LINDB 1993.0005

    Peter Lindbergh, “Cordula Reyer, Camargue”, Γαλλία, 1993. (photo credit: © Peter Lindbergh, Courtesy Gagosian Gallery)

    Μου λέγανε μια ιστορία. Στο κινητό του Peter Lindbergh είναι αποθηκευμένες 6.000 φωτογραφίες που για να τις δεις χρειάζεται κωδικός. Αλλά εκεί που περιμένεις να παρελάσει μπροστά στα μάτια σου όλο το Who’s Who της μόδας, εκείνος σου δείχνει δύο αβγά μάτια. «Στην οικογένειά μας, όποτε τρώγαμε, φτιάχναμε κι ένα πρόσωπο μέσα στο πιάτο», λέει. Μετά σου δείχνει τα παιδιά του (4), τα εγγόνια του (6, εκ των οποίων ένας μάγος της μπάλας), το σκάφος του (εγγλέζικο, του 1964), το σπίτι του στην Ίμπιζα, τοπία της Ισλανδίας (για τη Louis Vuitton), κάποιες εξωτικές λήψεις με την Kate Moss.

    Ο Lindbergh έχει έντονη γερμανική προφορά, αργή εκφορά λόγου, ο τόνος του ζεστός. Συνήθως περιφέρεται μ’ ένα στιλό Bic πιασμένο πάνω σ’ ένα μαύρο tee-shirt. Στα 70 του, έχει θάμνους για φρύδια, ένα στόμα περισπωμένη και μια λευκή κοντή γενειάδα που φέρνει σε Χεμινγουέι.

    Πανέμορφες γυναίκες, μια Linda Evangelista, μια Amber Valletta, μια Naomi Campbell ή μια Mariacarla Boscono ορκίζονται στ’ όνομά του. Γυναίκες που αποθέωσε την ομορφιά τους από το ’90 και μετά, μέσα από τις σελίδες της Vogue Italia ή του Harper’s Bazaar. Ήταν editorials αφηγηματικά, ποιητικά, όπου διασταυρωνόσουνα με Αρειανούς και αστικούς αγγέλους, εικόνες που μετά δεν λέγανε να βγουν απ’ το μυαλό σου. «Οι φωτογράφοι μόδας είναι οι νέοι ζωγράφοι», έχει δηλώσει στους New York Times.

    Η φίλη του εδώ και μια 30ετία Franca Sozzani, επικεφαλής της Vogue Italia, έλεγε: «Ο Peter είναι ένας φωτογράφος που θα μείνει στην ιστορία, γιατί δεν δίνει δεκάρα τσακιστή για τις τάσεις της στιγμής. Ανέκαθεν είχε τη δική του ταυτότητα. Δεν είναι φωτογράφος μόδας: χρησιμοποίησε τη μόδα για να μιλήσει στις γυναίκες, και να μιλήσει για τις γυναίκες, πράγμα πολύ διαφορετικό». Μαζί με τον Bruce Weber και τον Paolo Roversi θεωρεί ότι συναποτελούν την τριπλέτα των «μεγάλων κλασικών».

    Γεννήθηκε το 1944. Ως παιδί, άκουγε στο όνομα Peter Brodbeck και ζούσε στο Duisbourg, σ’ ένα τόσο δα σπιτάκι. Ο πατέρας του πούλαγε καραμέλες στα μαγαζιά της πόλης. Και δεν είχε ποτέ δει ούτε ταινία ούτε βιβλίο. Μετά το Λύκειο, ξεκινάει τη δική του χαοτική διαδρομή. Την κάνει για την Ελβετία, ώστε να μην υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Μετά προσγειώνεται στο Βερολίνο, όπου ανακαλύπτει καλλιτέχνες, γκαλερί και χάπενινγκς. Αποφασίζει να πάει στην Καλών Τεχνών.

    Η απείρως ανθρώπινη ματιά του Lindbergh χαϊδεύει τα μοντέλα του, πάει πέρα από το φαίνεσθαι, αναζητά τη βαθύτερη φύση τους. Οι γυναίκες του ξεχωρίζουν για τη σοφιστικέ ομορφιά τους, την απουσία αναστολών, αλλά και την αυτοκυριαρχία τους.
    LINDB 2009.0002

    Peter Lindbergh, “Kristen McMenamy, Le Touquet”, Γαλλία, 2009. (photo credit: © Peter Lindbergh, Courtesy Gagosian Gallery)

    Μετά από μια διετία οτοστόπ ανά την Ισπανία και το Μαρόκο («Ήταν ψώνιο να είσαι μόνος με τον εαυτό σου»), ανακαλύπτει την εννοιολογική τέχνη. Κι αλλάζει ρότα. Γίνεται βοηθός ενός εμπορικού φωτογράφου στο Ντύσελντορφ, αντιλαμβάνεται ότι κρατάει στα χέρια του «ένα υπέροχο εργαλείο» και στρέφεται στη διαφημιστική φωτογραφία. Τότε αλλάζει και τ’ όνομά του. Τη δουλειά του εντοπίζει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του μυθικού γερμανικού περιοδικού Twen, ο οποίος του παραγγέλνει «μια ιστορία» (ο Lindbergh προτιμάει αυτήν τη λέξη από τη «σειρά»). Στη συνέχεια, περνάει στη μόδα με το περιοδικό Stern. Το Μάρτιο του 1980, συνεργάζεται στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Lei, με τη Franca Sozzani στο τιμόνι, δίπλα στον Steven Meisel. Κι η μυθική καριέρα του ξεκινάει.

    Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες του με τα δυνατά κοντράστ εμπνέονται από τα πρώτα βήματα του γερμανικού κινηματογράφου, από το μοντέρνο χορό της δεκαετίας του ’20 και τους βιομηχανικούς χώρους. Σήμερα, το ιδιαίτερο στυλ του σ’ έναν κόσμο όλο και πιο ομοιόμορφο κάνει τον Lindbergh περιζήτητο. Γιατί σπανίζουν πλέον τα όμορφα διαχρονικά editorials που αφηγούνται μια ιστορία κι ενδιαφέρονται περισσότερο για την ατμόσφαιρα παρά για την πλαστικότητα. Σπάνιο, επίσης, είναι να βλέπεις, όπως στις φωτογραφίες του, γυναίκες ελάχιστα ρετουσαρισμένες, να φαίνονται οι πόροι του δέρματός τους, οι ρυτίδες τους, το φωτοστέφανο των μαλλιών τους να τυλίγει το πρόσωπο.

    4._self_portrait_peter_lindbergh

    Ο Peter Lindbergh φωτογραφημένος από τον Stefan Rappo, 2013.

    Αλλά παραμένοντας όμορφες, φυσικά – «Η ομορφιά είναι η αλήθεια» έχει πει ανασηκώνοντας τους ώμους. Η τεχνική του; Ελαφρύ φλουτάρισμα των μαλλιών, όχι ιδιαίτερο κεντράρισμα στα μάτια, η λήψη να μην είναι πολύ εστιασμένη. Η απείρως ανθρώπινη ματιά του Lindbergh χαϊδεύει τα μοντέλα του, πάει πέρα από το φαίνεσθαι, αναζητά τη βαθύτερη φύση τους. Οι γυναίκες του ξεχωρίζουν για τη σοφιστικέ ομορφιά τους, την απουσία αναστολών, αλλά και την αυτοκυριαρχία τους.

    Η εικόνα της σύγχρονης ομορφιάς, κατ’ εκείνον, ελέγχεται από 4-5 μεγάλες εταιρείες που λένε «η ομορφιά είναι αυτό», ώστε να θέλει ο κόσμος να έχει μωρουδίστικη επιδερμίδα στα 80 του και να αγοράζει τις κρέμες τους προς €300. «Κι οι άνθρωποι είναι αρκετά ηλίθιοι να το πιστεύουν», σχολιάζει. Πολλοί σκέφτονται το ίδιο, αλλά ποιος τολμάει να το πει;

    Προτού ξετυλίξει την ιστορία του και τη βάλει σε εικόνες, όλα ξεκινάνε από ένα feeling, «όπως σ’ έναν πίνακα του Hopper». Μετά από 30 χρόνια καριέρας διατηρεί τον ίδιο απροσποίητο ενθουσιασμό – κυρίως για τα μοντέλα του, είτε είναι μανεκέν είτε ηθοποιοί. Για τη Ρόμπιν Ράιτ, την Κέιτ Μπλάνσετ, τη Τζούλιαν Μουρ, την Κέτ Γουίνσλετ, τη Νικόλ, τη Μόνικα, την Τίλντα… Και αγαπάει τις ιστορίες του. «Μ’ αρέσει να με αναγνωρίζω στις φωτογραφίες μου», έχει πει. «Αυτό είναι το πιο σημαντικό για μένα, να μπορώ πάντα να ξαναβρίσκω τoν εαυτό μου μέσα από τις λήψεις μου».

    1

    Αριστερά: Peter Lindbergh, “Jessica Chastain, Industria Superstudio, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ, 2011. (photo creditQ © Peter Lindbergh, Courtesy Gagosian Gallery). Δεξιά: Peter Lindbergh, “Nadja Auermann, Mojave desert, Καλιφόρνια”, ΗΠΑ, 1996. (photo credit: © Peter Lindbergh, Courtesy Gagosian Gallery)

    //Η έκθεση «Peter Lindbergh» θα διαρκέσει από τις 4 Φεβρουαρίου έως τις 23 Απριλίου 2016.

    //Gagosian Gallery, Μέρλιν 3, Σύνταγμα.
    Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να απευθυνθείτε στην γκαλερί Gagosian, στο email [email protected] και στο τηλέφωνο 210.36.40.215.

    Διαβάστε ακόμα: Πίτερ Μπίαρντ, ένας Ταρζάν με μυαλό.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top