Ο θείος μου Πέτρος Παπαευθυμίου (αριστερά) με τον Ιγκόρ Στραβίνσκι. «Πόζα που εμένα σκηνή ολόκληρη επιπλέον από το ''Και το πλοίο φεύγει'' του Φελίνι μου θυμίζει, τον Φελίνι δημοσιογράφο να προσπαθεί να συνεντευξιάσει τον Πρίγκιπα εν πλω...»

Ο θείος μου Πέτρος Παπαευθυμίου (αριστερά) με τον Ιγκόρ Στραβίνσκι. «Πόζα που εμένα σκηνή ολόκληρη επιπλέον από το ”Και το πλοίο φεύγει” του Φελίνι μου θυμίζει, τον Φελίνι δημοσιογράφο να προσπαθεί να συνεντευξιάσει τον Πρίγκιπα εν πλω…»

Ο θείος μου Πέτρος Παπαευθυμίου, αδελφός της μητέρας μου, έζησε στην Πάτρα τη ζωή του όλη, ταυτόχρονα δουλεύοντας στην τράπεζα κι ασχολούμενος με τα πολιτιστικά, στις εφημερίδες των Πατρών επί πολλά χρόνια.

Μου έλεγε πάντα ιστορίες για πολλά, για τα περάσματα ηθοποιών, τραγουδιστών, ζωγράφων, συνθετών, για τα ρεσιτάλ στην πόλη του, νομίζω πως είχε πρωτοδεί και τον μέγιστο Κώστα Πασχάλη, εικοσιενός μόνο χρονών τότε, να θριαμβεύει στον πρώτο του κι ανέλπιστο Ριγκολέττο. Ύστερα, για τη λιμουζίνα του εκδότη της εφημερίδας του μου ’λεγε, το ’59, το ’60, που τον πήγε στην Επίδαυρο για την Κάλλας, συνοδεύοντας την κυρία του κυρίου που είχε πρόσκληση, αλλά ο ίδιος βαριότανε, λέει, την όπερα, δεν πα’ να ’τανε κι η… Μάγια Μελάγια, δεν πα’ να ’τανε κι ολόκληρη Μαρία Κάλλας!

Γνωρίστηκε ο θείος μου κάποτε και με τον Βασίλη Λογοθετίδη, έλεγε, κι έτρεχε κυριακάτικα να του επισκευάσει τα γυαλιά της μυωπίας του («Σώσ’ τε με, κύριε Πέτρο μου, σπάσανε τα γυαλάκια μου. Σπάσανε τα γυαλάκια μου, κύριε Πέτρο μου!»). Κι όταν τα κατάφερε με τα πολλά, ξεσηκώνοντας από τα σπίτια τους τεχνίτες να του τα κολλήσουν, ας μην τον ρώτησε ούτε πόσο κάνει ο Λογοθετίδης, ο θείος απευθύνθηκε στην Ίλυα Λυβικού, χαμηλόφωνα: -Μα μόνο έναν σκελετό έχει μαζί του; Κι αν το ξαναπάθει; Πώς θα τα καταφέρει; -Αχ, κύριε Πέτρο μου, του ’πε η Λιβυκού. Δεν ξέρετε τι τραβάμε! Δεν ξέρετε πόσο σφιχτός είναι ο Βασίλης…

Το ’62, που ο συνθέτης πέρασε με το ιταλικό Σατούρνια από την Πάτρα, ο θείος μου αρόδο όπως αγκυροβόλησε το πλοίο κατάφερε να τον πλησιάσει, να μιλήσουνε, να φωτογραφηθούν μαζί…

Κι ύστερα ο θείος μου, πάντα πρώτος στα θεάματα, στις τέχνες και στα γράμματα, μια διαρκής πηγή ονείρων πάντα προς τα ’κεί, με τη Μαριέττα Ριάλδη εδώ στην Αθήνα φίλος, με τόσους και τόσους Αθηναίους και Πατρινούς και Θεσσαλονικείς και Μεσολογγίτες συνδεδεμένος, ακόμα και στο Καρναβάλι το ωραίο, το παλιό, πρωτοστατώντας, άλλα, επιπλέον από τα σημερινά πρόχειρα πάντα προσπαθούσε. Από μικρόν μ’ έπαιρνε στην εφημερίδα μαζί του, όταν βρισκόμουνα κι εγώ με τους δικούς μου στην Πάτρα. Στα παλιά εκείνα γραφεία, τα επαρχιακά μεν, αλλά με την ίδια αστική γοητεία, με τη μυρωδιά του μελανιού παντού διάχυτη, σαν της Εστίας εδώ, με τις γραφομηχανές, με τις εκτυπωτικές σε πλήρη δράση, με τα νέα παιδιά δίπλα του, κι αυτός να πηγαινοέρχεται μέχρι και σε πολύ μεγάλη ηλικία από εκδήλωση σε εκδήλωση ακούραστος, αξεδίψαστος πάντα, πάντα επίμονος, υποδειγματικός.

Το Saturnia, με το οποίο ταξίδευε ο Στραβίνσκι.

Το Saturnia, με το οποίο ταξίδευε ο Στραβίνσκι.

«Ξέρεις», μου λέει κάποτε. «Έχω κάνει και μια συνέντευξη στον Στραβίνσκι. Κι έχω κάπου κι αυτόγραφά του αρκετά…» Τότε μόνο μου φάνηκε πολύ παραπάνω από το κανονικό ονειροπόλος ο θείος μου ο αγαπημένος. Στον Στραβίνσκι; Σ’ ολόκληρο Στραβίνσκι; Πού όμως; Πώς; Πότε; Κι όμως, ναι, το ’62, τώρα που το επιβεβαιώνω και χρονολογικά, τότε που ο συνθέτης ταξίδευε με το ιταλικό Σατούρνια προς το Ισραήλ, ο θείος μου αρόδο όπως αγκυροβόλησε το πλοίο κατάφερε με τον φωτογράφο του μαζί να επιβιβαστεί, να τον πλησιάσει, να μιλήσουνε, να φωτογραφηθεί μαζί του, να τον βάλει και να υπογράψει δεν ξέρω κι εγώ πόσα αυτόγραφα στην άλλη πλευρά καρτών που βρήκε στο καράβι, αλλά και σε μερικές άλλες, που η εικόνα τους ζητούσε την απελευθέρωση της Κύπρου.

Το αυτόγραφο του Στραβίνσκι στον θείο μου.

Το αυτόγραφο του Στραβίνσκι στον θείο μου.

Τους βλέπετε μαζί εδώ, μαζί και μ’ άλλες του θείου φωτογραφικές συνυπάρξεις, με τη Συνοδινού, με τον Βύρωνα Πάλλη, με την Κάκια Παναγιώτου, με τον Φωτόπουλο, από ευκαιρίες άλλες. Αυτές, άλλωστε, βρήκα να ’χω κι εγώ, αυτές να μου ’χει δώσει, μαζί όμως και με ένα αυτόγραφο του Στραβίνσκι, που κι εγώ με τη σειρά μου το χάρισα στον Τάσο τον φίλο μου, που ακόμα περισσότερο κι από μένα το εκτίμησε.

Με την Άννα Συνοδινού και την Κάκια Παναγιώτου.

Ο Πέτρος Παπαευθυμίου (δεξιά) με την Άννα Συνοδινού (κάτω) και την Κάκια Παναγιώτου (δεύτερη από αριστερά).

Κι η συνέντευξη; Πού είναι η συνέντευξη; Φαντάζομαι σε κάποιο φθαρμένο πια από τον καιρό σώμα της Γνώμης, του Εθνικού Κήρυκα, δεν ξέρω να πω ποιας άλλης αρχαίας πατρινής εφημερίδας. Δεν την έχω, μπορεί κάποτε να τη βρω, να βρεθεί. Αυτό που έχω, που σας δείχνω κι εσάς, είναι τούτη η υπέροχη πόζα του θείου μου με τον Στραβίνσκι, πόζα που εμένα σκηνή ολόκληρη επιπλέον από το «Και το πλοίο φεύγει» του Φελίνι μου θυμίζει, τον Φελίνι δημοσιογράφο να προσπαθεί να συνεντευξιάσει τον Πρίγκιπα εν πλω, μια μαγεία πλήρης για όλα μαζί: και για τις εποχές τις άλλες, και για τα υπερβατικά κρουαζεριόπλοια, και τους άδολους ρομαντισμούς, και για τη συγκινημένη δημοσιογραφία, και για την πάντα ασταμάτητη από κάτω μας σαν τον Χρόνο θάλασσα.

Εννοώ, σαν να ’μουν κι εγώ τότε μαζί σου, φωτογράφος σου μεταχρονολογημένος αλλά εξίσου πιστός, θείε μου.

Ο Πέτρος Παπαευθυμίου με τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Βύρωνα Πάλλη.

Ο Πέτρος Παπαευθυμίου με τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Βύρωνα Πάλλη.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top