Ο υπογράφων «σνιφάρει» Ασύρτικο στην κάβα/wine bar Οίνοscent, Βουλής 44, Σύνταγμα.

Έργο που γεμίζει περηφάνια τον ιδιοκτήτη της, μέσο για να απολαύσετε τα καλύτερα κρασιά στην καλύτερη στιγμή και τρόπος για να δεθείτε με τα καμάρια σας, η κάβα είναι ένα must για κάθε πραγματικό οινόφιλο. Η δημιουργία της, βέβαια, εκτός από κατάλληλες συνθήκες, απαιτεί γνώσεις, αίσθηση των ισορροπιών και πολυσυλλεκτικότητα, ώστε κανείς να απολαμβάνει τις επιλογές του τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον.

Ο αριθμός των φιαλών σε μια κάβα μπορεί να κυμαίνεται από λίγα μπουκάλια μέχρι πολλές χιλιάδες φιάλες, ωστόσο σε κάθε περίπτωση καλό είναι σε αυτή να συμμετέχουν όλα τα είδη κρασιών, και μάλιστα σε κάποιες σωστές αναλογίες. Φυσικά όσο μικρότερη είναι η κάβα μας τόσο μεγαλύτερο πρέπει να είναι το ποσοστό των προς παλαίωση κρασιών, ενώ αυτά για τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες μας καλύτερα να τα προμηθευόμαστε από κάβες ώστε να μην σπαταλάμε πολύτιμο χώρο για κρασιά που έτσι και αλλιώς δεν σκοπεύουμε να παλαιώσουμε.

Οι σωστές φιάλες παρατεταγμένες για φύλαξη, στην κάβα Kylix, Καρνεάδου 20, Κολωνάκι.

Ας δούμε τώρα τη σύνθεση του προς παλαίωση οινικού μας «χαρτοφυλακίου»:

Αφρώδη κρασιά

Με δεδομένο ότι η Ελλάδα δεν φημίζεται για την παραγωγή αφρωδών που να αποζητούν την παλαίωση, υπολογίστε για αυτά γύρω στο 3-5 % του χώρου της κάβας σας. Αν βέβαια δεν περιορίζετε το σερβίρισμά τους μόνο σαν απεριτίφ (κάποιες από τις προτάσεις της Cair αλλά και αυτή του Καρανίκα είναι εξαιρετικά συνοδευτικά φαγητού), μπορείτε να ανεβάσετε λίγο το παραπάνω ποσοστό.

Λευκά κρασιά

Ίσως κάποιοι θεωρήσουν ότι έκανα λάθος στην πληκτρολόγηση και κάποιοι άλλοι ότι είμαι αιρετικός. Σπεύδω, ωστόσο, να απαντήσω ότι το ποσοστό του 60-70% που θεωρώ ιδανικό για λευκά κρασιά σε μια κάβα δεν είναι λάθος κι εγώ απλώς είμαι λογικός!

Βέβαια, για να στοιχειοθετήσω την άποψή μου, δηλώνω φανατικός οπαδός των παλαιωμένων λευκών. Μάλιστα πιστεύω ακράδαντα ότι οποιοδήποτε ερυθρό είναι απολαυστικό ακόμα και νέο –αφού μαζί με την σκληράδα προσφέρει ταυτόχρονα και φρούτο–, ενώ τα λευκά παλαίωσης είναι παντελώς άχαρα όταν καταναλωθούν πριν την ώρα τους.

Συνυπολογίστε τώρα ότι παλιά ερυθρά βρίσκει κανείς εύκολα και στο εμπόριο, ενώ αντίστοιχα λευκά ούτε στα κελάρια των ίδιων των παραγωγών. Τέλος, αναλογιστείτε πόσα φαγητά ταιριάζουν με λευκά και πόσα με ερυθρά κρασιά και θα συμφωνήσετε ότι για κάθε ένα ερυθρό που φθάνει στο τραπέζι τουλάχιστον τρία λευκά έχουν παντρευτεί αρμονικά με άλλα πιάτα. Αυτή η αυξημένη κατανάλωση των λευκών απαιτεί και αυξημένα αποθέματα!

Φυσικά το Ασύρτικο, και ιδιαίτερα αυτό της Σαντορίνης, είναι η πρώτη ποικιλία στην οποία πρέπει να επενδύσει κανείς, και μάλιστα όχι μόνο στις βαρελάτες εκδοχές αλλά και σε αυτές της δεξαμενής που παλαιώνουν εξίσου καλά.

Τα πρωτοκλασάτα Chardonnay, όπως του Ζαφειράκη και του Κατσαρού, επιδέχονται κελάρι το ίδιο καλά, ίσως και κάποια από τα Viognier. Βέβαια, μην υποτιμάτε καθόλου τις δυνατότητες που έχουν οι κορυφαίοι Ροδίτες (Ασπρολίθι, Φολόη και Τετράμυθος), αλλά και οι Ρομπόλες του Gentilini. Οι τολμηροί, πάντως, ας αφήσουν λίγο χώρο και για τα κορυφαία Βιδιανά, τις άγριες Κυδωνίτσες και κάποια Blanc de Noir Ξινόμαυρα.

Ερυθρά κρασιά

Τρεις με τέσσερις στις δέκα θέσεις του κελαριού σας μπορούν να καταληφθούν με ερυθρά, αρκεί να βεβαιωθείτε ότι η χρονιά ήταν καλή για τις συγκεκριμένες ετικέτες. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις δύο σημαντικότερες γηγενείς ποικιλίες, τα Ξινόμαυρα –που είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στο θέμα «εσοδεία»– αλλά και τα καλά Αγιωργίτικα.

Oι ξηρές Μαυροδάφνες που θα κοιμηθούν στην κάβα σας, θα σας ανταμείψουν με την ισχυρή τους προσωπικότητα, ενώ τα Cabernet Sauvignon, αλλά και κάποια Syrah, με τις δυνατότητες παλαίωσης που διαθέτουν.

Συγκινήσεις –και μάλιστα έντονες– μπορεί να σας προσφέρουν επίσης πολλά σπουδαία blend, όπως το Άβατον του Τσάνταλη, ο Παλαιόμυλος του Ζαφειράκη, η Κάβα Μερκούρη ή το Σύνορο του Σκούρα.

Γλυκά κρασιά

Με δεδομένα τα σπουδαία επιδόρπια κρασιά που παράγουμε, ένα 10% μπορεί να ξεχαστεί στο κελάρι σας, αφού μάλιστα αυτή η κατηγορία κρασιών διαθέτει και μεγάλες αντοχές στο χρόνο.

Επιλέξετε ισοβαρώς ανάμεσα στα λευκά γλυκά (όπως το παγκόσμιας κλάσης Μοσχάτο Ρίου του Παρπαρούση ή το Belvedere του Μερκούρη), τα βαρελάτα (όπως τα διάφορα Vinsanto, το Μοντοφώλι ή το Ιουλιάτικο του Μπουτάρη) και τα ερυθρά (οι παλαιωμένες Μαυροδάφνες σαν αυτές της Αχάια Clauss ή το Χόρταις του Μερκούρη μου έρχονται αυτόματα στο νου).

Τα 4 must ενός κελαριού

-Σταθερή θερμοκρασία (όσο πιο κοντά στους 13° C γίνεται ).

-Επαρκής υγρασία (γύρω στο 70-80%)

-Απουσία οσμών και δονήσεων.

-Σκοτάδι.

 

Ο Σίμος Γεωργόπουλος είναι «οινογράφος» και σύμβουλος οίνου.

 

Η φωτογράφηση πραγματοποιήθηκε στην κάβα KYLIX.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top