HAγκάθα Κρίστι γεννήθηκε στο Τορκέ το 1890. Είναι κυρίως γνωστή για τα αστυνομικά της έργα, εξήντα έξι μυθιστορήματα και δεκατέσσερις συλλογές διηγημάτων, πολλά από τα οποία έχουν ήρωα τον θρυλικό ντετέκτιβ Πουαρό ή τη μις Μαρπλ. (photo: getty images).

«Δεν είναι στρυχνίνη, σωστά;»

«Πού το βρήκες αυτό;» ρώτησα τον Πουαρό γεµάτος περιέργεια.

«Στο καλάθι των αχρήστων. Αναγνωρίζεις τον γραφικό χαρακτήρα;»

«Ναι, είναι της κυρίας Ίνγκλθορπ. Όµως, τι µπορεί να σηµαίνει;»

Ο Πουαρό σήκωσε τους ώµους του.

«Δεν µπορώ να σου απαντήσω… όµως έχει τη σηµασία του».

Μια τολµηρή ιδέα πέρασε από το µυαλό µου. Μήπως η κυρία Ίνγκλθορπ είχε αρχίσει να χάνει τα λογικά της; Μήπως φανταζόταν πως ήταν χειρουργός; Κι αν ναι, µπορούσε να αποκλειστεί η περίπτωση ο θάνατός της να οφειλόταν σε αυτοχειρία;

Ήµουν έτοιµος να παρουσιάσω τις θεωρίες αυτές στον Πουαρό, όταν τα λόγια του µε έκαναν να ξεχαστώ.

«Πάµε τώρα», είπε, «να εξετάσουµε τα φλιτζάνια του καφέ!»

«Καλέ µου Πουαρό! Δεν καταλαβαίνω σε τι µπορεί να ωφελήσει αυτό, τώρα που ξέρουµε για το κακάο;»

«Oh là là! Άντε πάλι µε αυτό το κακάο!» αναφώνησε ο Πουαρό µειδιώντας.

Ο Πουαρό µε έβαλε να του περιγράψω τα όσα είχαν συµβεί το προηγούµενο βράδυ, ακούγοντάς µε µε ιδιαίτερη προσοχή.

Γέλασε, σαν να διασκέδαζε µε την όλη κατάσταση, και σήκωσε τα χέρια ψηλά, δήθεν µε απόγνωση, µια αντίδραση που στάθηκε αδύνατον να θεωρήσω οτιδήποτε άλλο παρά κακόγουστη.

«Άλλωστε», είπε, καθώς είχα αρχίσει να ενοχλούµαι, «µια και η κυρία Ίνγκλθορπ πήρε τον καφέ της στο δωµάτιο µαζί της, δεν αντιλαµβάνοµαι τι περιµένεις να βρεις, εκτός κι αν θεωρείς πιθανό να ανακαλύψουµε ένα πακέτο στρυχνίνης στον δίσκο του καφέ!»

Ο Πουαρό αµέσως σοβάρεψε.

«Έλα, έλα, φίλε µου», είπε, περνώντας το µπράτσο µέσα από το δικό µου. «Ne vous fâchez pas![1] Επίτρεψέ µου να ασχοληθώ µε τα φλιτζάνια του καφέ, κι εγώ θα σεβαστώ το κακάο σου. Λοιπόν! Είµαστε σύµφωνοι;»

Ήταν τόσο αστείος έτσι όπως το έλεγε, ώστε στάθηκε αδύνατον να µη γελάσω· µαζί κατευθυνθήκαµε στο σαλόνι, όπου τα φλιτζάνια του καφέ και ο δίσκος παρέµεναν ανέγγιχτα, έτσι όπως τα είχαµε αφήσει.

Ο Πουαρό µε έβαλε να του περιγράψω τα όσα είχαν συµβεί το προηγούµενο βράδυ, ακούγοντάς µε µε ιδιαίτερη προσοχή, ενώ επιβεβαίωνε τη θέση των διαφόρων φλιτζανιών.

«Εποµένως, η κυρία Κάβεντις στεκόταν δίπλα στον δίσκο… και σερβίριζε τον καφέ. Ναι. Ύστερα ήρθε στο παράθυρο, όπου καθόσουν εσύ, συντροφιά µε τη µαντµαζέλ Σίνθια. Ναι. Ορίστε τα τρία φλιτζάνια. Και το φλιτζάνι πάνω στο τζάκι, µισογεµάτο, αυτό θα ήταν του κυρίου Λόρενς Κάβεντις. Κι εκείνο εκεί, στον δίσκο;»

«Του Τζον Κάβεντις. Τον είδα που το ακούµπησε εκεί».

«Ωραία. Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε… µα πού βρίσκεται, λοιπόν, το φλιτζάνι του κυρίου Ίνγκλθορπ;»

«Δεν πίνει καφέ».

«Τότε, τα εντοπίσαµε όλα. Ένα λεπτό, φίλε µου».

Μια έκφραση σχηµατίστηκε στο πρόσωπό του, την οποία θα µπορούσα να περιγράψω µονάχα σαν έναν συνδυασµό απορίας και ανακούφισης.

Με ιδιαίτερη προσοχή, άντλησε µια δυο σταγόνες από τα υπολείµµατα του κάθε φλιτζανιού, σφραγίζοντάς τα σε ξεχωριστούς δοκιµαστικούς σωλήνες, και δοκίµαζε λίγο από το καθένα στην πορεία. Η φυσιογνωµία του κατέγραψε µια περίεργη αλλαγή. Μια έκφραση σχηµατίστηκε στο πρόσωπό του, την οποία θα µπορούσα να περιγράψω µονάχα σαν έναν συνδυασµό απορίας και ανακούφισης.

«Bien!» είπε τελικά. «Είναι σαφές! Είχα µια ιδέα… όµως προφανώς έκανα λάθος. Ναι, εντελώς λάθος. Κι όµως, είναι παράξενο. Μα δεν έχει σηµασία!»

Οπότε, ανασηκώνοντας µε χαρακτηριστικό τρόπο τους ώµους, απέρριψε από τη σκέψη του ό,τι κι αν ήταν αυτό που τον είχε προβληµατίσει. Θα µπορούσα να του έχω πει από την πρώτη στιγµή πως αυτή η εµµονή του µε τον καφέ αναπόφευκτα θα κατέληγε σε αδιέξοδο, όµως συγκρατήθηκα. Άλλωστε, παρότι ήταν ηλικιωµένος, ο Πουαρό υπήρξε σπουδαίος στην εποχή του.

«Το πρωινό είναι έτοιµο», ανακοίνωσε ο Τζον Κάβεντις όπως ερχόταν από το χολ. «Θα πάρετε το πρόγευµά σας µαζί µας, µεσιέ Πουαρό;»

Ο Πουαρό δέχτηκε. Παρατήρησα τον Τζον. Ήδη, έµοιαζε να έχει επανέλθει στον κανονικό εαυτό του. Το σοκ από τα όσα είχαν συµβεί χτες τη νύχτα τον είχε ταράξει αρχικά, όµως σύντοµα ανέκτησε την ηρεµία του. Ήταν άνθρωπος µε λιγοστή φαντασία, σε αντίθεση µε τον αδελφό του, ο οποίος, ενδεχοµένως, διέθετε υπερβολική.

Από τις πρώτες πρωινές ώρες, ο Τζον είχε πιάσει δουλειά, στέλνοντας τηλεγραφήµατα –ένα από τα πρώτα είχε αποδέκτρια την Ίβλιν Χάουαρντ–, ετοιµάζοντας σηµειώµατα για τις εφηµερίδες και γενικά ασχολούµενος µε τα µελαγχολικά καθήκοντα που προκύπτουν από τον θάνατο.

«Θα µπορούσα να ρωτήσω πώς προχωρούν τα πράγµατα;» είπε. «Οι έρευνές σας συντείνουν στο ότι η µητέρα µου πέθανε από φυσικά αίτια ή… ή µήπως πρέπει να προετοιµαζόµαστε για το χειρότερο;»

«Νοµίζω, κύριε Κάβεντις», είπε ο Πουαρό µε βαριά φωνή, «πως καλό θα ήταν να µην αναζητείτε τόνωση σε αβάσιµες ελπίδες. Μπορείτε να µου πείτε τι άποψη έχουν τα υπόλοιπα µέλη της οικογένειας;»

«Ο αδελφός µου ο Λόρενς είναι πεπεισµένος ότι δηµιουργούµε ζήτηµα εκ του µη όντος. Επιµένει πως όλα τα στοιχεία συντείνουν στο ότι επρόκειτο για ένα σύνηθες έµφραγµα».

«Ώστε αυτό πιστεύει; Πολύ ενδιαφέρον, πολύ ενδιαφέρον», σιγοµουρµούρισε ο Πουαρό. «Και η κυρία Κάβεντις;»

Το πρώτο  μυθιστόρημα της Άγκάθα Κρίστι κυκλοφορεί στην αποκατεστημένη του μορφή, την Πέμπτη 6/12.

Μια σκιά πέρασε φευγαλέα από το πρόσωπο του Τζον.

«Δεν έχω την παραµικρή ιδέα για το ποιες είναι οι απόψεις της συζύγου µου στο συγκεκριµένο θέµα».

Η απάντηση αυτή βάρυνε για λίγο την ατµόσφαιρα. Ο Τζον έσπασε τη µάλλον αµήχανη σιωπή, λέγοντας, µε κάποια δυσκολία: «Σας ενηµέρωσα, έτσι δεν είναι, ότι ο κύριος Ίνγκλθορπ έχει επιστρέψει;»

Ο Πουαρό κατένευσε.

«Πρόκειται για µια εξόχως άβολη κατάσταση, για όλους µας. Προφανώς, καλούµαστε να τον αντιµετωπίσουµε όπως πάντα – όµως… ε, πώς να το κάνουµε, εκνευρίζεται κανείς όταν κάθεται να φάει στο ίδιο τραπέζι µε έναν πιθανό δολοφόνο!»

Ο Πουαρό κατένευσε µε κατανόηση.

«Σας καταλαβαίνω απολύτως. Είναι µια κατάσταση εξόχως δύσκολη για εσάς, κύριε Κάβεντις. Θα ήθελα να σας κάνω µία ερώτηση. Ο κύριος Ίνγκλθορπ, αν δεν απατώµαι, δικαιολογήθηκε για το ότι δεν επέστρεψε χτες τη νύχτα ισχυριζόµενος ότι είχε ξεχάσει να πάρει το κλειδί. Σωστά;»

«Μάλιστα».

«Να υποθέσω ότι είστε απολύτως βέβαιος πως το κλειδί πράγµατι έµεινε εδώ… δηλαδή ότι, τελικά, δεν το πήρε µαζί του;»

«Ιδέα δεν έχω. Ούτε που σκέφτηκα να κοιτάξω. Το έχουµε συνέχεια φυλαγµένο στο συρτάρι του χολ. Θα πάω τώρα να δω αν είναι εκεί».

Ο Πουαρό σήκωσε την παλάµη του, µειδιώντας ελαφρά.

«Όχι, όχι, κύριε Κάβεντις, πλέον είναι πολύ αργά. Είµαι βέβαιος πως θα βρίσκατε το κλειδί στη θέση του. Αν ο κύριος Ίνγκλθορπ το είχε πάρει, στο µεταξύ είχε άφθονο χρόνο να το επιστρέψει».

«Μα, δεν µπορεί να φαντάζεστε πως…»

«Δε φαντάζοµαι τίποτε. Αν κάποιος είχε τύχει να ελέγξει το συρτάρι πριν από την επιστροφή του κυρίου Ίνγκλθορπ και είχε βρει εκεί το κλειδί, θα επρόκειτο για ένα σηµαντικό στοιχείο υπέρ του. Αυτό είναι όλο».

Ο Τζον φάνηκε µπερδεµένος.

«Μην ανησυχείτε», είπε καθησυχαστικά ο Πουαρό. «Σας διαβεβαιώνω πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να προβληµατίζεστε. Αφού τόσο ευγενικά µάς προσκαλέσατε, ας πάµε να πάρουµε το πρωινό µας».

 

[1] Μη θυµώνεις! (Στο πρωτότυπο πληθυντικός ευγενείας). (Σ.τ.Μ.)

 

Διαβάστε ακόμα: Βαγγέλης Προβιάς, «Ένα αριστούργημα επικοινωνίας με τον αναγνώστη».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top