, εν πάση περιπτώσει, τη δεξίωση.

Τζίφος κι εδώ, βέβαια, μιας και δεν ήξερα ότι άλλη μέρα ανακοινώνονται, και άλλη μέρα απονέμονται τα βραβεία (λογικό μεν, αλλά η λογική, δηλαδή ο λόγος, και τα Νόμπελ δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση εδώ και κάμποσα χρόνια).

Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, βρέθηκα μαζί με καμιά εικοσαριά ξαναμμένους δημοσιογράφους, και υποδέχτηκα τον εκπρόσωπο της επιτροπής, που έδειχνε ανησυχητικά βέβαιος για τον εαυτό του, και μας ανακοίνωσε ευτυχής το όνομα της γλυκιάς κυριούλας από τον Καναδά, που λίαν προσφάτως τις κρέμασε τις πένες, και τα σχετικά σύνεργα.

[Όπως, σημειωτέον, έκανε κι ο γέρο-στριμμένος παλιόφιλος, ο Φίλιπ Ροθ, που έμεινε πάλι με τη γλύκα, και μια σύνταξη άδοξα κομμένη στα δυο, με τη διαφορά ότι αυτός πρόλαβε να μας χαρίσει κάτι βιβλιάρες ολκής, και μια μυθολογία εβραϊκή, και παγκόσμια]

rothwatercolor1

Ο μεγάλος Φίλιπ Ροθ θα χρειαστεί να περιμένει μια άλλη φορά ‒ή μήπως μια άλλη ζωή; Credit: J.C.Phillipps

Άκουσα, λοιπόν, το σκεπτικό της απόφασης, και το θαυμασμό των κριτικών για τα διηγήματα της συγγραφέως, έχοντας κατά νου τους Βίκινγκς, το ΙΚΕΑ και τα κεφτεδάκια του, ένα τραπεζάκι σαλονιού που σακατεύτηκε σε μερικούς μήνες, τα φιορδ, τον Όλαφ ή τον Έρικ ή τον Σβεν, την καλύβα του Βιτγκενστάιν και τις καταχωρήσεις ημερολογίου του, τα σκανδιναβικά αστυνομικά, τον Ούλοφ Πάλμε και την Ούλοφ Πάλμε εδώ παρακάτω, με το ωραίο σαντουιτσάδικο και το μαγέρικο των μικρών ωρών, το Τρακτάτους Λοτζικομαθημάτικους, το θεώρημα του Φερμά, το βόρειο σέλας, τους Εσκιμώους και τις γυναίκες τους, μια φάλαινα φυσητήρα (όχι τον Μόμπυ Ντικ) και τρεις τσαχπίνηδες χορευταράδες πιγκουίνους σε ταινία καρτούν, και, κάπου εκεί, ο εκπρόσωπος της επιτροπής σταμάτησε, επιτέλους, να μιλάει, οπότε θεώρησα ότι έκλεισα τους λογαριασμούς μου με αυτή τη γιορτή της λογοτεχνίας, και γύρισα με τα πόδια στο σπίτι.

Άνοιξα μια Χάινεκεν, έδωσα για δέκατη φορά το Νόμπελ στον Μπουκόβσκι, το παίξαμε στ’ άλογα, το βραβείο αυγάτισε, και τα πράγματα εξακολούθησαν να είναι ακριβώς όπως ήταν πάντα, σταθερά (δηλαδή ρευστά), και άξια, και όμορφα, σαν να μην μεσολάβησε ποτέ αυτό το τελείως ανόητο, και ηλίθιο ταξίδι στη Στοκχόλμη.

Κυριάκος Μαργαρίτης

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top