NABOKOF

«Η παραμικρή παρέα, οσοδήποτε σιωπηρή, εμπόδιζε την προσήλωσή μου στην απόλαυση της μανίας μου».

Eχω κυνηγήσει πεταλούδες σε διάφορους τόπους, με διάφορες αμφιέσεις: χαριτωμένο αγοράκι με φουφούλες και ναυτικό πηλήκιο· ψιλόλιγνος εκπατρισμένος κοσμοπολίτης με σπορ παντελόνι και μπερέ· παχύς ηλικιωμένος κύριος, ασκεπής με σορτς. Τα περισσότερα εργαστήριά μου ακολούθησαν τη μοίρα του εξοχικού μας. Εκείνα που έστησα στο σπίτι της Πετρούπολης και το μικρό παράρτημα που άφησα στο Μουσείο της Γιάλτας ασφαλώς θα καταστράφηκαν από τον σκόρο και τα διάφορα ζιζάνια. Μια συλλογή υλικού από τη νότια Ευρώπη χάθηκε στο Παρίσι κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Όλα τα αμερικανικά μου αποκτήματα, λάφυρα των ετών 1940-1960 (μερικές χιλιάδες κομμάτια, μεταξύ των οποίων και πολλά σπάνια δείγματα), βρίσκονται στο Μουσείο Συγκριτικής Ζωολογίας, στο Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και στο Μουσείο Εντομολογίας του Πανεπιστημίου Κορνέλ, όπου η ασφάλεια που τους παρέχεται είναι μεγαλύτερη και από του Τομσκ ή του Ατόμσκ. Από την ερευνητική μου δουλειά στο Mουσείο Συγκριτικής Zωολογίας του Καίμπριτζ της Μασσαχουσέττης (1941-48) έχω απίστευτα ευτυχείς αναμνήσεις –ισάξιες σχεδόν με τις αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας στη Ρωσσία. Το ίδιο ωραία ήταν και τα ταξίδια που έκανα, κάθε καλοκαίρι επί είκοσι έτη συναπτά, στις περισσότερες από τις πολιτείες της θετής μου πατρίδας συλλέγοντας το υλικό μου.

«Λίγα πράγματα ξέρω που να ξεπερνούν, από πλευράς συναισθήματος και έφεσης, φιλοδοξίας ή αίσθησης επιτεύγματος, τον πλούτο και τη δύναμη της συγκίνησης που δίνει η εντομολογική έρευνα».

Στο Τζάκσον Χόουλ και στο Γκραν Κάνυον, στις βουνοπλαγιές πάνω από το Τελλουράιντ του Κολοράντο, σ’ έναν ονομαστό πευκώνα κοντά στο Ώλμπανυ της Νέας Υόρκης, μένουν και θα παραμένουν για γενεές ολάκερες, πολύ περισσότερες από τις όσες εκδόσεις, οι νέες πεταλούδες που ανακάλυψα και περιέγραψα. Με πολλά από τα ευρήματά μου ασχολήθηκαν άλλοι ερευνητές· μερικά πήραν το όνομά τους από το δικό μου. Ένα από αυτά, η Nabokov’s Pug ή Eupithecia nabokovi McDunnough, την οποία συνέλαβα μια νύχτα του 1943 σ’ ένα παράθυρο με θέα, στην Άλτα Λοτζ του Τζαίημς Λάφλιν, στη Γιούτα, δένει εξαιρετικά φιλοσοφημένα με τη θεματική αλυσίδα που ξεκίνησε σ’ ένα δάσος στον Ορεντέζ, γύρω στα 1910 –ή και νωρίτερα ακόμη, στον ποταμό της Nοβάγια Zεμλιά, πριν από ενάμιση αιώνα.

Λίγα πράγματα ξέρω που να ξεπερνούν, από πλευράς συναισθήματος και έφεσης, φιλοδοξίας ή αίσθησης επιτεύγματος, τον πλούτο και τη δύναμη της συγκίνησης που δίνει η εντομολογική έρευνα. Από την πρώτη στιγμή μού παρουσίασε πολλές ενδιαφέρουσες πλευρές της. Μία από τις πλευρές αυτές ήταν και η οξύτατη επιθυμία να με αφήνουν στην ησυχία μου, καθότι η παραμικρή παρέα, οσοδήποτε σιωπηρή, εμπόδιζε την προσήλωσή μου στην απόλαυση της μανίας μου. Ήδη από τα δέκα μου χρόνια, παιδαγωγοί και γκουβερνάντες ήξεραν ότι το πρωινό ήταν δικό μου και φρόντιζαν να μην παρεμβαίνουν.

Θυμάμαι, σε συνάρτηση με τα παραπάνω, την επίσκεψη ενός φίλου μου από το σχολείο, ενός παιδιού που πολύ συμπαθούσα και με το οποίο κάναμε πολύ καλή παρέα. Έφτασε στη Βύρα, λοιπόν, μια καλοκαιριάτικη νύχτα, 1913 νομίζω, από μια πόλη που απείχε γύρω στα είκοσι πέντε μίλια. Είχε χάσει προσφάτως τον πατέρα του σε ατύχημα, η οικογένειά του ήταν στο χείλος της καταστροφής και ο ακατάβλητος μικρός, δίχως λεφτά για το εισιτήριο του τραίνου, είχε διανύσει όλη αυτή την απόσταση με ποδήλατο για να περάσουμε μερικές μέρες μαζί.

8030Το επόμενο ακριβώς πρωί έκανα τα αδύνατα δυνατά να βγω από το σπίτι για την πρωινή μου πεζοπορία δίχως να ξέρει πού είχα πάει. Αδιαφορώντας για το ρόφημα, με μια βιασύνη υστερική, μάζεψα το δίχτυ μου, τα κουτάκια μου, το βάζο για τα θηράματα και το έσκασα από το παράθυρο. Σαν βρέθηκα στο δάσος, αισθάνθηκα επιτέλους ασφαλής· και όμως, συνέχισα να προχωράω, τρέμαν τα πόδια μου, καυτά δάκρυα γέμιζαν τα μάτια μου, αναριγούσα ολόκληρος από την ντροπή και την αηδία που ένιωθα για τον εαυτό μου, καθώς έβλεπα τον κακόμοιρο τον φίλο μου, με το μακρύ χλωμό του πρόσωπο και τη μαύρη του γραβάτα, να περιφέρεται βαρύθυμος στον κήπο, χαϊδεύοντας ασθμαίνοντα σκυλιά· τι άλλο να κάνει, πώς να δικαιολογήσει στον εαυτό του την απουσία μου;

 

//Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ «Μίλησε, μνήμη», απόσπασμα από το κεφάλαιο 3 με τίτλο «Πεταλούδες». Μετάφραση Γιώργος Βάρσος. Εκδόσεις Πατάκη.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top