Χορογραφώντας ένα μεσαιωνικό τελετουργικό βασανισμού ή, αλλιώς, ο Γούλβεριν με τον τρόπο του αγίου Σεβαστιανού.

Κυνηγημένος από το θάνατο της Τζιν Γκρέι, ο πρώην X-man, Λόγκαν, καταφεύγει στην ερημιά των δασών, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ερινύες. Θα πειστεί, ωστόσο, αν και δύσκολα, να πάει στην Ιαπωνία, όπου ο δισεκατομμυριούχος Γιασίντα θέλει, λίγο πριν πεθάνει, να τον ευχαριστήσει γιατί κάποτε του έσωσε τη ζωή. Στην πραγματικότητα, όμως, ο σκοπός του Γιασίντα είναι άλλος…

Από την αρχική σεκάνς –ένα βομβαρδιστικό B-29 πλησιάζει για να βομβαρδίσει το Ναγκασάκι, ενώ ο Γούλβεριν βρίσκεται φυλακισμένος από τους Ιάπωνες– ακόμη και ο πιο ανυποψίαστος θεατής καταλαβαίνει πως τούτη εδώ η ταινία του Τζέιμς Μάνγκολντ («Copland», «Walk the line») απέχει έτη φωτός από την προηγούμενη οικτρή προσπάθεια με ήρωα τον «λύκο» των X-men («X-men, η αρχή: Γούλβεριν», 2009). Αν και ο Μάνγκολντ δεν καταφέρνει να απογειώσει τις εικόνες του στα ύψη των δύο πρώτων φιλμ των ηρώων της Marvel –εντάξει, κανένας δεν μπορεί να υποστηρίζει πως η συμβατικότητά του θα μπορούσε να αντιπαλέψει τη δαιμονική έμπνευση του Μπράιαν Σίνγκερ–, εν τούτοις καταφέρνει να ανανεώσει όχι το μύθο, αλλά το ενδιαφέρον των fans για τη συνέχεια.

Η Σβετλάνα Κοντσέκοβα συστήνεται ως «μηδενίστρια, καπιταλίστρια και μεταλλαγμένη»! Ακούγεται σαν golden girl, κι όμως δεν είναι.

Τα συστατικά της μυθολογίας είναι παρόντα και παρουσιάζονται με αδιάκριτη επιμονή: Ο Γούλβεριν είναι διαποτισμένος από την εγγενή του μελαγχολία, η επίγνωση της τερατώδους φύσης του παραμένει γοτθικά συντριπτική, ο βάσανος από τις προσωπικές του ερινύες συντείνει στη σύνθεση ενός ασφυκτικού πλαισίου… Αν σε αυτά τα στοιχεία προστεθεί και το ταξίδι στη «χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου» και η επαφή με μια κουλτούρα διαφορετική σε σχέση με τις πολιτισμικές προσλαμβάνουσες του μέσου δυτικού, τότε αντιλμβανόμαστε πως το πρωτογενές υλικό είναι αρκετό ώστε να δημιουργηθεί μια ταινία-αναφορά για το μέλλον της σειράς.

Γιατί όμως δεν συμβαίνει αυτό; Δεν συμβαίνει επειδή ο σκηνοθέτης Τζέιμς Μάνγκολντ επιλέγει να μείνει στην επιφάνεια και στην απλουστευτική ανάλυση των πραγμάτων και να μην καταβυθιστεί σε ενατενίσεις τόσο αναφορικά με τον κεντρικό του ήρωα όσο και με την κοσμοθεωρία και τα τελετουργικά των Ιαπώνων. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως στο επίπεδο του μεγάλου θεάματος δεν δούλεψε προς τη σωστή κατεύθυνση: Η σκηνή του βομβαρδισμού του Ναγκασάκι, μπορεί να στερείται δραματουργικού υπόβαθρου (ακόμη και πραγματολογικής βάσης: όχι, κύριε Μάνγκολντ, κατά τη διάρκεια του χαρακίρι ο αυτόχειρας δεν καρφώνει κάθετα το σπαθί στην κοιλιά του και περιμένει να πεθάνει, αλλά κόβει οριζόντια την κοιλιακή του χώρα), όμως είναι κινηματογραφημένη με το θεαματικό τρόπο του παλιού Χόλιγουντ. Η σκηνή, επίσης, της μονομαχίας στο τρένο, όπως και εκείνη της μάχης στη διάρκεια της κηδείας, μοιάζουν βγαλμένες από την ανθολογία του «Επικίνδυνη αποστολή». Η κινηματογράφηση, τέλος, του Γούλβεριν διάτρητου από βέλη μέσα στο χιονισμένο τοπίο ανακαλεί στη μνήμη πίνακες του Βαν Χόντχορστ και του Αντρέα Μαντένια.

6

Η Ρίλα Φουκουσίμα και ο Χιου Τζάκμαν λίγο πριν ξεσπάσει η βία στη διάρκεια της κηδείας.

Συμπερασματικά, ο θεατής θα απολαύσει ένα επιβλητικό κινηματογραφικό θέαμα με ισορροπημένη δράση και συγκρατημένες ερμηνείες (απολαυστική όσο και επικίνδυνη η Σβετλάνα Κοντσέκοβα όταν συστήνεται ως «χημικός, μηδενίστρια, καπιταλίστρια, μεταλλαγμένη») και θα μείνει με το αναπάντητο ερώτημα καρφωμένο στο μυαλό του: Τι είδους ταινία θα έβλεπε αν ο Ντάρεν Αρονόφσκι δεν εγκατέλειπε τη σκηνοθεσία του «Γούλβεριν», επειδή, όπως είπε ο ίδιος, δεν ήθελε να αφήσει επί μακρύ χρονικό διάστημα μόνη της την οικογένειά του.

 

//The Wolverine. Σκηνοθεσία: Τζέιμς Μάνγκολντ.
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Χιρογιούκι Σανάντα, Χαλ Γιαμανούτσι.
Διανομή: Odeon.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top