«Όσο κι αν σας φαίνεται απίστευτο, είναι πάρα πολύ συχνό το φαινόμενο τα έργα π.χ του Σαίξπηρ να παίζονται από ανθρώπους που δεν έχουν την παραμικρή ιδέα και γνώση για το ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος» γράφει ο Γιόρικ. (Εικονογράφηση: Ryan North)

Εδώ και χρόνια έχει επικρατήσει σε πολλούς ηθοποιούς η αντίληψη πως για να δώσουν ώθηση στην καριέρα τους και να γίνουν γρήγορα γνωστοί και σεβαστοί πρέπει να γεμίσουν το βιογραφικό τους με ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου. (Για τους σκηνοθέτες που πιστεύουν το ίδιο για τους εαυτούς τους θα πούμε σε άλλο σημείωμα).

Κι έτσι εφορμούν στα έργα των μεγάλων συγγραφέων σαν πεινασμένος στον μπουφέ με τις λιχουδιές μιας δεξίωσης στην οποία κατάφερε να εισχωρήσει… Ο οποίος για πρώτη φορά στη ζωή του γεύεται το χαβιάρι, το φουά γκρα, τον καπνιστό σολωμό κ.λπ κ.λπ… Δεν έχει ιδέα τι είναι όλα αυτά που καταβροχθίζει βιαστικά, του αρκεί όμως που γεμίζει το στομάχι του με εδέσματα που για να βρίσκονται εκεί, «ε καλά θα είναι κι ας μην γνωρίζω τι ακριβώς περιέχουν…».

Το ίδιο δυστυχώς συμβαίνει και με την πλειοψηφία των νέων ηθοποιών (αλλά και αρκετών όχι και τόσο νέων) στη σχέση τους με τα κλασικά έργα: επιδιώκουν να τα παίξουν όχι από αγάπη γι’ αυτά και πάθος να υποδυθούν κάποιους από τους ρόλους τους, αλλά από ματαιοδοξία να γίνουν γνωστοί μέσω αυτών, χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα τι στην ευχή λένε αυτά τα έργα, ποιοι ήταν εκείνοι που τα έγραψαν, σε ποιες συνθήκες έζησαν, σε ποια περίοδο της ζωής τους και βιώνοντας ποιες καταστάσεις τα εμπνεύστηκαν και τα δημιούργησαν.

Όσο κι αν σας φαίνεται απίστευτο, είναι πάρα πολύ συχνό το φαινόμενο τα έργα π.χ. του Σαίξπηρ να παίζονται από ανθρώπους που δεν έχουν την παραμικρή ιδέα και γνώση για το ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος. Θυμάστε τα γκάλοπ που γίνονται στο κέντρο της Αθήνας και ρωτούν τους περαστικούς για διάφορα ιστορικά γεγονότα και δεν έχουν ιδέα;

Η τέχνη είναι όπως η γη: δεν μπορείς να περιμένεις καλή σοδειά όταν την καλλιεργείς συνέχεια. Άσ’ την λίγο να ξεκουραστεί.

Θα είχε πολύ ενδιαφέρον αν στηνόταν ένα τηλεοπτικό συνεργείο έξω από τα θέατρα που ανεβάζουν έργα του Σαίξπηρ, του Ίψεν, του Στρίντμπεργκ, του Τσέχωφ και έκαναν στους ηθοποιούς απλές, βασικές ερωτήσεις όπως: Πότε περίπου έζησε ο Σαίξπηρ; Τι γνωρίζετε για την ελισαβετιανή περίοδο; Ποια είναι η Δανιμαρκία και που βρίσκεται; Ποια άλλα έργα του έχετε διαβάσει εκτός από αυτό στο οποίο παίζετε; Σε ποια χώρα γεννήθηκε ο Ίψεν και πότε περίπου; Για τον Στρίντμπεργκ τι γνωρίζετε; Ποια ήταν η δουλειά του Τσέχωφ και σε ποια χώρα την ασκούσε; Οι απαντήσεις θα έμεναν στην ιστορία!

Συχνό δε είναι το φαινόμενο οι νέοι ηθοποιοί, αφού έχουν σηκώσει γη και ουρανό για να τους πάρουν στο θίασο έργου του Σαίξπηρ, να γκρινιάζουν “μα πως θα τα μάθω όλα αυτά τα λόγια… τι φλυαρία είναι τούτη… ούτε καταλαβαίνω τι λένε… μα δεν μπορούσε κι αυτός ο χριστιανός να τα πει πιο απλά να τον καταλαβαίνει ο κόσμος;”

Υπάρχει περίπτωση ύστερα από τη θηριώδη άγνοια της ουσίας και των νοημάτων των κειμένων, την πλήρη έλλειψη γνώσης του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο δημιουργήθηκαν, την απουσία αίσθησης του τι λένε τα λόγια που μηχανικά απαγγέλλει ο ηθοποιός, να συγκινήσει η παράσταση το κοινό, να το αγγίξει έστω και ελάχιστα;

Με τον ήλιο τα βγάζω με τον ήλιο τα βάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;…

Έχει που έχει πολύς κόσμος την εντύπωση πως τα περισσότερα από αυτά τα έργα είναι βαρετά, βλέπει και παραστάσεις που τα ισοπεδώνουν, άντε μετά να ξαναπατήσει σε θέατρο που ανεβάζει έργα αυτών των συγγραφέων.


Διαβάστε ακόμα: Ο Δημήτρης Μπογδάνος δίνει συνέντευξη σε μια πραγματικότητα που έφτιαξε ο ίδιος


Απολογισμός: ζημιά σε όλα τα επίπεδα:
– Για τον παραγωγό που χάνει τα λεφτά του.
– Για το κοινό που απογοητεύεται από τα κλασικά έργα και ενισχύεται μέσα του η -λανθασμένη- εντύπωση πως είναι πληκτικά κι ανούσια για τον σημερινό θεατή.
– Για ηθοποιούς και σκηνοθέτες που προσθέτουν μεν στο βιογραφικό τους ένα κλασικό έργο, αλλά σε τίποτα δεν τους ωφελεί αυτό, αντιθέτως τους ζημιώνει, καθώς υπενθυμίζει την αποτυχία της παράστασης στην οποία έπαιξαν και τις αρνητικές κριτικές και τις άδειες θέσεις που τη συνόδευσαν.

Ηθικό δίδαγμα: το κοινό δεν ξεγελιέται, διαισθάνεται ποιος ηθοποιός βρίσκεται στη σκηνή για το βιογραφικό του και ποιος για τους θεατές. Κι επιπλέον, ακόμα και ικανοποιητικά έστω να έπαιζαν τους κλασικούς ρόλους, όταν οι πάντες κάνουν ακριβώς το ίδιο, ποιος ή ποια να ξεχωρίσει;

Πόσες δεσποινίδες Τζούλιες πια να δούμε βρε παιδιά; Κι ο Στρίντμεργκ ακόμα θα βαριόταν να τις παρακολουθήσει όλες. Θα έλεγε αμάν πια, παίξτε και κάποιον άλλο ρόλο.

Φυσικά, έχουμε δει -ευτυχώς- και πολύ καλά ανεβάσματα κλασικών έργων. Αλλά κι αυτά δεν κάνουν την αίσθηση που δικαίως θα τους αναλογούσε, καθώς «καλύπτονται» από τον ορυμαγδό των ομοειδών παραστάσεων ή δεν έχουν την προσέλευση του κοινού που θα τους άξιζε, καθώς και οι θεατές κουράζονται με τους τόσους Άμλετ και τους Βυσσινόκηπους και… και… και…

Η τέχνη είναι όπως η γη: δεν μπορείς να περιμένεις καλή σοδειά όταν την καλλιεργείς συνέχεια. Άσ’ την λίγο να ξεκουραστεί. Αφήστε και μια χρονιά χωρίς να παίξετε τα ίδια και τα ίδια.

Aν οι ηθοποιοί παίζουν σε ένα κλασικό έργο για να γίνουν διάσημοι, σφάλλουν και ματαιοπονούν.

Δοκιμαστείτε και σε άλλα έργα. Το ταλέντο λάμπει όποιο ρόλο κι αν υποδυθεί. Όσο πιο «μικρός» μάλιστα ο ρόλος τόσο πιο πολύ θα λάμψει ο ταλαντούχος.

Διότι είναι και το άλλο: Και τέλεια να παίξεις τον Άμλετ, πάντα ο Άμλετ ως ρόλος κι ως έργο θα κλέβει την παράσταση. Οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες ας έχουν συναίσθηση πως, στη συνάντησή τους με τα κλασικά έργα, τα έργα θα μείνουν -όσο καλά κι αν τα ανεβάσουν- ενώ εκείνοι σύντομα θα ξεχαστούν.

Διότι είναι τέτοια η αίγλη, η λάμψη, η δύναμη του κλασικού έργου που σαν μαύρη τρύπα καταπίνει οποιονδήποτε βρεθεί στο δρόμο του, όσο καλός και να ναι στην τέχνη του.

Οπότε, αν οι ηθοποιοί παίζουν σε ένα κλασικό έργο για να διδαχθούν και να εξελίξουν την τέχνη τους, τότε πράττουν άριστα. Αν το κάνουν για να γίνουν διάσημοι, σφάλλουν και ματαιοπονούν.

(Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις, οι ηθοποιοί που έμειναν στην ιστορία του θεάτρου για τις ερμηνείες τους σε μεγάλα κλασικά έργα. Γι’ αυτό και τους ονομάζουμε «ιερά τέρατα», διότι αναμετρήθηκαν με κάτι που θα μπορούσε άνετα να τους συντρίψει κι όμως βγήκαν νικητές. Αλλά πόσοι Λώρενς Ολίβιε υπήρξαν;)

Και μην ξεχνάτε αυτά που λέει ο Άμλετ στους ηθοποιούς λίγο προτού παίξουν στο παλάτι: «…Αν το στόμα σας έμαθε μόνο να μασάει κι όχι να μιλά… καλύτερα τα λόγια να τα πει ο διορισμένος κράχτης…. Είδα να παίζουν ηθοποιοί, που μάλιστα λατρεύθηκαν από μερικούς, και δεν καταλάβαινα από τη φωνή και το περπάτημά τους σε τι είδος ανήκαν… έκρωζαν κι είχαν σπασμούς. Τόσο αποτρόπαια μιμούνταν τους ανθρώπους που σκέφθηκα πως πλάσθηκαν έτσι κακοί από παραγυιούς της φύσης» (μετάφραση Γιώργος Χειμωνάς).

Καλή συνέχεια με σύνεση και σεβασμό,
Γιόρικ.

 

Διαβάστε ακόμα: Matt και Ross Duffer. Αυτοί είναι οι δίδυμοι που δημιούργησαν το Stranger Things

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top