O Τεντέν φορούσε ρούχα άνετα, που του πάνε, που γίνονται ένα με τον χαρακτήρα.

    Στις 10 Ιανουαρίου του 1929, ο Τεντέν κάνει την εμφάνισή του στη σελίδα 4 του νεανικού ένθετου Petit Vingtième των Βρυξελλών. Εννέα δεκαετίες αργότερα, ο ακούραστος globetrotter μας είναι μια εμβληματική περσόνα των κόμικς. Το στυλ και μια μεγάλη προσοχή στα ρούχα συνέβαλαν στη δημιουργία του. Ο Hergé, εκτός των άλλων, ήταν κι ένας δανδής.

    Ο Τεντέν απεβίωσε μαζί με τον Ερζέ (1907-1983). Ή μάλλον, όπως ο Ερζέ, πέρασε στην αιωνιότητα. Απαθανατισμένος σε 24 περιπέτειες, μεταφρασμένος σε 120 γλώσσες και διαλέκτους, με το γαλάζιο του πουλοβεράκι και το παντελόνι του γκολφ, ο διασημότερος ήρωας των κόμικς εξακολουθεί να ασκεί αμείωτη γοητεία τόσο στους νεαρούς αναγνώστες όσο και στους fans των BD.

    Το μυστήριο της δουλειάς του Ερζέ μαγεύει. Μυστήριο γιατί, πέραν του ότι είναι ο δημιουργός της «καθαρής γραμμής» στα κόμικς (με θαυμαστές τους Λιχτενστάιν και Γουόρχολ), όσο περισσότερο μελετάει κάποιος τον Τεντέν τόσο περισσότερο εντυπωσιάζεται από το βάθος του έργου και την ιδιοφυή δόμηση του χαρακτήρα.

    O ήρωάς μας είναι θαρραλέος, αποφασισμένος, δυναμικός, αγνός, επινοητικός και γενναιόδωρος. Ένα πρότυπο αρετής και γενναιότητας. Πάντα επίκαιρος δίνει και σήμερα μαθήματα γεωπολιτικής. Όταν μιλάμε για τον Πόλεμο του Κόλπου, ο Τεντέν μας παραπέμπει Στη χώρα του μαύρου χρυσού. Όταν μιλάμε για την εξαφάνιση του μαλαισιανού MH370, αδύνατο να μην πάει το μυαλό μας Στην πτήση 714 για Σίδνεϋ. Όταν ακούμε για πραξικόπημα, σκεφτόμαστε τους Πίκαρος.

    Ο Τεντέν απεβίωσε μαζί με τον Ερζέ (1907-1983). Ή μάλλον, όπως ο Ερζέ, πέρασε στην αιωνιότητα.

    «Ο Τεντέν είναι εγώ», έλεγε ο Hergé. Γιος ενός αντιπροσώπου ενδυμάτων και μιας μοδίστρας, ο Georges Remi πέρασε την παιδική του ηλικία μέσα σ’ ένα κόσμο στυλ και φινέτσας. Από μικρός ακόμα εντυπωσίαζε τους συνομηλίκους του με τα καλοραμμένα του ρούχα. Νεαρός δημοσιογράφος, θα τον ζηλεύουν οι συνάδελφοί του εξαιτίας της σπάνιας κομψότητάς του. Κάπνιζε ακριβά τσιγάρα, τα Craven A, και φόραγε μοδάτες γραβάτες. Ακόμα και σε κείνη τη στυλάτη εποχή, όπως ήταν αυτή των 20’s, τον θεωρούσαν δανδή.

    Η σημασία που έδινε στο ντύσιμο φάνηκε από τα πρώτα του σχέδια. Σε κάθε περίσταση, ο Τεντέν φορούσε ρούχα άνετα, που του πάνε, που γίνονται ένα με τον χαρακτήρα. Σύμφωνοι, αλλά τα παντελόνια του γκολφ; Τη δεκαετία του ’20 ήταν της μόδας, αποτελούσαν μέρος της τυπικής ανδρικής ενδυμασίας. Τίποτα το εκκεντρικό ως προς αυτό. Τώρα, αν στη συνέχεια, το στυλάκι περιορίστηκε στο άθλημα, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

    Στις 10 Ιανουαρίου του 1929, ο Τεντέν κάνει την εμφάνισή του στη σελίδα 4 του νεανικού ένθετου Petit Vingtième των Βρυξελλών.

    Εξάλλου, συναρτήσει των περιπετειών του, ο κοκκινομάλλης μας υιοθετεί ευχαρίστως εμφανίσεις που είτε ενδείκνυνται για την περίσταση είτε ταιριάζουν στο σκηνικό των χωρών που περιδιαβαίνει παρέα με τον πιστό του Μιλού. Αντίθετα, πιο αξιοσημείωτη είναι η χαλαρότητά του. Μετά το άλμπουμ Ο θησαυρός του κόκκινου Ρακάμ (1943–1944), εγκαταλείπει τη γραβάτα κι αρχίζει να φοράει polo και πουκάμισο με πουλόβερ. Απόδειξη ενός ντεκοντρακτέ ύφους σπάνιου για την εποχή. Όσο για την εγκατάλειψη του παντελονιού του γκολφ στο Ο Τεντέν και οι Πίκαρος (1976), ο Ερζέ αποκάλυψε ότι έβαλε ένα είδος τζην στον ήρωά του υπό την πίεση των Αμερικανών που ήθελαν να μεταφέρουν τις περιπέτειες του Τεντέν στον κινηματογράφο.

    Το πενάκι του Βέλγου φρόντισε να είναι καλλιεπές και ως προς τους υπόλοιπους χαρακτήρες. Η ιδιοτυπία του καθηγητή Τουρνεσόλ υπογραμμίζεται μέσω μιας γελοίας γκαρνταρόμπας και η αυθεντικότητα του χολερικού καπιτέν Χαντόκ με τις μουσικές βρισιές ενισχύεται μέσα από μια στολή γεροθαλασσόλυκου. Στολή που ο καπετάνιος εγκαταλείπει μόνο στα Κοσμήματα της Κασταφιόρε (1963) για να επιδοθεί σ’ ένα πραγματικό ντεφιλέ, αλλάζοντας ρούχα σε σχεδόν κάθε σκηνή και σ’ ένα στυλ που αγαπούσε ο ίδιος ο Ερζέ. Ο οποίος φόραγε costume trois pièces για να πάει στην παραλία.

    Castafiore: μια άφυλη αοιδός;

    Αναφέροντας την Κασταφιόρε, συνειδητοποιώ ότι είναι η μόνη γυναικεία παρουσία «ειδικού βάρους» στο σύμπαν του Ερζέ. Στα μάτια των περισσότερων, η ντίβα δεν είναι παρά μια χοντρή γαλοπούλα, γελοία, καπριτσιόζα κι ευνουχισμένη, η οποία αποδεικνύει το μισογυνισμό του. Δεν νομίζω, όμως, ότι η φήμη της αυτή ανταποκρίνεται στην αλήθεια.

    H Bianca, «το αηδόνι του Μιλάνο» είναι μια σταρ που κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή της το 1938 στο Σκήπτρο του Οττοκάρ. Ο Τεντέν κάνει οτοστόπ και μια φιγούρα μέσα σε γούνα αστρακάν σταματάει την μπλε Κάντιλακ. Την ξανασυναντάμε σε άλλες 10 περιπέτειες -ώς τα βάθη του Θιβέτ, ακόμα και στη Σελήνη!

    «Η Bianca Castafiore, alias Fiorentino Costa, ονόματι «το αηδόνι του Μιλάνο, είναι στην πραγματικότητα ο τελευταίος καστράτο της ιστορίας της μουσικής».

    Μοιάζει με ΟΥΦΟ σ’ αυτό το ανδροκρατούμενο σύμπαν, ανάμεσα στους ντετέκτιβ Ντιπόν και Ντιπόν, τον διαβολικό Ρασταπόπουλο (εμπνευσμένο από τον Αριστοτέλη Ωνάση) και λοιπούς στρατηγούς φίσκα στα παράσημα. Η Μπιάνκα έχει γενναιόδωρο στήθος και την κομψότητα των γυναικών της δεκαετίας του ’60. Σήμα κατατεθέν της γκαρνταρόμπας της, το άλικο φουστάνι με το ντραπέ κορσάζ που φιγουράρει στο εξώφυλλο του αγαπημένου της άλμπουμ, κατά πάσα πιθανότητα εμπνευσμένο από μια δημιουργία της Μιλανέζας στυλίστριας Biki που έντυνε τη Μαρία Κάλλας.

    «Ο Τεντέν είναι εγώ», έλεγε ο Hergé. Γιος ενός αντιπροσώπου ενδυμάτων και μιας μοδίστρας, ο Georges Remi πέρασε την παιδική του ηλικία μέσα σ’ ένα κόσμο στυλ και φινέτσας.

    Αποκορύφωμα, όμως, της μοντερνικότητας της Μπιάνκα είναι το χτένισμά της: ξανθό μαλλί, που αφήνει ελεύθερο το πρόσωπο, στυλ «Καραβέλα». Κοιτώντας από πιο κοντά, θα μπορούσες να πεις ότι πρόκειται για μια γυναικεία εκδοχή του τσουλουφιού του Τεντέν… Από εκεί μέχρι να αποφανθείς ότι η Bianca Castafiore δεν είναι παρά μια ανδρόγυνη φιγούρα απέχει μόλις ένα βήμα. Το έκανε ο Albert Algoud στη βιογραφία του: «Η Bianca Castafiore, alias Fiorentino Costa, ονόματι “το αηδόνι του Μιλάνο”, είναι στην πραγματικότητα ο τελευταίος καστράτο της ιστορίας της μουσικής».

    Η οπερατική μας ντίβα ξέρει να φέρνει βόλτα ως και τους μεθύστακες, βρομόστομους ναυτικούς. Τους κάνει να τα χάνουν, γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο αφοπλιστικό από το να λες λάθος το όνομα κάποιου: Bartock, Kappock, Paddock, Koddack, Kapstock, Kornack… Mille milliards de mille sabords, αυτός «ο πλανόδιος κυκλώνας» το κάνει επίτηδες. Και γράφει στα παλιά της τα παπούτσια τους δημοσιογράφους, tonnerre de Brest, που τόλμησαν να την αρραβωνιάσουν με τον καπετάνιο. Όχι, η Κασταφιόρε δεν είναι παρά μια γυναίκα με ταμπεραμέντο.

    Στον Τεντέν, πέρα από τις πλάκες, υπάρχει και κείμενο που σε κάνει να σκεφτείς και λίγο (Hergé Museum).

    Βέβαια, προκαλεί χαμόγελα. Έχει τα τικ των σταρς, ένα τεράστιο Εγώ. Αλλά είναι και μια γυναίκα ανεξάρτητη, επαγγελματίας. Περιποιεί την εικόνα της. Είναι προάγγελος της Eurovision και των βασιλικών γάμων απανταχού. Κι έχει μεγάλη καρδιά. Ποτέ κάποιο μειωτικό σχόλιο, ακόμα και για τους τσιγγάνους, στους οποίους αρνείται να αποδώσει την κλοπή των κοσμημάτων της. Πάντα καλή φίλη, τόσο για τον Τεντέν όσο και για τον Χαντόκ, ο οποίος δεν κρύβει την κασταφιοροφοβία του. Γιατί σιχαίνεται την όπερα –όπως κι ο Ερζέ, εξάλλου.

    «Ο Ερζέ είναι πραγματικά μια μεγαλοφυΐα» έχει πει ο φίλος του φιλόσοφος Michel Serres. Παραμένει, ωστόσο, ένα κρίσιμο ερώτημα: Είναι μισογύνης; Την απάντηση δίνει ο ίδιος: «Σας ορκίζομαι πως δεν είμαι. Στις ιστορίες μου, σχεδόν όλες οι ανδρικοί χαρακτήρες είναι καρικατούρες. Τα σπάνια γυναικεία πρόσωπα επίσης. Ακριβώς επειδή δεν μ’ αρέσει να διακωμωδώ γυναίκες, γι’ αυτό και δείχνω τόσες λίγες “αληθινές”».

    Τεντέν Vs Αστερίξ: Ποιος είναι τελικά καλύτερος;

    Τεντέν εναντίον Αστερίξ

    Ψηφίζω Τεντέν. Είναι πιο περίπλοκος. Ο κόσμος του Αστερίξ, 30 χρόνια νεότερος, πιο στοιχειώδης. Εξηγούμαι:

    – Ο Τεντέν δεν χρειάζεται μαγικά φίλτρα για να κάνει καλά τους κακούς. Γνώστης του σαβάτ (γαλλικό μποξ) ξαπλώνει κάτω μ’ ένα κομψό χτύπημα μούτσους των εκατό κιλών, ακόμα και αρκούδα. Αστερίξ και Οβελίξ περιορίζονται σε κάτι κοκαλιάρηδες λεγεωνάριους. Το πραγματικό bad boy είναι αυτός.
    – Ο Τεντέν είναι ο Βέλγος Ιντιάνα Τζόουνς. Πολύ πιο έξυπνος από τον νάνο Αστερίξ και το μενίρ τον Οβελίξ. Ξέρει να οδηγεί μοτοσικλέτες, αυτοκίνητα, αεροπλάνα, ελικόπτερα, τρένα, άρματα μάχης, υποβρύχια, ακόμα και διαστημόπλοια.
    – Εντάξει, ο μικρός μας ρεπόρτερ μπορεί να ήταν λίγο ρατσιστής στα πρώτα άλμπουμ, αλλά άλλαξε. Εξάλλου, οι αποικιοκρατικές προκαταλήψεις ήταν τρέχον νόμισμα το 1930. Ο Ερζέ όχι μόνο ζήτησε συγγνώμη, αλλά πήρε και σαφέστατες αποστάσεις στη συνέχεια, ιδίως στον Μπλε λωτό (1935).
    – Ο Τεντέν ταξίδεψε στις τέσσερις γωνιές του κόσμου (ΕΣΣΔ, Βελγικό Κονγκό, Κίνα, Θιβέτ, Περού…). Έζησε αστυνομικές έρευνες, ιστορίες κατασκοπίας, επιστημονικής φαντασίας και περπάτησε και στο φεγγάρι, 15 χρόνια πριν από τον Νιλ Άρμστρονγκ. Πουλάει όνειρο καλύτερα από τον Αστερίξ και τους Γαλάτες του.
    – Η περιπέτεια, το κυνήγι του θησαυρού, αυτό είναι πάνω απ’ όλα ο Τεντέν. Παίρνει το στυλό και το μεγεθυντικό φακό του και λύνει αινίγματα αντί να τρώει γουρούνια. Πόσα παιδιά δεν θέλησαν να γίνουν μεγάλοι ρεπόρτερ διαβάζοντας ένα άλμπουμ του Ερζέ;
    – Στον Τεντέν, πέρα από τις πλάκες, υπάρχει και κείμενο που σε κάνει να σκεφτείς και λίγο. Κάτι που οι fans του Αστερίξ έχουν πάψει εδώ και καιρό να κάνουν.
    – Ο Αστερίξ είναι ένα καλό κόμικ για παιδιά που ξαναδιαβάζουμε στην τουαλέτα για να γελάσουμε. Ο Τεντέν είναι μια BD πιο πλούσια, πιο βαθιά, που ξαναδιαβάζουμε με απόλαυση δίπλα στο τζάκι από «7 έως 77 ετών».
    – Και το κυριότερο: Στον Τεντέν βρίζουν καλύτερα.

     

    Διαβάστε ακόμα: Happy Birthday Mouse, συλλεκτικό artbook-αφιέρωμα στον 90χρονο Mickey, από την Taschen, για τα γενέθλια του.

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top