Σάλο έχει προκαλέσει ο Πολάνσκι με το να παραλληλίζει τις προσωπικές του περιπέτειες με την τραγική -και ιστορική- υπόθεση Ντρέιφους (Photo by Damian Klamka/SOPA Images/LightRocket via Getty Images/Idealimage).

Ο Ρόμαν Πολάνσκι ήταν πάντα ένας agent provocateur. Oύτε το έκρυψε, ούτε θέλησε να μετριάσει τις εις βάρος του κατηγορίες. Θαρρείς πως τρεφόταν πάντα από αυτή την περιρρέουσα τοξικότητα που κύκλωνε την προσωπικότητά του.

Βοηθούσε, εν πολλοίς, ο in extremis βίος του, το ίδιο προκλητικά ανίερος με τις θαυμαστές ταινίες του. Ωστόσο, η ιστορία, λίγο πολύ, είναι γνωστή: το 1977, ενόσω ζούσε στην Καλιφόρνια, καταδικάστηκε με την κατηγορία του βιασμού μιας ανήλικης, της 13ης (τότε), Samantha Geimer.

Ο Πολάνσκι παραδέχθηκε την ενοχή του, ωστόσο για να αποφύγει την καταδίκη, καίτοι η Geimer τόνιζε με έμφαση πως δέχεται τη συγγνώμη του, διέφυγε στο σπίτι του στο Λονδίνο και εν συνεχεία στη Γαλλία. Το 2009 συλλαμβάνεται από την ελβετική αστυνομία κατόπιν αιτήματος των Αρχών των ΗΠΑ που ζητούσαν επιμόνως την έκδοσή του.

Η αργεντινή σκηνοθέτιδα Λουκρέσια Μαρτέλ, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ Βενετίας δήλωσε ότι η συμμετοχή του στο Φεστιβάλ την έκανε να αισθάνεται άβολα.

Τον Ιούλιο του 2010, τελικά, οι Ελβετοί απορρίπτουν το αίτημα των Αμερικανών και τον αφήνουν ελεύθερο. Προς υπεράσπισή του είχαν στέρξει αρκετοί επώνυμοι καλλιτέχνες – έως και ο Λεχ Βαλέσα, πρώην πρόεδρος της Πολωνίας, είχε ζητήσει να του συγχωρεθεί το μοναδικό αμάρτημα στο οποίο υπέπεσε.

Ο Πολάνσκι ζει εδώ και χρόνια με το στίγμα – με μια σκιά να τον ακολουθεί. Παρά το γεγονός ότι δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να είναι καλλιτεχνικά ενεργός, συχνά ορθωνόταν μπροστά του ο τοίχος του παρελθόντος. Το 2018, έχοντας ξεσπάσει στο Χόλιγουντ το γνωστό #MeToo κίνημα, η  Academy of Motion Picture Arts and Sciences τον απέπεμψε από τις τάξεις της. Κάτι που ο Πολάνσκι δεν θέλησε να το καταπιεί και την άνοιξη του ίδιου έτους μήνυσε την Ακαδημία.

Η σκιά του Πολάνσκι στο φετινό Φεστιβάλ της Βενετίας προκάλεσε ξανά αχό. H πρώτη αντίδραση από αρκετούς ήταν για το λόγο ότι η νέα του ταινία συμπεριλήφθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αργεντινή σκηνοθέτιδα Λουκρέσια Μαρτέλ, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ Βενετίας, είχε δηλώσει ότι δεν θα επιθυμούσε να συγχαρεί τον σκηνοθέτη και ότι η συμμετοχή του στο Φεστιβάλ την έκανε να αισθάνεται άβολα. Αργότερα, ωστόσο, η ίδια δήλωσε ότι δεν είναι «προκατειλημμένη» απέναντι στο φιλμ του Πολάνσκι και ότι θα την έβλεπε μετά την επίσημη πρεμιέρα.

Όταν οι Femen τα έβαλαν μαζί του (Photo by Chesnot/Getty Images/Idealimage).

Μα, ακόμη και το φιλμ με το οποίο πήγε στη Βενετία φαίνεται να σηκώνει κύμα αντιδράσεων. Το «An Officer and a Spy» (στα ελληνικά, αν ακολουθήσουμε τον γαλλικό τίτλο «J’Accuse», είναι «Κατηγορώ») και πρωταγωνιστεί ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιό, Ζαν Ντιζαρντέν. Έχουμε να κάνουμε με ένα ιστορικό-αστυνομικό θρίλερ εποχής που αφηγείται την ιστορία του εβραίου γάλλου λοχαγού, Άφρεντ Ντρέιφους, ο οποίος είχε κατηγορηθεί (άδικα όπως αποδείχθηκε) για προδοσία τον 19ο αιώνα. Είναι μια υπόθεση που συντάραξε τη Γαλλία και χάρη στο μυθιστόρημα του Εμίλ Ζολά, παρέμεινε ενεργή στη συνείδηση της παγκόσμιας κοινότητας.

«Διακρίνω την ίδια αποφασιστικότητα άρνησης των γεγονότων και της καταδίκης μου για πράγματα που δεν έχω κάνει», δηλώνει ο Πολάνσκι.

Ο Ντιζαρντέν υποδύεται έναν Γάλλο αστυνομικό ο οποίος ανακαλύπτει αποδείξεις ότι ο Ντρέιφους παγιδεύτηκε και ρισκάρει τη ζωή του για να φέρει στο φως την αλήθεια. Η γαλλική ονομασία του φιλμ «J’Accuse» προέρχεται από το περίφημο «Κατηγορώ…!», μια ανοιχτή επιστολή προς τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας που δημοσίευσε στις 13 Ιανουαρίου ο συγγραφέας Εμίλ Ζολά σε εφημερίδα, κατηγορώντας τον στρατό ότι συγκάλυψε την λανθασμένη καταδίκη του Ντρέιφους, ένα θαρραλέο και συγκλονιστικό κείμενο που συνέβαλε στην αναψηλάφηση της δίκης.

Ωστόσο, αυτοί που περίμεναν στη γωνία τον Πολάνσκι είδαν αυτό που ήθελε με σκόπιμο τρόπο να περάσει στο κοινό. Σαν να λέμε: ότι κι ο ίδιος είναι ένας άλλος «Ντρέιφους». Το κακό για τον διάσημο σκηνοθέτη είναι ότι τον περιμένουν πολλοί στη γωνία.

Mε την Sharon Tate (Getty Images/Idealimage).

Ο ίδιος, πάντως, τους πρόσφερε μπόλικο υλικό για νέες επιθέσεις εις βάρος του. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στους διοργανωτές του φεστιβάλ, ο Ρόμαν Πολάνσκι έκανε παραλληλισμούς ανάμεσα στα θέματα του φιλμ και τη δική του υπόθεση. «Διακρίνω την ίδια αποφασιστικότητα άρνησης των γεγονότων και της καταδίκης μου για πράγματα που δεν έχω κάνει. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που με παρενοχλούν δεν με γνωρίζουν και δεν ξέρουν τίποτα για την υπόθεση», είπε χαρακτηριστικά.

Προς επίρρωση των λεγομένων του, η Εμανουέλ Σενιέ (σύζυγος του Πολάνσκι και πρωταγωνίστρια στην ταινία) δήλωσε με τη σειρά της ότι οι εμπειρίες του Πολάνσκι τον επηρέασαν άμεσα στην προσέγγιση που είχε στην ταινία. «Η αίσθηση του διωγμού, νομίζω ότι αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό. Φτάνει κανείς να κοιτάξει την ζωή του», ανέφερε η Σενιέ.

Δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη: ο σάλος που έχει δημιουργηθεί στη Βενετία είναι αρκετός. Τόσο οι κριτικοί όσο και το κοινό εμφανίζονται διχασμένοι για το γεγονός ότι η ταινία του μπήκε στο διαγωνιστικό τμήμα – ειδικά από τη στιγμή που οι νομικές εκκρεμότητές του δεν έχουν αρθεί. Ο Οwen Gleiberman του περιοδικού Variety έγραψε ότι η σύγκριση ανάμεσα στον Ντρέιφους και τον Πολάνσκι είναι «χυδαία».

Για να συμπληρώσει: «Μπορούμε —και πρέπει— να συζητήσουμε σχετικά με το πώς το Χόλιγουντ και το αμερικανικό νομικό σύστημα χρειάζεται να αντιμετωπίσει τον Ρόμαν Πολάνσκι. Ο Άλφρεντ Ντρέιφους, ωστόσο, ήταν ένας αθώος άνθρωπος. Σε αντίθεση με αυτόν, ο Πολάνσκι, πριν το σκάσει από τις ΗΠΑ, περιμένοντας την ανακοίνωση της ποινής του, είχε προηγουμένως ομολογήσει στο δικαστήριο».

«Εξακολουθούν τα πάντα να με στοιχειώνουν ακόμη και σήμερα. Είναι σαν μια χιονόμπαλα που μεγαλώνει».

Ομως, ο Πολάνσκι δεν δείχνει αποφασισμένος να καταθέσει τα όπλα. Σε μια συνέντευξη-συζήτηση με τον γάλλο συγγραφέα Πασκάλ Μπρικνέρ, με τον οποίο γνωρίζονται από τα «Μαύρα φεγγάρια του έρωτα». Σε μια στιγμή λέει ο Πολάνσκι για την προσωπική του ιστορία: «Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που με χτυπούν δεν με γνωρίζουν και δεν ξέρουν τίποτα για την υπόθεση. Πρέπει να παραδεχτώ ότι γνωρίζω από προσωπική εμπειρία πώς είναι να σε διώκουν, επομένως, ναι, αυτό με ενέπνευσε στην ταινία.

Για να συνεχίσει: «Ο τρόπος με τον οποίο με βλέπουν οι άνθρωποι, η εικόνα μου, ξεκίνησε από τη δολοφονία της Σάρον Τέιτ. Το πώς το αντιμετώπισε τότε ο Τύπος δείχνει την απερισκεψία του. Υπονόησαν πως είχα κι εγώ ευθύνη για τον θάνατό της θεωρώντας πως ήμουν σατανιστής. Όταν έκανα το «Μωρό της Ροζμαρί», οι αιτιάσεις ότι έχω σύνδεση με τον διάβολο εντάθηκαν. Αυτό άλλαξε όταν η αστυνομία συνέλαβε τον Μάνσον και την ομάδα του».

Σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του, λέει στον Μπρικνέρ: «Όλα αυτά εξακολουθούν να με στοιχειώνουν ακόμη και σήμερα. Τα πάντα. Είναι σαν μια χιονόμπαλα, κάθε στιγμή προστίθεται και ένα ακόμη στρώμα. Υπάρχουν παράλογες ιστορίες από γυναίκες που δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου που με κατηγορούν για πράγματα που υποτίθεται ότι συνέβησαν πριν από περισσότερο από μισό αιώνα». Σαν να λέμε: δεν θα ησυχάσει ποτέ.

 

Διαβάστε ακόμα: Christopher Walken, o παράξενος ταξιδιώτης του Χόλιγουντ.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top