Mε εξαίρεση την εντυπωσιακή προετοιμασία της Ιουλιέτας για τον γάμο και την όρθια τοποθέτησή της μετά τον θάνατό της, στην υπόλοιπη παράσταση οι συντελεστές φαίνονταν απλά να έρχονται, να κάθονται, και να φεύγουν.

Μικτές εντυπώσεις, εκ των οποίων οι θετικές οφείλονταν κυρίως στον αρχιμουσικό Λουκά Καρυτινό και την αξιόλογη ομάδα των ερμηνευτών, άφησε στο κοινό η πρεμιέρα της νέας παραγωγής της όπερας «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Σαρλ Γκουνό, που ανεβαίνει για πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) με αφορμή τον εορτασμό των 200 ετών από τη γέννηση του συνθέτη, στο ΚΠΙΣΝ την Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018. Η σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη δεν φάνηκε καθόλου σαφής και επεξεργασμένη, ο ίδιος δεν μας βοήθησε με κάποιο σημείωμα στο πρόγραμμα να καταλάβουμε τι προσπαθούσε να κάνει, και ούτε εμφανίστηκε να υποκλιθεί στο τέλος της βραδιάς. Από κάθε άποψη, μείναμε να αναζητούμε τον χαμένο σκηνοθέτη.

Καταρχήν ενδιαφέρον ήταν το σκηνικό του Γιοχάννες Συτς. Στο μέσο της σκηνής κυριάρχησε ένα τεράστιο σύμπλεγμα εννέα συνδεδεμένων ανισομεγεθών μεταλλικών πλαισίων, σαν γιγάντια κουφώματα αλουμινίου, που αν άνοιγαν όλα στη σειρά θα ξεπερνούσαν τα πενήντα μέτρα σε μήκος. Στη βάση τους είχαν εκτυφλωτικά φώτα νέον που κούραζαν το μάτι και συχνά έχαναν επαφή. Σαν κατασκευές ήταν πολύ ενδιαφέρουσες, αλλά παρέμειναν ως επί το πλείστον στατικές, αντί να αξιοποιηθούν με πιο δυναμικό τρόπο. Περιφερειακά ήταν τοποθετημένες φαρδιές πολυθρόνες μοντέρνου design, στην οποίες κάθονταν κομπάρσοι που έμοιαζαν βγαλμένοι από το Men In Black (1997).

Χώρος και χρόνος της δράσης δεν ήταν σαφής, και σε αυτό δεν βοηθούσε και η απουσία ενδυματολόγου, αφού στο πρόγραμμα αναφέρθηκε απλώς «επιμέλεια κουστουμιών».

Mε εξαίρεση την εντυπωσιακή προετοιμασία της Ιουλιέτας για τον γάμο και την όρθια τοποθέτησή της μετά τον θάνατό της, στην υπόλοιπη παράσταση οι συντελεστές φαίνονταν απλά να έρχονται, να κάθονται, και να φεύγουν. Χώρος και χρόνος της δράσης δεν ήταν σαφής, και σε αυτό δεν βοηθούσε και η απουσία ενδυματολόγου, αφού στο πρόγραμμα αναφέρθηκε απλώς «επιμέλεια κουστουμιών». Το σύνολο παρέπεμπε αρκετά σε περιβάλλον disco των 80s, αλλά χωρίς να γίνεται πιο σαφές. Στο μπαλέτο και την γαμήλια πομπή της Δ΄ πράξης παρακολουθήσαμε κάποιους χορευτές σε ένα αμήχανο σκετς, που μαρτυρούσε την απουσία χορογράφου.

Η σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη δεν φάνηκε καθόλου σαφής και επεξεργασμένη, ο ίδιος δεν μας βοήθησε με κάποιο σημείωμα στο πρόγραμμα να καταλάβουμε τι προσπαθούσε να κάνει, και ούτε εμφανίστηκε να υποκλιθεί στο τέλος της βραδιάς.

Από μουσικής πλευράς η βραδιά ήταν γενικά καλύτερη, αν και ακόμα συγκρατημένη. Η Μυρτώ Παπαθανασίου (Ιουλιέτα) δεν έλαμψε στην ψηλή περιοχή της περίφημης αριέττας «Je veux vivre dans ce rêve» της Α΄ πράξης, κομμάτι ανθολογίας και σήμα κατατεθέν του ρόλου, αλλά ήταν καλή μετά το διάλειμμα, στις πιο δραματικές δύο τελευταίες πράξεις. Ο αξιόλογος Ισπανός τενόρος Ισμαέλ Γιόρντι (Ρωμαίος) ήταν επίσης συγκρατημένος, αλλά σταθερός στην απόδοσή του. Ενδεχομένως να μην ήταν πολύ καλά γιατί στις επόμενες δύο παραστάσεις τον αντικατέστησε ο Αμερικανός Έρικ Φένελ.

Πολύ καλές ερμηνείες είχαμε από τους υπόλοιπους ρόλους, αξίζουν όμως ειδικής μνείας η εξαιρετική Άρτεμις Μπόγρη (Στέφανος, που εδώ εμφανίστηκε ως γυναίκα), ο Αντώνης Κορωναίος (Τυβάλδος), ο Δημήτρη Κασιούμης (Καπουλέτος), ο Πέτρος Μαγουλάς (Πατήρ Λαυρέντιος), ο Γιώργος Ρούπας (Δούκας). Η αρχικά νευρική χορωδία βρήκε σύντομα τον ρυθμό της, η ορχήστρα ακούστηκε από την πρώτη συγχορδία σε εξαιρετική φόρμα. Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός διηύθυνε μια βραδιά υψηλού μουσικού επιπέδου με ροή και συναίσθημα.

 

Διαβάστε ακόμα: Μαρίκα Κλαμπατσέα – «Παίζοντας μουσική στον δρόμο ένιωσα την απόλυτη ελευθερία»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top